«Γιατί δεν δίνουμε DNA»


Λάβαμε και δημοσιεύουμε το παρακάτω κείμενο, το οποίο προέρχεται από ανθρώπους που συνελήφθησαν στο πλαίσιο ερευνών και αρχικά κατηγορήθηκαν άλλοι για συμμετοχή στον Επαναστατικό Αγώνα, άλλοι για τη Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς και άλλοι για συμμετοχή σε «ανώνυμη» οργάνωση και πλέον είναι ελεύθεροι. Το κείμενό τους τιτλοφορείται ως εξής: «Δημόσια δήλωση πρώην πολιτικών κρατουμένων που αρνήθηκαν να δώσουν δείγμα DNA ή δεν θα έδιναν σε περίπτωση που τους ζητούσαν».
Η Ελλάδα δεν μοιάζει με τις διαφημίσεις του υπουργείου τουρισμού. Ζούμε στην εποχή μιας ανεπαίσθητης (;) δικτατορίας. Οργανωμένες δολοφονικές επιθέσεις σε διαδηλωτές, κοινή δράση παρακρατικών και αστυνομίας, ρατσιστικά πογκρόμ, δεκάδες πολιτικοί κρατούμενοι, εκπαίδευση του στρατού «στην καταστολή πλήθους», αύρες στην Κερατέα και στη Βουλή, φράχτες στον Έβρο μα και πάνω στη Β. Σοφίας.

Η αστική τάξη οπλίζεται για να υπερασπίσει τα συμφέροντά της. Με τις επιχειρήσεις «ψυχολογικού πολέμου» που πραγματοποιούν οι δημοσιογράφοι, τις επιθέσεις του ΔΝΤ και της Ε.Ε., τη δράση του ελληνικού και πολυεθνικού κεφαλαίου. Με νέα μέτρα και νέα μνημόνια.
Ο κόσμος της εξουσίας οπλίζεται για να εξοντώσει τους πολιτικούς του αντιπάλους. Κάθε πρόταση ακηδεμόνευτης και καθολικής αντίστασης πρέπει να συντριβεί. Κάθε προοπτική επαναστατικής ανατροπής πρέπει να ηττηθεί εκ των προτέρων. Με αναβαθμισμένους τρομονόμους, κατασκευασμένες διώξεις, υπαγορευμένα δημοσιεύματα, επικηρύξεις, ειδικά δικαστήρια. Με τη διασπορά των κρατούμενων στις φυλακές όλης της Ελλάδας και την απομόνωσή τους σε «πτέρυγες προστασίας».
Η δική μας τοποθέτηση, 8 πρώην πολιτικών κρατουμένων που βρεθήκαμε στη φυλακή τα τελευταία δύο χρόνια κατηγορούμενοι για διαφορετικές υποθέσεις, είναι η απάντησή μας σε όσους ερμηνεύουν την άρνησή μας να δώσουμε DNA κατά το δοκούν και όπως τους βολεύει. «Σε μια εποχή παγκόσμιου ψεύδους, το να λες την αλήθεια είναι μια πράξη επαναστατική» μας υπενθυμίζει ο Τ. Όργουελ.
Η δυνατότητα της λήψης και της ανάλυσης DNA από την αστυνομία δεν είναι απλώς ένα ακόμα «ειδικό ανακριτικό μέτρο» που εισάγει ο πρώτος τρομονόμος (Ν. 2928/2001). Με πρόσχημα την αξιοπρεπή άρνηση των κατηγορουμένων για «τρομοκρατικές πράξεις» να δώσουν δείγμα DNA κατασκευάζεται ένα ακόμη «ατράνταχτο» στοιχείο. Μια «ένδειξη ενοχής» που αρχικά αρκεί για να προφυλακιστείς. Αργότερα για να απορριφθούν οι αιτήσεις αποφυλάκισης και ύστερα ο εισαγγελέας να προτείνει με σιγουριά την καταδίκη σου. Στο τέλος θα αρκεί και για να καταδικαστείς σε βαριές ποινές.
Η άρνηση των πολιτικών κρατούμενων να χαρίσουν κάτι από τον εαυτό τους στα εργαστήρια της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών δεν αφορά την περιφρόνηση του νόμου σε κάθε άρθρο του Συντάγματος που αφορά το «σεβασμό και την προστασία της αξίας του ανθρώπου», την «προσωπική ελευθερία» και την «προστασία των ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων». Αυτά απασχολούν τους καθηγητές της Νομικής και τους συνταγματολόγους. Η άρνησή μας αυτή αφορά κάτι πολύ πιο σημαντικό. Πρόκειται για μια ξεκάθαρη πολιτική θέση απέναντι στην εκμετάλλευση, τον εξαναγκασμό, την αλλοτρίωση, τον έλεγχο.
