«Όταν γυρίσω θα τους γ@μήσω»

Πριν από δυο αιώνες περίπου στα βουνά της Ελλάδας ηχούσαν οι σάλπιγγες της λευτεριάς και λυσσομανούσε ο άνεμος της απειθαρχίας, της αντίστασης, της ανατροπής! Ένας από τους λαϊκούς ήρωες της….


εποχής ήταν ο βιολογικός γιός μιας καλογριάς (γεννήθηκε σε μια σπηλιά, στο γειτονικό μου Μαυρομμάτι Καρδίτσας) και πνευματικός γιός του ξακουστού Κατσαντώνη,Γιώργης Καραϊσκάκης. Αυτός που πολεμήθηκε άγρια και ύπουλα από τους φεουδάρχες (Τούρκους κι Έλληνες) και τους αστούς της εποχής (Μαυροκορδάτο κ.α.) αλλά κατάφερε να ηγηθεί της εθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης των ραγιάδων… ως άλλος Ζαπάτα, μέχρι το θάνατό του!

Φυλλομετρώντας την ιστορία και με αφορμή ένα συγκεκριμένο περιστατικό (που πολλά μπλογκς γράψαν σχετικά πριν από μήνες, ιδιαίτερα μετά την κυκλοφορία του παρακάτω τραγουδιού)ξαναθυμήθηκα τον… αριστοφανικά βωμολόχο και ανυπότακτο άνδρα και την αγέρωχη απάντησή του στους κρατούντες – ασχέτου εθνικότητας. Για τον ίδιο μόνο μιαν απάντηση ταίριαζε: λευτεριά και ανεξαρτησία και δεκάρα δεν θα’δινε που ο Νιόνιος 150 χρόνια αργότερα θα του τραγούδαγε «Πού πας παλληκάρι ωραίο σαν μύθος, κι ολόισια στο θάνατο κολυμπάς;»
Διαβάζω λοιπόν, στην ιστορική αναφορά των Τ.Μαντζιούρα – Λ.Τσιβόλα σε σχετικό άρθρο τους τα εξής:

«Τον Ιούνιο του 1823 ο Μουσταής πασάς της Σκόντρας, βρίσκεται στα Τρίκαλα και με σκοπό, αφού υποτάξει τ’ αρματολίκια των Αγράφων και του Ασπροποτάμου, να τιμωρήσει τους απείθαρχους Καραϊσκάκη και Στορνάρη, και ν’ανοίξει το δρόμο προς την δυτική Ελλάδα και το Μεσολόγγι.

Το μαντάτο ήταν ανησυχητικό διότι ο παραγκωνισμένος ως τότε Αλβανός πασάς, εκστράτευσε κινητοποιώντας Γκέκηδες, Σκοδριάνους και Μιδρίτες πολεμιστές διαβόητους για το μένος τους. Την 1ην Ιουλίου 1823 «αφού τοποθετήθη εδώθε του ποταμού Σαλαμπριάς (Πηνειού) δύο ώραις», «εις το χωρίον Πουλιάνα», έστειλε στον Καραϊσκάκη επιστολή:  «Με λέγουν Μαχμούτ πασιά Σκόδρα,. Είμαι πιστός, είμαι τίμιος. Το στράτευμά μου το περισσότερον σύγκειται από χριστιανούς. Εδιορίσθην από τον Σουλτάνον να ησυχάσω τους λαούς. Δεν θέλω να χύσω αίμα. Μη γένοιτο. Όποιος θέλει να είναι με εμένα, πρέπει να είναι πλησίον μου. Όποιος δεν θέλει ας καρτερεί τον πόλεμό μου.

Δέκα πέντε ημέραις σας δίδω καιρόν να σκεφτείτε». Είναι πολύ πιθανό ότι το διάστημα αυτό ο Καραϊσκάκης βρίσκεται στο Λεοντίτο, απ’ όπου και η απάντησή του στον Μαχμούτ:  «Μου γράφεις ένα μπουγιουρντί, λέγεις να προσκυνήσω κι εγώ, πασά μου, ρώτησα τον πούτζον μου τον ίδιον κι αυτός μου αποκρίθηκε να μην σε προσκυνήσω κι αν έρθεις κατ’ επάνω μου, ευθύς να πολεμήσω» . «
Ταυτόχρονα, τον Καραϊσκάκη τον πολεμάνε και οι «δικοί μας» αστοί και όταν ο φίλος του πολέμαρχος Πανουργιάς ανησυχεί του στέλνει το… μήνυμα: «Όταν γυρίσω θα τους γαμήσω και αν αργήσω δώσ” τους κι αυτό, είναι τ” αρχίδια μου τα δυο!»

Αυτά και άλλα εξιστορεί και το τραγούδι «Καραϊσκάκης» του αγαπημένου Βασίλη Παπακωνσταντίνου, από την καλή ταινία του χαρισματικού Νίκου Καλογερόπουλου «Οι ιππείς της Πύλου»  σε μουσική και στίχους του Ν.Καλογερόπουλου, διανθισμένο με την απαράμιλλη  βωμολοχία του ήρωα την τόσο μακρυνή από μικροαστικές σεμνοτυφίες: