Κερκόπορτες

Γράφει ο Αλέξης Καλοκαιρινός

Η πολιτική μας τάξη έχει ξεπεραστεί από τα πράγματα. Τα κόμματα εξουσίας στην Ελλάδα είναι (τουλάχιστον, ήταν μέχρι χθες) οι απόλυτοι κυρίαρχοι της δημόσιας ζωής. Σήμερα, τα έχουν χαμένα. Οι δύο κεντρικοί παίκτες έχουν εγκλωβιστεί σε ένα θανατηφόρο τανγκό. Ανταλλάσσουν προσκλήσεις συνεργασίας χωρίς ανταπόκριση, ανάμεικτες με λοιδορίες που ανταποδίδονται. Μαζί δεν μπορούν, αλλά και χώρια δεν θέλουν. Είναι εύλογο να αμφισβητείται η ειλικρίνεια αμφοτέρων και να δημιουργείται στους πολίτες η υπόνοια ότι και οι δύο ελπίζουν στις εγγενείς άμυνες του συστήματος για τη σωτηρία τους.
Όμως, στην κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε, η σωτηρία απαιτεί γενναιότητα.
Γενναιότητα σημαίνει, κατ΄ ελάχιστον, δημόσια παραδοχή της πραγματικότητας. Σημαίνει επίσης μονομερείς ενέργειες που θα αποτρέψουν την επανάληψη της φαυλότητας. Για παράδειγμα, ουδείς εμποδίζει τη Ν.Δ. ή το ΠΑΣΟΚ να ονομαστικοποιήσουν από αύριο και να δημοσιοποιούν στο εξής όλες τις οικονομικές εισφορές που θα δέχονται και να δικαιολογούν λεπτομερώς όλες τις προεκλογικές δαπάνες τους.
Δεν χρειάζεται να το συναποφασίσουν. Όποιος το πράξει, θα παρασύρει και τον άλλο.
Βεβαίως, αυτά δεν αρκούν. Διότι πίσω από το ζήτημα της παράνομης χρηματοδότησης των κομμάτων κρύβονται οι «αμαρτίες» των έργων και προμηθειών του Δημοσίου. Αν πράγματι η Ζίμενς χρηματοδοτούσε τα κόμματα εξουσίας, αυτό γινόταν προφανώς επί αντιπαροχή. Η αντιπαροχή δεν θα ήταν απαραίτητα συγκεκριμένη. Κατά βάση, τα κόμματα αναλαμβάνουν να διατηρούν το ελληνικό Δημόσιο σε κατάσταση ξέφραγου αμπελιού. Οι κερκόπορτες είναι ορθάνοιχτες για τους ευγενείς χορηγούς, σε ειδικότερη συνεννόηση με μεμονωμένα πολιτικά πρόσωπα και δημόσιους λειτουργούς σε διάφορες βαθμίδες της διοίκησης. Αντίστοιχα, η υπεράσπιση του δημόσιου συμφέροντος είναι υπόθεση μεμονωμένων προσώπων, πολιτικών και υπαλλήλων, που από ένα σημείο και πέρα δεν θέλουν πλέον να γνωρίζουν.
Περισσότερο, η θωράκιση του κράτους και η αποκοπή του από τον εναγκαλισμό τού εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος είναι ζήτημα των θεσμών. Αυτή είναι κυρίως η μεταρρύθμιση που θα πονέσει το πολιτικό σύστημα.
Αν δεν γίνει, το ρητορικό ερώτημα «ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο;» θα λαμβάνει εφιαλτικές απαντήσεις, υπονομευτικές για τη δημοκρατία.
ΤΑ ΝΕΑ