Μετανάστευση – λαθρομετανάστευση στην Ελλάδα (στα όρια της πολιτικής και ιδεολογικής παράνοιας…)

Γράφει ο Βασίλης Χασιώτης

Διαβάζοντας το πολύ ενδιαφέρον άρθρο του κ. Αλέξ. Πιστοφίδη στο «Ελληνικό Καφενείο» (12/6/2009), (Εδώ) δεν μπορώ να μη σχολιάσω την υπογράμμιση που κάνει από τη Συνάντηση Κορυφής της Ομάδας 77 των 133 φτωχότερων χωρών της Γης, το 2000 : «Είμαστε όλοι επιβάτες στο ίδιο πλοίο, αλλά ενώ κάποιες μειοψηφίες ταξιδεύουν σε πολυτελείς καμπίνες, το 85% των επιβατών συνωστίζεται κάτω από άθλιες συνθήκες. Είναι ολοφάνερο, ότι αυτό το πλοίο θα συγκρουστεί κάποτε με ένα παγόβουνο όπως ο Τιτανικός». Δυστυχώς, είναι μια άποψη των φτωχών της Γης, που θέλουν να πιστεύουν [1] ότι ταξιδεύουν με το ίδιο καράβι με τους πλούσιους αλλά σε διαφορετικές θέσεις (γι’ αυτό και τους απειλούν με μια «κοινή μοίρα»), και [2] ότι σε περίπτωση «ατυχήματος» θα είναι κοινή η μοίρα όλων των επιβατών (συνεπεία της πρώτης υπόθεσης). Τα πράματα όμως δεν είναι καθόλου έτσι στο ιστορικό γίγνεσθαι. Δεν υπάρχει καθόλου ένα καράβι που πλέει τις θάλασσες της Γης. Υπάρχουν πολλά : πολύ λίγα απ’ αυτά κινούνται με πυρηνική ενέργεια και είναι πολυτελέστατα, άλλα κινούνται με πετρέλαιο και είναι αρκετά άνετα, πάρα πολλά κινούνται ακόμα με πανιά και πάμπολλα χρησιμοποιούν ακόμα κουπιά! Το ότι είναι αληθές εν πολλοίς ότι ο πλούτος των πλουσιώτερων οφείλεται στη λεηλασία των πόρων των φτωχότερων, αυτό δεν σημαίνει καθόλου ότι θα καταποντιστούν όλοι μαζί ΕΞ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ, ότι αυτή είναι μακροπρόθεσμα η τύχη των λίγων ισχυρών της Γης. Ποτέ καμία μεγάλη Δύναμη δεν έπεσε λόγω του καταποντισμού των φτωχότερων χωρών της ζώνης επιρροής της, μα έπεσε, είτε λόγω δικών της λαθών είτε διότι μια άλλη ή άλλες μεγάλες δυνάμεις λεηλάτησαν τη δική της ζώνη επιρροής. Σε μικροκοινωνικό και μικροοικονομικό επίπεδο, αυτή την παγκόσμια αλήθεια, τη ξανασυναντάμε στη σταθερή ιστορικά διαφοροποίηση των τάξεων των πλουσίων και φτωχών, χωρίς ποτέ οι όποιοι καταποντισμοί να έχουν οδηγήσει σε κατάργηση του φαινομένου αυτής της διάκρισης! Το σύντομο σοβιετικό και γενικότερα κομμουνιστικό πείραμα, δεν οδήγησε σε κοινό ναυάγιο μιας ανιστόρητης πλουτοκρατίας και του προλεταριάτου, μα στην αντικατάσταση μιας πρώην άρχουσας τάξης με μια νέα, με ίδια ή και μεγαλύτερα ακόμα προνόμια, σε νέες νομενκλατούρες!

