Το θαύμα με την αντοχή της ελληνικής κοινωνίας…

 Άρθρο του Δημήτρη Α. Γιαννακόπουλου
Όπου και να πάω στην Ευρώπη σοβαροί-ευαίσθητοι κοινωνικά άνθρωποι, δεξιοί και αριστεροί αδιακρίτως, με ρωτούν: πώς αντέχετε; Το ίδιο διαβάζω να απορούν και γερμανοί γιατροί, που παρατήρησαν από κοντά την κατάρρευση του ΕΣΥ. «Αν οπουδήποτε αλλού εφαρμοζόταν τόσο άγρια λιτότητα, η κοινωνία θα είχε καταρρεύσει», σχολίασαν [στην «Εφημερίδα των Συντακτών»], αναζητώντας τα αίτια της αντοχής των ελλήνων στο μακροχρόνιο πλέον «σοκ και δέος» που ........
υφίστανται.
Όταν, αναγνώστη μου, ο κόσμος δεν μοιάζει να πιστεύει στην ανάγκη της κοινωνικής αλλαγής με σοσιαλιστικά κριτήρια, προσπάθησε να κατανοήσεις τον κόσμο και όχι να τον αλλάξεις! Διαφωνώ στο σημείο αυτό με τον κυρίαρχο Μαρξισμό. Το ζήτημα στην συγκυρία της χρόνιας κρίσης στην Ελλάδα είναι να κατανοήσουμε το «θαύμα», με την παράδοξη αντοχή της ελληνικής κοινωνίας, όπου μετά από εξαετή ύφεση και κατάρρευση του εθνικού προϊόντος, δραματική ανεργία, περαιτέρω αποβιομηχάνιση και γενικευμένη απορρύθμιση του λεγόμενου Κράτους Ευημερίας και της αγοράς, εν μέσω μιας διαδικασίας συντεταγμένης πτώχευσης με εσωτερική υποτίμηση, η κοινωνία να μοιάζει να λειτουργεί όπως- όπως, αλλά να λειτουργεί… Τί συμβαίνει εδώ; Πού οφείλεται το θαύμα;
Τα αίτια είναι όπως πάντα ένας συνδυασμός του ταυτόχρονα οικονομικού, κοινωνικού και πολιτισμικού χαρακτήρα της διάρθρωσης της ελληνικής κοινωνίας, σε συνδυασμό με τη σχέση που αυτή αναπτύσσει με το πολιτικό φαινόμενο και την ιστορία του κομματισμού και της εξάρτησης από μεγάλες δυνάμεις. Στα είπα όλα, αλλά δεν σου είπα τίποτα, αναγνώστη μου! Ίσως να ήμουν σχετικά σαφής αν σου έλεγα: η γεύση των πρώτων σταγόνων από το γάλα της μητέρας που προσλαμβάνει ένα βρέφος εμπεριέχει συναισθήματα, νόημα και πολιτισμό. Η ίδια η διαδικασία του θηλασμού είναι μια πολιτική διαδικασία που εμπεριέχει τις πρωταρχικές έννοιες της οικονομίας, της κοινωνίας και του πολιτισμού ως σχέσεις ηγεμονίας, σε σύνθεση. Η διαδικασία παροχής τροφής στο βρέφος, είναι στην πραγματικότητα μια διαδικασία κατάποσης ψυχικής (: συναισθηματικής και συμβολικής) τροφής, την οποία η μητέρα του βρέφους εκλαμβάνει ως κατάποση μιας προσφοράς νοήματος – από αυτήν προς το μωρό της.
