Το σοκ απέτυχε, ενώ το δέος επέτυχε τους στόχους του…

Του Δημήτρη Α. Γιαννακόπουλου
Αναρωτιούνται οι καλά εκπαιδευμένοι Έλληνες: γιατί απέτυχε η μεθοδολογία «σοκ και δέος» της Τρόικας να επιφέρει προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας στην ΟΝΕ; Διότι περί αυτού επρόκειτο και αυτό σήμαινε και σημαίνει «πάση θυσία στο ευρώ». Αυτό σήμαινε «Σωτηρία  της Χώρας», όπως την εννοούσαν όλοι οι κεντροδεξιοί και.......
κεντροαριστεροί, ο κ. Παπανδρέου, ο κ. Παπαδήμος, ο κ. Σαμαράς κλπ., στον βαθμό που καταλάβαιναν ασφαλώς τι λένε με όρους εθνικής οικονομίας.
«Σωτηρία» με τον μηχανισμό της εσωτερικής υποτίμησης σήμαινε: άσκηση  πολιτικής βίας (σοκ) με το πιστόλι στον κρόταφο του ελληνικού λαού και των αντιπροσώπων του στην βουλή, ώστε δια της δημοσιονομικής συρρικνώσεως να περάσει η ελληνική οικονομία από ένα σχετικά υψηλότερο επίπεδο παραγωγής, ένα επίπεδο χαμηλότερης ανταγωνιστικότητας τιμής και χαμηλότερου ποσοστού ανεργίας σε σχέση με τους ρυθμούς πληθωρισμού και τις πραγματικές συναλλαγματικές ισοτιμίες των χωρών της ζώνης του ευρώ, σε μια άλλη οικονομική δομή. Αυτή που θα οριζόταν στο πλαίσιο χαμηλότερου επιπέδου παραγωγής, υψηλότερου ποσοστού ανεργίας και υψηλότερης ανταγωνιστικότητας τιμής, ώστε να υπάρξει σύγκλιση σε ό, τι αφορά στον ρυθμό του πληθωρισμού και στην πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία της Ελλάδας με τον μέσο όρο της ευρωζώνης, όπως αυτός ορίζεται (επιδιώκεται) από την γερμανική ηγεμονία.
Πάνω σε αυτή την «φιλοσοφία», δηλαδή ιδεολογικοποιημένη οικονομία, αναπτύχτηκε και αναπτύσσεται ο πολιτικός λόγος κεντροδεξιάς και κεντροαριστεράς, τα εκβιαστικά διλήμματα του καθεστώτος της διαπλοκής και το «success story» του καθεστώτος. Δηλαδή, το «success story»  εξαρτάται από την ευόδωση του σοκ, που σημαίνει πως αυτό εξαρτάται από την ταχύτητα μετασχηματισμού, έτσι ώστε η ελληνική οικονομία να αλλάξει σημείο ισορροπίας, χαρακτηριζόμενη πλέον από υψηλότερη ανταγωνιστικότητα τιμών, χαμηλότερο επίπεδο παραγωγής και υψηλότερο ποσοστό ανεργίας. Αυτά ήταν τα κοινωνικά και παραγωγικώς καταστροφικά στοιχεία του «success story», που θα οδηγούσαν θεωρητικά και μακροπρόθεσμα στην αύξηση της εξωτερικής ζήτησης, και μαζί με αυτήν της συνολικής ζήτησης σε μια οικονομία που θα έμπαινε τότε και μόνον τότε σε αναπτυξιακή τροχιά.
Μέχρι τότε όμως θα έπρεπε, για να ευδοκιμήσει το «success story» να : (1) πέσει η παραγωγή ταυτόχρονα με την κατανάλωση και γενικότερα την εσωτερική ζήτηση, (2) μειωθεί σημαντικά η ρευστότητα, με συνεπαγόμενη μείωση της απασχόλησης και αύξηση της ανεργίας, (3) εξασθενήσει η διαπραγματευτική ισχύς των εργαζομένων συνολικά που οδηγεί σε  χαμηλότερους ονομαστικούς μισθούς και αργότερα σε τραγικά χαμηλούς πραγματικούς μισθούς, ενώ οι προβληματικές πλέον ελληνικές επιχειρήσεις φαίνεται να αντιδρούν ελάχιστα και αφάνταστα διστακτικά - εξαιτίας του προβλήματος ρευστότητας και πτώχευσης των τραπεζών, όπως  και των εγγενών παθολογιών στις συναλλαγές και της τρέχουσας κουλτούρας ενός σημαντικού μέρους επιχειρηματιών  - στην μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας, μετακυλίοντας μόνον ελάχιστο μέρος της μείωσης της τιμής της εργασίας στις τιμές καταναλωτή, προτιμώντας συντηρητικά να αυξήσουν το περιθώριο κέρδους τους. Αυτό σε τελευταία ανάλυση δεν είναι αντίθετο στο «success story» - όπως λένε στην κοινωνία οι Κυβερνήτες μας και οι διαπλεκόμενοι δίαυλοι του νεοφιλελευθερισμού ηθικολογώντας υπερβατικά περί απληστίας, οι οποίοι στην ουσία υποστηρίζουν δίχως να το καταλαβαίνουν ένα Νεοκεϋνσιανιστικό θεώρημα - καθώς αυτό καθ’ εαυτό το «success story» αποσκοπεί εκτός από την μείωση του επιπέδου παραγωγής με την αύξηση της ανεργίας και στην μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας, ώστε να επέλθει αύξηση στην  ανταγωνιστικότητα τιμής. Ετούτο πέραν του ότι συνεπάγεται την μείωση του εισοδηματικού μεριδίου  της εργασίας στο ήδη δραματικά μειούμενο ΑΕΠ, καταλήγει στρατηγικά στην  μείωση του εξωτερικού ελλείμματος με παράλληλη αύξηση των περιθωρίων κέρδους στις ολιγοπωλιακές κυρίως επιχειρήσεις.
