Θεομαχίες – In memoriam…

Γράφειο Βασίλης Δημ. Χασιώτης 


Συμπληρώνονται σήμερα 12 χρόνια από την 11η Σεπτεμβρίου 2001, όταν έγινε η τρομοκρατική επίθεση στους Δίδυμους Πύργους στη Νέα Υόρκη. Τότε, δημοσίευσα ένα άρθρο στην εφημερίδα Η ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ, στις 18/9/2001, με τον τίτλο «Θεομαχίες», που αναφέρονταν στο συμβάν αυτό. Με αφορμή τη θλιβερή σημερινή επέτειο εκείνου του γεγονότος, επαναδημοσιεύω σήμερα το.......
παραπάνω άρθρο.


Ο χώρος δεν επαρκεί για «εμβριθείς» προσεγγίσεις, πόσο μάλλον για αναλύσεις. Το δυστύχημα με την Ιστορία είναι διπλό : η αλήθεια για τα σημαντικά πράγματα διαδραματίζεται στα παρασκήνια, ενώ η οποτεδήποτε αναδυόμενη ιστορική αλήθεια –του παρελθόντος- απαιτεί περίσσευμα ισορροπίας κρίσεως για να μπορέσει να μεταβληθεί σε ένα χρήσιμο «ιστορικό προγραμματικό δεδομένο».

[*]

Μ’ αυτόν τον περιορισμό, διήλθα ήδη άνευ σχολίων τα «κρίσιμα» ερωτήματα που τίθενται σε αντίστοιχες «κρίσιμες τοποθετήσεις». «Λυπάστε ή δεν λυπάστε για τα θύματα;» είναι το μέγα ερώτημα όλων εκείνων που σπεύδουν να επιτεθούν εναντίον οποιουδήποτε τολμήσει να ψευδίσει ότι «ναι, λυπάμαι, αλλά, μήπως είναι χρήσιμο να σκεφτούμε μήπως θα έπρεπε την ευαισθησία μας αυτή να τη δείχνουμε και σε κάθε άλλο πλάσμα πάνω σ’ αυτό το πλανήτη που θυσιάζεται το ίδιο οικτρά, όχι κατ’ ανάγκη από αεροπλάνα ή από οβίδες;». Αλλά τα «μεγάλα επιχειρήματα» δεν σταματούν εδώ. «Ώστε ομιλείτε για συμψηφισμό αίματος;» είναι το άλλο μέγα ηθικό δίλημμα που θέτουν οι τιμητές –όψιμοι ή καθέξιν. «Τι θα κάνατε κύριε ή κυρία τάδε, -ιδού το άλλο μέγα επιχείρημα όταν επισημαίνεται η αναγκαιότητα να αποφευχθεί στρατιωτική δράση- αν κάποιος σκότωνε και ο δολοφόνος υποθάλπονταν από κάποιον; Δεν θάπρεπε το θύμα να αναζητήσει τον δολοφόνο και να πάει να τον συλλάβει;» –μέσα στο σπίτι του άλλου εννοείται. Το τελευταίο τούτο ερώτημα είναι βέβαια αφοπλιστικό. Με τη διαφορά όμως ότι δεν διευκρινίζει αν το δικαίωμα της δίωξης ανήκει στο συγγενή του κάθε θύματος ή στη νόμιμη αρχή, και αν λέγοντας να συλλάβω το θύμα εννοώ να εισβάλλω στη κρύπτη όπου πιθανώς να βρίσκονται και άλλοι αθώοι και ν’ αρχίσω να πυροβολώ αδιακρίτως –και να σκοτώνω αδιακρίτως- έως ότου «βάλω στο χέρι» τον θύτη. Αλλά, δεν θάταν καλύτερο όλα αυτά να τα προβάλλουν ως σενάρια η ούτως ή άλλως ενίοτε βιογεννήτρια αμερικάνικη έβδομη τέχνη στυλ «Ράμπο» –ο ανορθωτής της χαμένης εθνικής αμερικανικής τιμής στους βάλτους και τα έλη του Βιετνάμ, ο οποίος –Ράμπο- «κατόρθωσε» να πετύχει ότι δεν πέτυχαν χρόνια πολεμικών επιχειρήσεων εκεί του τακτικού αμερικανικού στρατού;

[*]