Ωραία χρησιμοποιείς στη δική σου μεθοδολογία την ψυχαναλυτική προσέγγιση της Piera Aulagnier, ίσως πεις, αλλά μας μπερδεύεις, λεφτά μπορείς να μας πεις που θα βρούμε; Θα σου πω και μάλιστα για πρώτη φορά τόσο καθαρά. Στο βαθμό που απελευθερωθείς από την βρεφική σχέση που έχεις με το κράτος, το κόμμα-πάτρωνας και πελάτης ταυτόχρονα και την κυβερνητική εξουσία. Στο βαθμό που πάψεις να σκάφτεσαι χρηματοπιστωτικά και καταναλωτικά και στοχαστείς αυθεντικά παραγωγικά. Στο βαθμό που ωριμάσεις και διαχωρίσεις την διαδικασία του θηλασμού (ως εικονόγραμμα) από την οικονομία της ικανοποίησης-δυσαρέσκειας. Στο βαθμό που πάψεις να ασκείς βία στην ερμηνεία της πραγματικότητας που βιώνεις εσύ ο ίδιος, ως αναπαράσταση της βίας που ένοιωσες να σε απομακρύνει από το βυζί της μαμάς σου! Το γάλα της γυναίκας από την οποία θήλασες, σχηματίζοντας μια πρωταρχική σχέση με την ευχαρίστηση, την ικανοποίηση και τον κόσμο του πολιτισμού και της οικονομίας του, πρέπει να πάψει να δομεί την οικονομία στο υποσυνείδητό σου και να αποκρυσταλλώνεται σαν οικονομική ροή, ως πλεόνασμα και έλλειμμα στη συνείδησή σου. Πρέπει να ξεφύγεις από τη σχέση - ταυτόχρονα σχέση ικανοποίησης και τραυματική – που αναφέρεται στη διαδικασία του θηλασμού (προσέγγιση και απομάκρυνση).
Αν κάνουμε όλοι μας ψυχανάλυση, δηλαδή, θα βρούμε λεφτά; Ο μόνος που θα «βρει» σίγουρα λεφτά με αυτόν τον τρόπο θα είναι ο ψυχαναλυτής μας! Όσο για εμάς εξαρτάται από το αποτέλεσμα της αποκατάστασης της διαδικασίας παραγωγής νοήματος, έξω από την πρωταρχική δομή (θηλασμός) που μας έμαθε να το παράγουμε ως εξαρτημένοι καταναλωτές. Που μας  έμαθε, δηλαδή, με πολιτικώς διαστροφικό τρόπο, να σχηματίζουμε το νόημα του χρήματος, ως νόημα που δομείται στην περιοχή της κατανάλωσης (καταναλωτική αγορά) και όχι στην περιοχή της παραγωγής.
Από εκεί ξεκινά η διαστροφή καί της πολιτικής οικονομίας καί της ίδιας της πολιτικής. Στην (ανα)παράσταση του θηλασμού σε εγκλωβίζει καθημερινά η κυρίαρχη πολιτική αφήγηση στην Ελλάδα. Εκεί θέλει να παραμείνεις και μέσω αυτής να αντιλαμβάνεσαι την οικονομία, την κοινωνική σου πρόοδο και ευημερία. Το «θαύμα» με την περίφημη αντοχή της ελληνικής κοινωνίας, έχει τις ρίζες του ακριβώς εδώ. Εδώ έχει την εστία της και η ικανότητα αυτών που πτώχευσαν κράτος και τράπεζες και φτωχοποιούν την ελληνική κοινωνία (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, και τα αποκομμένα από αυτούς πολιτικά ρινίσματα) να συνεχίζουν να υπάρχουν και με θράσος να κυβερνούν, υποσχόμενοι μάλιστα ένα καλύτερο μέλλον, δια της παραμυθίας του πρωτογενούς πλεονάσματος - που ασφαλώς σχετίζεται με την παρηγοριά προς τον έλληνα, η οποία τονίζει την εικονογραφική παραστασιμότητα του πρωταρχικού (της διαδικασίας του θηλασμού)! Έτσι λένε ξανά «λεφτά υπάρχουν», ή «πλεόνασμα υπάρχει», άρα, λεφτά θα υπάρξουν, αρκεί να μην πάψεις να ταυτίζεις την παράσταση του συναισθήματος του θηλασμού (σου) με το συναίσθημα της παράστασης αυτού! Έτσι επιτυγχάνεται η συγκυριακή καθησύχαση (καθησυχασμός), ή καλύτερα η κοινωνική παράλυση του ελληνικού λαού. Η παράλυση αυτή κατεβάζει τους ρυθμούς λειτουργίας μιας κοινωνίας, ενώ από τον παρατηρητή αυτό εκλαμβάνεται ως θαύμα: κοίταξε τους άτιμους τους έλληνες τί αντοχή επιδεικνύουν!!!
