Τέλος εποχής στην Κίνα: Χαλαρώνει η πολιτική του ενός παιδιού

Με την αυγή του 2014, η Κίνα βρέθηκε μπροστά σε μια ιστορική αλλαγή, καθώς από φέτος αρχίζει να χαλαρώνει η πολιτική του ενός παιδιού, που τέθηκε σε ισχύ το 1979, προκειμένου η χώρα να ελέγξει τον πολυάριθμο πληθυσμό της.

Η πρώτη επαρχία που ήρε τους περιορισμούς είναι η εύπορη ανατολική επαρχία Zhejiang και πλέον για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες οι γονείς έχουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν και δεύτερο παιδί, ενώ τον Μάρτιο το μέτρο θα υιοθετηθεί και από τα τοπικά νομοθετικά σώματα των επαρχιών Hubei και Guangxi.

Από τις αντιδράσεις στη «χαλάρωση»

Η πολιτική του οικογενειακού προγραμματισμού, όπως αλλιώς λέγεται, άρχισε να εφαρμόζεται από την κινεζική κυβέρνηση, με στόχο την αντιμετώπιση του υπερπληθυσμού, που απειλούσε την οικονομική ανάπτυξη της χώρας.

Σύμφωνα με τις αρχές, η πολιτική αυτή επέτρεψε να αποφευχθούν περίπου 400 εκατομμύρια γεννήσεις, ωστόσο οδήγησε και σε εκτίναξη των αμβλώσεων, οι οποίες υπολογίζονται σε πάνω από 330 εκατομμύρια από το 1980 έως σήμερα.

Μέχρι τώρα ο νόμος απαγόρευε στα ζευγάρια να έχουν πάνω από ένα παιδί, ενώ εξαιρέσεις είχαν θεσπισθεί για τις εθνοτικές μειονότητες ή για τα ζευγάρια στις αγροτικές περιοχές των οποίων το πρώτο παιδί ήταν κορίτσι, αλλά και για τα ζευγάρια των οποίων αμφότερα τα μέλη ήταν μοναχοπαίδια.

Μάλιστα, σε αρκετές περιπτώσεις, ο νόμος είχε εφαρμοστεί με μεγάλη σκληρότητα, με τις αρχές να επιβάλουν πρόστιμα, ποινές φυλάκισης, καθυστερημένες αμβλώσεις έως και υποχρεωτικές στειρώσεις. Όσοι αδυνατούσαν να πληρώσουν τις ποινές, απλώς δεν δήλωναν τα «παράνομα» παιδιά τους, με αποτέλεσμα να μην έχουν πρόσβαση σε καμία δημόσια υπηρεσία, συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης και της περίθαλψης.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η πολιτική του ενός παιδιού θεωρείται και ο κύριος λόγος για τη φυλετική ανισορροπία που σημειώνεται στη χώρα, με την αναλογία να είναι 100 κορίτσια προς 118 αγόρια, ενώ φαίνεται να είχε μικρή αποτελεσματικότητα στις αγροτικές περιοχές (όπου και κατοικεί το 80% του πληθυσμού), καθώς ο ρυθμός των γεννήσεων εκεί δεν έπεσε ποτέ κάτω από 2,5 παιδιά ανά γυναίκα.

Η πρακτική αυτή κατά καιρούς δέχτηκε αυστηρότατη κριτική, με πολλούς να επισημαίνουν πως είναι ηθικά αποδοκιμαστέα και αναποτελεσματική.

Παράλληλα, τόνιζαν ότι συμβάλλει στην «έκρηξη» των αμβλώσεων, των βρεφοκτονιών, την εγκατάλειψη των βρεφών και παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα. Άλλοι πάλι υποστήριζαν ότι δεν έχει κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα, για να δικαιολογεί το υψηλό της κόστος, υπογραμμίζοντας πως η μεγάλη μείωση της γονιμότητας άρχισε προτού αρχίζει να εφαρμόζεται ο συγκεκριμένος νόμος.

Το 2002, οι νόμοι που σχετίζονταν με αυτή την πολιτική τροποποιήθηκαν, ώστε να επιτραπεί στις εθνικές μειονότητες και στους Κινέζους που κατοικούν σε αγροτικές περιοχές να αποκτήσουν παραπάνω από ένα παιδί. Τον Νοέμβριο, όμως, η Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας ανακοίνωσε ότι τα ζευγάρια που το ένα μέλος τους είναι μοναχοπαίδι, θα έχουν πλέον την άδεια να αποκτούν δύο παιδιά.

Πλέον, μετά την εμβληματική αυτή αλλαγή πλεύσης, οι αρχές των επαρχιών θα πρέπει να τροποποιήσουν τους κανονισμούς για τον έλεγχο των γεννήσεων ή να λάβουν ειδικές αποφάσεις, σύμφωνα με την αξιολόγηση της τοπικής δημογραφικής κατάστασής τους.

Πάντως στόχος της κινεζικής κυβέρνησης είναι να αναχαιτιστεί η γήρανση του πληθυσμού, καθώς το ποσοστό γεννήσεων είναι αρκετά χαμηλότερα από το όριο που εγγυάται την ανανέωση των γενεών (1,5 παιδί ανά γυναίκα).