Λες να προλάβω;


Σημειώνει ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος
Μια περίεργη αγωνία διακατέχει αυτή την περίοδο την γραφή μου, εκ νέου  μετά από την περίοδο ένταξης της χώρας μας στον «ατομικό μηχανισμό» της τρόικας. Λες να προλάβω; Είναι σαν να σκέφτομαι, αν και τίποτα συγκεκριμένο δεν υπάρχει που να δικαιολογεί ορθολογικά την αγωνία μου για να προλάβω κάτι που επίσης δεν έχει πια την ικανότητα να με φοβίσει (αιφνιδιάσει), ούτε στην.......
οικονομία, ούτε στην εφαρμοσμένη πολιτική στην Ελλάδα.
Όχι πως αυτά που συμβαίνουν δεν προκαλούν αντικειμενικά και αποδιοργανωτικά για την κοινωνία και αγορά φόβο και τρόμο, ιδιαίτερα στο επίπεδο της κοινωνικής ειρήνης και συνοχής, αλλά δεν αποτελούν πλέον συνταραχτικά γεγονότα. Βλέπετε, η ανωμαλία απέκτησε χαρακτηριστικά καθημερινότητας και έτσι μεταβλήθηκε σε μια παράδοξη ομαλότητα! Βιώνουμε την εποχή μιας παρατεταμένης ανωμαλίας και γενικευμένης απορρύθμισης του κοινωνικού μοντέλου και του μοντέλου ανάπτυξης, εντός ενός πλαισίου απορρύθμισης των ίδιων των κοινωνικών και θεσμικών δομών. 
Αυτή η παρατεταμένη αποδιοργάνωση κράτους, αγοράς και κοινωνίας συστήνει μια νέα χαλαρή εμπορευματική κατηγορία στη χώρα, όπου τα εμπορεύματα, όπως ακριβώς και τα άτομα (: πολίτες, ανεξάρτητα από το κοινωνικό στρώμα που θα μπορούσαν να καταταχτούν κοινωνιολογικά) χάνουν την επαφή τους με την χρηστική τους αξία και μεταβάλλονται σε συνδηλωτικά σημεία με μεγάλη συγκινησιακή φόρτιση για το μέλλον. Μεταβάλλονται, με άλλα λόγια, σε αγωνιούντα για την ανταλλακτική τους αξία εμπορεύματα σε μια απέραντη έκθεση δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας, δημόσιας και ιδιωτικής επένδυσης και εργασίας.
Αυτό γεννά μια αγχώδη ωδή προς τον καταναλωτισμό. Λές να προλάβω; Λένε οι άνεργοι, οι εργαζόμενοι, οι επιχειρηματίες, οι πολιτικοί και όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα για διαφορετικούς λόγους. Τι ακριβώς να προλάβουν; Να ακουστούν …να ακουστεί το εμπόρευμα που διαλαλούν, ασχέτως αν πρόκειται για την εργατική τους δύναμη, την αναφερόμενη πολιτική τους δύναμη, τις ιδέες τους, το Είμαι και το Υπάρχω τους, την ιδιοκτησία τους ή το εμπόρευμα τους, που έχει ήδη παραχθεί και αναζητεί κατεπειγόντως καταναλωτή σήμερα, καθώς αύριο η ενεργός ζήτηση που βαίνει μειούμενη θα του ρίξει την τιμή.
Λες να προλάβω; Έπιασα το υποσυνείδητό μου να «σκέφτεται» επίσης; Γιατί, στο βαθμό που μάλλον δεν έχω τέτοιου ακριβώς είδους αγωνίες; Διότι θεωρώ πως είμαι, νοιώθω υποσυνειδήτως πως είμαι αναπόσπαστο μέρος μιας απορρυθμισμένης καταναλωτικής δομής. Διότι ακόμη και όσοι δεν ενδιαφερόμαστε άμεσα για την ανταλλακτική μας αξία ή την ανταλλακτική αξία των προϊόντων μας, με την σημειολογία του καταναλωτισμού επικοινωνούμε και αισθανόμαστε. Άρα και εμείς, οι οποίοι ασκούμε κριτική στον λαϊκισμό με την μορφή του καταναλωτισμού πολιτικών ιδεών, ύφους, στάσεων, προκαταλήψεων, προσβλέψεων και ιδεολογικοποιημένων ή αγοραίων παραισθήσεων, μέσα σε αυτήν την απέραντη «έκθεση εμπορευμάτων» ζούμε και με την γενική γλώσσα της επικοινωνούμε, διαλαλούμε την πραμάτεια μας και αισθανόμαστε.
