Ψάχνουν θέση για τον... πήχη

Γράφει οι Σταύρος Χριστακόπουλος

Οι πολλές ιδιομορφίες αυτών των ευρωεκλογών δημιουργούν ευλόγως ζητήματα προς επίλυση και στον ΣΥΡΙΖΑ, παρ’ ότι προβλέπεται ότι θα επιτύχει μια σαφή και ενδεχομένως σοβαρή νίκη.
Το σημαντικότερο ζήτημα, που ήδη απασχολεί την Κουμουνδούρου, αφορά τη θέση στην οποία πρέπει να........ βάλει τον πήχη της επιτυχίας και της αποτυχίας. Το όριο, προφανώς, είναι δυσδιάκριτο, με δεδομένο ότι οι δημοσκοπήσεις, ενάμιση και δύο μήνες πριν από την ευρωκάλπη, δεν δίνουν «αέρα» στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τουλάχιστον τέτοιον ώστε να διατηρεί πολύ ψηλά την προσδοκία του για το εκλογικό αποτέλεσμα.

Ως εκ τούτου οι πιο επιφυλακτικοί προσπαθούν διακριτικά να... συμμαζέψουν όσους έχουν μείνει μια φάση «πίσω» και εξακολουθούν να προβλέπουν σαρωτικό θρίαμβο. Όχι ότι τον αποκλείουν, αλλά προτιμούν να παραμένουν ψύχραιμοι για να μην προσγειωθούν άτσαλα το βράδυ της 25ης Μαΐου. Ο λόγος; Πιστεύουν ότι ήδη ο ΣΥΡΙΖΑ υφίσταται ένα είδος «κυβερνητικής φθοράς» πριν καν κυβερνήσει.

Ένα επιπλέον «φρένο» στην προκαταβολική θριαμβολογία αποτελεί η διαπίστωση ότι δεν έχει εξελιχθεί μια επιθετική καμπάνια προγραμματικού χαρακτήρα και ότι πρακτικά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί απλώς να περιμένει να καρπωθεί την εικαζόμενη συντριβή της Ν.Δ. κυρίως και του ΠΑΣΟΚ δευτερευόντως, ώστε να κερδίσει ένα ευκρινές και αδιαμφισβήτητο προβάδισμα.

Υπ’ αυτήν την έννοια οι μετριοπαθείς αποφεύγουν να θέσουν αριθμητικούς στόχους ως προς το εκλογικό αποτέλεσμα και αρκούνται στην επίτευξη μιας καθαρής πρωτιάς ανεξαρτήτως εκλογικού ποσοστού.

Αντιδράσεις
Στο ιδανικό σενάριο, ο ΣΥΡΙΖΑ θα ήθελε ένα αποτέλεσμα που θα προσεγγίζει ή θα υπερβαίνει το 30%, διότι σε αυτό το επίπεδο θα μπορούσε ευλόγως να μιλήσει για ρεύμα μεγάλης νίκης στις επόμενες βουλευτικές εκλογές, όποτε και αν γίνουν. Θεωρούν επίσης στην αξιωματική αντιπολίτευση ότι ένα τέτοιο αποτέλεσμα θα προκαλούσε αλυσιδωτές αντιδράσεις και στο μέτωπο των κομμάτων της συγκυβέρνησης, αλλά και στην ευρύτερη Κεντροαριστερά, καθώς είναι ήδη εμφανή τα σημάδια της «προετοιμασίας» για έναν νέο πολιτικό χάρτη μετά τον Ιούνιο.

1. Στο ΠΑΣΟΚ, το οποίο κινδυνεύει με απώλεια της τάξεως του 50% της εκλογικής του δύναμης του Ιουνίου 2012, η οποία βρισκόταν λίγο πάνω από το 12%, με δεδομένο το σημερινό κλίμα διάλυσης, ένα τόσο κακό αποτέλεσμα θα μπορούσε να προκαλέσει δραματικές εξελίξεις.

2. Στη ΔΗΜΑΡ, οι πιθανότητες εκλογής ευρωβουλευτή μοιάζουν ήδη μηδαμινές, το εκλογικό αποτέλεσμα προδιαγράφεται πολύ χαμηλό και οι εσωτερικές έριδες προσλαμβάνουν χαρακτήρα ρήξης. Δεδομένου ότι οι βουλευτές της είναι ήδη χωρισμένοι σε στρατόπεδα τα οποία λοξοκοιτάζουν προς τις «γειτονικές» πολιτικές δυνάμεις (κάποιοι εξ αυτών και προς τον ΣΥΡΙΖΑ), στην αξιωματική αντιπολίτευση θέλουν να έχουν λόγο στις εξελίξεις που έρχονται στην πιο συγγενική προς αυτούς πολιτική δύναμη της Κεντροαριστεράς.

