Τα δέκα μοιραία λάθη της Ντόρας (και μια παρατήρηση…)

Γράφει ο Daemon

Η Ντόρα Μπακογιάννη έχασε τις εκλογές της 29ης Νοεμβρίου, παρά το γεγονός ότι μόλις ένα μήνα πριν, ήταν το απόλυτο φαβορί. Ακόμα περισσότερο: Έχασε, αν και για αυτές τις εκλογές προετοιμαζόταν συστηματικά επί χρόνια. Οι λόγοι ίσως είναι πολλοί και φυσικά κανείς δεν μπορεί να τους συλλάβει όλους σε μια ανάλυση. Εδώ επιχειρούμε να τους εντάξουμε σε μια δεκάδα «Don’t» που ίσως πρέπει να λάβουν υπόψη τους όσοι ασχολούνται με τα ζητήματα της Νέας Δημοκρατίας, ή όσοι θέλουν να ετοιμαστούν από τώρα, για τις… επόμενες εσωκομματικές εκλογές. Θα αρχίσουμε από τα πιο προφανή, για να καταλήξουμε στα πιο κατά τη γνώμη μας ουσιώδη:

1. Ταυτίστηκε υπερβολικά με την κυβέρνηση Καραμανλή: Στην προσπάθειά της να κερδίσει το κυρίαρχο καραμανλικό ρεύμα, η Μπακογιάννη ουσιαστικά εξέφρασε με την ταύτισή της την κυβέρνηση Καραμανλή, που λίγες εβδομάδες πριν, οι ΝεοΔημοκράτες πρώτοι από όλους την είχαν αποδοκιμάσει! Προφανώς θεώρησε ότι έτσι θα έχει εκλογικά οφέλη, καθώς θα την στηρίξει η πλειοψηφία της ΝΔ, που το επιτελείο της εκτιμούσε ότι ανήκει στον «καραμανλισμό». Μέγα λάθος! Κι αυτό σχετίζεται με το 10ο και ίσως πιο καθοριστικό λάθος που έκανε (βλ. κατωτ. το νούμερο 10)

2. Έκανε λάθος διαχείριση του εκλογικού χρόνου: Στην πρώτη φάση της εκλογικής περιόδου, άνετη υποστήριζε δημόσια ότι «έχω αφήσει πίσω μου το παρελθόν», δηλαδή την περιπέτεια του Σαμαρά εκτός Νέας Δημοκρατίας. Πίστευε ότι θα εκλεγεί πανηγυρικά και ότι δεν έπρεπε να δώσει μια εκλογική μάχη με ........
.όρους παρελθόντος. Αίφνης, όταν αντελήφθη ότι η εκλογή δεν είναι περίπατος, αλλά ίσως ντέρμπι, κι αργότερα όταν συνειδητοποίησε ότι από φαβορί έχει γίνει αουτσάιντερ, έκανε αυτό που σωστά είχε απορρίψει στην αρχή: Εκλογική μάχη με όρους του χθες. Ενώ, λοιπόν, το εκλογικά ορθό ήταν να μιλήσει για το παρελθόν στο πρώτο μέρος της μάχης και, αφού οι πολίτες εμπεδώσουν το μήνυμά της, να αρθρώσει έναν πολιτικό λόγο για το αύριο, εκείνη έκανε το ακριβώς αντίθετο!

3. Δεν καθόριζε την προεκλογική ατζέντα, αλλά συρόταν από τους αντιπάλους της: Πρώτα για τα τεχνικά της εκλογής –αν θα ψηφίσουν για πρόεδρο τα μέλη του συνεδρίου ή η πολιτική βάση της ΝΔ- και στη συνέχεια για τις πολιτικές της θέσεις, η Ντόρα έδειχνε ότι τα διεκπεραίωνε περίπου ως αγγαρεία, αφού έτσι κι αλλιώς θα εκλεγόταν! Θυμηθείτε με ποιον τρόπο ο οραματικός πολιτικός λόγος του Σαμαρά την υποχρέωσε να δευτερολογήσει στο Συνέδριο! Αυτό το περιστατικό έπρεπε να είχε αφυπνίσει το επιτελείο της! Δεν συνέβη, όμως, κάτι τέτοιο… Ακόμα και τέσσερις μέρες πριν το στήσιμο της κάλπης, επιφανή στελέχη της πλευράς Μπακογιάννη έλεγαν στα κανάλια ότι ήταν αντίθετοι με την προσφυγή στην πολιτική βάση της παράταξης. Τέσσερις μέρες πριν καταγραφεί το εκπληκτικό νούμερο των 750.000 πολιτών που έσπευσαν στις κάλπες. Δείτε και το νούμερο εννέα των λαθών…

