Κάθε ψήφος υπέρ του Μνημονίου 2 είναι μια σφαίρα στη καρδιά της Δημοκρατίας και της Κοινωνίας

Γράφει ο Βασίλης Χασιώτης

Ας δεχτώ ότι οι υπέρμαχοι του Μνημονίου 1 και της Θεωρίας του Μονόδρομου, ήταν, καλόπιστοι, και δεν αμφιβάλλω ότι υπήρχαν κι εκείνοι που κατά συνείδηση και καλόπιστα πίστευαν πως ό,τι υποστήριζαν αφορούσε το καλό της Χώρας, και επίσης πίστευαν αυτά που ο πρωθυπουργός και ο υπουργός οικονομικών διαβεβαίωναν : ότι ήταν μέτρα αναγκαία, ότι δεν θα παίρνονταν άλλα επώδυνα μέτρα, ότι ο «ασθενής» μετά το Μνημόνιο 1 θα ξανάβγαινε στις αγορές (πράγμα που υπαινίσσεται όχι απλά ότι μπορείς να περπατήσεις, αλλά ότι μπορείς να πολεμήσεις), ότι, ότι, ότι…
Σήμερα, όμως, δεν υπάρχει καμιά δικαιολογία, εν όψει της οικτρής αποτυχίας του Μνημονίου 1 και ΚΥΡΙΩΣ της φιλοσοφίας του, να υποστηρίξουν εκ νέου, ένα άλλο Μνημόνιο που κατ’ ουσίαν .......
στηρίζεται ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ και στις ίδιες πολιτικές του αποτυχημένου Μνημονίου 1.
Θα αποτελεί η υπερψήφιση του Μνημονίου 2, με βάση την παραπάνω παραδοχή, μνημείο όχι απλά αφροσύνης, αλλά μνημείο κομματικής σκοπιμότητας και θυσίας ενός ολόκληρου λαού, μιας ολόκληρης κοινωνίας στη σκοπιμότητα αυτή, θα αποτελέσει το οριστικό διαζύγιο ΠΑΣΟΚ και Κοινωνίας, αν και επί της ουσίας, εδώ και καιρό πια ΠΑΣΟΚ και Κοινωνία δεν μοιράζονται την ίδια κλίνη...
Όσοι δεν πιστεύουν από γνήσια και χωρίς σκοπιμότητα πεποίθηση τη φιλοσοφία του Μνημονίου 2, και παρόλα αυτά το υποστηρίζουν, ΥΠΗΡΕΤΟΥΝ συγκεκριμένες σκοπιμότητες, συγκεκριμένα συμφέροντα (πολιτικά, κομματικά, προσωπικά –ας μείνω εδώ). Όσοι το υποστηρίζουν από γνήσια πεποίθηση, αυτούς δεν μπορώ να τους αντιταχθώ, σέβομαι τις απόψεις τους, αλλά βεβαίως κατανοούν ότι και η Κοινωνία δικαιούται να έχει τις δικές της απόψεις, η Κοινωνία δικαιούται να θέλει να επιβιώσει.
Το ΠΑΣΟΚ όμως, ΤΟ ΕΠΙΣΗΜΟ ΠΑΣΟΚ, ήδη από την εποχή του Μνημονίου 1, δήλωσε ότι εφαρμόζει μια πολιτική και υιοθετεί μια φιλοσοφία πολιτικής που δεν βρίσκεται εντός του ιδεολογικού του πιστεύω. Δεν ανήκω σ’ αυτούς που πίστεψαν τούτη τη δήλωση, (η μετέπειτα στάση της κυβέρνησης κάθε άλλο μου δημιούργησε την εικόνα ότι δεν πιστεύει όσα κάνει, όταν με τόση επιμονή προπαγανδίζει την πικρή και επώδυνη πλην αναγκαία θεραπεία του Dr. Θάνατος (Τρόϊκα)), παρόλα αυτά, για να πάει η κουβέντα πιο κάτω, ας τη δεχτώ τούτη τη διαβεβαίωσή της. Όμως, όποιος εφαρμόζει κάτι που δεν πιστεύει, ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΤΟ ΕΦΑΡΜΟΣΕΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΆ –ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΝΟΜΟΣ. Συνεπώς, τούτη η δήλωση δε στέκει, και θα αποτελούσε πράξη στοιχειώδους σοφίας να ΜΗΝ αποδεχτούν ένα έργο - αγγαρεία . Και ακόμα παραπέρα : όταν μια κυβέρνηση, εφαρμόζει κάτι με το πιστόλι του Ξένου Κατακτητή στο κρόταφο, ΑΡΝΕΙΤΑΙ να το πράξει, διότι απλά, ένα πιστόλι το κρόταφο μιας κυβέρνησης κατ’ ουσίαν είναι ένα πιστόλι στο κρόταφο του ίδιου του Λαού και της Κοινωνίας, και καμιά πατριωτική κυβέρνηση δεν συζητά τουλάχιστον για λόγους εθνικής αξιοπρέπειας με όσους αναξιοπρεπώς αντιμετωπίζουν ένα Λαό, πέραν του ότι ποτέ δε συζητάς με έναν Κατακτητή ή με κάποιον που έρχεται με την αντίληψη ενός Κατακτητή, ο οποίος εξ ορισμού ό,τι επιβάλλει είναι παράνομο, αλλά, αφήνει τούτη τη «τιμή» σε άλλους πρόθυμους για τη δουλειά αυτή, και τέτοιοι πρόθυμοι η Ιστορία έδειξε ότι πάντα υπήρχαν –και πάντα πήραν τη θέση που τους άρμοζε στην Ιστορία.
