Γύρω από την οικονομική μας κρίση

Tου Θανου Bερεμη

Υπάρχει τον τελευταίο καιρό μια απόλυτη διχογνωμία στον Τύπο σχετικά με την κυβερνητική πολιτική έναντι της οικονομικής κρίσης. Είναι εκείνοι που αισιοδοξούν ότι οι θυσίες στις οποίες υποβάλλεται το πιο ευάλωτο τμήμα των φορολογουμένων θα αρχίσουν να αποδίδουν καρπούς σε δύο χρόνια, και εκείνοι που θεωρούν ότι οι κυβερνητικοί χειρισμοί πάνε την οικονομία από το κακό στο χειρότερο. Στην πρώτη κατηγορία ανήκει ο κ. Παπακωνσταντίνου και το περιβάλλον του, καθώς και οι επικεφαλής των Ευρωπαίων ελεγκτών, Σερβάς Ντερόουζ και Πόσιλ Τόμσεν, οι οποίοι πιστεύουν ότι από τα μέσα του 2011 θα αρχίσει η ανάκαμψη της οικονομίας ύστερα από περίοδο επιδείνωσης της ύφεσης και αύξησης του χρέους. Από την άλλη μεριά, υπάρχει μια καταστροφολογία από τον αριστερό και λαϊκιστικό Τύπο, αλλά και τις συντηρητικές εφημερίδες που παρακολουθούν την περίεργη αντιπολιτευτική στάση της Νέας Δημοκρατίας. Οι βουλευτές της που ψήφισαν εναντίον του Μνημονίου στη Βουλή θα πρέπει να λησμόνησαν τις προειδοποιήσεις του ηγέτη τους και πρωθυπουργού πριν από τις .............
εκλογές του 2009, ο οποίος υποσχόταν αίμα και δάκρυα στους ψηφοφόρους. Και σωστά, αφού το κόμμα του συνέβαλε όσο και το ΠΑΣΟΚ στη μεγέθυνση των ελλειμμάτων πέραν κάθε προηγουμένου. Και το μεν σημερινό ΠΑΣΟΚ, ή τουλάχιστον η ηγεσία του, δίνει την εντύπωση ότι κατανοεί την ευθύνη της και προσπαθεί, έστω και αργοπορημένα, να νοικοκυρέψει το χάος, το δε άλλο κόμμα εξουσίας συμπεριφέρεται σαν να σταδιοδρομούσε τα τελευταία πέντε χρόνια στη Δανία ή τη Φινλανδία. Η αντίθεση της Ν.Δ. προς το Μνημόνιο και η επίκληση ήπιων μέτρων για την αποφυγή της πτώχευσης, ωσάν να είχαμε ευρύ φάσμα επιλογής, αφήνει να εννοηθεί ότι οι κρατούντες επέλεξαν τα πιο σκληρά μέτρα λιτότητας από εκλογικό μαζοχισμό. Ο καθένας θα μπορούσε να θέσει μια απλή ερώτηση σε όσους αντιμετωπίζουν με εικοτολογίες την πολιτική της συμμόρφωσης με το Μνημόνιο: αν η κυβέρνηση εγκαταλείψει τις δεσμεύσεις που υπαγορεύει το Μνημόνιο και αφεθεί στην τύχη των διεθνών αγορών, ποιο θα ήταν το πιθανότερο να συμβεί; 1) Να σταματήσει η εισροή ξένων πιστώσεων και να πάψει το ελληνικό Δημόσιο να καταβάλλει τους μισθούς των υπαλλήλων του, αλλά και να διακοπούν οι εισαγωγές πάσης μορφής ή 2) να αναγνωρίσουν οι ξένοι πιστωτές μας τη λεβεντιά μας και τα ωραία μας μαύρα μάτια και να μας κάνουν διάφορες διευκολύνσεις. Ποια από τις δύο πιθανότητες είναι δυνατό να περιμένουμε; Γιατί δεν λένε στο κοινό τους όσοι ευαγγελίζονται την απόδραση από τους περιορισμούς του Μνημονίου, ότι την επομένη απλώς θα πεινάσουμε; Και η μεν Αριστερά ενδεχομένως οραματίζεται την αλλαγή του κοινωνικού καθεστώτος μέσα στη γενική κατάρρευση, όμως η Ν.Δ. τι φαντάζεται; Οτι οι οπαδοί της θα την εγκαταστήσουν στην εξουσία επαναστατικώ δικαίω, ώστε να μπορούν στελέχη της, όπως ο κ. Χατζηγάκης, να συνεχίσουν το θεάρεστο έργο των διορισμών στο Δημόσιο; Η επισήμανση του κ. Σαμαρά ότι τα μέτρα του Μνημονίου προκαλούν ύφεση στην οικονομία είναι ορθότατη. Η πεποίθησή του ότι οι προτάσεις της Ν.Δ. θα έλυναν ανώδυνα το πρόβλημα της ύφεσης μόνο με την εμπορική αξιοποίηση «μικρού μέρους της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου» και την προώθηση «ολοκληρωμένου προγράμματος αποκρατικοποιήσεων», ενισχύει την εμπιστοσύνη του μέσου ψηφοφόρου στον κ. Παπακωνσταντίνου που επιχειρεί περίπου να εφαρμόσει, μεταξύ άλλων, και τις προτάσεις αυτές. Οπως έγραψε ο κ. Γιώργος Παγουλάτος (25 Ιουλίου 2010) «Το σχέδιο της Ν.Δ. είναι ένα μείγμα πρωτότυπων και λογικών προτάσεων. Δυστυχώς, αυτές που είναι λογικές δεν είναι πρωτότυπες και αυτές που είναι πρωτότυπες είναι παράλογες».

Ομως και η Βουλή των Ελλήνων, η οποία κόπτεται γενικά για τις αντιξοότητες που προκαλούν στους φορολογουμένους και τους συνταξιούχους τα μέτρα λιτότητας, αντί να φροντίζει να αυξάνει τις επιδοτήσεις των κομμάτων, να μειώσει (στις ερχόμενες εκλογές) τον αριθμό των βουλευτών και να μειώσει και τις αποζημιώσεις των υπολοίπων, ώστε με τα χρήματα που θα εξοικονομηθούν να ενισχυθούν οι χαμηλοσυνταξιούχοι. Γιατί άραγε πρέπει να επιβραβευθούν τα κόμματα; Επειδή τάχα αρίστευσαν κατά την τελευταία τριακονταετία στη διαχείριση του δημοσίου χρήματος, διόρισαν τους συντοπίτες των βουλευτών σε όσους δημόσιους οργανισμούς μπορούσαν και συνέχισαν να στελεχώνουν το προσωπικό της Βουλής με υπεράριθμους υπαλλήλους, ακόμα και μετά το 2010. Ή γιατί τα κόμματα που δεν βρέθηκαν στην εξουσία έκαναν ό,τι μπορούσαν για να εμποδίσουν το έργο της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με τις καταλήψεις των σχολών και την κατηγορηματική άρνηση της αξιολόγησης καθηγητών και σχολικών μονάδων της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης;

Φέτος έχουμε την επέτειο των 2.500 ετών από την Μάχη του Μαραθώνα. Θα πρέπει να περιμένουμε δύο - τρία χρόνια ακόμα για να μάθουμε το τελικό αποτέλεσμα.

* Ο κ. Θάνος Βερέμης είναι πρόεδρος του ΕΣΥΠ, αντιπρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ.