Ηγέτες γαντζωμένοι στην εξουσία


Μεταξύ των ηγετών που θα παραστούν αυτές τις ημέρες στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη είναι και μερικοί που διακρίνονται για τη μακρόχρονη παραμονή τους στην εξουσία και για τη μηδενική ανεκτικότητα προς τους διαφωνούντες. Ενας από αυτούς, ο ηγέτης της Λιβύης Μοαμάρ Καντάφι, θα έχει μάλιστα το προνόμιο να λάβει πρώτος τον λόγο στην εναρκτήρια συνεδρίαση. Πριν από 40 χρόνια, ως νεαρός λοχαγός, ηγείτο του πραξικοπήματος που ανέτρεψε τον βασιλιά Ιντρίς. Σήμερα, στα 67 του πλέον, παραμένει στην εξουσία.

Λίγο αργότερα θα πάρει τον λόγο ο πρόεδρος της Ισημερινής Γουινέας Τεόντορο Ομπιάνγκ Νγκουέμα Μπαζόνγκο, ο οποίος είναι κατά δύο ημέρες μεγαλύτερος του Καντάφι και βρίσκεται στην εξουσία από το 1979 έχοντας ανατρέψει και εκτελέσει τον δικτάτορα Φρανσίσκο Μασίας Ενγκουεμά.

Η μακρόχρονη διακυβέρνηση των δύο αυτών ηγετών αποτελεί πολιτικό παράδοξο, το οποίο όμως έχει ένα μεγάλο τίμημα. Παρά τα τεράστια έσοδα των δύο χωρών από την εκμετάλλευση των ενεργειακών πηγών τους, τόσο η Λιβύη όσο και η Ισημερινή Γουινέα παραμένουν φτωχές χώρες. Και έπειτα από δεκαετίες επιβολής στρατιωτικού νόμου οι αρχές αδυνατούν να ανταποκριθούν στις ανάγκες των λαών τους.

Ωστόσο δεν είναι μόνο αυτοί οι δύο ηγέτες που περιλαμβάνονται στον κατάλογο με τις πιο σκληρές και μονολιθικές κυβερνήσεις στον κόσμο. Στην Κούβα οι αδελφοί Φιντέλ και Ραούλ Κάστροεξακολουθούν να κυβερνούν τη χώρα έπειτα από 40 χρόνια. Στη Βενεζουέλα ο Ούγκο Τσάβεςκυβερνά «μόλις» 10 χρόνια, όμως μετά τη νίκη του στο δημοψήφισμα του περασμένου Φεβρουαρίου για τη συνταγματική αναθεώρηση δεν υπάρχει πλέον κανένας χρονικός περιορισμός για την παραμονή του στην προεδρία.

Στην ίδια λίστα βρίσκονται πλήθος ηγέτες από τις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες, όπως το Αζερμπαϊτζάν, το Καζαχστάν, το Τουρκμενιστάν, το Ουζμπεκιστάν και η Λευκορωσία. Στην Αφρική, εκτός από τις δύο προαναφερθείσες χώρες, συγκαταλέγονται η Αίγυπτος, η Ανγκόλα, το Καμερούν και το Σουδάν.

Παρά το γεγονός ότι καμία από αυτές τις χώρες δεν είναι επισήμως μοναρχία, σε ορισμένες από αυτές .......κυβερνούν δυναστείες. Στη Συρία και στο Αζερμπαϊτζάν, για παράδειγμα, η εξουσία έχει ήδη παραδοθεί από τον πατέρα στον υιό, ενώ κάτι αντίστοιχο προδιαγράφεται στη Λιβύη και στην Αίγυπτο.

Παρά τις διαφορές που υπάρχουν στις πολιτικές παραδόσεις, στον πολιτισμό και στην ιστορία αυτών των χωρών, υπάρχουν τουλάχιστον δύο κοινά στοιχεία: ο ασφυκτικός περιορισμός αφενός στην έκφραση ιδεών και αφετέρου στη συμμετοχή στα κοινά. Κοινό χαρακτηριστικό είναι ο κύκλος μιας πολιτικής ελίτ που αποκομίζει επιπλέον και οικονομικά οφέλη. Οποιος τολμά να αντιταχθεί σε αυτό το status quo αντιμετωπίζει φυλάκιση ή κάτι ακόμη χειρότερο.

Στην ετήσια έκθεση της μη κυβερνητικής οργάνωσης Freedom Ηouse και οι 20 χώρες με «ισόβιους» ηγέτες χαρακτηρίζονται «μη ελεύθερες» ως προς την ελευθερία του Τύπου. Η Αίγυπτος κατατάσσεται στην 128η θέση μεταξύ των 195 χωρών ως προς την ελευθερία του Τύπου, με τον 81χρονο πρόεδρο Χόσνι Μουμπάρακ, ο οποίος διάγει την πέμπτη κατά σειρά εξαετή θητεία του, να κατέχει την πρώτη θέση μεταξύ των ηγετών με αυτές τις απογοητευτικές επιδόσεις. Την ίδια δυσωδία αναδίδει και η εικόνα αυτών των χωρών ως προς τη διαφθορά: όλες καταλαμβάνουν τις τελευταίες θέσεις στην έκθεση της οργάνωσης Διεθνής Διαφάνεια.

Υπάρχει και ο αντίλογος. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι το μοντέλο της αυταρχικής και ισόβιας διακυβέρνησης από ηγέτες που ελέγχουν απόλυτα την πολιτική και οικονομική ζωή, καθώς και τα μέσα ενημέρωσης, μπορεί να διασφαλίσει τη σταθερότητα των χωρών και της ευρύτερης περιοχής τους. Το τίμημα όμως είναι μεγάλο. Οι πολιτικοί αναλυτές έχουν από καιρό αντιληφθεί ότι η ανεξαρτησία και η ελευθερία του Τύπου συνδέονται άμεσα με τη μειωμένη διαφθορά, την αποτελεσματικότητα των κυβερνήσεων, το κράτος δικαίου και τη γενικότερη ανάπτυξη.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Ρόμπερτ Μουγκάμπε. Στις αρχές της θητείας του εθεωρείτο ένας ισχυρός ηγέτης, από τη διακυβέρνηση του οποίου θα μπορούσε να αποκομίσει οφέλη ο λαός της Ζιμπάμπουε. Τριάντα χρόνια μετά η αφρικανική χώρα έχει βυθιστεί στη φτώχεια και στην αθλιότητα.

Ανάλογη επιχειρηματολογία συνοδεύει και τη σημερινή ηγεσία της Ρωσίας. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν συνεχίζει τη «δικτατορία του νόμου», ενώ οικοδομεί τις βάσεις της εσαεί παραμονής του στην εξουσία.

Η άρνηση αυτών των κυβερνήσεων να δεχθούν την παρουσία διεθνών παρατηρητών την ώρα που καταπνίγεται κάθε διαφορετική φωνή δείχνει ότι η κακοδιαχείριση μάλλον θα συνεχίζεται ανεξέλεγκτα. Οση γεωπολιτική σταθερότητα και αν εγγυώνται αυτές οι «γρανιτένιες» κυβερνήσεις, συνεπάγονται φτώχεια για τους περισσότερους πολίτες και διαιώνιση μιας αμφίβολης αποτελεσματικότητας αυταρχικής διακυβέρνησης.

Ο κ. Κρίστοφερ Γουόκερ είναι διευθυντής του τμήματος Μελετών της αμερικανικής μη κυβερνητικής οργάνωσης Freedom Ηouse.
ΒΗΜΑ