Άποψη για τα πρότυπα σχολεία

 Γράφει ο Ευάγγελος Κοντοσάκος


[Μετά την απόφαση του Υπουργείου Παιδείας για επανίδρυση των Πειραματικών – Προτύπων σχολείων (κλικ εδώ) έχω τη γνώμη ότι είναι επίκαιρες κάποιες σκέψεις μου που είδαν το φως της δημοσιότητας σε ανύποπτο χρόνο (κλικ εδώ) ]
 
 
Πριν από μερικά χρόνια δόθηκε ως θέμα  έκθεσης σε μαθητές της Β΄ Λυκείου σ’ ένα ιδιωτικό σχολείο της χώρας μας, το εξής:
«Υποθέτουμε ότι είστε εκπρόσωπος της Τουρκίας στον Ο.Η.Ε. Να αναφέρετε τα επιχειρήματα με τα οποία θα υποστηρίξετε την αναγκαιότητα της Τουρκικής επέμβασης στην Κύπρο».
Όταν το θέμα έγινε  ευρύτερα γνωστό , υπήρξαν όπως ήταν φυσικό, αντιδράσεις και ζητήθηκαν ευθύνες από τους αρμόδιους , οι οποίοι όμως διευκρίνισαν ότι μια  εβδομάδα πριν, είχαν δώσει το θέμα ως εξής:
«Υποθέτουμε ότι είστε εκπρόσωπος της Ελλάδας στον Ο.Η.Ε. Να αναφέρετε τα επιχειρήματα με τα οποία θα καταδικάσετε την Τουρκική εισβολή στην Κύπρο».
Η εθνική υπερηφάνεια αποκαταστάθηκε αλλά μας διέφυγε τούτο:
Ότι παιδιά 16 ετών στα ..........καλά ιδιωτικά σχολεία γράφουν εκθέσεις -πραγματείες διπλωματικού επιπέδου, ενώ τα αντίστοιχα παιδιά του Δημοσίου Σχολείου, το πολύ-πολύ να γράψουν περί αρωγής και ευδοκίμησης, αγνοώντας μάλιστα και το νόημα των λέξεων όπως αποδείχτηκε.
Βέβαια το ερώτημα πόσα προικισμένα μυαλά χάνονται και πόσα μετριότητες  επιπλέουν εξαιτίας των άνισων εκπαιδευτικών ευκαιριών δε φαίνεται να απασχολεί κανένα αρμόδιο. Ή μήπως αυτός είναι ο στόχος;  Άλλωστε «τα δικά μας παιδιά» δε φοιτούν στο Δημόσιο Σχολείο.
Ασφαλώς το τεράστιο αυτό ηθικό πρόβλημα, το οποίο προφανώς συνιστά και κοινωνική πρόκληση δεν αντιμετωπίζεται με την δια του νόμου κατάργηση των ιδιωτικών σχολείων όπως αφελώς ή εκ του πονηρού υποστήριζαν κάποιοι στο πρόσφατο παρελθόν, αλλά με την αναβάθμιση των δημοσίων σχολείων – τουλάχιστον κάποιων.       
Δεν μπορεί η πολιτεία να απαγορεύσει στους γονείς να κάνουν αυτό που θεωρούν καλλίτερο για τα παιδιά τους. Μπορεί όμως και έχει χρέος η ίδια να κάνει το καλλίτερο για τα παιδιά που έχουν δείκτη ευφυΐας υψηλότερο του μέσου όρου και τα οποία αδυνατούν για οικονομικούς ή άλλους λόγους να φοιτήσουν σε ιδιωτικά σχολεία υψηλού επιπέδου και προφανώς αντίστοιχου κόστους.
Ίσως η πολιτεία θα πρέπει να σκεφθεί το θέμα της επανίδρυσης των προτύπων δημοσίων σχολείων στα οποία προικισμένοι εκπαιδευτικοί θα διδάσκουν προικισμένους μαθητές.
Απορίες του τύπου «και πως θα καταλάβουμε αν ένα παιδί είναι προικισμένο;» ή «με τι κριτήρια θα επιλέξουμε τους κατάλληλους εκπαιδευτικούς;», αν όντως προέρχονται από αγωνία για την τύχη της παιδείας στην Ελλάδα και δεν αποβλέπουν σε αποπροσανατολισμό του διαλόγου, μπορούν να απαντηθούν αργότερα.    
Γενικά επικρατεί η αντίληψη ότι ο ευφυής έφηβος «θα βρει τον δρόμο του» και αυτό μας οδηγεί σε έναν αφελή εφησυχασμό. Ακόμη και αν είναι σωστή σε κάποιο βαθμό η άποψη αυτή, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι:
α) Με την κατάλληλη υποστήριξη θα βρει γρηγορότερα τον δρόμο του ή θα βρει έναν καλλίτερο δρόμο.
β) Δεν βρίσκουν όλοι τον δρόμο τους. Και η απώλεια ενός φωτισμένου μυαλού ισοδυναμεί με κοινωνική και εθνική απώλεια.
