To κάπνισμα στην Ελλάδα


Το τσιγάρο στην Ελλάδα είναι κάτι σαν τον τελευταίο αυτοκράτορα. Περνάει τις τελευταίες του μεγάλες στιγμές πριν την οριστική του απαγόρευση στους δημόσιους χώρους. Από τα πρώτα χρόνια της εμφάνισης του τσιγάρου, όμως, η Ελλάδα έπαιξε έναν πρωταγωνιστικό ρόλο στη βιομηχανία του. Ηδη στις αρχές του 20ου αιώνα οι Ελληνες εξήγαγαν τα καπνά τους στη Γερμανία, την Ολλανδία, την Αίγυπτο. Στον μεσοπόλεμο, όταν πια η καλλιέργεια καπνού έγινε συστηματική σε πολλές γεωργικές περιοχές (Αγρίνιο, Καλαμάτα, Κατερίνη, Ξάνθη κ.α.) χιλιάδες οικογένειες, εκατοντάδες χωριά αλλά και ολόκληρες περιοχές επιβίωσαν χάρη στον καπνό. Αμύθητες περιουσίες δημιουργήθηκαν από ξακουστούς σε όλη τη Μεσόγειο καπνέμπορους, βιομηχανίες κατασκευάστηκαν και συνεργάστηκαν με πολυεθνικές.

Οι τελευταίες είχαν έρθει στην Ελλάδα για να εκμεταλλευτούν το «πράσινο χρυσάφι» και αμέτρητα δισεκατομμύρια δραχμών εισέρευσαν στα ταμεία του ελληνικού κράτους. Αυτή η εξάπλωση της παραγωγής καπνού στην Ελλάδα, παρότι προοριζόταν κατά ένα μεγάλο ποσοστό για τις εξαγωγές, δημιούργησε μια εγχώρια αγορά για τον καπνό. Ετσι, ενώ στην αρχή το τσιγάρο αποτελούσε συνήθεια των εύπορων τάξεων -κι αποκλειστικά αντρική συνήθεια, σιγά-σιγά και ειδικά με την έκρηξη των δύο μεγάλων παγκόσμιων πολέμων το κάπνισμα εξαπλώθηκε και στα πιο λαϊκά στρώματα. Παράλληλα, από τον μεσοπόλεμο και μετά άρχιζαν να καπνίζουν και μερικές γυναίκες.

Το κάπνισμα ως σύμβολο της .......γυναικείας χειραφέτησης ενσαρκώθηκε καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο από τη μεγάλη σταρ του κινηματογράφου Μελίνα Μερκούρη. Η οποία πέρασε το στυλ της χειραφετημένης και της βαμπ παίζοντας το 1955 τη «Στέλλα». Λίγο πιο πριν, το 1952 στην ταινία «Αγνή Του Λιμανιού» κάπνιζαν οι γυναίκες ελευθέρων ηθών, οι «τροτέζες». Με το κάπνισμα οι γυναίκες έκαναν τη δική τους επανάσταση. Με κάθε ρουφηξιά κατακτούσαν όλο και περισσότερο ακόμα ένα πρώην ανδρικό οχυρό.

Τον πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτή τη μίνι επανάσταση έπαιζαν οι πρωταγωνίστριες του ελληνικού σινεμά, σε μια εποχή που αυτός είχε τη δύναμη της τηλεόρασης: «Ολες οι μεγάλες πρωταγωνίστριες κάπνισαν. Ακόμα και οι μη καπνίστριες. Οπως η Βουγιουκλάκη στο «Δόλωμα». Εκεί υπάρχει η σκηνή που κλέβει τον αναπτήρα του Αλεξανδράκη...» θα μας πει ο Μάκης Δελαπόρτας. Το κάπνισμα στη δεκαετία του ’60 θα γίνει σύμβολο της νεανικής επανάστασης. Υπάρχει η χαρακτηριστική σκηνή της ταινίας ο «Γαμπρός από το Λονδίνο» όπου ο νεαρός πρωταγωνιστής πάει στην τουαλέτα για να καπνίσει και φαίνεται να βγαίνει ο καπνός από την πόρτα της. Οι κυρίες των σαλονιών κάπνιζαν πίπα. Χαρακτηριστική για την ελληνική πραγματικότητα είναι η εικόνα της Ρένας Βλαχοπούλου που κάπνιζε πίπα στη «Χαρτοπαίχτρα».