Αυτή είναι η διανόηση, και η εντιμότητά της πιστεύω πως είναι το μοναδικό χαρακτηριστικό που της δίνει δικαίωμα να αρθρώνει κριτικό λόγο σήμερα. Αν πάψω να είμαι έντιμος, ξεχωρίζοντας την οντολογία των πραγμάτων από την επιστημολογία που διαμορφώνει την τάξη τους και την διερεύνηση του τρόπου που η δεύτερη αναδιαμορφώνει την πρώτη προσδίδοντας της μια διαφορετική κοινωνική φυσικότητα, μια άλλη πολιτικοοικονομική ορθολογικότητα, δεν θα έχω καμία θέση στη κοινωνία των «εκθεμάτων», στην ελληνική κοινωνία της κρίσης των εμπορευμάτων, που εκτίθενται αναζητώντας πελάτη, εργοδότη ή επενδυτή. 
Μπράβο και στη διανόηση! Ίσως πεις, περιφρονητικά… Αφού δεν είστε απ’ έξω - εκεί έξω - αλλά βαθιά μέσα στη δομή ενός συστήματος που διέρχεται κρίση, γιατί μιλάτε σαν ντελάληδες και εσείς σε μια πτωχευμένη και φτωχοποιούμενη λαϊκή αγορά, που σε κάποιες γωνιές της εμφανίζεται σαν φανταχτερή έκθεση πολύτιμων προϊόντων; Γιατί δεν σιωπάτε, μέχρι να περάσει τουλάχιστον η κρίση; Γιατί αν σιωπήσουμε τώρα, δεν θα έχουμε δικαίωμα, σύμφωνα με τον κανόνα της εντιμότητας, να μιλήσουμε ποτέ ξανά. 
Λες να προλάβω, λοιπόν; Να εκτεθώ εντίμως για να εκθέσω αποτελεσματικά και κοινωνικά επωφελώς την σημειολογική σχέση που δομεί την καταναλωτική διάσταση των σύγχρονων πολιτικών στην Ελλάδα; Αυτή η σχέση, στο βαθμό που περάσει από το υποσυνείδητο στο συνειδητό μέρος της πολιτικής μας υπόστασης και λειτουργίας, θα έχει αντίστοιχα λυτρώσει το ελληνικό πολιτικό φαινόμενο από τον λαϊκισμό. Πιστεύω, πως αυτό είναι σήμερα το πιο κρίσιμο στοιχείο μιας διαδικασίας χειραφέτησης από την στρατηγική, ιδεολογία και κοσμοαντίληψη των μνημονίων, καθώς και από την πλήρη υποταγή στην αήθεια των ολοκληρωμένων αγορών του ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Αυτό, φίλε αναγνώστη, θα αποτελούσε ένα αριστερό βήμα, ένα βήμα κοινωνικής  προόδου και όχι οπισθοδρόμησης, ένα βήμα ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής και της σχέσης του εθνικού με το κοινωνικό σήμερα στον τόπο μας. Το δεξιό βήμα, υπό τις σημερινές συνθήκες, οδηγεί πιο βαθιά στον εκφασισμό, ενώ το κεντρώο βήμα οδηγεί πιο μέσα στο κενό που δεν έχει όρια.
Τι, ξέχασα το επαναστατικό άλμα; Καθόλου δεν το ξέχασα, απλώς έμαθα πως τέτοιου είδους άλματα, δεν πραγματοποιούνται σε «εκθέσεις», ούτε δομούνται αυτονοήτως και αναπότρεπτα από την σύγκρουση υλικών δυνάμεων και διαφορετικών ταξικών συμφερόντων, αλλά δια της διαμεσολάβησης του συμβολικού που δομείται σε ένα παράλληλο σύμπαν από τον τρέχοντα πολιτικο-κομματικό λαϊκισμό. Δίχως την διαμεσολάβηση του «αντι-λαϊκιστικού» συμβολικού η σύγκρουση υλικών δυνάμεων δεν αντικειμενοποιείται. Και με το υπάρχον σημειωτικό σύστημα απομνημονευμάτων και ταξινομημένων (ταξικών) πληροφοριών δεν μπορεί να συσταθεί επαναστατικό δυναμικό. Η επανάσταση ως υπόθεση απαιτεί ένα άλλο, απολύτως σύγχρονο, πολιτισμικό σύστημα αναφοράς και όχι ασφαλώς την γραφειοκρατική αναπαράσταση μιας σημειολογίας που παραπέμπει σε μια καρικατούρα στρουκτουραλισμού που δεν είναι πλέον ικανός να εμπνεύσει για μια ανατρεπτική σημειολογία στην καθημερνή ζωή.