Οι Αδήλωτες Πουτάνες Φορολογούνται;

 Γράφει ο Μανόλης Δημελλάς

Τα «κόκκινα φανάρια». Όχι, δεν σας κάνω πρόταση εξόδου. Άλλωστε, ο φίλος ερασιτέχνης ηθοποιός, Λάκης Γεραπετρίτης, τελείωσε με το ανέβασμα του έργου. Αυτή και αν είναι ψυχοθεραπεία, μα και άλλοθι.
Ο πολυχώρος στα Καμίνια γεμάτος. Δωρεάν το εισιτήριο, μα πώς αλλάζει η συνήθεια μας. Κάποτε, κάναμε ουρά για κάτι ομολογουμένως άσκοπο, αδιάφορο.
Ήταν τότε που μόνο το περιττό είχε χρωματική αξία.
Έτσι μου φάνηκε τόσο κοντά στη δικιά μας αλήθεια. Στον δικό μας χωροχρόνο. Στην υπόθεση σπίτια πονηρά, οίκοι ανοχής, παράνομα, βρώμικα, αναλόγα με .....
την ποιότητα των κατοίκων τους.
Στην εξέλιξη του δράματος η κάθαρση φτάνει τη στιγμή που από ψηλά αποφασίζεται  το κλείσιμο των «σπιτιών».
Ξαφνικά τα «κόκκινα φανάρια» σβήνουν, το κόκκινο δίνει, παραχωρεί τη θέση του, στο μαύρο.
Είναι ο αναπάντεχα δυναμικός χρόνος της κάθαρσης.
Η στιγμή που βίαια εξελλίσονται  οι θεατρικές περσόνες.
Οι πόρνες, η καθαρίστρια, η τσατσά, ακόμη και ο νταβατζής, πρέπει να πάρουν νέα θέση. Αποφασίζουν για τον επόμενο ρόλο.
Το προγραμματισμένο, ξάφνου, γίνεται δεύτερο.
Απότομα ανέβηκε στο σανίδι η καθημερινότητά μας. Έτσι δεν έγινε;
Έτσι δεν γίνεται; Σήμερα αυτό το δρόμο δεν τραβάμε;
Όπως και αν δούμε το άγαλμα, από όποια γωνιά και αν το κατασκοπεύσουμε,  θα το δούμε να ξυπνά και να μας δείχνει λίγο θλιμμένα, έστω, μα βιαστικά, την έξοδο. Έτσι βίαια τελείωσε και η παράσταση.
Το κρύο δυνατό, μόνος μάταια περίμενε, στην είσοδο της χωματερής, δεν ήρθε κανέναν άλλος. Είχαν πάει όλοι στην Ευελπίδων, στα Δικαστήρια. Είχε την εκδίκαση για τα ασφαλιστικά μέτρα.
Ξέχασα, έφτασα στην επόμενη ημέρα.
Εργασία, πεζοδρόμιο, που εκεί είμαι χρόνια τώρα.
Ο Μιχάλης, 49, μόνος  υπολόγιζε τον μισθό του. Μεροκάματο, μεροκάματο.
Υπάλληλος, τέσσερα χρόνια μόνιμος, στα αποκομμιδή αποριμμάτων.
Σκουπιδιάρης. Απο τώρα, 780 ευρώ από τα ψηλά τα…1400.
Με τρία παιδιά, ήδη μετανάστης, από το ανατολικό μπλόκ.
Ούτε δόντια δεν έχει. Ετοιμάζεται πάλι να φύγει. Γερμανία ή κάπου ανατολικά. Από τη Λυκόβρυση στο Μόναχο. Πιάνουν τα χέρια μου, λέει, τα δείχνει, σιγά μη με σκάσουν αυτοί.
Απότομα που γίναν όλα. Είχε μια στιγμή που σχεδιάζαμε ταξίδια, αγορές, κατασκευές. Τώρα μέσα στο καβούκι μας μετράμε, μα δεν ξέρουμε ούτε τι να μετρήσουμε. Όλα γίνονται τόσο νευρικά, βιαστικά.
Στο Λονδίνο έχουν μόνο δύο φορές την εβδομάδα την ευκαιρία να κατεβάσουν τα σκουπίδια τους. Τα κρατούν κλειστά στο σπίτι και περιμένουν.
Μάθαμε ότι είναι λίγο πιο έξω από το οπτικό μας πεδίο να μας είναι αδιάφορο
ή να το κρίνουμε ο καθένας πια από το blogspot ή το site του.
Λοιπόν, τους κρίνουμε που δουλεύουν λίγες ώρες. «Μα 250 κάδους», λένε «θα αδειάσω, έτσι κι αλλιώς, αν τους τελειώσω νωρίς δεν είναι καλύτερα»;
Μέσα στην ηπατίτιδα.  Δεν τα λέμε αυτά.
Από τη βραδυνή  θεατρική παράσταση στην ημερήσια βιοπάλη, το ένα τροφοδοτεί το άλλο. Μπλέκει η αλήθεια με το μικρό, σύντομο, ψέμμα.
Οι  νεαρές πουτάνες στη παράσταση ανοίξαν καινούριο μαγαζί. Εμείς με τι κότσια, δεν ξέρω, θα το ξαναστήσουμε. Αν φέρουμε diseghers θα περάσουν πελάτες το κατώφλι της εξώπορτας; Θα μας βάλουν και φανάρι;
Η μάνα μου κεντά, ξεσήκωσε από το νησί ένα πίνακα που στο κέντρο του γράφει: «Κι αυτό θα περάσει».
Θα έπρεπε να γίνω σεφ… μάγειρας..