Το ΠΑΣΟΚ αγγίζει τα έσχατα όρια της ανυποληψίας

Γράφει ο Τάσος Παππάς

Με πολυτραυματία συνέκρινε το ΠΑΣΟΚ ο  πρώην υφυπουργός Γ. Ντόλιος, συμπληρώνοντας με οδύνη ότι «δεν μας αγαπούν». Κάτι ανάλογο είχε πει και η Μελίνα Μερκούρη στον Ανδρέα Παπανδρέου πριν από αρκετά χρόνια – την περίοδο που το κόμμα είχε.........
βυθιστεί στη δίνη των σκανδάλων: «πρόεδρε δεν αρέσουμε πια».
Δυστυχώς για το ΠΑΣΟΚ, τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα. Σήμερα, δεν το ακούει κανείς. Και σωστά πράγματα να λέει και ενδιαφέρουσες απόψεις να καταθέτει και έξυπνες ιδέες να διακινεί, δεν αφήνει κάποιο θετικό ίχνος στην πολιτική ζωή. Μιλάει στο βρόντο. Αγγίζει τα έσχατα όρια της ανυποληψίας. Γιατί, μπορεί κάποιον να μην τον αγαπάς, να μην τον γουστάρεις, να θεωρείς ότι βρίσκεται στον αντίποδα των θέσεων σου, ωστόσο μπορεί να σε υποχρεώσει (με το ειδικό βάρος που διαθέτει)  να τον υπολογίζεις, να τον σέβεσαι και να μετράς τα όσα λέει. Τη Θάτσερ, για παράδειγμα, πολλοί Βρετανοί και οι περισσότεροι Ευρωπαίοι την μισούσαν, όμως δεν την αγνοούσαν.
Την κατάσταση για το πάλαι ποτέ κραταιό κόμμα  δεν τη σώζουν ούτε η υπερέκθεση και ο βερμπαλισμός του Ευάγγελου Βενιζέλου ούτε το αυτομαστίγωμα των στελεχών. Παράγουν τα ακριβώς αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Ο αρχηγός του ισχυρίζεται ότι κάποιοι οικονομικοί και πολιτικοί κύκλοι [που φυσικά δεν κατονομάζονται] έχουν βάλει στο στόχαστρο το ΠΑΣΟΚ γιατί θέλουν να αποσταθεροποιήσουν την κυβέρνηση, πλήττοντας αυτόν τον κρίκο [δηλαδή το κόμμα του] που είναι ο εγγυητής της σταθερότητας του πολιτικού συστήματος.
Κλασική αντίδραση και βολική υπεκφυγή από κάποιον που έχει περιέλθει σε εξαιρετικά δυσχερή θέση και αδυνατεί να εκπονήσει ένα σχέδιο εξυγίανσης για το κόμμα του και μια ελκυστική αφήγηση για το μέλλον της χώρας.  Η θεωρία αυτή είναι τόσο σοβαρή, όσο και η υπόθεση των «μπρούκληδων» ομογενών που προτίθενται να προσφέρουν 600 δισ δολάρια για να βγάλουν τη χώρα από την κρίση χρέους. Δεν πείθει ούτε και τους πιο κοντινούς ανθρώπους του ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Σ’ ό,τι αφορά τους εσωκομματικούς αντιπάλους του, αυτοί την κάνουν με ελαφρά πηδηματάκια, αναζητώντας καταφύγιο σε όμορους χώρους ή προαναγγέλλοντας  πολιτικές πρωτοβουλίες. Το ΠΑΣΟΚ, με τη σημερινή μορφή του, δεν μπορεί να επιβιώσει. Ορισμένοι έχουν αρχίσει να συντάσσουν τους επικήδειους λίβελους. Μπορεί να τους διαψεύσει;
Η μία λύση είναι να κρυφτεί, στην κυριολεξία, να εξαφανιστεί από την πολιτική σκηνή. Δύσκολο. Άλλωστε είναι στην κυβέρνηση, και επιπλέον ο αρχηγός του δεν μπορεί να αντισταθεί στον πειρασμό να μιλά επί παντός του επιστητού και δεν εννοεί να εγκαταλείψει το ρόλο «του συμβούλου και του καθοδηγητή του έθνους». Πιο ρεαλιστική φαντάζει η επιλογή της διάχυσής του σ’ ένα ευρύτερο μέτωπο στο οποίο θα συμμετάσχουν και η ΔΗΜΑΡ και οι διάφορες ομάδες που περιφέρονται  στο χώρο της Κεντροαριστεράς. Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι οι υποψήφιοι εταίροι του ΠΑΣΟΚ δεν πετάνε τη σκούφια τους να εμπλακούν σε συζητήσεις μ’ ένα κόμμα που φυλλορροεί, που σπαράσσεται από εσωτερικές αντιθέσεις και καθημερινώς καλείται να αναμετρηθεί με τις κακόφημες πλευρές του παρελθόντος του και, ειδικότερα,με τους σκελετούς που ξεπηδούν από τα ντουλάπια του.