Το Μνημόνιο 1, έσπειρε ανέμους, αλλά, δυστυχώς, ο καρπός δεν έπιασε, ώστε τουλάχιστον να θερίσουμε όσες θύελλες ήταν να θερίσουμε και να τελειώναμε. Έτσι, έρχεται το Μνημόνιο 2 που θα «ενισχύσει» την ΙΔΙΑ φαρμακευτική δοσολογία του Μνημονίου 1, σπέρνοντας θύελλες που νομοτελειακά θα μας δώσουν τυφώνες, και, πολύ φοβούμαι, εθνική τραγωδία με απρόβλεπτες, ίσως, εξελίξεις.
Θέλω όμως να απευθυνθώ στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ.
Είναι ιστορικές οι ώρες, είναι ιστορικές και οι ευθύνες της. Δεν θα μείνω στο ποια ερωτήματα πρέπει να θέσει στη κυβέρνηση που στηρίζει και υποστηρίζει για το τι έγινε και γιατί και πώς. Ούτε ακόμα αν η πλειοψηφία κατά βάθος συμφωνεί (ή δεν συμφωνεί) με την φιλοσοφία της κυβερνητικής πολιτικής, ώστε τελικά να υποστηρίξει (ή, αν γίνει η έκπληξη να μην υποστηρίξει) το Μνημόνιο 2. Θα μείνω στο ότι το πρόβλημα πια εκτείνεται πολύ πέραν του αν η πλειοψηφία στη Βουλή υποστηρίξει ή όχι το Μνημόνιο 2.
Το πρόβλημα είναι ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει βαθιά δυσαρμονία μεταξύ λαϊκής θέλησης και κυβερνητικής πολιτικής. Μόνο όσοι προσποιούνται ότι δεν ακούν και δεν βλέπουν τι γίνεται στη κοινωνία κάνουν ότι δεν το αντιλαμβάνονται, κάνουν ότι δεν αντιλαμβάνονται ότι η κυβέρνηση απώλεσε τη δεδηλωμένη, κάτι που έγινε ήδη εδώ και πολύ καιρό, όταν ακόμη διαβεβαίωναν ότι τα πράγματα πήγαιναν τόσο καλά ώστε το 2012 θα βγαίναμε στις αγορές. Πόσο μάλλον σήμερα…
Το πρόβλημα είναι ότι αν υπήρξε Ύβρις στη περίπτωση του Μνημονίου 1, υπό την έννοια ότι κυριολεκτικά η κυβέρνηση έγραψε τον λαό στα παλαιότερα των υποδημάτων της υιοθετώντας πολιτικές για τις οποίες ουδέποτε έλαβε την λαϊκή νομιμοποίηση και ουδέποτε την επιδίωξε έστω και εκ των υστέρων, το Μνημόνιο 2 αποτελεί ακόμα πιο μεγάλη Ύβρη, όχι μόνο διότι αποτελεί υποτροπή της προηγούμενης, μα και διότι είναι ακόμα πιο κοινωνικά άδικο.
