H δικτατορία της εξειδικευμένης ηλιθιότητας

Γράφει ο Αλέξανδρος Πιστοφίδης

«Η εποχή μας στοχάζεται με όρους του “γνωρίζω πώς να το κάνω”, ακόμη και όταν δεν υπάρχει τίποτα να γίνει». Η παραπάνω θέση του γερμανού φιλοσόφου Καρλ Γιάσπερς χαρακτηρίζει το κυρίαρχο πνεύμα της εποχής μας, της εποχής της δικτατορίας των ειδικών. Μετά από κάθε φυσική καταστροφή (σεισμούς, καταποντισμούς, πυρκαγιές, τσουνάμι, κ.α.) ή επιδημία (πουλερικών, χοίρων, κ.α.) βομβαρδιζόμαστε από γνώμες «ενημέρωσης» «ειδικών» και στο τέλος στεκόμαστε εκεί όπου στάθηκαν ο Αδάμ και η Ευα, αδαείς, αφελείς, φοβισμένοι και «εν πλήρει συγχύσει αθώοι», όπως κι εκείνοι. Ασχετος αλλά αφελώς περίεργος αναρωτιέμαι. Εχω διαβάσει θέσεις ελλήνων (καθηγ.Μάργαρης) και ξένων «ειδικών», οι οποίοι ισχυρίζονται ότι εδώ και εκατομμύρια χρόνια, οι πυρκαγιές από κεραυνούς και εκρήξεις ηφαιστείων ήταν μέρος της ισορροπίας της φύσης. Στον αγώνα επικράτησης των ειδών, όπου κάποια είδη, όπως π.χ. τα πεύκα, στο πέρασμά τους εξαφάνιζαν κάθε άλλο είδος, μετά από μια πυρκαγιά είχαμε μια νέα και ποικίλη βλάστηση. Η φύση είχε την ικανότητα από μόνη της να αναζωογονείται μέσα από την φυσική επιλογή. Μοναδική προϋπόθεση ήταν η «μη παρέμβαση του ανθρώπου» στο έργο της. Την δεκαετία του 60, σε ηλικία 15-18 ετών πήρα μέρος στην κατάσβεση τριών πυρκαγιών. Μόλις εμφανιζόταν οι πρώτοι καπνοί, χτυπούσαν οι καμπάνες όλων των εκκλησιών και η χωροφυλακή επιστράτευε όσους έβρισκε σε καφενεία και πλατείες από 14 ετών και πάνω. Με μοναδικά όπλα φτυάρια, τσεκούρια, πριόνια και τσάπες, δίχως κάποιο γενικό συντονισμό .........
.σβήναμε τις φωτιές πριν αυτές ξεφύγουν από κάθε έλεγχο. Όταν ερχόταν η πυροσβεστική της Δράμας, οι φωτιές είχαν ήδη σβήσει. Σήμερα, δίχως καμία δενδροφύτευση, τα βουνά αυτά είναι σχεδόν δύσβατα από την άγρια βλάστηση. Και στις τρεις περιπτώσεις που θυμάμαι, η χωροφυλακή έπιασε τους ενόχους, δύο βοσκούς και έναν τρελό.
Στην περίπτωση της Πάρνηθας το 2007 και της πρόσφατης πυρκαγιάς, όταν φάνηκαν οι πρώτες εστίες φωτιάς στα Δερβενοχώρια και σε μια χαράδρα του Γραμματικού, αν οι κάτοικοι των γύρω χωριών που γνώριζαν καλύτερα από κάθε άλλον την περιοχή, αντί να περιμένουν τα πυροσβεστικά σώματα καθισμένοι στα καφενεία και στα μπαλκόνια των σπιτιών τους, έτρεχαν να σβήσουν τις φωτιές στο ξέσπασμά τους, πιθανόν να είχαν σωθεί σήμερα η Πεντέλη και η Πάρνηθα.
Ολες αυτές οι ατέρμονες συζητήσεις στα κανάλια με τους «ειδικούς», μας έχουν κάνει ευάλωτους, αδρανείς, άβουλους και τρομοκρατημένους που περιμένουμε το θαύμα από τους ειδικούς και τα ειδικά σώματα κατάσβεσης των πυρκαγιών. Μας έχουν μάθει να εμπιστευόμαστε τυφλά τους «ειδικούς» αλλά να μην εμπιστευόμαστε τον εαυτό μας και τους διπλανούς μας. Όπως εμπιστευτήκαμε τους ειδικούς στην οικονομία και τα έκαναν «σκατά», έτσι και τώρα εμπιστευόμαστε τους ειδικούς στις πυρκαγιές και τα έκαναν όλα στάχτη. Δεν ισχυρίζομαι πως πρέπει να απαρνηθούμε εντελώς την επιστήμη και τη γνώμη των ειδικών, αλλά σε αντίθεση με όλες τις ιδεολογίες και τις θρησκείες των δογμάτων, η επιστήμη είναι η μόνη που επιζητά την διάψευση και την αμφισβήτηση. Να ακούμε τους ειδικούς με κριτικό πνεύμα και να έχουμε περισσότερη εμπιστοσύνη στον εαυτό μας και στον διπλανό μας. Μόνο έτσι θα αλλάξουμε κάτι και θα πάψουμε να μεμψιμοιρούμε για όλα. Η μοναδική δουλειά της πολιτείας είναι να φροντίσει, ώστε μέσα στα καμένα δάση να μην υπάρξει καμία ανθρώπινη παρέμβαση, ούτε καν δενδροφύτεσυη. Η φύση προϋπήρχε πριν από εμάς και ξέρει καλύτερα από εμάς τη δουλειά της. Τελειώνοντας, σαν μη ειδικός και άσχετος, αντιγράφω μια παράγραφο από το βιβλίο «Das Elend der Philosophie» από το 1885, ενός άλλου γερμανού φιλοσόφου: «αυτό που χαρακτηρίζει τον καταμερισμό εργασίας στη σύγχρονη κοινωνία, είναι το γεγονός, ότι με τις εξειδικεύσεις και τους ειδικούς παράγει μια εξειδικευμένη (μαζική) ηλιθιότητα».