Πως φτάσαμε ως εδώ;

Φταίει το γκαζόν ή το κρασί;


Γράφει ο Αλέξανδρος Πιστοφίδης

Χαμένοι μέσα στη σκανδαλολογία των τελευταίων ετών, αποπροσανατολισμένοι από απατηλά διλήμματα του ποιος είναι ο καλύτερος διαχειριστής της μιζέριας μας, παρακολουθούμε εδώ και χρόνια όλα αυτά «που συμβαίνουν για εμάς χωρίς εμάς». Εκπαιδευμένοι να πιστεύουμε ότι σε όλα τα πράγματα υπάρχουν κάποιοι ειδικοί, αγνοούμε ότι σε μια κοινωνία με ανθρώπους και ομάδες με διαφορετικά συμφέροντα, δεν πρόκειται ποτέ να υπάρξει ένα οικονομικό ή πολιτικό μέτρο ή σύστημα, το οποίο θα συμφέρει όλους μας, ούτε και ειδικός ανεξάρτητος από συμφέροντα. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί ίσως στον Παράδεισο (αν υπάρχει) γιατί εκεί, υποτίθεται, δεν υπάρχει ιδιοκτησία, ούτε ανάγκες, άρα ούτε οικονομία. Εγκλωβισμένοι ή φυλακισμένοι όπως στο σπήλαιο του Πλάτωνα, βλέποντας μόνο τις σκιές των πραγμάτων και αγνοώντας τη ρήση του Ηράκλειτου πως «η φύση (και η εξουσία) αρέσκεται να κρύβει την ουσία των πραγμάτων», φτάσαμε στο σημείο να μην μπορούμε προσδιορίσουμε οι ίδιοι τις ανάγκες μας και το χειρότερο, να μη γνωρίζουμε ότι αυτές προσδιορίζονται και επηρεάζονται απ έξω, από άλλους. Απογοητευμένοι από την πολιτική και την εκκλησία, «δειλοί, μοιραίοι και άβουλοι αντάμα», παρακολουθούμε την τέταρτη εξουσία, τα ΜΜΕ να εφαρμόζουν τέτοιες πρακτικές παρουσίασης των γεγονότων, που κάνουν αόρατη την επίδραση της ιδεολογίας τους και αυτούς που κρύβονται πίσω από αυτήν. Κυρίαρχες ομάδες ιδιοποιούνται τη δύναμη των Μέσων (παρα)πληροφόρησης για τα δικά τους συμφέροντα με τέτοιο τρόπο, ώστε παράλληλα να κρύβουν τις πολιτικές αλληλεξαρτήσεις, τα πραγματικά συμφέροντα και τις ιδεολογικές αφετηρίες αυτής της δύναμής τους. Μας έφεραν στο σημείο, εργαζόμενοι και άνεργοι, νέοι και γέροι, γυναίκες, ακόμη και νήπια να γνωρίζουν τι βρακί φοράει η Paris Hilton ή ποια μάρκα κινητών είναι η καλύτερη αλλά να αγνοούν ποιο είναι το συμφέρον τους. Εδώ και δεκαετίες, διαπιστώνουμε, τουλάχιστον στην οικονομία, αυτό που είπε ο ιταλός φιλόσοφος Ν. Bobio, πως δηλαδή :«Ολόκληρη η ιστορία των επιστημών αποτελείται τελικώς μόνον από αποτυχημένες θεωρίες και υποθέσεις». Η φιλόσοφος Χάννα Αρεντ, έγραφε πριν 60 χρόνια, «σήμερα δεν υπάρχουν πλέον προφανείς θέσεις στο πολιτικό σώμα…Οι δεσμεύσεις φαίνονται πρόσκαιρες και τα αιώνια δικαιώματα είναι τόσο προσωρινά όσο και η ίδια η αιωνιότητα….Τέτοιες κυβερνήσεις ενεργούν κατά τέτοιο τρόπο, ώστε τίποτα να μην μπορεί να θεωρηθεί διαρκές, αξιόπιστο και προβλέψιμο, αξιόλογο και ικανό να στηριχτεί κάποιος πάνω του. Μεταθέτουν τον τόπο λήψης των αποφάσεων εκεί όπου εκείνοι που επηρεάζονται από αυτές δεν μπορούν να τις δουν ως αποφάσεις, αλλά ως τυφλό πεπρωμένο. Παρουσιάζουν το παιχνίδι των δυνάμεων της αγοράς ως το μοναδικό πρότυπο ζωής, επειδή και η ζωή βιώνεται ως παιχνίδι, και προβάλλουν ως υπέρτατο κριτήριο ευπρέπειας το σύνθημα-Παίξτε σωστά το χαρτί σας»(όπως στο χρηματιστήριο ή πάμε στοίχημα, παίξε- κέρδισε). Ετσι φτάσαμε στη σημερινή οικονομία της αγοράς του τζόγου.

