Πως αυτοκτόνησαν οι τράπεζες αγοράζοντας ελληνικό χρέος

Του Γιώργου Καισάριου 

Το πιο κάτω διάγραμμα μας έρχεται από τον ΟΟΣΑ. Δεν είναι καινούργιο, αλλά από τον Αύγουστο του 2010. Ο λόγος που του κάνω χρήση είναι για χάρη της κουβέντας, διότι λίγο πολύ τα στοιχεία είναι γνωστά.

Να τονίσω ότι η Ιταλία, η Ουγγαρία, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία είχαν ανάλογη έκθεση στο δικό τους εθνικό χρέος της τάξεως του 157%, 133%, 113%, 69% και 26% αντιστοίχως.

Εκ πρώτης όψεως δηλαδή, βλέπουμε ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν δυσανάλογα περισσότερα εθνικά ομόλογα στο χαρτοφυλάκιο τους σε σχέση με τις τράπεζες άλλων χωρών.

Και το ερώτημα είναι, αν οι τράπεζες είχαν το 69% των .....ιδίων κεφαλαίων τους (tier1 πάντα) σε ελληνικά ομόλογα, αντί το 226% κατά μέσο όρο, θα είχαν πρόβλημα σήμερα;

Η απάντηση είναι όχι. Μπορεί να αντιμετώπιζαν προβλήματα λόγω προβληματικών δανείων, αλλά δεν θα είχαν τα σημερινά προβλήματα. Μπορεί να χρειαζόταν να γίνουν αυξήσεις κεφαλαίων, αλλά ούτε κατά προσέγγιση αυτά που έχουν σηκώσει από την αγορά σήμερα και το dilution θα ήταν παραπάνω από ανεκτό.

Η θεωρία που αναφέρει ότι τα άσχημα δημοσιονομικά της χώρας και η κακή κατάσταση της ελληνικής οικονομίας είναι ο κύριος υπαίτιος για την κατάσταση των τραπεζών, δεν είναι παρά η μισή αλήθεια. Πράγματι, αν δεν είχαν υποχωρήσει οι τιμές των ελληνικών ομόλογων η κατάσταση θα ήταν διαφορετική, αλλά επίσης διαφορετική θα ήταν η κατάσταση αν οι τράπεζες δεν αγόραζαν τόσα πολλά ομόλογα.

Και ερχόμαστε τώρα στο ερώτημα, για ποιο λόγο έδειξαν τόση εμπιστοσύνη, ώστε να φορτωθούν τόσα πολλά ομόλογα οι ελληνικές τράπεζες; Επίσης, γιατί δεν έκαναν τίποτα έτσι ώστε να πάρουν αμυντική στάση καθώς αυτή η κρίση ήταν σε εξέλιξη; Κατά την άποψη μου, θα μπορούσαν να πάρουν πάρα πολλά μέτρα και είχαν υπέραρκετο χρόνο για να αντιδράσουν, άλλα δεν έκαναν τίποτα.

Όσον αφορά το πρώτο σκέλος, υποθέτω ότι ο παράγοντας εμπιστοσύνη δεν έχει τίποτα να κάνει με τη μόχλευση που ανέλαβε ο τραπεζικός κλάδος. Υποθέτω ότι οι στενοί δεσμοί του κράτους με τον κλάδο έπαιξαν καθοριστικό ρόλο.

Τα ένα χέρι πλένει το άλλο και τα δυο το πρόσωπο, λέει το λαϊκό ρητό. Ίσως για αυτό το λόγο πολλές ανώτατες θέσεις στην κρατική μηχανή (που θα έπρεπε να έχουν πάει σε ανεξάρτητα πρόσωπα) τις καταλαμβάνουν τραπεζίτες.

Σαν ανταπόδοση, οι πολιτικοί χρησιμοποιούν τις τράπεζες σαν μια δεξαμενή για ρουσφέτια. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα η σχέση αλληλεξάρτησης να είναι ολοκληρωτική. Οι πολιτικοί βάζουν τα δικά τους παιδιά στις τράπεζες και τα δικά τους παιδιά ανταποδίδουν κάνοντας ό,τι θέλουν οι πολιτικοί. Η αναξιοκρατία δεν είχε όρια.

Αποτέλεσμα είναι ότι το πάρε δώσε με την πολιτική ηγεσία έδινε και έπαιρνε. Τα εκατοντάδες εκατομμύρια σε δάνεια που έχουν χορηγήσει οι τράπεζες προς τα κόμματα είναι μόνο ένα μέρος της συναλλαγής.

Όταν το κράτος έδωσε σαν κίνητρο τη μείωση της φορολογίας, προκείμενου να γίνουν συγχωνεύσεις, οι τράπεζες βρήκαν την ευκαιρία και συγχωνεύτηκαν με επενδυτικές εταιρείες και ουσιαστικά κατέστρεψαν ένα μεγάλο μέρος της αγοράς, καθώς ρευστοποίησαν αυτές τις οντότητες, που δεν υπόκεινται στην πίεση της ρευστοποίησης μεριδίων όπως τα αμοιβαία. Αυτός ο φωτογραφικός νόμος για τις τράπεζες έχει κοστίσει πολλά σε αυτό το μαγαζί.

