Ερασιτεχνισμοί και εγωισμοί

Ενα προφητικό άρθρο του Αλέξη Παπαχελά σήμερα στην καθημερινή που αναφέρεται τι ακριβώς γίνεται στα νοσοκομεία με τους επώνυμους ασθενείς και έχουμε την αίσθηση ότι αναφέρεται στην περίπτωση Κακαουνάκη

Ενας καλός φίλος περνάει μια περιπέτεια υγείας και έχει και το... μειονέκτημα να είναι αυτό που έχει καθιερωθεί να ονομάζεται «επώνυμος», σε αντιδιαστολή με τους χιλιάδες ανώνυμους που υποφέρουν (με διαφορετικό τρόπο) από τις παθογένειες του ελληνικού συστήματος υγείας. Γιατί είναι μειονέκτημα να είσαι επώνυμος και ασθενής στην Ελλάδα; Γιατί απλά, πέραν όλων των άλλων, εμπλέκονται σε θέματα που έχουν να κάνουν με τη ζωή και τον θάνατο οι εγωισμοί ιατρών-πριμαντόνων και οι κλασικές νεοελληνικές... δημόσιες σχέσεις.

Ο τρόπος που δουλεύουν πολλοί Ελληνες γιατροί, κυρίως οι πλέον γνωστοί, χαρακτηρίζεται ούτως ή άλλως από ορισμένα δεδομένα που έχουν σφραγίσει από ό,τι φαίνεται το ελληνικό DNA. Είναι πρώτα απ’ όλα όμηροι του εγωισμού τους. Συχνά αρνούνται να συμμετάσχουν σε ιατρικά συμβούλια εκστομίζοντας τις περίφημες φράσεις «ποιος είναι αυτός που θα κρίνει τη δουλειά μου;» ή το άλλο «έλα μωρέ, ο καθένας λέει το μακρύ του και το κοντό του». Το αποτέλεσμα είναι να μην αναγνωρίζουν κανέναν άλλον εκτός από την... αυθεντία τους και ενίοτε τους «κολλητούς» τους. Μπορεί κάποιος να πάσχει από μια σπάνια ασθένεια και να αρνούνται να φωνάξουν τον ειδήμονα επί του θέματος, επειδή ανήκει σε άλλη «φράξια» ή γιατί θεωρούν πως θα τους χαλάσει τη φήμη. Προτιμούν, σε μερικές περιπτώσεις, να φτάσει ο ασθενής στα ............
όρια και μετά να υποχωρήσουν αναγνωρίζοντας την ανάγκη μετάκλησης κάποιου άλλου ειδικού.

Οταν ο ασθενής είναι «επώνυμος» η πάλη των ΕΓΩ μεγεθύνεται και αποκτά τιτάνιες διαστάσεις. Αυτό συνέβη, για παράδειγμα, όταν ασθενής ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο ένας μεγαλογιατρός φώναζε στον άλλο σε ένα πρωτοφανές επιστημονικό ξεκατίνιασμα: «ε, μα κύριε εσείς δεν είστε και τα Ιμαλάια της Ιατρικής»... Ολοι θέλουν να εξασφαλίσουν τον διάσημο ασθενή, επιδιώκουν να τον κρατούν μονοπωλιακά στην «αγκαλιά» τους, έστω και αν αυτό εγκυμονεί κινδύνους γιατί το περιστατικό μπορεί να ξεπερνά τις δυνατότητές τους.

Προφανώς δεν είναι έτσι οι περισσότεροι γιατροί και είναι πολλοί εκείνοι που τα δίνουν όλα για την επιστήμη τους και όχι την προβολή τους ή την ισοπέδωση των «αντιπάλων». Το βέβαιο, όμως, είναι ότι το σύστημα πάσχει γιατί δεν συμβαίνουν όσα στο εξωτερικό είναι αυτονόητα και καθορίζονται από πρωτόκολλα. Το ιστορικό του ασθενούς τίθεται σε ηλεκτρονικό αρχείο, ο νευρολόγος διαβάζει τον φάκελο που έχουν ετοιμάσει οι προηγηθέντες ιατροί και σηκώνει το τηλέφωνο να μιλήσει σε κάποιον πιο ειδικό από τον ίδιο, αν έχει απορίες. Αν τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα βάζει τον εγωισμό του στην άκρη και συγκαλεί συμβούλιο με τους καλύτερους, χωρίς να θεωρεί ότι απειλείται η επαγγελματική του φήμη από τις γνώμες που θα εκφέρουν οι υπόλοιποι.

Τα ελληνικά ιατρικά φαινόμενα συναντώνται σε πολλούς τομείς της δημόσιας ζωής. Είναι ίσως η μοίρα των ημιτριτοκοσμικών χωρών, που δεν έχουν μάθει να δουλεύουν με θεσμούς και συστήματα, που είναι όμηροι προσωπικών ανταγωνισμών, καπρίτσιων και κλικών. Μόνο που στην περίπτωση των γιατρών μιλάμε για ανθρώπινες ζωές!