Η εικόνα του καπνού
Για τον άντρα το τσιγάρο αποτέλεσε για ένα μεγάλο διάστημα, ένα βλαβερό, όπως αποδείχθηκε, αξεσουάρ αρρενωπότητας και ανδρισμού. Χαρακτηριστική είναι η εικόνα του σκληροτράχηλου cowboy στη διαφήμιση του Μάλμπορο που διετέλεσε για ένα μεγάλο διάστημα ως η πιο δημοφιλής μάρκα τσιγάρων στην Ελλάδα. Αλλά και για να μην ξεφύγουμε από τον ελληνικό κινηματογράφο, που η ιστορία του αποτελεί τη σελιλόιντ εκδοχή της πραγματικής σχέσης του Ελληνα με το τσιγάρο, χαρακτηριστική εικόνα όπου το κάπνισμα είναι ένα δείγμα μαγκιάς δεν είναι άλλη από αυτή του Παπαμιχαήλ στις «Διπλοπενιές» όπου τραγουδάει τον «Αποχαιρετισμό» του Ξαρχάκου με ένα τσιγάρο στο στόμα.

Χρησιμοποιούμε πολλές εικόνες σχετικές με το κάπνισμα. Και αυτό γιατί επιστημονικές έρευνες έχουν αποδείξει ότι αν ο άνθρωπος δεν έβλεπε θα κάπνιζε λιγότερο. Αυτό συμβαίνει γιατί ο καπνιστής περισσότερο από το ίδιο το τσιγάρο καπνίζει την εικόνα του. Κάτι που έχει σχέση και με τον τρόπο με τον οποίο φτιάχνονται ακόμα και τα πακέτα των τσιγάρων. Από τα πιο σκληρά που πουλάνε περισσότερο σε κόκκινα πακέτα, μέχρι τα πιο μαλακά που τα προσφέρουν σε πιο ανοιχτά χρώματα από το γκρι και το γαλάζιο μέχρι το λευκό. Μερικοί αρέσκονταν και στο μαύρο που είχαν μάρκες όπως το «John Players Special». Ενώ το σκούρο πράσινο είχε ταυτιστεί με τη γεύση μέντας που είχε το εν λόγω τσιγάρο.

Στην Ελλάδα της δεκαετίας του ’70 μαζί με τις καμπάνες, τις μακριές φαβορίτες και τις ποδοσφαιρικές κόντρες που παίζονταν στους δρόμους μεταξύ αριστερών και δεξιών είχαν αρχίσει τα τσιγάρα να βγαίνουν σε διαφορετικές κατηγορίες. Κατά τη διάρκεια αυτής της δεκαετίας κάνουν την εμφάνιση τους τα πρώτα «milds» ενώ το κοινό δεν έχει κάνει ακόμα τη μαζική στροφή του προς τα εισαγόμενα ξένα αφού τα «Ασος» εξακολουθούν να καπνίζονται από πολλούς. Τα άφιλτρα τα κάπνιζαν οι πιο σκληροί (μια εικόνα που κράτησε μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του ’90 με τα «Σαντέ»).

Στα τέλη της δεκαετίας επιχειρείται η πρώτη επίθεση εναντίον του καπνίσματος και της σχεδόν αγγελικής, σε σύγκριση με τα σημερινά δεδομένα, εικόνας του με την πρώτη εκστρατεία εναντίον του καπνίσματος που γίνεται από τον τότε υπουργό Υγείας κύριο Δοξιάδη. «Ηταν ο πρώτος πολιτικός άνθρωπος ο οποίος διείδε τις επιπτώσεις που είχε η διαδικασία του καπνίσματος στη δημόσια υγεία. Είχε αρχίσει μεγάλη και οργανωμένη τότε καμπάνια που είχε αποτελέσματα. Σταμάτησε γιατί άλλαξε ο υπουργός», θα μας πει ο κύριος Μπεχράκης.

Προτιμήσεις και επιδόσεις
Παρά τις δυνατές αντοχές που έδειξε η βιομηχανία καπνίσματος στην Ελλάδα η ένταξη της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ενωση θα σήμαινε και την εισαγωγή καινούργιων αυστηρών κανονισμών της Ενωσης κατά του καπνίσματος. Ετσι τα τελευταία χρόνια η αντικαπνιστική μάχη έχει ενταθεί. Η νομοθεσία που υπακούει στους ευρωπαϊκούς κανονισμούς ενσωματώνεται στο ελληνικό δίκαιο και παρά τις αντιδράσεις που προκαλεί, παρά το ότι βρίσκει ανενημέρωτη την κοινή γνώμη, η πολιτεία δείχνει τη βούληση να την εφαρμόσει.