Τι ένοιωσα λοιπόν βλέποντας τις εικόνες από την πρωτοφανή όντως τρομοκρατική επίθεση στη Νέα Υόρκη και την Ουάσιγκτον; Δεν θα πω ότι αισθάνθηκα οδύνη. Οδύνη μπορεί να αισθανθεί μονάχα ένας συγγενής ενός θύματος ή κάποιος που είχε μια ισχυρή προσωπική συναισθηματική σχέση με κάποιον ή κάποια. Ούτε πιστεύω ότι πράγματι οδύρονται όλοι εκείνοι οι που δηλώνουν οδύνη. Θα πω πολύ απλά ότι λυπήθηκα για τα αθώα θύματα, συγκλονίστηκα από το είδος και το μέγεθος της καταστροφής, και ένιωσα επίσης έκπληξη για την ευκολία με την οποία οι ΗΠΑ δέχτηκαν ένα τέτοιο πλήγμα. Αν εξαιρέσουμε την έκπληξη, τα υπόλοιπα δύο συναισθήματα είναι τα κοινά συναισθήματα που διακατέχουν κάθε μέσο άνθρωπο που βρίσκεται αντιμέτωπος με τέτοιες καταστάσεις. Οι συγγενείς με τις φωτογραφίες των αγνοουμένων στα ερείπια ή εικόνα των αεροπλάνων που έπεφταν στους Δίδυμους Πύργους, νομίζω ότι σε κάθε άνθρωπο διέγειραν συναισθήματα αποτροπιασμού και λύπης –για τη δεύτερη περίπτωση- και συμπάθειας και αλληλεγγύης –για τη πρώτη περίπτωση. Τούτο δεν χρειάζεται να το ερωτούμε καν, όπως υποθέτω, ότι δεν θα έπρεπε να ρωτούσαμε αν ο μέσος αμερικανός αισθανόταν κάτι διαφορετικό βλέποντας τις οβίδες να πλήττουν τα καραβάνια αμάχων στην Γιουγκοσλαβία, ή τις μάνες και τις γυναίκες των αγνοουμένων από την εισβολή του Αττίλα στην Κύπρο –κάτι ασφαλώς που θα πρέπει, οφείλει να γνωρίζει. Όπως επίσης πιστεύω ότι δεν θα πρέπει να υπάρχει άνθρωπος που να μπορεί να θεωρήσει τους τρομοκράτες που έριξαν τα αεροπλάνα επί των κεφαλών δικαίων ως «αγγέλους του Αλλάχ», άλλ’ ούτε μπορεί και να υπάρξει άνθρωπος που να θεωρούσε «αγγέλους του –δικού μας- Θεού» τα αεροπλάνα που βομβάρδιζαν ας πούμε τη Νέα Γιουγκοσλαβία. Αυτές οι ανεμοσπορές, τίποτα το καλό δεν προοιωνίζουν εκτός από θύελλες. Τούτες οι Θεομαχίες δεν μπορούν ν’ αφορούν ένα Θεούς. Ο οποιοσδήποτε Θεός, εκτός κι αν ρητά δηλώνει ότι δεν μπορεί να κορεστεί παρά μονάχα με σάρκα και αίμα αθώων, δεν μπορεί να έχει σχέση με κανένα σύγχρονο πολιτισμό. Οι ιερείς τέτοιων Θεών δεν είναι άγγελοι είναι κάτι άλλο.

[*]

Πέρα από τα παραπάνω, πέρα από τις ευχές, ήδη ένα μεγάλο ερώτημα πλανάται πάνω στον πλανήτη. Πώς θα αντιδράσει η υπερδύναμη; Τούτο δεν είναι καθόλου εύκολο να εκτιμηθεί, ούτε έχει τη στιγμή τούτη κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον να επιχειρήσουμε να εκθέσουμε τα πιθανά σενάρια –άλλωστε εκτίθενται καθημερινά ώστε να περισσεύει η αναπαραγωγή τους εδώ. Η πρόκληση πάντως της επίδειξης ωριμότητας, σύνεσης και δικαιοσύνης από την πλευρά των ΗΠΑ είναι πολύ μεγαλύτερη από την πρόκληση του ίδιου του κτυπήματος. Ακόμα η επίδειξη περισσεύματος ανοχής και κατανόησης αποτελούν ηγετικά χαρίσματα : η αγανάκτηση είναι δικαιολογημένη όταν βλέπεις σε κάποιες γωνιές του πλανήτη κάποιοι λαοί δημόσια να επιχαίρουν για μια καταστροφή σαν αυτή που εδώ συζητούμε, όμως, την ίδια στιγμή, θα έπρεπε ο απλός τουλάχιστον αμερικάνος να διερωτηθεί γιατί αυτοί οι επιχαίροντες λαοί είναι τόσο αγνώμονες προς τη χώρα τους; Τούτο το ερώτημα πρέπει να το θέσουν οι ίδιοι στην ηγεσία τους. Η «ανάγκη» εξάλλου να επιδείξει τη δύναμή της μια όντως υπερδύναμη απέναντι σε 100, 1000 ή 10.000 τρομοκράτες μάλλον θα προβληματίσει παρά θα επιβεβαιώσει το οτιδήποτε. Η πάταξη της τρομοκρατίας τρεχόντως απαιτεί μάλλον την συνεργασία στα πλαίσια του ΟΗΕ παρά στα πλαίσια του ΝΑΤΟ –που ούτως ή άλλως δεν βλέπω πια τον λόγο ύπαρξής του, ή για να το θέσω διαφορετικά, η νέα του αποστολή κάθε άλλο παρά θα συμβάλει σ’ αυτό που ισχυρίζεται ότι επιδιώκει. Στο δε επίπεδο του ουσιαστικού της περιορισμού, η τρομοκρατία δεν πρόκειται να εξαλειφθεί αν δεν εξαλειφθούν τα αίτια που την παράγουν –ένα μάλλον απαντημένο ζήτημα. Οι δίκαιη οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, ιδού το εξαιρετικά απλό και ταυτόχρονα πολύ σύνθετο.