Μετά από αυτό αναρωτιέστε, οι θιασώτες της κοινωνικής διάλυσης, ή τα «παπαγαλάκια» του καθεστώτος διαπλοκής, όπως και δήθεν αμερόληπτοι ξένοι σχολιαστές και αναλυτές, πώς απέτυχε το  «success story» προσαρμογής στην ευρωζώνη, αφού … όλα δείχνουν πως πέτυχε. Πέτυχε στην κοινωνική και παραγωγική απορρύθμιση, αλλά απέτυχε στους διακηρυγμένους στόχους του και τώρα επανέρχονται τα «κακά» σενάρια εκ νέου. Γιατί απέτυχε στους οικονομικούς στόχους του, λοιπόν, και διαψεύδονται έτσι καθημερινά από την ίδια την πραγματικότητα όλοι οι κυβερνητικοί και οι φορείς της προπαγάνδας τους;  Ή, αν προτιμάτε, γιατί το «success story», ενώ επιτυγχάνει στις καταστροφικές του παρενέργειες, αποτυγχάνει στους διακηρυγμένους στόχους ανάκαμψης που το ίδιο θέτει τα τελευταία τουλάχιστον τρία χρόνια;
Διότι, αγαπητοί φίλοι, το σοκ παρατράβηξε, έχοντας την πολιτικομεγαλοεπιχειρηματική τάξη να εκμεταλλεύεται υπέρμετρα το δέος που προκάλεσε στην Ελληνική κοινωνία η στρατηγική που υιοθέτησε σε συνεργασία με την Τρόικα. Εμπιστεύτηκαν και επένδυσαν πολιτικά/επικοινωνιακά πάρα πολύ στο δέος, πιστεύοντας πως θα μπορούσε αυτό να ενισχύσει τη μακρά πορεία του σοκ για την ελληνική κοινωνία, εθνική οικονομία και αγορά. Έτσι την έπαθαν! Το σοκ ήταν για να λειτουργήσει σύμφωνα με τις αρχικές προδιαγραφές της Τρόικας για μια διετία, άντε για μια τριετία το πολύ, και όχι για μα εξαετία ή επταετία! Τώρα πλέον χάθηκε ο έλεγχος και το καθεστώς αναζητεί τρόπο διαφυγής από την παγίδα στην οποία είναι εγκλωβισμένο ή μέσω εκλογών, ή… αυτό δεν θέλω ούτε να το σκέπτομαι!               
Τί «ξέφυγε» από τους  παράγοντες της Τρόικας και το οικονομικό επιτελείο της Συγκυβέρνησης; Αυτά που υποστήριζα και τα οποία είναι καλά θεμελιωμένα σήμερα στην σύγχρονη θεωρία της επιστήμης της Εθνικής Οικονομίας: την  προσαρμογή της παραγωγής στη ζήτηση υπό το συγκεκριμένο καθεστώς πτώχευσης στην Ελλάδα, καθώς και τον υπονομευτικά για το «success story» συνδυασμό τριών μειώσεων: Μείωση της παραγωγικότητας της εργασίας, μείωση της ικανότητας αξιοποίησης του παραγωγικού δυναμικού, κατακόρυφη μείωση στην απόδοση του παγίου κεφαλαίου. Αυτές οι μειώσεις σε συνδυασμό ρίχνουν την οικονομία σε ένα φαύλο κύκλο, στον οποίο εκτός από την μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος  από την εργασία, παρατηρούμε και μείωση, αντί για αύξηση, του εισοδήματος από την εκμετάλλευση κεφαλαίου, με παράλληλη και φυσιολογική αύξηση της  αξίας του ιδιωτικού χρέους, πέραν της αύξησης του δημόσιου χρέους που οφείλεται στη γενικότερη στρατηγική εσωτερικής υποτίμησης της Τρόικας. Αυτό βεβαίως εισαγάγει την Ελληνική Οικονομία στο φάσμα της μείωσης της παραγωγής, ως συνάρτηση της μείωσης της εσωτερικής ιδιωτικής κατανάλωσης, ενώ παράλληλα διαμορφώνει δυναμική σταδιακής αύξησης των καθαρών εξαγωγών εξαιτίας της περιορισμένης έστω μείωσης των εγχώριων τιμών και της αναλογικά πολύ μεγαλύτερης του εγχώριου εισοδήματος και όχι εξαιτίας της ανάπτυξης μέσω της σύγχρονης τεχνολογικά βιομηχανίας.  
