Μηδέν σχόλια, μηδέν και στα σχολεία του νεοφιλελευθερισμού…

Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου  
Δεν νομίζω πως έχουν θέση πλέον τα σχόλια μετά τις «αποσαφηνίσεις» Γιούνκερ, σε συνέντευξή του στο πρακτορείο MNI. Ο άνθρωπός, πρώην επικεφαλής του Eurogroup και φαινομενικά βασικός παράγοντας της αρχιτεκτονικής του ατομικού «μηχανισμού σωτηρίας της Ελλάδας», δηλαδή σωτηρίας του ευρώ, εξήγησε πως η αστοχία στις προβλέψεις και εκτιμήσεις της Κομισιόν για τα αποτελέσματα του ελληνικού προγράμματος εσωτερικής υποτίμησης  αποδείχθηκαν όλες λανθασμένες, διότι «δεν είχαν καμία επαφή με την.............
πραγματικότητα».
Αυτό έλεγαν κάποιοι Έλληνες που «μισούσαν την πατρίδα» τους και «επεδίωκαν την καταστροφή της χώρας» για να γίνουν αυτό που θα μπορούσαν ανετότερα να έχουν γίνει πράττοντας και προπαγανδίζοντας τα αντίθετα! Τελικά οι «μίζεροι» δεν ήταν και τόσο μίζεροι, αλλά μάλλον προσγειωμένοι στην πραγματικότητα. Άρα, οι εξτρεμιστές των αγορών και του νεοφιλελευθερισμού από την δεξιά μέχρι την δήθεν κοσμοπολιτική αριστερά, που υπερασπίστηκαν με τόση ζέση τα Μνημόνια και την αθλιότητα της Δανειακής Σύμβασης, δεν είχαν επίσης καμιά επαφή με την πραγματικότητα. Όχι, αυτοί είχαν και παραείχαν. Αυτοί γνώριζαν καλύτερα από εμάς τους ιδιόμορφους αντικομφορμιστές του μοντέλου πτώχευσης και φτωχοποίησης, την πραγματικότητα, καθώς αυτοί ήταν που την δόμησαν τις προηγούμενες δεκαετίες και την υπηρέτησαν με πάθος, που έφερε εκλογικούς θριάμβους!
Αν και σήμερα μετά τον καταιγισμό αναθεωρήσεων και εξομολογήσεων περί «πλάνης» από το ΔΝΤ και προσωπικότητες της ΕΕ που εμπλέκονται ή ενεπλάκησαν στη διαδικασία διαμόρφωσης του ατομικού μηχανισμού προσαρμογής της Ελλάδας στην ΟΝΕ, μέσω πτώχευσης κράτους και τραπεζών και διάσωσης δια της εσωτερικής υποτίμησης, θα έπρεπε κάποιοι να θεωρούμε πως είχαμε ένα «success story» με τις προσεγγίσεις μας, που αποδεικνύονται απολύτως ορθές και απολύτως εντός της πραγματικότητας, καλό είναι αντί γι’ αυτό να προβληματιστούμε βαθύτερα. Γιατί άραγε αυτή η κρίση αυτοκριτικής; Τι σημαίνει «οι αποφάσεις που λάβαμε ήταν οι σωστές, παρότι οι προβλέψεις ήταν εν μέρει λάθος»; Σημαίνει: «Ας υποθέσουμε ότι οι προβλέψεις ευθυγραμμίζονταν με την πραγματικότητα. Ποια θα ήταν τα αποτελέσματα του ελληνικού προγράμματος; Είστε σίγουροι πως αν οι προβλέψεις ήταν πολύ πιο αισιόδοξες ή απαισιόδοξες, η προθυμία των άλλων κρατών μελών θα ήταν η ίδια;» [Jean Juncker].