Η άρνηση λοιπόν να δώσουμε DNA δεν διέπεται από μια επιφανειακή, αντιδραστικού τύπου άρνηση συνεργασίας με τις μονάδες προστασίας του πολιτεύματος. Ούτε και χαρακτηρίζεται από ένδεια πολιτικής φύσεως ή ασημαντότητα στην ουσία της. Είναι μια καίρια πολιτική στάση, μια επιπρόσθετη ανατρεπτική αμφισβήτηση, η οποία οικοδομεί ένα πολιτικό και πρακτικό οδόφραγμα στην επόπτευση των ζωών μας.
Ποτέ δεν θα συναινέσουμε στις τράπεζες γενετικού υλικού και τις ανταλλαγές προσωπικών δεδομένων μεταξύ μυστικών υπηρεσιών (από τον Σεπτέμβριο του ’09 οι αμερικανικές αρχές έχουν επίσημα ελεύθερη, on line, πρόσβαση στα αρχεία δακτυλικών αποτυπωμάτων και DNA της ΕΛ.ΑΣ.).  -Γιατί θα αντισταθούμε στο γενετικό φακέλωμα που θέλει να επιβάλλει ο νόμος ακόμα και για όσους κατηγορούνται για πλημμέλημα.
-Γιατί ποτέ δεν θα νομιμοποιήσουμε την πιο αμφιλεγόμενη διαδικασία ταυτοποίησης, αφού ακόμη και η ίδια η Interpol, διά στόματος του εισηγητή της στο 1ο Διεθνές Συνέδριο Χρηστών του DNA, κάνει λόγο για «ανάγκη όλοι οι παράγοντες να αντιμετωπίζουν με επιφύλαξη τα στοιχεία (τα σχετικά με το DNA) που η αστυνομία μπορεί να εκμεταλλευτεί».
-Γιατί ποτέ δεν θα χαρίσουμε τη δυνατότητα στα εργαστήρια της αστυνομίας να αναπαράγουν το γενετικό μας υλικό – ακόμα και με μηχανήματα που πωλούνται ελεύθερα στο διαδίκτυο – πάνω σε εκρηκτικούς μηχανισμούς, έξω από κρησφύγετα, μέσα σε πυρπολημένες τράπεζες. Και ας έχει αυτή η επιλογή μας συγκεκριμένο κόστος.
Δεν κρύβουμε τίποτα, γιατί απλά δεν έχουμε τίποτα να φοβηθούμε. Και αν όλα αυτά σε κάποιους μοιάζουν με προσχήματα και με δικαιολογίες, τους καταλαβαίνουμε. Δεν είναι σε θέση να κατανοήσουν ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν βάζουν το προσωπικό τους συμφέρον πάνω από όλα. Πάνω από τις αξίες τους και τη συνείδησή τους. Πάνω από τον αγώνα για την ανατροπή του καπιταλισμού.
Δεν μπορούν να καταλάβουν μια τέτοια «αυτοκαταστροφική» επιλογή, απλά γιατί κινείται ενάντια στον κόσμο που προασπίζονται. Τον κόσμο της εκμετάλλευσης και των ταξικών διαχωρισμών, της φαινομενικότητας και του ψέματος, του φόβου και της υποταγής. Ένα κόσμο εξουσίας που συνεχώς, όλο και περισσότεροι, αντιμαχόμαστε.
Το DNA μας βρίσκεται στα οδοφράγματα, στις ζώνες της συμπλοκής όπου η επανάσταση δεν είναι διαπραγματεύσιμη, βρίσκεται στα κελιά των φυλακών όπου είναι αιχμάλωτοι οι συναγωνιστές και συναγωνίστριές μας, στις συνελεύσεις, στις άγριες πορείες και απεργίες, βρίσκεται στα σαμποτάζ και τις δυναμικές επιθέσεις. Βρίσκεται εκεί όπου παίρνει σάρκα και οστά ο ριζοσπαστικός αγώνας: στη ζύμωση, την επικοινωνία, την αλληλεγγύη, τη συντροφικότητα. Βρίσκεται σε κάθε έκφραση του πολέμου. Του πολέμου για την αναρχία, την ανατροπή, την ελευθερία.
Φαίη Μάγιερ, Βαγγέλης Σταθόπουλος, Σαράντος Νικητόπουλος, Χριστόφορος Κορτέσης, Παναγιώτης Μασούρας, Άρης Σειρηνίδης, Χρήστος Πολίτης, Δημήτρης Μιχαήλ