Και αυτό θεωρείται λόγος για να θριαμβολογεί η προπαγάνδα της συγκυβέρνησης κεντροδεξιάς και κεντροαριστεράς στην Ελλάδα, αντί να αποτελεί ερέθισμα για έκφραση μεγάλης ντροπής! Θα έπρεπε να ντρέπονται αντί να θριαμβολογούν οι υποστηριχτές των Μνημονίων και συνυπογράψαντες την ελεεινή αναθεωρημένη Δανειακή Σύμβαση, καθώς δεν μπορεί παρά να γνωρίζουν ότι η μεθοδολογία της εσωτερικής υποτίμησης που ακολουθήθηκε και ακολουθείται στο πλαίσιο του ατομικού μηχανισμού για την Ελλάδα (εξαίρεση), δεν επρόκειτο ποτέ να οδηγήσει σε προσαρμογή στην ευρωζώνη. Ήταν από την αρχή βέβαιο, όπως με αρκετές παρεμβάσεις μου κατέστησα σαφές επίσης από την αρχή, πως η εσωτερική υποτίμηση θα μπορούσε να ικανοποιήσει τους στόχους Τρόικας – ελληνικής κυβέρνησης, μόνον στον βαθμό που η μικρή σχετικά ελληνική οικονομία χαρακτηριζόταν από υψηλό τεχνολογικό και οργανωτικό επίπεδο, εξαγωγική βιομηχανία με συγκεκριμένη εμπορική στόχευση και επενδύσεις που θα ενίσχυαν έναν στρατηγικά προσδιορισμένο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Η ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου τομέα και η παράλληλη μείωση δημοσιονομικού και εμπορικού ελλείμματος σε μια υπανάπτυκτη σχετικά (με όρους ευρωζώνης) τεχνολογικά χώρα, αποτελούσε μια μορφή καταστροφής για την καταστροφή. Αυτό ορίζει σήμερα το αδιέξοδο της χώρας και καθιστά το «success story» μονόδρομο για την απόκλιση και όχι την σύγκλιση της οικονομίας της χώρας στο πλαίσιο της ΟΝΕ. Αυτή η «επιτυχία» είναι που στρώνει τον δρόμο για να εξελιχθεί η συντεταγμένη πτώχευση της Ελλάδας εντός της ευρωζώνης σε περιορισμένη έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ, με την έννοια του «διπλού νομισματικού», όπως επανειλημμένως έχω εξηγήσει. Και αυτό δεν είναι αποτέλεσμα των ενεργειών του λεγόμενου «κλαμπ της δραχμής», αλλά συνέπεια της στρατηγικής του «κλαμπ του ευρώ». Το τελευταίο είναι αυτό που προκαλεί σύγχυση στην άρθρωση πολιτικής σήμερα στην Ελλάδα, ενώ θα γίνει στοιχείο, όπως προβλέπω, μεγαλύτερης σύγχυσης την αμέσως επόμενη περίοδο μέχρι τις εκλογές.
Η εσωτερική υποτίμηση δεν ήταν το «σωστό κόλπο» για την Ελλάδα, ούτε καν στο πλαίσιο μιας νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Όσο για το δίλημμα «ευρώ ή δραχμή», όπως επέμενα από την αρχή, ήταν απολύτως παραπλανητικό, όχι επειδή δεν έχει έννοια η άρθρωση επιχειρημάτων για τον τρόπο που η Ελλάδα θα μπορούσε, αναπτύσσοντας μία διαλεκτική αυτόνομης ανάπτυξης με δικό της νόμισμα, να θεμελιώσει μία στρατηγική σοβαρής εναντίωσης στο αντιπληθωριστικό δόγμα και τις επιλογές της κεντροευρωπαϊκής ελίτ, αλλά επειδή αρθρώθηκε για να δημιουργήσει έναν απατηλό κοινωνικό διχασμό. Αυτός ο διχασμός, στον βαθμό που πέτυχε τους επικοινωνιακούς του στόχους, ενίσχυσε το δέος που προκύπτει από την διαδικασία εσωτερικής υποτίμησης, διασκεδάζοντας τα πραγματικά αίτια της αποτυχίας του σοκ. Μόνον προσεγγίζοντας και αναλύοντας αυτά τα αίτια, όπως σκιαγραφήθηκαν στο σημερινό άρθρο, θα μπορούσε κανείς να θεμελιώσει με αντικειμενικό τρόπο πολιτικές προτάσεις για μία εναλλακτική διακυβέρνηση.