Πεισματάρικοι αριθμοί

Γράφει ο Τάσος Παππάς

Iσχυρές, μονοκομματικές και αυτοδύναμες κυβερνήσεις θέλουν οι περισσότεροι πολίτες, σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις που πραγματοποιήθηκαν μέχρι τώρα.

Το αντίθετο, δηλαδή, απ' αυτό που επιδιώκουν το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο Περισσός αγωνίζεται για αδύναμες κυβερνήσεις και αυτοδυναμία του λαού (!), ενώ η Κουμουνδούρου καλεί τους ψηφοφόρους να δώσουν ένα καλό μάθημα στις δυνάμεις του δικομματισμού.

Μέχρι εκεί, όμως. Η επόμενη μέρα δεν φαίνεται να ενδιαφέρει τις ηγεσίες των κομμάτων της αριστεράς. Προφανώς πιστεύουν ότι η ζωή θα λύσει με κάποιον τρόπο και προς όφελός τους το πρόβλημα με το οποίο οι ίδιες δεν θέλουν ν' αναμετρηθούν.

Σταθερός αντίπαλος εδώ και χρόνια του πλειοψηφικού κοινοβουλευτισμού δικομματικού τύπου, η αριστερά επικαλείται τη μεταπολιτευτική περίοδο για να αποδείξει ότι τα βασικά επιχειρήματα υπέρ των αυτοδύναμων μονοκομματικών κυβερνήσεων έχουν χάσει την αίγλη τους: ούτε η κυβερνητική σταθερότητα εξασφαλίζεται (οι παραλυτικές ισορροπίες, οι σάπιοι συμβιβασμοί και οι καταστάσεις ομηρίας των αρχηγών είναι οι εύγλωττες απαντήσεις), ούτε η διαφθορά υποχωρεί (το ακριβώς ανάποδο συνέβη), ούτε βεβαίως η πολιτική εξουσία είναι περισσότερο ανθεκτική στις πιέσεις των οργανωμένων συμφερόντων και της διαπλοκής (τα μεγαλύτερα σκάνδαλα και τα όργια των κολλητών με αυτοδύναμες κυβερνήσεις τα ζήσαμε).

Αυτές οι σωστές διαπιστώσεις δεν μπορούν, όμως, να ενσωματωθούν σε μια πολιτική πρόταση που θα έχει στόχο την αλλαγή των συσχετισμών. Μένουν μετέωρες και είναι αντικείμενο ακαδημαϊκής συζήτησης, γιατί τέτοια πρόταση (σοβαρή και ρεαλιστική) δεν έχει κατατεθεί από κείνους που οφείλουν να το πράξουν:

* Το μεν ΚΚΕ επιμόνως αυτοεξαιρείται από την ........

αναζήτηση λύσης εντός του συστήματος, γιατί, όπως λέει η γενική γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής, Αλέκα Παπαρήγα, «δεν εμπιστευόμαστε την αστική δημοκρατία ακόμα και στις καλύτερες μέρες της, εμείς δεν θα γίνουμε κομμουνιστές του γλυκού νερού» («Ριζοσπάστης» 1-9-2009).

* Ο δε ΣΥΡΙΖΑ, όπως υπογραμμίζει ο Γ. Δραγασάκης, «δεν έχει κανέναν λόγο να θυσιάζει την αυτόνομη παρουσία του και τη δυνατότητά του να επηρεάζει μαζί με τα κινήματα τις εξελίξεις στον βωμό μιας εύθραυστης και μεταβατικού χαρακτήρα διαχείρισης, ενός χρεοκοπημένου συστήματος, ενός άδικου και μη βιώσιμου μοντέλου ανάπτυξης» («Η Αυγή» 13-9-2009).

Θα μπορούσαν τα πράγματα για την Αριστερά στο πεδίο αυτό να μην είναι τόσο καταθλιπτικά αν η γραμμή των ηγεσιών της ήταν κυρίαρχη και στο εκλογικό ακροατήριο της. Θα ήταν μια δικαίωση έστω και σε στενό κύκλο. Ομως άλλα δείχνουν οι μετρήσεις. Παράδειγμα πρώτο: περίπου το 60% των οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ και το 45% των οπαδών του ΚΚΕ προτιμούν τις κυβερνήσεις συνεργασίας από τις αυτοδύναμες. Και όταν προκρίνουν τις συμμαχικές κυβερνήσεις προφανώς στο μυαλό τους δεν έχουν τον μεγάλο συνασπισμό (ΠΑΣΟΚ-Ν.Δ.), που θα ήταν για Περισσό και Κουμουνδούρου θείο δώρο, αλλά κυβέρνηση συνεργασίας του κόμματός τους με το ΠΑΣΟΚ. Παράδειγμα δεύτερο: Και η κ. Παπαρήγα, και ο Α. Τσίπρας, σχολιάζοντας την ομιλία Παπανδρέου στη ΔΕΘ και αξιολογώντας τις προτάσεις του για έξοδο από την κρίση, συμφώνησαν ότι πρόκειται για «συνταγή νεοφιλελευθερισμού σαν κι αυτή που υπηρετεί η Νέα Δημοκρατία».

Ωστόσο την ίδια στιγμή περισσότεροι από τους μισούς ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ (62,8%) και ένα μεγάλο κομμάτι των ψηφοφόρων του ΚΚΕ (37,5%) βρήκαν τον Γ. Παπανδρέου «ειλικρινή», δηλώνοντας μάλιστα ότι οι εξαγγελίες του κινούνται προς «τη σωστή κατεύθυνση» (GPO). Η διεισδυτικότητα του Γ. Παπανδρέου στους ψηφοφόρους του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ είναι εντυπωσιακή και αυτό πρέπει να προβληματίσει όσους προσπαθούν να υψώσουν πάση θυσία σινικά τείχη ανάμεσα στη σοσιαλδημοκρατία και την υπόλοιπη αριστερά.

Η «έπαρση του μοναδικού», σύνδρομο που καθοδηγεί την ηγετική ομάδα του ΚΚΕ, και η έλξη που ασκεί στην πλειοψηφούσα τάση του ΣΥΝ και στις συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ ο «αντισυστημικός κινηματισμός», σε συνδυασμό με τη ροπή προς την αντίληψη «μακριά κι αλάργα από κυβερνητικές ευθύνες για να κρατήσουμε την ιδεολογική καθαρότητά μας και την ηθική υπεροχή μας», οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην αναστύλωση του δικομματισμού. Είναι ο νόμος των ακούσιων συνεπειών: άλλο επιδιώκεις και άλλο προκύπτει.
Τάσος Παππάς