4. Κατά τρόπο ανεξήγητο, έχασε τη στήριξη του Δημήτρη Αβραμόπουλου: Ενδεχόμενη συμμαχία του Αβραμόπουλου με την Μπακογιάννη θα «στρίμωχνε» οριστικά τον Σαμαρά στην αμιγή δεξιά, με δεδομένο ότι η πλευρά Μπακογιάννη είχε αποφασίσει (δείτε και το νούμερο έξι) να δώσει τη μάχη πάνω στον άξονα δεξιά- κέντρο- αριστερά. Η «ολική» στήριξη του Αβραμόπουλου στον Σαμαρά αφαίρεσε από την Μπακογιάννη τη δυνατότητα να ξεδιπλώσει την εκλογική της τακτική και να παρουσιάσει τον εαυτό της ως τον εκφραστή του προοδευτικού -κεντρώου- κομματιού της Νέας Δημοκρατίας. Αντίθετα, η συμμαχία της με το Σπηλιωτόπουλο δεν είχε αντίστοιχα αποτελέσματα, διότι Μπακογιάννη και Σπηλιωτόπουλος κινούνταν στον ίδιο χώρο –όχι της λεγόμενης παραδοσιακής δεξιάς- άρα δεν είχε συμβολισμό διεύρυνσης της δικής της υποψηφιότητας. Συνεπώς δεν της επέτρεψε να κεφαλαιοποιήσει τη συμμαχία της με τον Σπηλιωτόπουλο, πάντα επάνω στον άξονα δεξιά- αριστερά, που είχε επιλέξει να κινηθεί.

5. Όσο περνούσαν οι μέρες, όξυνε την αντιπαράθεση και τις επιθέσεις της εναντίον του Σαμαρά: Μια εκλογική μάχη είναι πολυεπίπεδη: Ένα πολύ σημαντικό επίπεδο είναι κι αυτό της πολιτικής ψυχολογίας. Αποτυπώνεται στην παράσταση νίκης που μετρούν οι δημοσκόποι, αλλά και στον «αέρα» της εκφοράς του πολιτικού λόγου από μεριάς αυτών που τελικά θα νικήσουν. Τις τελευταίες δυο εβδομάδες, η Μπακογιάννη επετίθετο όλο και περισσότερο στον Σαμαρά: Ιδέες που μυρίζουν ναφθαλίνη, μικρό και συρρικνωμένο κόμμα, μεγάλο ΛΑΟΣ και τα συναφή, έδειχναν καθαρά σε όποιον είχε μάτια να δει, ότι η Ντόρα ανησυχούσε ολοένα και περισσότερο. Αντίθετα, ο Σαμαράς επετίθετο στους μηχανισμούς, όχι μόνο στους μηχανισμούς της Ντόρας, αλλά και στους μηχανισμούς της κυβέρνησης Καραμανλή, που είχαν εξοργίσει τους ΝεοΔημοκράτες. Η Ντόρα τσιμπούσε και απαντούσε για λογαριασμό της, αλλά και για λογαριασμό όλης της «μαυρισμένης» κυβέρνησης Καραμανλή! Τεράστιο λάθος. Από την άλλη, ο Σαμαράς δεν απαντούσε στις προσωπικές και πολιτικές επιθέσεις της Μπακογιάννη: Εφάρμοζε, δηλαδή, την τακτική Αβραμόπουλου όταν ο Πάγκαλος τον αποκαλούσε «κύριο τίποτα». Ο «κύριος τίποτα» δεν απαντούσε, και τελικά εξελέγη με σχεδόν 60%. Το ίδιο έκανε και ο Σαμαράς. Με τα ίδια αποτελέσματα.

