Ο Πιπ, μία κινέζικη παροιμία και το Κουτί της Πανδώρας

 Γράφει ο Γιώργος Σωτηρόπουλος

Το βιβλίο του Τσαρλς Ντίκενς «Μεγάλες Προσδοκίες» δίκαια θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας κλασσικής λογοτεχνίας. Ο βασικός ήρωας του βιβλίου, ο Πιπ, από φτωχόπαιδο μετατρέπεται μέσα σε μια νύχτα σε ένα πλούσιο δανδή, που του δίνεται η ευκαιρία να γνωρίσει και να βιώσει τη ζωή στο Λονδίνο, στις αρχές του 20ου αιώνα. Αυτό το πέρασμα, όμως, από τη φτώχεια στην καλή ζωή δε γίνεται χωρίς θυσίες: αναγκάζεται να αφήσει πίσω αγαπημένα του πρόσωπα, να αποξενωθεί από αυτά, ενώ και ο έρωτας των παιδικών του χρόνων αποτελεί ένα πουκάμισο αδειανό
Το έξυπνο τέχνασμα από το συγγραφέα δεν είναι τόσο η αφήγηση της ζωής του κεντρικού του ήρωα, αλλά η αφήγηση από τον........
ίδιο τον ήρωα της ζωής των άλλων ατόμων, που πλαισιώνουν τη ζωή του: αφήγηση μέσα στην αφήγηση δηλαδή. Το τέλος του βιβλίου δεν είναι από τα κλασσικά, με την έννοια ότι δεν προσφέρει ένα ηθοπλαστικό μήνυμα, όπως συνήθως έχουν τα βιβλία αυτής της εποχής, αλλά αφήνει ένα αίσθημα πικρής κάθαρσης.
 Επομένως, θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε σαν συμπέρασμα την κινέζικη παροιμία, που λέει ότι «καλό είναι να προσέχουμε τι ευχόμαστε, γιατί μπορεί και να πραγματοποιηθεί». Έτσι, και ο Πιπ, ασυνείδητα ευχόμενος να έχει μία ζωή καλύτερη, κατάφερε να την αποκτήσει, αλλά η πορεία του αυτή προς το καλύτερο δεν ήταν χωρίς θυσίες και απογοητεύσεις.
Θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε το παραπάνω μυθιστόρημα σε αναλογία με την κατάσταση στην Ελλάδα. Θα μπορούσαμε, δηλαδή να πούμε ότι από τις αρχές της δεκαετίας του 80 εκθρέψαμε «Μεγάλες Προσδοκίες» για τη χώρα μας και φάνηκε εκεί γύρω στο 90 να πετυχαίνουμε το στόχο μας. Αλλά, μετά το 2000 αποδείχτηκε ότι το ξαφνικό γύρισμα της τύχης δεν ήταν χωρίς θυσίες και απογοητεύσεις σε συλλογικό και ατομικό επίπεδο. Αναγκαστήκαμε να αποτραβηχτούμε από τη βάση μας, να μεγαλοπιαστούμε και να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτό που ασυνείδητα ευχόμασταν, να βελτιωθούν τα πράγματα, έγινε πραγματικότητα, αλλά όχι χωρίς αλλαγή στον τρόπο ζωής και στη  νοοτροπία μας.
Οι «Μεγάλες Προσδοκίες» που εκθρέψαμε έγιναν πολύ μεγάλες, σε σημείο τέτοιο, που ούτε και εμείς οι ίδιοι δεν μπορέσαμε να αντέξουμε. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να πραγματοποιηθεί η ευχή μας για μία καλύτερη Ελλάδα, αλλά, τελικώς, με αρνητικές συνέπειες, που ένα μέρος τους, βιώνουμε στη σύγχρονη περίοδο. Ίσως, θα έπρεπε να προσέξουμε τι ακριβώς ευχόμασταν. Γιατί η ευχή πραγματοποιήθηκε, αλλά εξέθρεψε μία κατάσταση, που κανείς δε θα ήθελε ούτε στα χειρότερα όνειρά του.
Παρόλα αυτά, σαν δίχτυ ασφαλείας, ακόμα και στις χειρότερες περιόδους, υπάρχει το Κουτί της Πανδώρας. Μόλις άνοιξε, έφυγαν όλα τα κακά, αλλά έμεινε η Ελπίδα. Ελπίδα είναι η προβολή στο μέλλον για κάτι καλύτερο, για βελτίωση. Η Ελπίδα είναι άμεσα συνδεδεμένη με το χρόνο, δηλαδή με το μέλλον. Ελπίζουμε γιατί θέλουμε αύριο κάτι διαφορετικό, μία βελτιωμένη κατάσταση. Λίγη σημασία έχει αν θρέφουμε προσδοκίες, μεγάλες ή μικρές, υλικές ή πνευματικές,. Μεγαλύτερη σημασία έχει ότι μπορούμε και το πράττουμε. Και αυτό είναι το βασικό χαρακτηριστικό που έχει ο άνθρωπος: έχει συνείδηση του ιστορικού του χρόνου και μπορεί να ελπίζει, να θέλει, να αγωνίζεται και να προσδοκά.
Καλό θα ήταν, συνεπώς, να προσέξουμε τι ακριβώς προσδοκούμε για την καινούρια χρονιά ατομικά ή συλλογικά, γιατί... μπορεί και να πραγματοποιηθεί.

Καλή χρονιά.