Γιάννης Καψής: Δεν μνησικακώ, ανησυχώ..

Γράφει ο Ευγένιος Ανδρικόπουλος

Ένα από τα ιερά τέρατα της δημοσιογραφίας και της πολιτικής. Αψίκορος αλλά και δίκαιος για όσους τον γνώρισαν ως προϊστάμενό τους στην εφημερίδα Τα Νέα. Αντάμειβε την ποιοτική εργασία και εξοργιζόταν απέναντι στην ραθυμία. Πρόσφυγας στην καταγωγή έκρυβε φανατικά μια Ελλάδα στην καρδιά του. Κυρίως αυτή που γνώρισε από τους ποιητές της. Τον Ελύτη ή τον Ρίτσο στίχους των οποίων συχνά πυκνά επικαλούνταν. Την συντροφιά ή την «συντροφικότητα» του Έλληνα αυτού επέλεξε ο Ανδρέας Παπανδρέου στο περιπετειώδες πολιτικό του ταξίδι. Για να τον δικαιώσει εκείνος παντού. Σε όσες αποστολές του ανέθεσε. Επειδή και οι δύο είχαν συσπειρωθεί σε αριθμητές του ίδιου παρανομαστή. Πως πιστωτές τούτης της χώρας δεν ήταν οι λύκοι των Μούντις ή τα αγριόσκυλα της Γκόλντμαν Σακς. Αλλά τα ίδια τα παιδιά της που τόσο είχε πληγώσει. Αφορμής δοσμένης των κατ’ άνωθεν εντολή έντυπων και τηλεοπτικών κερδοσκοπικών επιθέσεων εναντίον της χώρας μας, αποφάσισε να ......
σπάσει την σιωπή του και να απευθυνθεί τόσο στην διεύθυνση του σοβαροφανούς περιοδικού
Focus όσο και σε εκείνη της κιτρινόχρωμης Μπιλντ Τσάϊτουνγκ υπογραμμίζοντάς τους ιδιαίτερα όσα μετ’ επιτάσεως έγραφα κατά καιρούς και εγώ:Πως εκτός του μέρους της ευθύνης που μας αναλογεί (το οικονομικό σύστημα της Αθηναϊκής χούντας εννοώ) είναι αυτοί που δια της ισχύος τους στην ΕΟΚ μας καταδίκασαν σε παραγωγική απραξία και πως με την «προβοκάτσια» τους, ή με την «δουλεία» τους, (εννοεί εκτέλεση κυβερνητικού συμβολαίου) αν κάτι έχουν θέσει σε κίνδυνο θανατηφόρο είναι πρωτίστως η αξιοπιστία των εντύπων τους ειδικά, και η δημοσιογραφία γενικά. Πέραν αυτών επισημαίνει όμως και τα εξής:

Για την διαδικτυακή μεταφορά

Ευγένιος Ανδρικόπουλος

eandrik@otenet.gr

H επιστολή

«Δεν είμαι από αυτούς που θα επιδίωκαν να βάλει ο Γερμανός εταίρος στην τσέπη του για ν’ ανασάνω οικονομικά. Είμαι όμως από εκείνους που διερωτώνται αν όφειλε να το βάλει ίσως βαθύτερα απ’ ότι εγώ στην δική μου προκειμένου να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του απέναντί μας αφού ακόμη εκκρεμεί η υπόθεση των πολεμικών επανορθώσεων εκ της λεηλασίας που υπέστημεν από το τρίτο Ράϊχ. Επίσης να σας θυμίσω, εξακολουθεί αναφερόμενος όμως στο παρόν υπό την ευρεία έννοιά του, ότι την παραμονή της εισδοχής μας στην ευρωζώνη η ισοτιμία της δραχμής προς το μάρκο ήταν 174 = 1, αλλά η ισοτιμία δραχμής-ευρώ ορίσθηκε σε 375 = 1 που σημαίνει ότι η αγοραστική αξία του μάρκου, στην Ελλάδα, τριπλασιάσθηκε. Και υπεραπλούστευσε την άποψή του αναφέροντας το εξής παράδειγμα: Εάν ο Γερμανός φορολογούμενος- που σήμερα αρνείται και ορθά, να βάλει το χέρι στην τσέπη- αγόραζε ένα κιλό λάδι με ένα μάρκο την επομένη με το ίδιο μάρκο, που είχε βαφτίσει ευρώ, αγόραζε τρία κιλά λάδι περίπου. Πως έγινε αυτό; Θα συνιστούσα να μην επιδιώξετε δικαστική διερεύνηση γιατί στο εδώλιο του κατηγορουμένου δεν θα κάθονταν μόνον Έλληνες. Το αποτέλεσμα έχει σημασία. Και το αποτέλεσμα είναι στο να έχει σήμερα εξαγοράσει το Γερμανικό κεφάλαιο το 38% της παραγωγικής βάσης της Ελλάδας, χωρίς να υπολογίσουμε την γιγαντιαία εξαγορά του ΟΤΕ από την D.T. ενώ υφιστάμεθα διάφορους εκβιασμούς όπως ν΄ αγοράσουμε τα ελαττωματικά υποβρύχια σας.

Κατά την γνώμη μου αυτό που με ανησυχεί δεν είναι η επιτυχημένη προβοκάτσια ή η δουλεία του περιοδικού σας. Αυτό που με προβληματίζει είναι η υβριστική αναφορά κατά ενός λαού που δείχνει πως δεν έχετε λησμονήσει την εθνική του αντίσταση και την συμβολή της στην ήττα των Χιτλερικών στρατευμάτων. Επειδή αλλιώς δεν εξηγούνται ύβρεις όπως «απατεώνες» και «αλήτες» που σε μας ωστόσο θυμίζουν τον νομπελίστα μας Ελύτη και την μεγάλη εξέγερση κατά την ημέρα της εθνικής μας επετείου το '43. Απέναντι στα μουσκέτα του κατακτητή γράφει, στάθηκαν «παιδιά με γυμνά γόνατα, που τους έλεγαν αλήτες». Συγγνώμη που το θυμήθηκα, αλλά ήμουν ένας από τους «αλήτες» εκείνους. Δεν μνησικακώ. Προσωπικά γλίτωσα με ένα σημάδι στο πετσί μου. Ο διπλανός μου τέλειωσε στο Άουσβιτς.»

Γιάννης Καψής