Όταν τα χαρτόκουτα γίνονται κρεβάτι

Γράφει  ο Μανόλης Δημελλάς

Όλα γίνονται για μια τακτοποιημένη διαδρομή.  Αρνούμαστε να χάσουμε κάτι από αυτά που μας δόθηκαν απλόχερα ή βάλαμε τα χέρια μας στην φωτιά για να τα αποκτήσουμε. Μα αν δεν υπάρχει τίποτε; Αν έχεις παραμάσχαλα ένα χαρτόνι και όπου βραδιαστείς τόχεις για στρώμα, τότε τι γίνεται;
Περπατά  χρόνια τώρα στο δρόμο, χωρίς καμμιάν έγνοια,  κινείται  σαν φάντασμα. Δεν είναι μόνο η δικιά του αδιαφορία στο βέλος του χρόνου μα και ο κόσμος τριγύρω που δείχνει πως αναγνωρίζει την ανυπαρξία του.
Όχι δεν είναι ψέμμα, πρόκειται για ........
clochard στον Πειραιά και, μάλιστα, στην ηρωική Γούβα του Βάβουλα! Εδώ που στα περίφημα κουτούκια τραγούδισαν όλοι οι μεγάλοι λαικοί βάρδοι. Στο παρελθόν. Τώρα το ιδιαίτερο στοιχείο της περιοχής είναι αυτός ο τύπος που τον προσέχω εδώ και αρκετό καιρό. Η μήπως αυτός μας παρακολουθεί; Αυτός μπορεί να κρίνει με μεγαλύτερη άνεση την εγλωβισμένη και κλειστοφοβική ζωή μας. Απαντά στις επίμονες ερωτήσεις μου με μιά λέξη, επαναλαμβανόμενη, όλα καλά, καλά.
Απροσδιορίστου ηλικίας, δεν θα τον έλεγες ψηλό, με μαλλιά μακριά ίσια ή σγουρά, που από την απλησιά και τη βρώμα δεν ξεχωρίζεις το χρώμα. Παλεύω να μάθω το όνομα του, τον ρωτώ και μου απαντά Γιώργος, ο Γιώργης λοιπόν. Αδύνατος, σχεδόν καχεκτικός, μαλωμένος με το νερό. Αν ζούσε στην Ινδία σίγουρα θα ήταν γιόγκι. Τι μπορεί να τον απασχολεί;  Ίσως η λαχτάρα για ένα καφέ. Το μόνο που δείχνει να έχει ανάγκη, το μόνο που τον έχω δεί να κρατά, να σφίγγει στην παλάμη του.
Βιαστικοί οι διαβάτες προσπερνούν, κάπου πάνε από κάπου έρχονται. Κινείται ανάμεσα τους αδιαφορώντας για το χρόνο.  Λες και του δόθηκε αρκετός μόνο για  να μας παρατηρεί. Μα όχι δεν μας βλέπει, είμαστε τόσο θλιβεροί μπροστά του.  Σε εμάς που μας ενοχλεί η παρουσία του και η μυρωδιά του, που δεν θέλουμε τέτοιες μη τακτοποιημένες περσόνες στο σύστημα μας,  δείχνει πρώτα από όλα ξεχωριστός.  Αντιλαμβάνομαι  αρχικά, το διαφορετικό. Δεν έχει σημασία το καλύτερο ή χειρότερο. Το δικό μου μοντέλο ζωής τον έχει αποκλείσει. Ιδιότυπο απαρτχάιντ.  
Μα με όλες αυτές τις ανακατατάξεις και αλλαγές, μήπως μπαίνει ξαφνικά και αυτός ο τύπος στην διαδρομή μας; Μήπως  τον αποκρούομαι γιατι φοβόμαστε τη δική μας προβολή σε μια παρόμοια κατάσταση; Πόσο αποφασισμένοι είμαστε να σταθούμε υπεύθυνα στο κύμα που ετοιμάζεται να σκάσει πάνω μας; Ο τύπος με τις μηδενικές έγνοιες (εντάξει, κάτι θάχει δε μπορεί) δεν είναι παρά ένας παρίας της κοινωνίας μας. Εμείς, πάλι, τι θέση αποφασίσαμε πως έχουμε σε όλο αυτό το οικοδόμημα; Δεν είναι οι σπουδές,  τα πτυχία και η κοινωνική καταξίωση, μα το αδυσώπητο κενό μας. Η εθνική μας μοναξιά, όπως λέει ο ποιητής. Όταν μπορέσουμε να πούμε καλημέρα και στον άστεγο, ίσως να αφήσουμε και το προσωπείο του καλοζωισμένου ευρωπαίου που, έτσι κι αλλιώς, δεν που ταιριάζει. Ίσως αν σκύψουμε και σε αυτόν  τον κόσμο που εσωτερικά μας αναστατώνει, να γίνει και η κρίση ένα παιδικό τρενάκι  με σύντομη διαδρομή. Μέχρι τότε ο Γιώργης θα τρομάζει το χώρο μας, θα αλλάζουμε πεζοδρόμιο στη συνάντηση μαζί του, μα θα κουβαλάμε έναν αντίστοιχο τύπο μέσα μας. Θα βαφτίζουμε τα δικά μας χαρτόκουτα σε ιδιαίτερα σχήματα, μα η αλμύρα της θάλασσας και, φυσικά, ο χρόνος όλα τα κατατρώει.