Ο Jean-Claude Juncker αποκαλύπτει την πολιτική πίσω από το «δεν είχαν καμία επαφή με την πραγματικότητα». Δηλαδή είχαν και παραείχαν, μόνο που αυτό αφορούσε σε μια άλλη πραγματικότητα που όριζε την δική τους ανάγκη, η οποία στην περίπτωσή μας ήταν διαμετρικά αντίθετη με τα συμφέροντα του ελληνικού λαού και της χώρας (εθνικό συμφέρον). Άρα, σωστά έπραξαν δομώντας στρατηγική και πρόγραμμα για την Ελλάδα με λάθος μεθοδολογία. Οι στόχοι πάντως ήταν σωστοί. Ποιοι στόχοι; Διάσωσης του ευρώ και του τραπεζικού συστήματος. Συνεπώς καλά έκαναν αρχικώς, αν και δεν τα έκαναν όλα καλά στη συνέχεια με αποτέλεσμα να μην ξέρουν τι να κάνουν σήμερα. Το «σωστό» πάλι θα κάνουν και μην αμφιβάλετε. Ποιο είναι αυτό; Μα αυτό που περιγράφω από την αρχή-αρχή της κρίσης, είτε δια της δομικής θεωρίας της εθνικής οικονομίας, είτε με κοινωνιολογικό ή πολιτικό κονστρουκτιβισμό και ερμηνευτική.
Το «σωστό» και «δίκαιο» είναι να βοηθηθεί η Ελλάδα να αναπτυχτεί με δικές της δυνάμεις, να αναπτύξει τις δικές της δυνάμεις δηλαδή στο πλαίσιο επιβράδυνσης του μετασχηματισμού, έτσι ώστε η ελληνική οικονομία να αλλάξει σημείο ισορροπίας αργότερα από το προβλεπόμενο, με σταδιακή πλέον αύξηση της  ανταγωνιστικότητας τιμών, αφού τρομάζει πλέον η κατάρρευση της παραγωγής και το ποσοστό ανεργίας. Και αυτό τι σημαίνει; Ή ένα δεκαετές ευρωπαϊκό επενδυτικό σχέδιο με σοσιαλδημοκρατική πολιτική στο εσωτερικό της χώρας και ριζική αναδιάρθρωση της Δανειακής Σύμβασης με αποφασιστική μείωση του δημόσιου χρέους, από την οποία  θα επιβαρυνθεί κυρίως ο Γερμανός και άλλοι πολίτες της ευρωζώνης, ή Διπλό Νομισματικό και μικρή σχετικά ελάφρυνση από τις υποχρεώσεις εξυπηρέτησης του χρέους, ή ένα μείγμα των δύο αυτών ώστε να επιβραδυνθεί η διαδικασία μείωσης της παραγωγικότητας της εργασίας, μείωσης της ικανότητας αξιοποίησης του παραγωγικού δυναμικού και η κατακόρυφη μείωση στην απόδοση του παγίου κεφαλαίου στην χώρα μας. Με άλλο λόγια, το «σωστό» κατά τους απολογητές του «λάθους» είναι η σταδιακή μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος  από την εργασία, να συνδυαστεί με σταδιακή αύξηση και όχι  μείωση του εισοδήματος από την εκμετάλλευση κεφαλαίου, όπως τείνει να παγιώνεται σήμερα με την ελληνική οικονομία να ακολουθεί έναν φαύλο κύκλο. Το ζήτημα είναι να μην επισυμβεί δραματική αύξηση της αξίας του ιδιωτικού χρέους, πέραν της αύξησης του δημόσιου χρέους που οφείλεται στη γενικότερη στρατηγική εσωτερικής υποτίμησης της Τρόικας. Το ζήτημα είναι πώς να μην καταρρεύσει μετά το καλοκαίρι η εσωτερική ιδιωτική κατανάλωση, και ο «ασθενής» χάσει πλέον κάθε πιθανότητα ανάρρωσης με την νεοκεϋνσιανιστική μεθοδολογία που αποτελεί τον σημερινό μηχανισμό προσαρμογής των χωρών της ευρωζώνης στην γερμανική ηγεμονία που εκφράζεται με τον συνδυασμό «λιτότητα συν αντιπληθωρισμός».