Δεν προτίθεμαι πάντως να «εντρυφήσω» στο θέμα «μετανάστευση – λαθρομετανάστευση» : ο χώρος άλλωστε δεν αρκεί και να τόθελα…

Σκοπεύω να εκθέσω μερικές γενικές σκέψεις μου πάνω σ’ ένα θέμα που άπτεται και της επικαιρότητας, μα που είναι ταυτόχρονα και διαχρονικό, αφού εν πολλοίς έχει να κάνει με την ιστορική παθογένεια της διοίκησης του ελληνικού κράτους και κάποιων σχετικών περί αυτού του θέματος ιδεολογικοπολιτικών προσεγγίσεων.

Λοιπόν, ας ξεκινήσουμε ευθύς ρωτώντας : Η μετανάστευση ξένων στη χώρα μας είναι αναγκαία; Η απάντηση είναι : Εξαρτάται. Το ερώτημα είναι : από τι; Η απάντηση είναι : από το αν τους χρειάζεται ή όχι η οικονομία μας. Η ερώτηση είναι : αυτό σημαίνει ότι μπορεί και να χρειάζεται κάποιους; Η απάντηση είναι : μπορεί. Η ερώτηση είναι : πώς καθορίζεται πόσοι και ποιάς ειδικότητας μετανάστες πιθανώς να χρειάζεται η χώρας μας; Η απάντηση είναι : στα πλαίσια ενός στοιχειωδώς οργανωμένου κράτους, που πορεύεται με .........στοιχειώδεις πολιτικές και στρατηγικές, αυτό καθορίζεται μέσα από τεκμηριωμένες μελέτες. Η ερώτηση είναι : κι όταν αποφασιστεί πόσοι χρειάζονται, πώς γίνεται η «πρόσκληση»; Η απάντηση είναι : μέσω επίσημων κρατικών φορέων, εδώ και στο εξωτερικό, οι οποίοι καθορίζουν πόσοι επιτρέπεται να έρθουν, ποιες ειδικότητες και ποια κριτήρια πρέπει να πληρούν, ώστε να τους επιτραπεί όχι μόνο η εργασία στη χώρα μας μα και η είσοδός τους. Ερώτηση ; με τους λαθρομετανάστες τι γίνεται; Απάντηση : ένα ευνομούμενο κράτος, δεν κάνει εκπτώσεις στη νομιμότητα. Λαθρομετανάστης σημαίνει παράνομος : οφείλει να αποσταλεί πίσω στη χώρα του και να επανέλθει μέσω της νόμιμης οδού, αν πληροί τα κριτήρια νόμιμης εισόδου.

Έχω την αίσθηση ότι μέσα από τις παραπάνω 5-6 απλές ερωτήσεις και τις αντίστοιχες απαντήσεις, στη δική μου αντίληψη των πραγμάτων, το ζήτημα τέθηκε στις βάσεις που ο κοινός νους –και πάντως ο δικός μου- απαιτεί να τεθεί. Κι όντας οπαδός της απλότητας σε ζητήματα οργάνωσης και διοίκησης του οποιοδήποτε οργανισμού, περιλαμβανομένου και του κράτους, πιστεύω ότι οποιαδήποτε περαιτέρω «συνθετοποίηση» του ζητήματος, μάλλον επιχειρεί να εκτρέψει τη λογική παρά να την υπηρετήσει.

Αυτός –ο όποιος «αυτός»-, μόνος ή με την οικογένειά του μαζί, που ξεκινά από το Πακιστάν, ή το Αφγανιστάν, ή τη Γκάνα ή τη Νιγηρία για να έρθει στην Ελλάδα για να εργαστεί σαν μετανάστης, σίγουρα δεν κάνει κάτι που αν μπορούσε να το αποφύγει δεν θα το έκανε. Πολύ δε περισσότερο, αν αυτό που επιχειρεί, το επιχειρεί και κατά τρόπο παράνομο. Τούτη όμως η ανεξέλεγκτη μετανάστευση ολόκληρων στρατιών μεταναστών (και λαθρομεταναστών –αυτό ας το υπογραμμίζουμε ιδιαίτερα και συνεχώς όταν μιλάμε για τη χώρα μας), μια εξέλιξη μονάχα προοιωνίζει : την δημιουργία προβλημάτων στην οικονομία, στην κοινωνία, στην εθνική ασφάλεια. Τα όποια οικονομικά οφέλη που ενίοτε προβάλλονται από την παρουσία των οικονομικών μεταναστών, αξιολογούνται ως τέτοια και εκτιμώνται ως τέτοια, με βάση βραχυπρόθεσμες υποθέσεις και αξιολογήσεις, μακροχρόνια όμως, κανείς δεν μας λέει –ή δεν τολμά να προβλέψει- τι θα σημάνει αυτή η απρογραμμάτιστη εισροή μεταναστών και κυρίως των λαθρομεταναστών, που εδώ στην Ελλάδα, τείνει να λάβει εκρηκτικές διαστάσεις. Με λίγα λόγια, αποφεύγεται επιμελώς η αξιολόγηση και εκτίμηση των αρνητικών επιπτώσεων.

