Για μια ακόμα φορά η Μοιρολατρία επισημοποιείται ως «Μέσο Εξόδου» απ' τη Κρίση

 Γράφει ο Βασίλης Χασιώτης

Στα σημερινά κεντρικά δελτία ειδήσεων, εισέπραξα μια άλλου είδους μοιρολατρία. Μετά τη μοιρολατρία που εισπράττω εδώ και πολύ καιρό από την περί μονόδρομου θεωρία (το Μνημόνιο μας «έσωσε», ή εν πάση περιπτώσει δεν υπήρχε άλλη εναλλακτική λύση), τώρα αυτό που εισπράττω είναι ότι μερικοί «σχολιαστές» ή αναλυτές, διεπίστωσαν όψιμα ότι αποτελούμε πλέον μέρος της γενικότερης ευρωπαϊκής κρίσης, σε σημείο ώστε να αμφισβητούν την προηγούμενη «πίστη» τους στο Μνημόνιο, και τώρα, μια νέα μοιρολατρία αναδύεται : ή θα σωθούμε όλοι, ή κανένας!
Το Μνημόνιο πλέον δεν αρκεί! Οι θυσίες του λαού, ή μάλλον, των γνωστών «υποζυγίων», δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα πιάσουν τόπο. Η σκέψη, από την άλλη, ότι μπορεί αρκετοί εκ των εταίρων μας –και ίσως εξ εκείνων που ευελπιστούμε και μεγαλύτερη στήριξη, να ενεργούν στη λογική του «ο σώζων εαυτόν σωθήτω!» φαίνεται να μην μας απασχολεί ιδιαίτερα, ούτε αν πράγματι υπάρχει αυτή η λογική, ούτε και τι θα σήμαινε από άποψη δικής μας στρατηγικής.
Αφορμή για τις σημερινές «μαύρες» εκτιμήσεις στα.............. δελτία ειδήσεων, υπήρξε πρωθυπουργική δήλωση (κατωτέρω) που με τη σειρά της οφείλεται στο ζήτημα του αιτήματος (από ενδιαφερόμενες χώρες, όπως η Ελλάδα) έκδοσης ευρωομολόγου, κάτι που εμείς επιθυμούμε και επιδιώκουμε να γίνει το συντομότερο, και κάτι που ο Ευρωπαϊκός Βορράς «τρενάρει». Αυτός ο Βορράς που όλο και περισσότερο διαφοροποιείται απ’ το Νότο, αλλά και την Ανατολή και τη Δύση, ώστε να μπορούμε από δω και πέρα χωρίς πολλές υποθέσεις ή άλλους ενδοιασμούς, να μιλάμε πλέον για μια επί του παρόντος de factoομοσπονδοποίηση της Ευρώπης, όπου το πλέον ευνοημένο ομόσπονδο τμήμα (ο Βορράς) επιδιώκει όλο και περισσότερο να ρυθμίζει τις «βόρειες» υποθέσεις του ξέχωρα από τις υπόλοιπες, κατά το δικό του «βόρειο συμφέρον».
Σήμερα ο Έλληνας πρωθυπουργός, αποκάλεσε τη κατάσταση «ερμαφρόδιτη», και κατά την άποψή μου κάνει μεγάλο λάθος. Διότι δεν είναι «ερμαφρόδιτη» η «κατάσταση», είναι ερμαφρόδιτη η ίδια πλέον η Ευρωπαϊκή Ένωση, αυτό το διοικητικό τέρας των κάποιων δεκάδων πρωθυπουργών, και ενός πλήρους συντάγματος υπουργών των διαφόρων κρατών – μελών, μια «Ένωση» που αρνείται να ενωθεί σε ένα ενιαίο κράτος, με ενιαία εσωτερική και εξωτερική οικονομική και εμπορική πολιτική, ενιαία εξωτερική πολιτική, με ενιαία νομοθεσία διοικητική, αστική και ποινική και ενιαίο δικαιϊκό σύστημα απονομής της δικαιοσύνης, με ενιαίο στρατό και ενιαίες αμυντικές δαπάνες, και εν πάση περιπτώσει, με ένα Ευρωπαϊκό Σύνταγμα, με ένα Ομοσπονδιακό Πρόεδρο και πρωθυπουργό, με ένα ομοσπονδιακό υπουργικό συμβούλιο, τέλος πάντων, μια Κεντρική Εξουσία που θα παραπέμπει σε ένα Ενιαίο Κράτος. Αυτό το διοικητικό τέρας των κάποιων δεκάδων πρωθυπουργών, και ενός πλήρους συντάγματος υπουργών, που καμώνεται ότι διαθέτει πολιτική βούληση και ασκεί πολιτική εξουσία, ενώ στην ουσία υπάρχει πολιτική ακυβερνησία και πολύ, μα πάρα πολύ οργανωμένη ουσιαστική άσκηση εξουσίας (εκτελεστικής κυρίως μα και νομοθετικής) από τους ανομιμοποίητους κοινωνικά και πολιτικά τεχνοκράτες τούτου του Λεβιάθαν. Και βέβαια, αυτό θα το τονίζω πάντα, προκειμένου να μην υπάρχουν αμφισβητήσεις νομιμοποίησης, η «τελική» συνένωση των σημερινών κρατών – μελών σ’ αυτό το «ενιαίο» Κράτος, θα πρέπει να γίνει με δημοψηφίσματα των λαών τους, ενώ επίσης με δημοψήφισμα θα είναι δυνατή η αποχώρηση από την Ένωση χωρίς κανένα περιορισμό.