Ασφαλώς μεταξύ «σωστού και λάθους» χάνεται μια ολόκληρη γενιά ελλήνων και αυτό δυστυχώς δεν χωράει σχόλια, όπως αντίστοιχα δεν νομίζω ότι χωρούν πλέον σχόλια απαξίωσης ή και λοιδορίας έντιμων (υπο)γραφών που όλη αυτή την μακρά περίοδο της κρίσης επιχείρησαν να αναδείξουν την πραγματικότητα, η οποία με αντικειμενική επιστημολογία, αλλά ασφαλώς υποκειμενική οντολογία θα μπορούσε να αποτελέσει πηγή μιας εντελώς διαφορετικής στάσης από ελληνικής πλευράς. Δεν ήταν χυδαίος και καιροσκοπικός ο αγώνας αρκετών ελλήνων, μεταξύ των οποίων και του γράφοντος, να αποδώσουν με την μέγιστη δυνατή ακρίβεια την πραγματικότητα στην ελληνική υπόθεση και να προτείνουν εναλλακτικές λύσεις. Ούτε οι τελευταίες ήταν εξωπραγματικές και πολιτικοοικονομικά «εξωγήινες». Εξωγήινες τις φαντάζονταν ή τις εκλάμβαναν όσοι ήταν φοβικά εγκλωβισμένοι στην συντήρηση του καθεστώτος πατρωνίας και διαπλοκής στην Ελλάδα και αυτή είναι δυστυχώς η μοναδική αλήθεια. Οι άνθρωποι αυτοί, μάλιστα, δεν είναι λίγοι, αλλά πάρα πολλοί. Αρκετοί για να νομιμοποιούν πολιτικά την διαστρέβλωση της πραγματικότητας και των θέσεων εκείνων που πιστεύουν πως η πολιτική δεν θα πρέπει να κινείται, καθώς δεν έχει καν έννοια αν κινείται μεταξύ απόλυτης συμμόρφωσης και απόλυτης άρνησης.
Η πολιτική που υπάρχει και θα υπάρχει όσο θα υφίσταται καπιταλισμός και μη-αταξική κοινωνία, στηρίζεται στην έννοια της διαπραγμάτευσης. Εάν η τελευταία «δεν έχει καμία επαφή με την πραγματικότητα», όπως στην ουσία δεν είχε η κατάπτυστη στάση όσων πολιτικών διαχειρίστηκαν την κρίση, των υπολοίπων παραγόντων της διαπλοκής στην Ελλάδα και των φορέων τους στα ΜΜΕ, τότε εκτός του ότι μένει κανείς άφωνος, δίχως να βρίσκει λόγια έστω για ένα σχόλιο, καταλήγει να «βάζει» μηδέν και στα σχολεία του νεοφιλελευθερισμού που παρήγαγαν μαζικά τα τελευταία περίπου τριάντα χρόνια, «φούσκες». Είναι, φίλοι, «φούσκα» όλοι αυτοί οι προβεβλημένοι οικονομικοί παράγοντες, μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας και «διανοητές» δίχως ίχνος διανόησης, οι οποίοι για να δικαιολογήσουν την αυτοσυντηρητική στάση της πολιτικομεγαλοεπιχειρηματικής τάξης στην Ελλάδα, της κεντροευρωπαϊκής ελίτ και του σε λανθάνουσα κρίση παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, κατάντησαν απολογητές της στρατηγικής του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, που «ρουφούσε» μια ολόκληρη χώρα σαν την Ελλάδα. Το πιο φαιδρό στην υπόθεση ήταν και είναι πως αυτά που συνέβησαν και συμβαίνουν στην χώρα μας μικρή μόνον σχέση έχουν με την θεωρεία του οικονομικού νεοφιλελευθερισμού. Ταυτίζονται, ωστόσο, με την γενικότερη κοσμοαντίληψή του, που αποδέχεται ως αυτονόητη αλήθεια, αν όχι ως κοινωνικό αγαθό, την δικτατορία των αγορών. Το αντίθετο στην δικτατορία των αγορών δεν είναι κανενός άλλου είδους δικτατορία, αλλά η προσήλωση στον εκδημοκρατισμό, στον κοινωνικό φιλελευθερισμό και στην τεχνολογική πρόοδο με εστίαση στον εργαζόμενο, πράγματα που στην Ελλάδα υποτιμήθηκαν και υποτιμούνται με έναν αισχρό τρόπο. Δυστυχώς και αυτό είναι ένα στοιχείο της δραματικής πραγματικότητας της χώρας, που ενίσχυσε και ενισχύει αυτούς που σχεδίασαν και σχεδιάζουν, αγνοώντας τον ελληνικό λαό.