Για το μεγάλο ραντεβού της 1ης Ιουλίου, της ημερομηνίας ορόσημο για την αντικαπνιστική εκστρατεία στην Ελλάδα, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα, από την τήρηση της απαγόρευσης, τη σήμανση, μέχρι τη δημιουργία χώρου για κάπνισμα, αν δεν θέλουν να βρεθούν αντιμέτωπες με αγωγές, πρόστιμα και δικαστικές διώξεις. Αξίζει να αναφέρουμε ότι ήδη οι πρώτες ανάλογες υποθέσεις, αγωγές εργαζομένων για βλάβες που υπέστησαν στο εργασιακό τους περιβάλλον από παθητικό κάπνισμα, βρίσκονται στα δικαστήρια, ορισμένες μάλιστα έχουν τελεσιδικίσει υπέρ των εναγόντων. Παρ’ ολ’ αυτά κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων δεκαετιών ο πληθυσμός των καπνιστών στην Ελλάδα διευρύνθηκε.

Αιτία οι δύο «ομάδες» που ήρθαν να προστεθούν σε εκείνη των ανδρών: οι γυναίκες και οι ανήλικοι. Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα θεωρείται η πρώτη χώρα στον κόσμο σε αναλογία καπνιστριών στο γυναικείο πληθυσμό, ενώ πολύ ψηλά βρίσκεται και το ποσοστό των νέων που ξεκινούν το κάπνισμα πριν ενηλικιωθούν. Το Φεβρουάριο του 2006 η εταιρεία Focus, έδωσε στη δημοσιότητα τα στοιχεία πανελλαδικής έρευνας με τίτλο «Ο Ελληνας και το κάπνισμα».

Σύμφωνα με τα στοιχεία, το 41% των ερωτηθέντων είχαν δηλώσει καπνιστές τουλάχιστον έξι τσιγάρων την ημέρα. Το αντίστοιχο μέσο ποσοστό στην Ευρωπαϊκή Ενωση, σύμφωνα με στοιχεία του Ευρωβαρόμετρου βρίσκεται, στο 30%. Η εξέλιξη του ποσοστού αυτού τη δεκαετία 1995 - 2005, δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας, καθώς στην αρχή της συγκεκριμένης δεκαετίας το ποσοστό στην Ελλάδα ήταν 39%. Δεν είναι όμως μόνο ότι καπνίζουν πολλοί, πρόβλημα είναι επίσης ότι καπνίζουν πολύ. Σύμφωνα με την έρευνα, οι «σκληροπυρηνικοί» καπνιστές με πάνω από δύο πακέτα τη μέρα ανέρχονται σε 15%, οι «μετριοπαθείς» (20-39 τσιγάρα) σε 38%, οι «ευκαιριακοί» (6 - 19 τσιγάρα) σε 35% και οι «περιστασιακοί» (ως πέντε τσιγάρα τη μέρα) ανέρχονται σε 12%.

Τα τελευταία χρόνια, οι Ελληνες -ειδικά στις ηλικίες 18 έως 34- έχουν στρέψει το ενδιαφέρον τους από τα κλασικά τσιγάρα σε πακέτο, που εξακολουθούν να είναι πρώτα σε κατανάλωση, στα στριφτά. Σύμφωνα με στέλεχος καπνοβιομηχανίας με τον οποίο συζητήσαμε το θέμα, οι λόγοι είναι τρεις: ο οικονομικός (συμφέρει να καπνίζεις στριφτά), ο αρωματικός (ο καπνός είναι εμπλουτισμένος με διάφορα αρώματα) και ο ιατρικός (ο μέσος καπνιστής κάνει λιγότερα τσιγάρα την ημέρα γιατί το χειροποίητο απαιτεί χρόνο).

Ο χύμα καπνός αποτελούσε μέχρι πρόσφατα το 10% του καπνού που καταναλώνουν οι άνδρες και το 5% για τις γυναίκες ενώ οι πληροφορίες αναφέρουν ότι το ποσοστό αυτό έχει ανέβει κι άλλο. Τα βαριά τσιγάρα (full flavor) αποτελούν το 55% των τσιγάρων του άνδρα και το 37% της γυναίκας, τα light τσιγάρα (ο όρος δεν υφίσταται πλέον, αλλά αντιπροσωπεύει τσιγάρα με περιεκτικότητα πίσσας 6-9 mg) το 23% των τσιγάρων των ανδρών και το 37% των γυναικών, ενώ μονοψήφια ποσοστά καταλαμβάνουν σε γυναίκες και άνδρες τα super light τσιγάρα (4-5 mg πίσσας), τα ultra (2-3 mg) και τα one (1 mg πίσσας).Το ότι επιμένουν οι Ελληνες να καπνίζουν περισσότερο από τους Ευρωπαίους μπορούμε να το αποδώσουμε στην κραταιά θέση της ελληνικής βιομηχανίας τσιγάρων.

