ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ «ΑΝΑΠΟΔΑ» ΜΙΑ «ΟΜΟΛΟΓΙΑ» ΥΠΑΛΛΗΛΟΥ

Γράφει ο Βασίλης Χασιώτης

«ΕΡΓΑΣΊΑ : Πρέπει κανείς να εργάζεται, αν όχι από αγάπη για τη δουλειά, τουλάχιστον από απελπισία. διότι, έχει αποδειχτεί πως το να εργάζεσαι είναι λιγότερο ανιαρό από το να χαζεύεις.»

(Charles Baudelaire) [Roland Jaccard : Το λεξικό του απόλυτου κυνισμού, εκδ. Ποταμός, Αθήνα, 2009, σελ. 62]



«Ο πατέρας μού δίδαξε τη δουλειά. δε με δίδαξε να την αγαπώ.»

(Abraham Lincoln) [Πάσχος Μανδραβέλης : Είπαν… 2η έκδοση, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα, 1998, σελ. 118]



Ο Παύλος Γερουλάνος ο νέος υφυπουργός πολιτισμού επισκέφθηκε τον ΟΠΑΠ και τους υπαλλήλους που εργάζονται εκεί. Μεταξύ άλλων είχε και την παρακάτω στιχομυθία με έναν υπάλληλο του Οργανισμού, όπως αυτή καταγράφηκε από όλο σχεδόν τον κυριακάτικο Τύπο της 25/10.

ΓΕΡΟΥΛΑΝΟΣ : «Με τι ακριβώς ασχολείστε κύριε;»

ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ ΟΠΑΠ : «Κάθομαι σε αυτό το γραφείο που βλέπετε…»

ΓΕΡΟΥΛΑΝΟΣ : «Άλλο σας ρώτησα»

ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ ΟΠΑΠ : «Τι με ρωτήσατε; Δεν κατάλαβα.»

ΓΕΡΟΥΛΑΝΟΣ (εκνευρισμένος) : «Ποιο είναι το αντικείμενο της εργασίας σας.»

ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ ΟΠΑΠ (προκλητικά) : «Μετράω τις χάντρες του κομπολογιού μου!»

Σε έξαλλη κατάσταση ο Υπουργός Πολιτισμού έβαλε τις φωνές στον αργόμισθο και χρειάστηκε να τον ηρεμήσουν υπηρεσιακοί παράγοντες...

Όπως μπόρεσα να διαπιστώσω από τα δημοσιεύματα και κυρίως από τις (πρώτες) αντιδράσεις πολλών αναγνωστών στα blogs, η απάντηση του υπαλλήλου προκάλεσε αλγεινή εντύπωση, προφανώς λόγω του θράσους του. Και θα πρόσθετα ότι το θράσος αυτό δεν απευθύνεται κυρίως προς ένα υπουργό, ίσως μάλιστα υπό προϋποθέσεις να ήταν και θάρρος, αλλά απευθύνεται προς την ίδια την κοινωνία η οποία μαστίζεται από μεγάλη ανεργία, και βεβαίως, είναι πρόκληση αυτή η στάση απέναντι σε ανέργους που αναρωτιούνται γιατί να καλύπτει ο ανωτέρω υπάλληλος μια θέση αργομισθίας που θα μπορούσε να ήταν θέση εργασίας αν κάποιος άλλος υπάλληλος ήταν εκεί, με μεράκι για δουλειά, ή τουλάχιστον με την αντίληψη ότι οφείλει να εργαστεί εφόσον πληρώνεται γι’ αυτό.

Όμως…

Υπάρχει και ένα όμως (ή μάλλον περισσότερα του ενός….)

Διερωτώμαι, για παράδειγμα : καλά, αυτός ο υπάλληλος δεν έχει εκεί προϊστάμενο; Διότι προφανώς, αφού έχει το θάρρος (ή το θράσος) σ’ ένα υπουργό να του πει με τον πιο κυνικό τρόπο ότι δεν κάνει τίποτα, προφανώς δεν θα ............ προσποιούταν και στον προϊστάμενό του ότι δήθεν εργάζονταν.

Και το παραπάνω ερώτημα φέρνει το ακόλουθο : ο προϊστάμενος τον είχε επιπλήξει; Κίνησε τη πειθαρχική διαδικασία; Έκανε γνωστό στον υπάλληλο, αν δεν το γνώριζε, ότι η άρνηση παροχής εργασίας συνιστά σπουδαίο λόγο απόλυσης και στο δημόσιο; Ανέφερε ο προϊστάμενος τη συμπεριφορά του υπαλλήλου του στη Διοίκηση του Οργανισμού; Τι έκανε η Διοίκηση του Οργανισμού;

Και επειδή αν όλα τα παραπάνω ΔΕΝ έγιναν τότε ουδόλως μέμφομαι τον υπάλληλο αλλά τη Διοίκηση του οργανισμού διότι με τη στάση της κατ΄ ουσίαν ευνοεί και υποθάλπει τέτοιες συμπεριφορές, και επειδή κάποιος που δεν κάνει τίποτα δεν είναι κάτι που μπορεί να μην είναι ορατό, φτάνουμε στον επόμενο συλλογισμό.