[*]

Έτσι, για παράδειγμα, η λογική του «πας μη μεθ’ ημών καθ’ ημών», η παροτρυνόμενη εθνικιστική –που καλείται στην περίπτωση αυτή «πατριωτική»- έξαρση στους πολίτες των ΗΠΑ –που εύχομαι να είναι μια εν θερμώ αντίδραση, που θα καταλαγιάσει-, η επίκληση του Θείου στις τρέχουσες ανθρώπινες όσο και επίγειες διαφορές, δεν δρομολογούν τίποτα το «νέο» στα διεθνή πράγματα. Τέτοιες εξαγγελίες, δεν προαναγγέλλουν καμία σύνθεση. Αυτό θα ήταν το νέο. Προαναγγέλλουν μάλλον μια αποσύνθεση του ούτως ή άλλου εύθραυστου παγκόσμιου συστήματος οικονομικής και πολιτικής ισορροπίας, κι αυτό είναι κάτι το εξαιρετικά οικείο σε όλους, διότι είναι κάτι το εξαιρετικά παλιό. Αυτή η μεγάλη ομιχλώδης έννοια της παγκοσμιοποίησης θα πρέπει να ξανατεθεί επί τάπητος ως προβληματισμός. Αυτές οι επικλήσεις περί του «παγκόσμιου χωριού» –που όμως επιμελώς αποφεύγουν να πουν λέξη για το ποιός θα είναι και πώς θα καθορίζεται ο «παγκόσμιος κοινοτάρχης», θα πρέπει να προσγειωθούν στη πραγματικότητα. Μπορεί οι τεχνοκράτες να λύνουν στα μοντέλα τους το οποιοδήποτε πρόβλημα –συνήθως κάτω από «μεγαλοπρεπείς αφαιρέσεις»- όμως κανένα μοντέλο δεν μπόρεσε ποτέ να καλουπώσει κανένα πόθο, κανένα όραμα –ούτε να τα μετρήσει. Ο πλούσιος κόσμος ζει πλούσια επειδή λεηλατούνται οι πόροι των φτωχών. Ζω περισσότερο διότι κάποιοι πεθαίνουν πολύ νεώτεροι από μένα όχι επειδή το θέλει ο Αλλάχ, αλλά επειδή δεν περισσεύει ν’ αγοραστεί ούτε ένα αναγκαίο φάρμακο όταν εδώ αρχίζουμε να αντιμετωπίζουμε προβλήματα από την αλόγιστη χρήση φαρμάκων. Οι αντιθέσεις είναι πολλές, είναι μεγάλες, είναι κρίσιμες, είναι επικίνδυνες. Θα διατεθούν αναμφίβολα πολλά δισεκατομμύρια δολάρια για να χρηματοδοτηθεί ο νέος παράξενος και παράλογος πόλεμος. Το αποτέλεσμα θα είναι να φουντώσει το μίσος και η τρομοκρατία, ακόμα κι αν εξαρθρώσεις όλες τις υπάρχουσες τρομοκρατικές ομάδες. Τα ίδια αυτά χρήματα αν διατεθούν για την μείωση των διεθνών ανισοτήτων, το αποτέλεσμα θα είναι να έχεις καταφέρει ένα απείρως πιο καίριο πλήγμα κατά της διεθνούς τρομοκρατίας, θα είναι να έχεις πετύχει να απομονώσεις την τρομοκρατία και τους τρομοκράτες μέσα στις ίδιες τους τις κοινωνίες, από τα μέλη των ίδιων των δικών τους κοινωνιών.

Όμως, το τι θα γίνει θα εξαρτηθεί από τα όσα συμβαίνουν στο παρασκήνιο. Στο προσκήνιο εμείς, όλοι οι άλλοι. Οι «πληροφορημένοι απληροφόρητοι», μιας και οι πρωταγωνιστές των παρασκηνίων απαγορεύεται ρητά να αποκαλυφθούν και πολύ περισσότερο να ομιλούν. Όσο λιγότερο μάλιστα ομιλούν αυτοί, τόσο περισσότερο ομιλούμε εμείς. Έχει άραγε αυτό κανένα νόημα; Θαρρώ ότι έχει…