Ακόμα ο κ. πρωθυπουργός «κατηγόρησε» την Ευρώπη ότι συνεπεία αυτής της «ερμαφρόδιτης» «κατάστασης», «…οι πιέσεις των αγορών θα συνεχιστούν και η Ευρώπη θα ταλανίζεται από αλληλοκατηγορίες και εθνικισμούς». Το ότι οι «αγορές» (αλήθεια σε ποιο «κράτος» κατοικοεδρεύουν;) μπορούν όχι απλά να κλονίζουν ένα οποιοδήποτε κράτος, μα την Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της, δηλαδή, τον πυρήνα (ή εκ των 2-3 πυρήνων) της παγκόσμιας οικονομίας, υπογραμμίζει όχι μονάχα το «ερμαφρόδιτον» των δομών της, μα σημαίνει και κάτι πολύ περισσότερο, που δεν έχει να κάνει ούτε με την ίδια την Ευρώπη, ή την τρέχουσα κρίση : υπογραμμίζει την εν εξελίξει ευρισκόμενη προσπάθεια προώθησης του μοντέλου της παγκοσμιοποίησης, που θέλει παγκόσμιους παίκτες τις «αγορές» (δηλαδή, καμιά εκατοστή (ίσως λέω και πολλά) μεγάλα διεθνή οικονομικά και εμπορικά συμφέροντα), και στη θέση των κρατών, ένα «παγκόσμιο χωριό», και ίσως να μην είναι καθόλου τυχαίος ο όρος «χωριό» που πολιτογραφήθηκε στη σχετική ορολογία, διότι με το «χωριό» παραπέμπεις σε περιοχές που υστερούν σε ανάπτυξη σε σχέση με τις «πόλεις». Αλλά αυτό, μένει να το δούμε ως κατάληξη, διότι προσωπικά πιστεύω ότι η προσπάθεια δεν θα ευοδωθεί, δηλαδή, αυτή της υπερίσχυσης των «αγορών» έναντι των κρατών, για λόγους που δεν είναι του παρόντος να σχολιάσω.
Σε ό,τι αφορά τώρα τις «αλληλοκατηγορίες και τους εθνικισμούς» που ο πρωθυπουργός ανέφερε, θα ήθελα να σημειώσω, ότι όσο πιο γρήγορα αντιληφθούμε ότι το παιχνίδι ΣΗΜΕΡΑ παίζεται με όρους εθνικού και όχι «κοινού» (ευρωπαϊκού) συμφέροντος, τόσο το καλύτερο για μας. Ό,τι είναι καλό για την Ευρώπη (πλην ημών) δεν είναι αναγκαίως καλό και για μας, και τούτο ισχύει και για το κάθε μέλος έναντι όλων των άλλων. Το ό,τι είναι καλό για το όλον είναι και για το μέρος, ισχύει ΜΟΝΟ σε ιδανικές συνθήκες έλλειψης ανταγωνιστικών συνθηκών, αλλά τούτη η «ιδανική» συνθήκη προφανώς είναι «ιδανική» για πειραματικούς αποκλειστικά λόγους, ή την επικαλούνται όσοι τους συμφέρει τούτη η επίκληση. Το παιχνίδι ΣΤΗ ΠΡΑΞΗ δεν παίζεται στη λογική του «κερδίζω – κερδίζεις». Ίσως αυτό να είναι που επιθυμούμε, αλλά η οικονομία και ιδίως οι αγορές είναι ένας στίβος, όπου ο ιδεαλισμός είναι το μόνιμο θύμα της, ο δε «ρεαλισμός» τους, συχνά ματώνει το έδαφος αυτής της αρένας. Το παιχνίδι συχνότατα παίζεται με βάση τη στρατηγική «κερδίζω – χάνεις», και όλος ο αγώνας είναι πώς θα μεγιστοποιήσεις το κέρδος ή ελαχιστοποιήσεις τη ζημιά σου,  αναλόγως από ποια πλευρά του ισοζυγίου είσαι, και βεβαίως, για τους «υστερούντες», μόνιμο μέλημα θα είναι πώς κάποια στιγμή θα βρεθούν απ΄ τη πλευρά των νικητών. Με αυτές τις πραγματικότητες, οφείλεις να χαράξεις τις στρατηγικές, τις τακτικές και τις πολιτικές σου, και προς Θεού! Μη συγχέουμε στρατηγικές με πολιτικές, κι αυτές με τις πολιτικές, διότι ο «αχταρμάς» που θα κάνουμε δεν θα «τρώγεται» με τίποτα.
Τέλος, θα σταθώ ιδιαίτερα στην αναγνώριση από πλευράς πρωθυπουργού της σημασίας της «κοινωνικής συνοχής» στην αναπτυξιακή διαδικασία. Το εύλογο ερώτημα, τουλάχιστον δικό μου, είναι, πώς με δεδομένη τη διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής στη χώρα μας, θα μπορέσει να έχει ελπίδα ευόδωσης η όποια αναπτυξιακή προσπάθεια. Εκτός αν επιχειρηματολογηθεί, ότι δεν υπάρχει τέτοια διάρρηξη, οπότε επωμίζομαι εγώ αποκλειστικά τη μομφή του μυωπικού, που βλέπει άλλα αντ’ άλλων…