Μήπως πολύ απλά, ο πιο πάνω υπάλληλος ήταν προκλητικά όχι θρασύς μα αφελής, ώστε να ομολογήσει μια αλήθεια αντί να προσπαθήσει να κάνει το πιο απλό πράγμα που θα μπορούσε : να πει κάτι, έστω και αν δεν ίσχυε, κι έτσι, να πέρναγε στο «ντούκου» του πράγμα;

Διότι το γεγονός ότι τα ίδια δημοσιεύματα που αναφέρονται στο παραπάνω περιστατικό την ίδια στιγμή υπογραμμίζουν ότι ο ΟΠΑΠ είναι ο οργανισμός με τους περισσότερους αργόμισθους, θέτει το ερώτημα : καλά, ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ ΑΡΓΟΜΙΣΘΟΙ ΤΟΥ ΟΠΑΠ, την ύπαρξη των οποίων τα ίδια τα δημοσιεύματα υπογραμμίζουν, ΠΟΙΑ ΔΟΥΛΕΙΑ ΔΗΛΩΣΑΝ ΟΤΙ ΚΑΝΟΥΝ; Ο κ. Γερουλάνος, αναμφίβολα, τα περί αργόμισθων στον στενότερο και ευρύτερο δημόσιο τομέα, τα γνωρίζει. Προσωπικά, έχοντας αυτή τη γνώση, θα εκνευριζόμουν περισσότερο με το ότι φαίνεται με το παραπάνω περιστατικό, ότι υπάρχει μόνο ένα αργόμισθος –και μάλιστα κατά δήλωσή του- ΚΑΙ ΟΥΔΕΙΣ ΑΛΛΟΣ! Οπότε, προς τι η υπογράμμιση των δημοσιευμάτων ότι στον ΟΠΑΠ ενδημούν οι περισσότεροι αργόμισθοι; ΜΗΠΩΣ ΠΕΙΡΑΞΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΤΟ ΤΡΑΧΥ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ, ΜΗΠΩΣ ΕΘΙΣΤΗΚΑΜΕ ΣΤΟΝ ΚΑΘΩΣΠΡΕΠΙΣΜΟ;

Κι ακόμα παραπέρα. Αν ο παραπάνω υπάλληλος είναι όντως άεργος –και όχι τεμπέλης-, δηλαδή δεν δηλώνει ότι δεν εργάζεται διότι δεν θέλει, μα διότι δεν έχει αντικείμενο εργασίας, δεν θα συμφωνήσουμε άραγε, ότι η όλη προβληματική πάει αλλού; Και στο δημόσιο, ξέρουμε γιατί ένας υπάλληλος δεν έχει ουσιαστικό αντικείμενο εργασίας. 1ον) διότι πράγματι δημιουργήθηκαν θέσεις πέραν των αναγκαίων στα πλαίσια των πασίγνωστων πελατειακών κομματικών σχέσεων και 2ον) διότι ένας υπάλληλος κατά κανόνα με κομματικά ή άλλα (μη υπηρεσιακά) κριτήρια πέφτει σε δυσμένεια και με απόφαση της ίδιας του της Διοίκησης παροπλίζεται (τα γνωστά «ΨΥΓΕΙΑ»). Και στις δυο όμως περιπτώσεις, Η ΜΟΜΦΗ ΔΕΝ ΠΕΦΤΕΙ ΣΤΟΝ ΥΠΑΛΛΗΛΟ που δεν έχει ουσιαστικό αντικείμενο εργασίας (για έναν από τους παραπάνω δύο λόγους), μα πέφτει ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ ΣΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ που είτε η ίδια δημιούργησε θέσεις αργομισθίας είτε η ίδια «ψυγιοποίησε» τον υπάλληλο. Μάλιστα, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις, που οι ίδιοι οι υπάλληλοι διαμαρτύρονται εντονότατα για την έλλειψη αντικειμένου εργασίας (κύρια τα «ψυγεία»), όπως επίσης δεν είναι και λίγες οι προσφυγές στη δικαιοσύνη και οι καταδικαστικές αποφάσεις που υποχρεώνουν τις Διοικήσεις να κάνουν το αυτονόητο : να δώσουν αντικείμενο εργασίας στους ενάγοντες υπαλλήλους. Μάλιστα ένα τρικ «νομιμοφάνειας» στη περίπτωση των «ψυγείων» είναι η ανάθεση προκλητικά κατώτερων του βαθμού, των γνώσεων και της εμπειρίας του παροπλιζόμενου υπαλλήλου ενασχολήσεων, που κι αυτό βεβαίως αντιμετωπίζεται στα δικαστήρια.

Τέλος, οι «εκπλήξεις» των αρμοδίων πολιτικών προϊσταμένων, θα έδει να είναι κι αυτές «σεμνές και ταπεινές». ΔΙΟΤΙ ΤΙΠΟΤΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΓΝΩΣΤΑ ΣΤΑ ΔΥΟ ΚΟΜΜΑΤΑ ΕΞΟΥΣΙΑΣ, ΚΑΙ ΤΙΠΟΤΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΔΕΝ «ΑΞΙΟΠΟΙΗΘΗΚΕ» ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΑ ΔΥΟ…