Οι τράπεζες νόμιζαν ότι μπορούσαν να κάνουν λεφτά στις πλάτες των Ελλήνων φορολογούμενων χωρίς ρίσκο. Νόμιζαν ότι το επιτοκιακό carry trade με την ΕΚΤ θα διαρκέσει για πάντα. Οι πολιτικοί από την άλλη, ήταν θετικοί σε αυτό το παιχνίδι, διότι το μεγάλο ρίσκο που αναλάμβαναν οι τράπεζες, είχε σαν αποτέλεσμα το κράτος να δανείζεται με χαμηλότερα επιτόκια. Λιγότεροι τόκοι σημαίνει ότι μπορούσαν να σπαταλήσουν περισσότερα στον κομματικό τους στρατό. To carry trade αυτό όμως τώρα έχει γυρίσει ανάποδα. Εκεί που δάνειζαν οι τράπεζες στο δημόσιο τώρα το δημόσιο προσφέρει εγγυήσεις προς τις τράπεζες, ενώ οι τράπεζες δύσκολα θα μπορούν να ξεδιπλώσουν αυτά τα trades.

Όσον αφορά το τι μπορούσαν να κάνουν οι τράπεζες για να προφυλαχτούν, η απάντηση είναι πολλά. Πρωτίστως και λόγω ότι είναι τράπεζες, θα έπρεπε να γνωρίζουν την κατάσταση της χώρας καλύτερα από τον κάθε ένα και θα έπρεπε να είχαν πάρει τα μέτρα τους. Μεταξύ άλλων θα μπορούσαν  να μην χορηγήσουν περισσότερα δάνεια από τις καταθέσεις τους. Θα έπρεπε επίσης να είχαν ελαφρύνει (να μην πω ξεφορτώσει) ελληνικά ομόλογα στην αρχή της κρίσης ή στη χειρότερη περίπτωση, να είχαν φορτωθεί CDS.

Αλλά πως να το κάνουν, αφού κάτι τέτοιο θα εθεωρείτο εθνική προδοσία; Η ανεπάρκεια της πολιτικής ηγεσίας και η υποκρισία των ΜΜΕ δεν επέτρεψαν στον κλάδο να πάρει μέτρα προφύλαξης. Μόνο το ΤΤ πήρε το θάρρος και αγόρασε λίγη ασφάλεια (CDS) και έγινε χαμός όταν μαθεύτηκε. Σκάνδαλο έλεγαν ορισμένοι, ενώ επί της ουσίας ήταν κίνηση προάσπισης της περιουσίας των μετοχών, μεταξύ αυτών και του δημοσίου. Άλλα όταν η τωρινή κυβέρνηση ανέλαβε το κουμάντο (κέρδισε τις εκλογές) το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να αντικαταστήσει τις διοικήσεις των τραπεζών.

Οι αμαρτίες και από τις δυο πλευρές είναι πάρα πολλές για να γίνει μια πλήρης αναφορά και είμαι σίγουρος ότι ο κάθε ένας θα έχει να προσθέσει κάτι σε αυτό το αμαρτωλό αλισβερίσι των τελευταίων 30 ετών.

Το πρόβλημα όμως είναι ότι οι αμαρτίες αυτές είχαν σαν αποτέλεσμα να ζημιωθεί η χώρα ανεπανόρθωτα. Οι τράπεζες πλέον (οι μέτοχοι δηλαδή όχι οι οντότητες) δύσκολα σώζονται, ενώ το μόνο που μένει για την θανατική καταδίκη των μετόχων είναι οι αναγκαστικές αυξήσεις κεφαλαίου που θα γίνουν αργά η γρήγορα, χωρίς οι μέτοχοι να μπορούν να τις αρνηθούν.

Ναι μεν “κρατικές αμαρτίαι παιδεύουσι τράπεζες”, αλλά οι τράπεζες επιδίωξαν αυτή τη σχέση στο όνομα του κέρδους και νομίζοντας ότι η κρατική μηχανή θα είναι του χεριού τους. Υποθέτω ούτε και οι ίδιες δεν μπορούσαν να φανταστούν την ανεπάρκεια που χαρακτηρίζει το πολιτικό σύστημα και την κρατική μηχανή όλη.
Και ναι μεν φταίει η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας για την κατάσταση των τραπεζών, αλλά επίσης φταίει και η ανεπαρκής παρακολούθηση της κατάστασης εκ μέρους των τραπεζών. Διότι πολλά μπορούσαν να γίνουν, αλλά η αλληλεξάρτηση και το αλισβερίσι που είχαν τραπεζίτες με το πολιτικό σύστημα, δυστυχώς δεν επέτρεψαν στις διοικήσεις των τραπεζών να μπορούν δουν καθαρά και να προφυλαχθούν