3. Στη Ν.Δ., η κατάσταση είναι εξαιρετικά περίπλοκη, καθώς το φάσμα της εκλογικής ήττας υποχρεώνει το ίδιο το κόμμα, τον πρωθυπουργό Αντ. Σαμαρά και τα μεγάλα εκδοτικά και άλλα επιχειρηματικά συμφέροντα – των οποίων η διατήρηση συναρτάται με την επιβίωση ή την αναπαραγωγή του σημερινού πολιτικού στάτους – να αναζητούν έως και διάδοχο σχήμα, με συσκευασία «παράταξης» και όχι απλώς ενός νέου κόμματος, στη θέση της φθαρμένης και διαρκώς απαξιούμενης Ν.Δ.

4. Το Ποτάμι του Σταύρου Θεοδωράκη, αν και είναι πιθανό να αποτελέσει την εκλογική έκπληξη του Μαΐου σε επίπεδο ευρωεκλογών, μπορεί μεν να συντελέσει – σύμφωνα με τα έως τώρα δημοσκοπικά ευρήματα – στην καταβαράθρωση του ΠΑΣΟΚ / Ελιά και της ΔΗΜΑΡ και στο «φρενάρισμα» της Ν.Δ. και του ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο, μέχρι να στηθεί η εθνική κάλπη, δεν μπορεί εμπράκτως να συμβάλει στην αλλαγή των συσχετισμών σε επίπεδο Κοινοβουλίου.

Αυτό το – από λίγο έως πολύ αναμενόμενο – νέο στάτους αυτομάτως θα πυροδοτήσει σοβαρές ανακατατάξεις στο τρέχον πολιτικό σκηνικό, οι οποίες ήδη αποσπούν σοβαρό μερίδιο από τον προβληματισμό πολλών κορυφαίων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ.

Ορόσημο
Για τον ΣΥΡΙΖΑ, προφανώς θα είναι ορόσημο το εκλογικό αποτέλεσμα στην ευρωκάλπη, αλλά πλέον όχι ο μόνος καθοριστικός παράγοντας για τη συνέχεια.
Καθώς ήδη έπεσε στο πολιτικό μεϊντάνι η αναγγελία της πρόθεσης Σαμαρά για την αναβάπτιση της Ν.Δ. μέσω ενός νέου κόμματος με ευρωπαϊκή «μαρκίζα». Αν επιτευχθεί η συγκρότησή του, στόχο θα έχει

◆ να «ξεπλύνει» τη μνημονιακή εποχή της Ν.Δ.,
◆ να επεκτείνει την επιρροή της στην περιοχή της συντηρητικής Κεντροαριστεράς,
◆ να αντιμετωπίσει και την απομάκρυνση μεγάλων τμημάτων της λαϊκής βάσης της προς τη Χρυσή Αυγή.

Αυτή η επιχείρηση αναπαλαίωσης – μαζί με όλα τα στοιχεία που σημειώσαμε νωρίτερα – ενδέχεται να δώσει το εναρκτήριο λάκτισμα για το πέρασμα των υπολειμμάτων του παλαιού πολιτικού συστήματος στην επόμενη φάση του.

Καθώς οι πιθανότητες δημιουργίας και επιτυχίας του δεν είναι ακόμη σαφείς, στην Κουμουνδούρου αναπτύσσεται ήδη ο σχετικός προβληματισμός, κυρίως στα στελέχη εκείνα που θεωρούν ότι οι ελαφρότητες των πρόωρων πανηγυρισμών πρέπει να εκλείψουν το συντομότερο και να εξεταστεί σοβαρά η πιθανότητα μετεξέλιξης του αντίπαλου στρατοπέδου.

Το σημείο που κυρίως τονίζεται είναι ότι η προσπάθεια Σαμαρά να διασωθεί η πολιτική προοπτική του και να διατηρηθεί ο ίδιος σε τροχιά εξουσίας, ανεξάρτητα από το εκλογικό αποτέλεσμα, μεσοπρόθεσμα θα συμπεριλαμβάνει αναγκαστικά ένα πλήθος ήδη «τελειωμένων» και χωρίς προοπτική στελεχών του ΠΑΣΟΚ και ίσως της ΔΗΜΑΡ και ανεξάρτητων νυν βουλευτών, από τους οποίους εκλογικά ελάχιστοι μπορεί να διασωθούν σε μια εθνική κάλπη. Συνεπώς πρόκειται για στελέχη μιας χρήσης, τα οποία όμως μπορούν να διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα της κυβερνητικής πλειοψηφίας έως την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας την ερχόμενη άνοιξη.

Όπως σημειώνουν οι διορατικοί στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η προετοιμασία για τη μετάλλαξη του αντίπαλου πολιτικού πόλου θα πρέπει να είναι προτεραιότητα του ΣΥΡΙΖΑ την επόμενη περίοδο, καθώς το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα πρέπει να δώσει τη δική του απάντηση. Τι είδους απάντηση; Να αφήσει τα φθαρμένα και «τελειωμένα» στελέχη στον Σαμαρά και να απευθυνθεί στη λαϊκή βάση της Κεντροαριστεράς, ακόμη και έως τα όρια της λαϊκής Δεξιάς.

Αν μη τι άλλο, την επόμενη περίοδο δεν θα πλήξουμε...