γ) Συνήθως ο δρόμος που βρίσκει μόνος του ο νέος οδηγεί μελλοντικά, κάπου εκτός Ελλάδας, όπου άλλοι λαοί απαλλαγμένοι από μίζερες ισοπεδωτικές αντιλήψεις, είναι πρόθυμοι να αποδεχθούν και να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες των προικισμένων μυαλών.
Δεν αποτελεί αριστοκρατική περί παιδείας αντίληψη η παραπάνω πρόταση, αλλά κοινωνική και εθνική αναγκαιότητα. Οφείλουμε να αντιληφθούμε ότι η υψηλή ευφυΐα είναι «είδος εν ανεπαρκεία»  και πρέπει να προστατεύεται και να αξιοποιείται κατάλληλα. (Πιο απλά, δεν υπάρχει περίσσευμα εξυπνάδας ώστε να χαραμίζεται ή να το κάνουμε εξαγωγή).
Αν αυτά τα παιδιά βρεθούν στο κατάλληλο περιβάλλον, αν τα διαπαιδαγωγήσουμε με τον κατάλληλο τρόπο ώστε να πεισθούν ότι ο καθένας πρέπει να προσφέρει ανάλογα με τις δυνατότητές του – άρα δικαίως η κοινωνία έχει από αυτά αυξημένες απαιτήσεις, αν τους αναπτύξουμε παράλληλα με τις διανοητικές ικανότητες και την αίσθηση του χρέους και την κοινωνική ευαισθησία, (προαπαιτούμενος και αδιαπραγμάτευτος όρος), αν τα περιβάλλουμε με πραγματικό ενδιαφέρον και αγάπη, θα αντιληφθούν ότι η σφραγίδα της δωρεάς με την οποία ευνοήθηκαν, δεν είναι μόνον προσωπικό χάρισμα, αλλά παράλληλα τους δημιουργεί και την   υποχρέωση να θέσουν τα αυξημένα προσόντα τους στην υπηρεσία της ελληνικής κοινωνίας.
Αρκετά από τα παιδιά αυτά θα αποτελέσουν τους μελλοντικούς ταγούς σε όλους τους τομείς, και είναι πολύ προτιμότερο αυτοί οι ταγοί να προέρχονται από «τα σπλάχνα» της κοινωνίας, παρά να είναι γόνοι μιας ισχυρής μειοψηφίας με πανάκριβα αγορασμένους τίτλους και «διπλώματα».
Προφανώς μια τέτοια εξέλιξη θα δημιουργήσει μακροπρόθεσμα ανακατατάξεις στο κοινωνικοοικονομικό οικοδόμημα και σε κάποιες περιπτώσεις ανατροπές.
Μήπως αυτό είναι που μας φοβίζει;
Μήπως γι’ αυτό κάποιοι καλλιέργησαν επιδέξια στην κοινή γνώμη την αντίληψη ότι τα πρότυπα σχολεία (στα οποία ασφαλώς οι μαθητές θα επιλέγονται με αυστηρές και αδιάβλητες εξετάσεις και ενδεχομένως κάποιοι επιφανείς γόνοι θα αποκλείονται) συνιστούν αριστοκρατική παιδεία;
Μήπως κάποιοι, οι οποίοι θέλουν να ελέγχουν και να καθορίζουν την ελληνική πραγματικότητα «δίκην φυλάρχου», αισθάνονται ότι με τα πρότυπα σχολεία κινδυνεύουν οι πάσης φύσεως θώκοι τους, τους οποίους αφού κληρονόμησαν από τους προγόνους τους, φιλοδοξούν να μεταβιβάσουν και στους απογόνους τους;
Πάντοτε η ευφυΐα δημιουργούσε ανασφάλειες στις μετριότητες. (ακόμη και μόνον γι’ αυτό αξίζει το πείραμα).
Είναι καιρός να αντιληφθούμε ότι χρειαζόμαστε ανθρώπους με υψηλής στάθμης πνευματικές και ηθικές αρετές και τα πρότυπα σχολεία μπορούν να αποτελέσουν τους φυσικούς χώρους ανάπτυξης τέτοιων προσωπικοτήτων.
Δεν κινδυνεύει ούτε η ελληνική κοινωνία ούτε η δημοκρατία από τα πρότυπα σχολεία.
Η μετριοκρατία κινδυνεύει.
Αλλά καταφέραμε και εδώ να δούμε τα πράγματα ανάποδα. Γι’ αυτό είναι πολύ πιθανό και στον τομέα αυτόν να διεκδικούμε μια παγκόσμια πρωτοτυπία.
Έχουμε σχολεία στα οποία φοιτούν μαθητές με αυξημένα σωματικά προσόντα (αθλητικά σχολεία), αλλά όχι σχολεία στα οποία να φοιτούν μαθητές με αυξημένα πνευματικά προσόντα. Ίσως γιατί μας διαφεύγει μια λεπτομέρεια. Ότι η διαφοροποίηση του ανθρώπου από τα υπόλοιπα έμβια όντα, οφείλεται κυρίως στο πνεύμα του και όχι στο σώμα του.
Αν αυτή η λεπτομέρεια δεν μας διαφεύγει, τότε η κατάσταση είναι πραγματικά επικίνδυνη.  Σημαίνει σκοπιμότητα και όχι άγνοια ή αφέλεια.
 
Κοντοσάκος Ευάγγελος
Μαθηματικός