6. Στον πολιτικό λόγο της ελπίδας, απαντούσε με πολιτικό λόγο διαχείρισης και αναφοράς στον άξονα δεξιά- αριστερά: Το στοιχείο αυτό είναι καθοριστικό και δείχνει ότι μεγάλο μέρος του πολιτικού προσωπικού δεν έχει αντιληφθεί τις διεργασίες στο εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας. Οι Έλληνες χρησιμοποιούν τον άξονα δεξιά- αριστερά πολλές φορές για να συνεννοούνται, αλλά δεν τον πιστεύουν. Και πώς μπορεί να τον πιστεύουν, όταν απομακρύνονται από μια πολιτική ζωή που επιμένει να δημιουργεί τεχνητούς διχασμούς πάνω στον άξονα δεξιά- αριστερά; Ο πολίτης ζητούσε έναν φρέσκο λόγο. Και του τον έδωσε ο Σαμαράς. Ξανάφερε στο επίκεντρο τον πολίτη, μίλησε για «λαϊκή συμμετοχή» όπως προ 30ετίας ο Ανδρέας Παπανδρέου. Σε αυτόν τον καταιγιστικό πολιτικό λόγο, η Ντόρα αντέταξε από τη μια μεριά το τεχνικό ζήτημα του ότι όλα τα στελέχη του κόμματος θα είναι εκλεγμένα (λες και τώρα η ανύπαρκτη Κεντρική Επιτροπή ή ο ανεκδιήγητος Ζαγορίτης δεν εξελέγη…) κι από την άλλη το ότι θα διευρύνει το κόμμα, δηλαδή έναν παρωχημένο κυβερνητισμό, την ώρα που ο λαός της ΝΔ απέρριπτε τον επί 5,5 χρόνια ασπόνδυλο ΝεοΔημοκρατικό κυβερνητισμό…

7. Οι πολιτικές της θέσεις ήταν χωρίς όραμα, σε αντίθεση με τον Σαμαρά: Είναι συνέχεια του προηγούμενου. Η Μπακογιάννη δεν κατάφερε να παρουσιάσει ένα όραμα για τον κόσμο. Ίσως είναι υπερβολικά ρεαλίστρια, κάτι που είναι απαραίτητο στην κυβερνητική δουλειά ή στην πολιτική πράξη γενικότερα, αλλά όχι στο να κερδίζει κανείς εκλογικές μάχες. Ίσως έχει υπερβολική αυτοπεποίθηση και είναι πεισμένη ότι αν αυτή αποδέχεται μια αξία ή ένα προτέρημα, σίγουρα το αποδέχονται και οι περισσότεροι Έλληνες. Ίσως έχει υπερβολική εμπιστοσύνη στο σύστημα που προσεκτικά έκτισε γύρω της, και το οποίο την πιο κρίσιμη στιγμή την πρόδωσε, όπως λέω ακριβώς παρακάτω. Σημασία εδώ έχει να πούμε ότι από τους τρεις υποψηφίους, μόνο η Μπακογιάννη δεν έδωσε ένα πειστικό όραμα. Ακόμα και ο Ψωμιάδης με το δικό του τρόπο, παρουσίασε ένα όραμα γι αυτό άντεξε σε συνθήκες ακραίας πόλωσης πάνω στις κάλπες.

8. Το κλειστό της σύστημα, την εκδικήθηκε: Η πλευρά Σαμαρά (όχι ο ίδιος, πρέπει να πω), στρατολόγησε δεκάδες στελεχών του συστήματος Καραμανλή, με το εξής αμάχητο επιχείρημα: Έχεις καμία πιθανότητα να ενταχθείς στο σύστημα της Ντόρας; Βλέπεις να υπάρχει κανένα κενό, που μπορείς να καλύψεις; Αντίθετα, στην πλευρά μας (σ.σ. Σαμαρά) δεν υπάρχει κανένας ουσιαστικός μηχανισμός, πολύ περισσότερο για να διεκδικήσει την ηγεσία ενός μεγάλου κόμματος». Και τα στελέχη προσέτρεχαν στον Σαμαρά. Δεύτερο παράδειγμα: ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ζήτησαν κι από τους τέσσερις (τότε) υποψήφιους να απαντήσουν σε επτά ερωτήματα, κοινά για όλους, με σκοπό να δημοσιεύσουμε τις απαντήσεις τους στο τεύχος Νοεμβρίου, που κυκλοφόρησε στο πρώτο δεκαήμερο του μηνός. Το γραφείο της κας Μπακογιάννη μας απάντησε τηλεφωνικά ότι δεν προλαβαίνει. Οι υπόλοιποι τρεις υποψήφιοι απλώς ζήτησαν ο ένας τρεις μέρες, οι δε άλλοι μια εβδομάδα. Δείτε τη διαφορά: Το πιο οργανωμένο γραφείο «δεν προλάβαινε». Τα λιγότερο οργανωμένα θα το προσπαθούσαν. Αυτό λέει πολλά για τις αντιλήψεις στο στενό περιβάλλον των υποψηφίων διαδόχων του Κώστα Καραμανλή.