Από την εποχή της ανόδου στην εξουσία της Θάτσερ και του Ρήγκαν, μέχρι σήμερα, το κυρίαρχο μοντέλο «εφηρμοσμένης οικονομικής επιστήμης», σε όλο τον κόσμο, στηρίζεται στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο των Μονεταριστών του Σικάγου ( Μ. Φρίντμαν), οι οποίοι λένε, «τα πάντα είναι χρήμα και μόνο με τη ρύθμιση της ποσότητας του χρήματος λύνονται όλα τα προβλήματα. Αφήστε την αγορά από μόνη της και δεν θα υπάρξουν κρίσεις. Η αγορά έχει αυτοθεραπευτικές-ρυθμιστικές ικανότητες. Οι οικονομικές κρίσεις οφείλονται μόνο στην παρέμβαση του κράτους» Εμεινε στην ιστορία η ρήση της Μ. Θάτσερ: «κοινωνία, ποια είναι αυτή η κυρία, δεν την γνωρίζω. Εγώ γνωρίζω μόνο την αγορά».

Η «επιστημονική» θέση-αρχή του «αρχηγού» της σχολής του Σικάγου του Μ.Friedman, ήταν: «Μια θεωρία πρέπει να έχει τέτοια συμπεράσματα-αποτελέσματα, που να μην επιδέχονται εμπειρική αντίρρηση». Για να το αποδείξει αυτό, αμέσως μετά το πραξικόπημα στη Χιλή, πήρε τους λεγόμενους Chicago Boys και πήγε να εφαρμόσει το μοντέλο του στη Δικτατορία του Πινοσέτ. Ο νεοφιλελευθερισμός, όταν μιλάει για ελευθερία εννοεί εκείνη του χρήματος, των εμπορευμάτων, των κερδών και εκείνων που τα κατέχουν αυτά, όχι όμως και των ανθρώπων του μόχθου. .Η εφαρμογή του μοντέλου του προϋποθέτει ουδεμία παρέμβαση του κράτους, άρα ουδετεροποίηση των συνδικάτων των εργαζομένων, όχι όμως των εργοδοτών (ΣΕΒ, ΕΒΕΑ, κ.λ.π.). Το 1999 ο κατ εξοχήν εκπρόσωπος του νεοφιλελευθερισμού στη χώρα μας, ο Α. Ανδριανόπουλος εκδίδει το βιβλίο «Παγκοσμιοποίηση και Νέα Οικονομία» ( εκδόσεις Libro) το οποίο ήταν ένας ύμνος στην Dotcom-Νέα Οικονομία. Ενα χρόνο αργότερα ήρθε η dotcom –Φούσκα του 2000, κατά την οποία , σύμφωνα με έρευνα του London Business School και της τράπεζας ABN Amro Bank : « μόνο μέσα σε δύο χρόνια χάθηκαν 13 τρις. Δολάρια στα χρηματιστήρια όλου του κόσμου» Αλήθεια ποιοι τα έχασαν; Πόσα εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τα σπίτια τους και τις οικονομίες τους σε αυτήν την κρίση, πότε θα το μάθουμε; Μετά το τελευταίο φιάσκο της δήθεν αυτορυθμιζόμενης ελεύθερης αγοράς, όπου η θεωρία δέχτηκε στην πράξη, τη χαριστική βολή, κάποιοι νεοφιλελεύθεροι εξακολουθούν να πιπιλούν την ίδια καραμέλα, δίχως αιδώ.

Θα ήταν λάθος αν από όλα αυτά βγει το συμπέρασμα, πως για όλα αυτά που μείωσαν το εισόδημά μας, την ποιότητα της ζωής μας και υποθήκευσαν το μέλλον των παιδιών μας, υπεύθυνοι είναι οι θεωρητικοί του νεοφιλελευθερισμού και οι πολιτικοί που εκφράζουν και υλοποιούν αυτές τις πολιτικές. Αυτοί το συμφέρον τους κοιτάνε, που το γνωρίζουν πολύ καλά και καλά κάνουν. Υπεύθυνοι για όλα αυτά που συμβαίνουν είμαστε όλοι εμείς που τους πιστέψαμε και τους ανεχθήκαμε. Κατόρθωσαν να πείσουν ακόμη και τον εργαζόμενο, που η μοναδική ιδιοκτησία του είναι τα χέρια και το μυαλό του, πως για όλα φταίνε τα συνδικάτα, το γκαζόν και το κρασί. «Αν είναι αλήθεια ότι η Αθήνα και η Ρώμη κατέρρευσαν εξ αιτίας της δουλείας, τότε εμείς θα καταρρεύσουμε, γιατί δε θα έχουμε δουλειά». Σε μερικά χρόνια, αν συνεχίσουμε να παρακολουθούμε παθητικά όλα αυτά που μας πληγώνουν, θα φτάσουν στο σημείο να μας ζητήσουν να δουλεύουμε ένα μήνα δωρεάν, όπως ακριβώς έκανε και ο σοφός Σολομώντας με τους υπηκόους του. Ανθρωπος του Θεού ήταν και αυτός και μάλιστα ένας από τους εκλεκτούς του. Ο Νίτσε έγραφε στο «Λυκόφως των ειδώλων»:«Βοήθα τον εαυτό σου και τότε θα δεις ότι σε βοηθούν όλοι».Τα χειρότερα συνδικάτα είναι καλύτερα από τα ανύπαρκτα. Αν συνεχίσουν να μας διακατέχουν ο φόβος και η αβεβαιότητα και κλειστούμε στη μοναξιά του καναπέ, η επόμενη γενιά θα πάσχει από συναισθηματική ανεπάρκεια και κατάθλιψη, ανίκανη να αντιδράσει. Αυτό επιδιώκουν αλλά από εμάς εξαρτάται η επιτυχία τους.