Δεν έχουν, ακριβώς αντοχή… Από έλλειψη, μάλλον, αντοχής κάνουν αυτό το «θαύμα», που αποτελεί αναμφίβολα το success story της κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου και ασφαλώς της Διαπλοκής! Δεν αντέχουμε, οι ανώριμοι πολιτικά έλληνες, να ξεφύγουμε από την (ανα)παράσταση της διαδικασίας που συνδέει το βρέφος με τον κόσμο, δια του βυζιού της μαμάς του. Έτσι, παρατηρείς να θριαμβεύει ο αυταρχικότερος κρατισμός, παράλληλα με την κριτική προς αυτόν από τη σκοπιά του βρέφους, που βίαια του στέρησαν την ψυχική απόλαυση και το νόημα που παράγεται από την διαδικασία του θηλασμού (δες για παράδειγμα τί λένε οι λογής-λογής νεοφιλελεύθεροι)! Αυτό, αντί να διαμορφώνει συνθήκες ανατροπής του καθεστώτος στην Ελλάδα, προκαλεί τάσεις μηδενισμού, αγοραίου ξεπεσμού και θεοσοφικού υπερβατισμού. Στην ουσία και εμμέσως προκαλεί κλίμα αποδοχής της φτωχοποίησης, όχι επειδή η κοινωνία προσβλέπει βάσιμα σε ένα καλύτερο μέλλον αύριο, αλλά επειδή δεν βλέπει κανένα απολύτως μέλλον, έξω από την διαδικασία της εξάρτησης δια της (ανα)παράστασης της πρωταρχικής σχέσης του βρέφους με τον κόσμο (του), μέσω της διαδικασίας του θηλασμού, ή ακόμη της στέρησης από την  απουσία αυτής της διαδικασίας, σε κάποιες περιπτώσεις. 
Ένας φίλος αναγνώστης με προέτρεπε τις προάλλες να αφήσω κατά μέρους τις «αφηγήσεις» και τον «στρουκτουραλισμό», μαζί με άλλες φιλοσοφικές έννοιες και επιστημολογικές μεθοδολογίες που χρησιμοποιώ και να ασχοληθώ επιτέλους με τα νούμερα. Με τον κόσμο των αριθμών, για να αρθρώσω έτσι αξιόπιστα την αλήθεια μου και την πρόταση μου για την έξοδο από την κρίση. Κοιτάξτε, πρέπει να συνενωθούμε: μέσα στις ποσοτικές και ποιοτικές έρευνες ζω, αυτές έμαθα, για να αναλύω κοινωνικά δεδομένα και πολιτικές ή οικονομικές συμπεριφορές. Με τα μαθηματικά και την λογιστική των «statistics for social data analysis» βγάζω το ψωμί μου από τότε που «χώρισα» με την «conventional (παραδοσιακή)- δημοσιογραφία» και παράλληλα με αυτήν, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να σε εξαπατώ με το learning-by-numbers!
Οι αριθμητικές σχέσεις εκφράζουν πολιτικές σχέσεις και αναπαριστούν κοινωνικές σχέσεις στο πλαίσιο μιας συγκεκριμένης εθνικής οικονομίας. Πράγματι, με τους αριθμούς κάνεις πολιτική, αλλά με την τοποθέτηση στη θέση των πολιτικών στόχων (κοινωνικοοικονομικών σχέσεων) αριθμητικών στόχων, δεν κάνεις τίποτε άλλο παρά να αντιστρέφεις πονηρά ή αφελώς τη σχέση του σκοπού με το μέσο. Έτσι εξαπατάς την κοινωνία, προσποιούμενος τον ουδέτερο και αντικειμενικό τεχνοκράτη. Παπατζής είσαι και εξευτελίζεσαι με διαρκώς λανθασμένες εκτιμήσεις - όπως η τρόικα και οι κυβερνητικοί… και ευτυχώς που αστοχούν και τα φορτώνουν σε «λάθος επιλογή συντελεστή», καθώς αν δεν αστοχούσαν θα είχαν επιφέρει λιμό στην Ελλάδα, όπως έπραξαν κάποια ολοκληρωτικά καθεστώτα που επέμεναν στο «learning-by-numbers»! [Δεν τα ονομάζω για να μην στενοχωρήσω καί σήμερα μια μερίδα της αριστεράς].    