Timeline

1909: Εισάγονται οι πρώτες σιγαροποιητικές μηχανές στην Ελλάδα από τους βιομηχάνους Βάρκα και Καραβασίλη.
1913: Ιδρύεται στο Αγρίνιο η Ομόρρυθμος Καπνεμπορική Εταιρεία «Αφοί Παπαστράτου»
1931: Κυκλοφορεί η πρώτη διαφήμιση εταιρείας τσιγάρων στην Ελλάδα.
1939: Αρχίζει η μείωση της κατανάλωσης αρωματικών καπνών. Τα «λαϊκά τσιγάρα» παρά τη νέα φορολογία και την οικονομική κρίση αποκτούν μεγαλύτερο καταναλωτικό κοινό.
1940: Κατασκευάζονται τσιγάρα «AERA» με σκοπό την ενίσχυση του φρονήματος των Ελλήνων στρατιωτών.
1950: Κυκλοφορεί το πρώτο τσιγάρο με φίλτρο
1971: Κυκλοφορεί το πρώτο Marlboro lights
1978: Ο υπουργός υγείας Σπύρος Δοξιάδης, ξεκινά την πρώτη αντικαπνιστική εκστρατεία στην Ελλάδα.
1980: Από τις αρχές της δεκαετίας παρασκευάζονται στην Ελλάδα σχεδόν όλες οι ξένες μάρκες τσιγάρων και παύουν σταδιακά να εισάγονται.
1995: Κυκλοφορεί η μάρκα President σε μια πρωτοποριακή μορφή πακέτου 30 τσιγάρων
1996: Yπερψηφίζεται ο ευρωπαϊκός νόμος για την απαγόρευση της διαφήμισης του καπνίσματος με την ψήφο του τότε Υπουργού υγείας κ. Γείτονα
2003: Η Παπαστράτος ΑΕ γίνεται Philip Morris International.

Η Πολυξένη Νικολοπούλου - Σταμάτη μας είπε: «Δεν πιστεύω στις απαγορεύσεις του καπνίσματος. Περισσότερο πιστεύω στην ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση σε όλα τα επίπεδα, με αφετηρία το σχολείο. Εκτός από το παθητικό κάπνισμα, το τσιγάρο μολύνει με ουσίες που μένουν στον περιβάλλοντα χώρο και εισπνέονται αργότερα, προκαλώντας έτσι μια μορφή τριτογενούς βλάβης, μετά την πρωτογενή που είναι το κάπνισμα και τη δευτερογενή, το παθητικό»

Το τσιγάρο του μάγκα

«O άντρας με ένα τσιγάρο στο στόμα, έκφραση πικρή και τα μάτια κάτω, στάθηκε στη μέση ακίνητος, σαν για να ισορροπήσει, άνοιξε τα χέρια του φτερούγες, σαν το πονεμένο πουλί, κι άρχισε τις φιγούρες του. Ηταν καλός χορευτής. [...] Mας είχε γράψει στα παπούτσια του, μας αγνοούσε, μας είχε εξαφανίσει. Xόρευε μονάχα για τον εαυτό του [...]».

Ο Μποστ (1918 - 1996) σκιαγραφεί έναν τυπικό ζεϊμπέκη. «Μια νύχτα στον Αιγάλεω». Ερμής, 1998.

Το τσιγάρο του στρατιώτη

«Γιατί; διότι -είπε ίσως ο πατέρας μου-, διότι πρέπει να έχει ο στρατιώτης το τσιγάρο του, το μικρό παιδί την κούνια του κι ο ποιητής τα μανιτάρια του».

Η σύγχρονη ιστορία του τσιγάρου είναι συνυφασμένη με τον στρατό. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το κάπνισμα γνώρισε τεράστια διάδοση ανάμεσα στους στρατιώτες που ένιωθαν ότι το τσιγάρο τους πρόσφερε ενέργεια και αυτοπεποίθηση, ενώ πολλοί είναι εκείνοι που ξεκινούν το κάπνισμα κατά τη διάρκεια της θητείας τους.

Τα τσιγάρα πεθαίνουν τραγουδώντας

«Αναψε το τσιγάρο δώσμου φωτιά» από το «Αναψε Τσιγάρο» της Καίτης Γκρέυ σε μουσική Γεράσιμου Κλουβάτου

«...Να ‘μουνα αεράκι, καπνός από τσιγάρο» - Από το «Μια βραδιά στο λούκι» των Χάρη και Πάνου Κατσιμίχα

«Ή το τσιγάρο ή εγώ» - Νίκος Καρβέλας

«Το ένα χέρι στο τσιγάρο το άλλο χέρι στο μπεγλέρι» - από το «Η Γυναίκα του κεφιού» που τραγούδησε η Μαίρη Χρονοπούλου.
ΠΗΓΗ