Είναι φανερό, ότι η σύγχρονη μετανάστευση-λαθρομετανάστευση κάρπισε (για την ακρίβεια : οξύνθηκε) παράλληλα με το κάρπισμα της «παγκοσμιοποίησης» και της (επικουρικά προβληθείσας) «πολυπολιτισμικότητας», δύο Δούρειοι Ίπποι που πίσω από τις δήθεν ουμανιστικές τους διαθέσεις και διακηρύξεις για τα (θεωρητικώς ωραιοποιημένα) «αγαθά» των παγκοσμιοποιημένων αγορών και της προοπτικής κατάργησης των συνόρων, προωθούν αυτό που όλοι μας σήμερα βιώνουμε, δηλαδή μια αύξουσα εξαθλίωση των μαζών –κι εκείνων που καταφθάνουν και των ντόπιων. (Προσέξτε : δεν αναφέρομαι καθόλου εναντίον στην παγκοσμιοποίηση της ευημερίας, της ανάπτυξης, της προόδου, του ανώτερου βιοτικού επιπέδου! Αλλά, τι σχέση έχει αυτή η παγκοσμιοποίηση με τη παγκοσμιοποίηση της φτώχειας και της μιζέριας που μας υπόσχεται η τρέχουσα «επίσημη» έκδοσή της;) Χωρίς να μειώνεται η φτώχεια στις χώρες προέλευσης των μεταναστών και να εκτονώνονται οι εκεί κοινωνικές τριβές λόγω ακριβώς του «θείου δώρου» της μετανάστευσης, σε μας τους κάπως μεγαλύτερους αυτό κάτι μας θυμίζει απ΄ την ντόπια μας ιστορία, (ακόμα κι αν αυτό συνέβαινε, δεν γνωρίζω γιατί θα έπρεπε κάποιες άλλες χώρες να «εισάγουν» υποχρεωτικώς τούτο το ωστικό κύμα), στην ουσία εξάγει σπόρους φτώχειας και ανισορροπίας που θα σπείρουν τα νέα χωράφια στα οποία θα φυτευτούν. Όλοι αυτοί οι δυστυχείς, κυρίως δε οι λαθρομετανάστες, όντας εκόντα άκοντα πιόνια στα χέρια των σχεδιαστών των παγκόσμιων πολιτικών, δημιουργούν εκεί που πάνε οικονομικά ανταγωνιστικούς συντελεστές παραγωγής (π.χ. εργατική δύναμη), που αν δεν «τραβούν» προς τα κάτω τις τιμές των ντόπιων συντελεστών, τουλάχιστον τους αποθαρρύνουν για παραπέρα διεκδικήσεις. Άλλωστε από το να μετακομίζουν διαρκώς επιχειρήσεις από την Ευρώπη –και την Ελλάδα- προς «εργατικούς παραδείσους», δεν είναι οικονομικά πιο συμφέρον, τούτο το φτηνό και πρόθυμο για ευέλικτες μορφές εργασίας εργατικό δυναμικό, να το φέρουμε εδώ, όπου θα βάλει κι ένα φρένο στις επιδιώξεις των γηγενών «κακομαθημένων» εργαζόμενων, που άλλο δεν ξέρουν να κάνουν από το να ονειρεύονται ένα καλύτερο αύριο, όταν τόσος κόσμος δυστυχεί αλλού; Και βέβαια, ενώ έχει η χώρα μας καταστεί ένα κράτος χωρίς σύνορα σε ό,τι αφορά την εισροή λαθρομεταναστών και παράλληλα με μια σχεδόν εντελώς ανύπαρκτη μεταναστευτική πολιτική και σχεδιασμό, μεταναστών στη πλειονότητά τους χαμηλής ως ανύπαρκτης ειδίκευσης, την ίδια ώρα, είναι εντελώς ανίκανη να μπορέσει να παλιννοστήσει ξενιτεμένα (πες : διωγμένα) λαμπρά ελληνικά μυαλά, και το χειρότερο, να κρατήσει όσα παρέμειναν εντός των συνόρων. Το μέλλον, δεν έχει ανάγκη από περισσότερα ανειδίκευτα χέρια. Έχει ανάγκη από περισσότερα ειδικευμένα μυαλά, κι αν μάλιστα αυτά τα μυαλά αγαπούν και τη χώρα, μπορούν να αποδώσουν και περισσότερο.