Το Μνημόνιο 1 υπήρξε μια σφαίρα στη καρδιά της Δημοκρατίας και της Κοινωνίας, πρώτον διότι είναι κοινωνικά και λαϊκά (και άρα συνταγματικά, εκτός άλλων νομικών αιτιάσεων) ανομιμοποίητο και δεύτερον διότι σκοτώνοντας την πραγματική οικονομία και την αγοραστική δύναμη, την ενεργή ζήτηση, δημιουργεί ένα σύγχρονο πίθο των Δαναΐδων, μέσα στον οποίο συνεχώς ρίχνουν κουβάδες από ιδρώτα και αίμα του λαού με στόχο αφού γεμίσει το πιθάρι να πάψει και το μαρτύριο του λαού, όμως, δυστυχώς, αποδεικνύεται κάθε στιγμή, ότι τούτο τι πιθάρι είναι χωρίς πάτο, κι επομένως, οι θυσίες χωρίς αντίκρισμα.
Το Μνημόνιο 2, αγνοώντας την εμπειρία του Μνημονίου 1, κατ’ ουσίαν επισημοποιεί πια την άποψη πως τούτη η θανατηφόρα διαδικασία, δεν είναι πλέον κάτι το τυχαίο. Ο Dr. Θάνατος, αν δεν είναι εντελώς σκιτζής, έχει ιδιοτελείς σκοπούς. Έτσι το Μνημόνιο 2, θα αποτελέσει ένα δεύτερο εκτελεστικό απόσπασμα που θα στήσει στο τοίχο γι’ ακόμα μια φορά τη κοινωνία και τη πραγματική οικονομία, ώστε οι εκτελέσεις να συνεχιστούν με όσους περιμένουν τη σειρά τους στην ατέλειωτη κουστωδία των πληττόμενων μεγάλων μαζών (η λέξη δεν μ’ αρέσει, αλλά εδώ ταιριάζει) του λαού.
Κυρίες και κύριοι της πλειοψηφίας της Βουλής. Έχετε καμιά αμφιβολία ότι δεν θα υπάρξει Μνημόνιο 3, Μνημόνιο 4 κ.λπ., που το καθένα θα είναι πιο σκληρό απ’ το προηγούμενο; Ή μήπως πιστεύετε ότι αυτοί που απέτυχαν να εφαρμόσουν το Μνημόνιο 1, ήταν ανίκανοι και ίσως ζητήσετε την αντικατάστασή τους, με άλλους «ικανότερους»;
Η ταπεινότης μου λοιπόν, σας λέει τούτο : το Μνημόνιο 1, δεν οφείλεται σε καμία ανικανότητα καμιάς κυβέρνησης, για τον απλούστατο λόγο, ΔΙΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΕΣΚΕΜΜΕΝΑ ΑΝΕΦΙΚΤΟ ΝΑ ΥΛΟΠΟΙΗΣΕΙ ΣΤΟΧΟΥΣ ΠΟΥ ΟΙ ΜΙΣΟΙ ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΤΟΝ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑ ΑΠΟΤΥΧΙΑΣ ΤΩΝ ΆΛΛΩΝ ΜΙΣΩΝ ΚΙ ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ, ΓΙΑ ΤΟ ΛΟΓΟ ΑΥΤΟ, ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΝ ΜΙΑ ΧΑΟΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ. Για τους ίδιους και χειρότερους ακόμα λόγους, θα αποτύχει το Μνημόνιο 2, κι εδώ θα είμαστε, αν εξακολουθήσει τούτη η κυβέρνηση να κυβερνά με αυτή τη λογική, και πάλι εντός κάποιων μηνών ή το πολύ σε ένα χρόνο, θα ξανασυζητάτε για ένα καινούριο κι ακόμα επαχθέστερο Μνημόνιο. Το χειρότερο δε όλων είναι ότι ούτε η Τρόϊκα, αυτός ο Dr. Θάνατος, ο πραγματικός σχεδιαστής των κυβερνητικών πολιτικών, είναι ανίκανη στο να σχεδιάζει τη σωτηρία μιας οικονομίας (έστω μιας οικονομίας, όχι κοινωνίας). Η ταπεινότης μου πιστεύει ότι ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΤΡΟΪΚΑΣ Η ΔΙΑΣΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΤΟ ΑΝΤΙΘΕΤΟ ΜΑΛΙΣΤΑ. Μα δεν διακυβεύονται έτσι τα