9. Δεν κατάλαβε τη δίψα του ΝεοΔημοκράτη για συμμετοχή: Δεν είναι μόνο ότι άργησε να αποδεχθεί την συμμετοχή της βάσης, δηλαδή δεν αντελήφθη πόσο σημαντικό ήταν αυτό για τους πολίτες, που παρ’ όλες τις δυσκολίες, συνέρρευσαν (750.000 άτομα!) στις κάλπες. Αν αυτό δεν το προσλαμβάνεις ως τάση της κοινωνίας, έχεις σίγουρα ένα πρόβλημα να αντιληφθείς τι θέλουν αυτοί που φιλοδοξείς να εκφράσεις. Τόσο απλά!

10. Δεν αντελήφθη την κοινωνική σύνθεση της πολιτικής βάσης της ΝΔ: Αυτό είναι το πιο μοιραίο λάθος της Ντόρας Μπακογιάννη, αλλά και των περισσοτέρων πολιτικών στελεχών της Νέας Δημοκρατίας. Από εκεί εκκινεί η ασύνορη δίψα των ΝεοΔημοκρατών για νέο πολιτικό προσωπικό. Δεν τους εκφράζουν οι –περισσότεροι- σημερινοί πολιτικοί του κόμματος. Οι πολίτες δεν αισθάνονται ότι οι πολιτικοί της ΝΔ –κατά πλειοψηφία- είναι κοντά τους. Απορρίπτουν τον ξύλινο πολιτικό λόγο. Απορρίπτουν το κλείσιμο των βουλευτών στα γραφεία τους. Αισθάνονται ξένο το πολιτικό σύστημα που –για παράδειγμα στη Β! Αθηνών- δεν έχουν την παραμικρή πρόσβαση στον πολιτικό τους αντιπρόσωπο. Και στην Περιφέρεια –που την ξέρω αρκετά καλά!- περισσότεροι από 3 στους 4 εκλεγμένους πολιτικούς της ΝΔ δεν έχουν πατήσει το πόδι τους σε χωράφι. Η μεσαία τάξη της ελληνικής κοινωνίας πρόσκειται κοινωνικά και πολιτικά στη ΝΔ και περίμενε έναν καινοτόμο πολιτικό λόγο για να στηρίξει έναν υποψήφιο. Τον άκουσε τον καινοτόμο πολιτικό λόγο, και πήγε στις κάλπες για να στηρίξει εκείνον που τον διατύπωσε.

Ακροτελεύτια παρατήρηση: Η Ντόρα Μπακογιάννη ανήκει σε μια πολιτική οικογένεια, που έχει περάσει πολλά στην εξέλιξη της σύγχρονης πολιτικής μας ιστορίας: Ο πατέρας της πρωταγωνίστησε στην ελλειπτική δημοκρατική ζωή της μετεμφυλιακής Ελλάδας, ενώ νωρίτερα, όντας στην Αντίσταση, έπαιζε τη ζωή του κορώνα- γράμματα πολλές φορές. Η ίδια έχασε με τον πιο τραγικό τρόπο το σύζυγό της και πατέρα των παιδιών της, ενώ νωρίτερα υπέστη τα επίχειρα του επιπέδου που είχε τότε η πολιτική ζωή του τόπου, αλλά και τα επίχειρα από τη χούντα, ως κόρη του Μητσοτάκη. Κοντολογίς, η γυναίκα αυτή έχει ζήσει –και βιώσει- καταστάσεις, που εμείς όχι απλώς δεν ζήσαμε, πιθανότατα όμως δεν μπορούμε να συλλάβουμε ως ένταση εμπειρίας.

Αυτό έχει δημιουργήσει –επιτρέψτε μου την έκφραση- ένα complex of superiority στη Ντόρα Μπακογιάννη. Αισθάνεται –ίσως υποσυνείδητα- ότι μπορεί να τα καταφέρει εκεί που όλοι εμείς οι άλλοι, δεν μπορούμε. Ανεξαρτήτως, λοιπόν, του αν εμείς «οι απέξω» πιστεύουμε το Α’ ή το Β’, εάν εκείνη πειστεί για κάτι, δύσκολα μπορεί να το «μπολιάσει», να το «νοθεύσει» με τη διαφορετική αντίληψη του «απέξω». Έτσι δημιούργησε το κλειστό της σύστημα, έτσι έπαιρνε τις αποφάσεις για τη στρατηγική και την τακτική της εκλογικής μάχης, έτσι δικαιολογείται ότι δεν αντελήφθη τη λύσσα της βάσης να μετέχει στις εξελίξεις. Αν κάποιος έχει περάσει στη ζωή του «δια πυρός και σιδήρου» δεν αξιολογεί επαρκώς τη γνώμη ενός «άκαπνου».

Κι αν οι «άκαπνοι» είναι 750.000; Σε αυτό η Ντόρα δεν κατάφερε να δώσει απάντηση…-

Τα Πράγματα