Η αμφισβήτηση του Cowboy


Γράφει ο Αλέξανδρος Πιστοφίδης


«Είμαι ένας έμπειρος Cowboy, εμένα δεν μπορεί κανείς να μου κατουρήσει ούτε τη σέλα του αλόγου μου» Οττο Ρεχάγκελ Stuttgarter Zeitung. 08/08/08

Μετά τα όχι και τόσο καλά αποτελέσματα της Εθνικής μας ομάδας ποδοσφαίρου, όπως ήταν αναμενόμενο, για εμάς τους έλληνες φυσικά, άρχισαν οι αμφισβητήσεις για τις προπονητικές ικανότητες του Ο. Ρεχάγκελ.
Μου αρέσει το ποδόσφαιρο σαν άθλημα, δεν είμαι όμως και ειδικός για να εκφέρω γνώμη πάνω στις προπονητικές ικανότητες του Οττο Ρεχακλή, όπως τον βαφτίσαμε τις μέρες της δικής του δόξας και του δικού μας εκστασιασμού.
Όταν δεν είσαι ειδικός, αν και στη χώρα μας είναι κουσούρι να μην είσαι ειδικός επί παντός επιστητού, κρίνεις κάποιον από το αποτέλεσμα, το μοναδικό αντικειμενικό και αδιαμφισβήτητο κριτήριο.

Ο Οττο, αναλαμβάνει το 1981 τα ηνία της Βέρντερ Βρέμης, μιας ομάδας που βρισκόταν πάντοτε κάτω από τη μέση της βαθμολογικής κλίμακας του γερμανικού πρωταθλήματος και για 14 ολόκληρα χρόνια ( μέχρι και σήμερα) είναι πάντοτε ανάμεσα στους διεκδικητές του τίτλου. Ο Οττο, λοιπόν, της δίνει 2 πρωταθλήματα και δύο κύπελλα/ νταμπλ, 4 δεύτερες θέσεις στο πρωτάθλημα και ένα κύπελλο Ουέφα. Αφού βάζει τις βάσεις σε μια ομάδα που πρωταγωνιστεί μέχρι σήμερα (Βέρντερ Βρέμης) μετά από 14 χρόνια φεύγει οικειοθελώς για να δοκιμάσει την τύχη του στην Μπάγιερν Μονάχου. Εκεί διαφωνεί με τον «Θεό» του γερμανικού ποδοσφαίρου τον Μπεκενμπάουερ (δεν το τόλμησε ποτέ κανείς άλλος μέχρι σήμερα) για την τακτική της ομάδας και αντί να κάνει την .......
«πάπια», παίρνει σαν κύριος το καπέλο του και φεύγει. Πάει στην Καϊζερσλάουτερν το 1996, την παίρνει από την Β΄ Εθνική την βγάζει στην Α΄ Εθνική και τον επόμενο χρόνο, παίρνει το πρωτάθλημα Γερμανίας μπροστά από την Μπάγιερν και την Βέρντερ.
Ερχεται στην Ελλάδα, μια χώρα που η εθνική της δεν διεκδίκησε ποτέ τίποτα, και παίρνει το 2004 το Κύπελλο Ευρώπης. Πριν την Πορτογαλία, είχε κατηγορηθεί ότι χρησιμοποίησε παίκτες, όπως οι Νικοπολίδης, Δέλλας, Χαριστέας και Καραγκούνης, οι οποίοι στις ομάδες τους ήταν στον πάγκο. Τον πρώτο τον είχε βάλει στον πάγκο για έξι μήνες ο Βαρδινογιάννης και αν δεν ήταν ο Οττο, ίσως θα είχε κλείσει πρόωρα η καριέρα του. Ποιος έλληνας προπονητής θα τολμούσε να χρησιμοποιήσει έναν παίκτη που είχε συγκρουστεί με έναν από τους μεγαλύτερους παράγοντας του ποδοσφαίρου στην Ελλάδα; Μετά την κατάκτηση του Ευρο 2004, όλοι οι «κατ επάγγελμα»επικριτές του «κρύφτηκαν στα λαγούμια τους». Βγήκαν αίφνης, μετά τις πρώτες αποτυχίες και για τον ίδιο λοιπόν λόγο, για το ότι στην χώρα που όλοι είναι προπονητές εξακολουθεί να εμπιστεύεται παίκτες που δεν παίζουν , τον κατακρίνουν. Ανάμεσά τους και κάποια από τα πρώην αγαπημένα παιδιά του, όπως π.χ. ο Τσιάρτας. Δεν γνωρίζουν όμως ότι κανείς δεν κατουράει το άλογο ενός έμπειρου Cowboy.