Συνεπώς, για να μην είμαστε παπατζήδες και λαϊκιστές θα πρέπει να πάψουμε να είμαστε λειτουργιστές , όπως οι κυβερνώντες κεντροδεξιοί και κεντροαριστεροί. Προφανώς δεν θα κάνουμε καλά αν αντικαταστήσουμε τον λειτουργισμό - όπου οι κοινωνικές αλλαγές και οι μετασχηματισμοί στο πλαίσιο μίας κοινωνίας δε γίνονται αντικείμενο ανάλυσης, ενώ οι πιθανές διαταραχές που σημειώνονται θεωρούνται προσωρινές και παρακάμπτονται - με έναν θεοσοφικό μαρξισμό ή έναν αντιδραστικό και βρωμερό εθνικοσοσιαλισμό! Θα πρέπει να προσεγγίσουμε το «θαύμα» το οποίο  απασχοληθεί την γραφή μου σήμερα βαθύτερα στρουκτουραλιστικά, δίχως να θεωρούμε πως η ισχύς για κοινωνική αλλαγή ή συντήρηση του καθεστώτος συνδέεται με την δομή που το γέννησε και τείνει να το αναπαράγει (αναγεννήσει).
Εδώ διαφοροποιούμαι από τον κλασικό στρουκτουραλισμό: η ισχύς βρίσκεται στον πολιτικό παράγοντα που έχει ή δεν έχει συμφέρον να αναπαριστά τις κοινωνικοοικονομικές σχέσεις με την διαδικασία του θηλασμού. Η διαδικασία αυτή, ακριβώς, συνυφαίνεται με την αριθμητική, που, στο όνομα του λειτουργισμού, αναπαριστά την ελληνική κοινωνία του παρόντος υπό την μορφή του μέλλοντος. Ενός καλύτερου μέλλοντος, μέσω της παρούσας θυσίας ανθρώπινων και οικονομικών πόρων.
Αντίθετα, η ωρίμανση της ελληνικής κοινωνίας θα πρέπει να αναφέρεται σε μια νέα αντίληψη του δημόσιου χώρου και της επιχειρηματικότητας, όπου ο πρώτος δεν θα συνεπάγεται κρατισμό και η δεύτερη μεγέθυνση του τριτογενούς τομέα. Απομακρύνσου, λοιπόν, από την καταναλωτική, συντηρητική, λειτουργιστική αφήγηση που σε εγκλωβίζει στην (ανα)παράσταση του θηλασμού σου ή στην έλλειψη αυτού και προσχώρησε στην στρουκτουραλιστική, αδογμάτιστη, προσέγγιση, η οποία αναζητεί τη λύση στην παραγωγική αναδιοργάνωση της χώρας με αριστερή μεταρρύθμιση (εκδημοκρατισμός των θεσμών, εκβιομηχάνιση με εξαγωγικό και οικολογικό χαρακτήρα, αναδιάρθρωση και εκσυγχρονισμός της αγροτικής παράγωγής)!
Αυτό είναι το ζήτημα σήμερα. Αυτή και η μοναδική προοπτική για ωρίμανση της ελληνικής κοινωνίας και απομάκρυνσής της από την βρεφική, φαντασιακή   πραγματικότητα που την παραλύει, δίνοντας ταυτόχρονα την ψευδαίσθηση στον εξωτερικό παρατηρητή, πως η ελληνική κοινωνία διαθέτει μυστήρια αντοχή. Έτσι το νόμισμα (μέσο) που θα εξυπηρετούσε αυτήν τη σοβαρή δομική αλλαγή με χαρακτηριστικά ωρίμανσης της ελληνικής κοινωνίας μετατρέπεται από στόχος, ξανά και ορθολογικά σε μέσο. Και σε αυτήν τη βάση θα μπορούσε να διαπραγματευτεί μια αριστερή ελληνική κυβέρνηση, σε ευρωπαϊκό και διεθνές πλαίσιο.