Τελικώς, όσοι υποστηρίζουν την χωρίς όρους και όρια ανοχή στο φαινόμενο της μετανάστευσης και κυρίως της λαθρομετανάστευσης, είτε το κάνουν θελημένα (που δεν θέλω να το πιστεύω) είτε αθέλητα, στρέφονται και εναντίον του πιο βασικού τους επιχειρήματος : του ανθρωπισμού. Η προοπτική δεν βρίσκεται στο να αποδεχτούμε μια κατάσταση που τραβά τους πάντες προς το βυθό, μα να παλέψουμε (όχι μόνο σαν Ελλάδα, μα και μέσα από διεθνείς οργανισμούς που μετέχουμε) για ανάπτυξη στις χώρες εκείνες που παράγουν τα φαινόμενα της μετανάστευσης και λαθρομετανάστευσης. Να ανεβάσουν το βιοτικό τους επίπεδο, να ανεβάσουν τα εργατικά τους εισοδήματα, να πάψουν να είναι οι οικονομίες του χαμηλού εργατικού κόστους και των απροστάτευτων εργατικών δικαιωμάτων, οι «παγκόσμιες εργατικές χωματερές» λέω εγώ. Και αποτελεί τουλάχιστον αφέλεια να πιστεύει –και να αγωνίζεται- κανείς για το δικαίωμα σε ανθρώπινα επίπεδα διαβίωσης των λαθρομεταναστών, σε μια περίοδο όπου και οι γηγενείς που πληρώνουν για να έχουν στοιχειώδεις κοινωνικές πρόνοιες βλέπουν το δικό τους βιοτικό επίπεδο να συρρικνώνεται συνεχώς.