συμφέροντά της, θα ρωτήσει κάποιος; Θα απαντήσω : όχι κατ΄ ανάγκην όταν από την προϊούσα και συνεχώς διευρυνόμενη απαξίωση της εθνικής οικονομίας ανοίγονται προοπτικές εκμετάλλευσης δημόσιας περιουσίας και δημόσιου πλούτου γενικότερα με προοπτική πολλών, μα πολλών δεκαετιών. Η βραχυπρόθεσμη ζημία του δανειστή, θα αντισταθμιστεί από τα κέρδη της μακροπρόθεσμης εκμετάλλευσης τούτου του τόπου και των πλουτοπαραγωγικών του πόρων, υλικών και άυλων, ακριβώς όπως ένας ιδιώτης τοκογλύφος, δανείζοντας έναν αναξιόχρεο, φαίνεται να χάνει τα λεφτά του, αλλά, δεν υπήρξε τοκογλύφος που να έχασε τελικά, αφού ό,τι φαίνεται ότι χάνει πρόκειται να το εισπράξει στο πολλαπλάσιο, όταν αντί για τα ψίχουλα (ή τα πολλά λεφτά) που έδωσε, στο τέλος θα εκπλειστηριάσει ακίνητα και άλλα περιουσιακά στοιχεία του θύματός του, πολλαπλάσιας αξίας…
Πιστεύω ότι όλοι οι Έλληνες θα εύχονταν η κυβέρνηση να ήταν σε θέση να διαχειριστεί αποτελεσματικά τη κρίση. Η όποια κυβέρνηση. Θα ήταν ανόητο να ευχόμασταν την αποτυχία. Όμως, είναι εξίσου ανόητο να εθελοτυφλούμε και να κάνουμε ότι δεν βλέπουμε ότι έχουμε μια κυβέρνηση που πια δεν μπορεί ΟΥΤΕ να κυβερνήσει.
Μια ψήφος είναι νοητή : αυτή που θα στείλει την ευθύνη της επιλογής στον Λαό. Εκλογές, εδώ και τώρα. Η κρίση ήταν και είναι πολύ περισσότερο σήμερα πολιτική. Πολιτικές πρέπει να είναι και οι εξελίξεις. Ακόμα και στο καθαρό επίπεδο της ψυχολογίας, νομίζω ότι αυτό επιβάλλεται. Εκλογές, κάτι που θα βοηθούσε έστω και μόνο σ΄ αυτό αλλά το διόλου ευκαταφρόνητο ζήτημα : τη ψυχολογία, την ανάταξη της διάθεσης, μέσα από μια νέα αρχή. Δεν είναι τα επώδυνα μέτρα που πονάνε. Είναι ότι κανείς δεν πιστεύει ότι οδηγούν στη λύση, είναι ότι είναι κοινωνικά εξαιρετικά άδικα κατανεμημένα τα βάρη. Αν δεν δοθεί προοπτική και αν δεν υπάρξει αίσθημα κοινωνικής δικαιοσύνης, δεν πρόκειται να υπάρξει αποτελεσματική πολιτική εξόδου απ’ τη κρίση, κι ακόμα χειρότερο, κι αν υπήρχε, θα ήταν και πάλι καταδικασμένη σε αποτυχία, εφόσον θα είναι κοινωνικά άδικη και κοινωνικά ανομιμοποίητη. Και λέγοντας «κοινωνική δικαιοσύνη», δεν αναφέρομαι στην αθλιότητα της εσωτερικής αναδιάταξης των μικρομεσαίων και φτωχών στρωμάτων, όπου η προπαγάνδα, έχοντας αναγάγει σε «άρχουσες τάξεις» όσους απλά ακόμα μπορούν και αναπνέουν, προσπαθούν να στρέψουν την μια «ευνοημένη» κοινωνική ομάδα (κυρίως μισθωτών και συνταξιούχων) εναντίον της άλλης, στα πλαίσια της προς τα κάτω ισοπέδωσης των πάντων. Αναφέρομαι στη συμβολή του ανώτερου εισοδηματικά και περιουσιακά 20% του ελληνικού πληθυσμού (και όχι των μισθωτών και συνταξιούχων –αυτοί δεν βρίσκονται σ’ αυτό το 20%) στα συνολικά βάρη, αναφέρομαι όμως ΚΥΡΙΩΣ, στην ΑΤΙΜΩΡΗΣΙΑ όλων εκείνων που καταλήστευσαν τούτη τη χώρα, σε όλη αυτή την ακόμα ατιμώρητη αλητοληστοσυμμορία, όποια κι αν είναι αυτή.