Ένα τεράστιο ερωτηματικό πάντως αιωρείται : τι θα γίνει όταν, όπως και στη πρώτη εικοσαετία μετά το 1950, στην Ευρώπη, τα φτηνά εργατικά χέρια που στο κάτω-κάτω τότε είχαν «προσκληθεί» να μετακινηθούν προς τις μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες στα πλαίσια της πολιτικής ανόρθωσής τους από τον πόλεμο, πάψουν να είναι τόσο «χρήσιμα» ή τόσο «επιθυμητά», όχι κατ΄ ανάγκη με βάση την οικονομική λογική, και για ακόμα μια φορά, όπως και τότε, οι μετανάστες –πόσο μάλλον οι λαθρομετανάστες- μετατραπούν «…σχεδόν εν μια νυκτί, από αξιόλογοι παράγοντες της παραγωγής σε απειλή για τις δουλειές, καταβόθρα για το κράτος πρόνοιας και ανεπιθύμητους αλλοφύλους.»; (Mark Mazower : Σκοτεινή Ήπειρος, Ο Ευρωπαϊκός Εικοστός Αιώνας, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2001, σελ. 312 ). Τα πρώτα φαινόμενα που αχνοδείχνουν ότι οι ταλαίπωροι αυτοί άνθρωποι, ίσως αρχίζουν να μην είναι πλέον χρήσιμοι στις πλούσιες (και όχι μόνο) Δυτικές χώρες όπου ήδη κατευθύνθηκαν και κατευθύνονται, (επαναλαμβάνω τον μη κατ’ ανάγκη οικονομικό ορθολογισμό αυτής της επιλογής, αλλά στο «συνολικό» παιχνίδι, δεν είναι ούτε μετρά μόνο η οικονομία στη διεξαγωγή του), ενώ το τι τους ξημερώνει και κυρίως με ποιο τρόπο θα αντιμετωπιστούν, είναι αυτό που θα περιμένουμε να δούμε. Στην Ιταλία, ήδη ποινικοποιείται η λαθρομετανάστευση, οι ΗΠΑ κάνουν λόγο (απευθυνόμενες και στη Ελλάδα) για το φόβο οι λαθρομετανάστες να αποτελούν όχημα μεταφοράς τρομοκρατίας, (βέβαια, έπειτα από τις 9/11/2001, αλλά και γεγονότα όπως της Μαδρίτης και το Λονδίνου λίγο αργότερα, μάλλον «εξάγουν» δικούς τους κατ’ αρχήν φόβους), το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο νομοθετεί υπέρ του περιορισμού και της αντιμετώπισης του φαινομένου, ενώ αναδύονται έστω και ετεροχρονισμένα ζητήματα εθνικής ασφάλειας σε χώρες όπως η Ελλάδα (για να μη πω κυρίως η Ελλάδα).

Και βεβαίως, δεν θα πρέπει να έχουμε και τόσο αφελή προσέγγιση προς τα γεγονότα. Όλες αυτές οι καραβιές λαθρομεταναστών, χωρίς κανένα στοιχείο πάνω τους για το ποιοι είναι και πούθε κρατά η σκούφια του καθενός, ή με στοιχεία αμφίβολης γνησιότητας, δεν μεταφέρουν πάντα ταλαιπωρημένους πλην νομιμόφρονες πολίτες άλλων χωρών, που αναζητούν στη χώρα μας μια καλύτερη τύχη. Υπολογίζεται ότι το ήμισυ της παγκόσμιας μεταναστευτικής κίνησης έχει πάρε-δώσε με έκνομες δραστηριότητες, όπως λαθρεμπόριο και μορφής-μορφής σκλαβοπάζαρα με τζίρο που αγγίζει τα 10 δις $ ετησίως (Fiona Adamson : International migration and national security : maximizing benefits and minimizing risks, εις http://www.thechicagocouncil.org), στη περίπτωση δε της Ελλάδας, είναι κάτι παραπάνω από εμφανής η συμβολή της γείτονος Τουρκίας στη συντήρηση και διόγκωση του προβλήματος για προφανείς λόγους.

Αν και απεχθάνομαι τις δογματικές αναφορές, εν τούτοις θα κλείσω με τούτο το (δογματικό) : Θα πρέπει να μπει τελεία και παύλα στους πολιτικούς αυτοσχεδιασμούς και στην πολιτική του κενού. Όταν τα ζητήματα φτάνουν στο μη περαιτέρω, τότε είναι η ώρα που μπορούμε να πούμε ότι η πολιτική είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να την αφήσουμε στους πολιτικούς, στα πολιτικά τους παιχνίδια και στις ιδεοληψίες τους… Πρέπει να αξιώσουμε, τουλάχιστον από εδώ και πέρα ν’ ακούγεται η φωνή του λαού. Δημοψηφίσματα, για όλα τα σημαντικά ζητήματα. Επί τέλους, υπάρχουν κι άλλοι που μπορούν και κυρίως δικαιούνται να έχουν γνώμη σ’ αυτό τον τόπο… Επί τέλους, η χώρα αυτή, δεν ανήκει σε 5 ή 10 πολιτικά «τζάκια» ή σε 5, 10, 100 «ινστρούχτορες» που κατοικοεδρεύουν στα Ιμαλάϊα της διανόησης…