Τα φλεγόμενα κουκουνάρια της ανοησίας…

Γράφει ο Βασίλης Χασιώτης

Στις 9 Αυγούστου, αναρτήθηκε στο «Ελληνικό Καφενείο» το άρθρο μου «Συντονισμός Κυβερνητικού έργου : τα εύκολα και τα δύσκολα ευσεβών πόθων» (Διάβασε εδώ). Σημείωνα εκεί μεταξύ των άλλων : «…στη χώρα μας «κουραστήκαμε» να μιλάμε για σχεδιασμούς, όχι γιατί υπήρξαν πολλοί, αντίθετα, διότι ενώ έχουμε πληθώρα εξαγγελιών σχεδιασμών, στην πορεία διαπιστούται ότι πολλά πράγματα, οδεύουν ασχεδίαστα. Π.χ., το τι σημαντικά γίνονται στο θέμα της αντιπλημμυρικής προστασίας, το πληροφορούμαι πάντα μετά από καταστροφικές θεομηνίες, όπου εγώ τουλάχιστον, καταλαβαίνω τούτο : όλοι είχαν «σχεδιάσει αρμοδίως», προτείνει, εισηγηθεί, κ.λπ., όμως, τελικά, το πρόβλημα δεν λύνεται. Το τι σημαντικά γίνονται στο θέμα της δασοπροστασίας, το πληροφορούμαι πάντα μετά από καταστροφικές πυρκαγιές, όπου εγώ τουλάχιστον, καταλαβαίνω τούτο : όλοι είχαν «σχεδιάσει αρμοδίως», προτείνει, εισηγηθεί, κ.λπ., όμως, τελικά, δεν κρύβω ότι τάχθηκα αλληλέγγυος στην κραυγή του συμπολίτη μας εκείνου, που κραύγαζε στη Θεσσαλονίκη στις οθόνες των τηλεοράσεων «δεν είμαστε Ελλάδα, είμαστε αποικία», με φόντο πίσω του το καιόμενο Σέιχ Σου.» (Να θυμίσω απλώς, ότι το παραπάνω άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από άρθρο μου που είχε ήδη δημοσιευθεί το 1997!)

Πριν αλέκτωρ φωνήσαι τρις, έγινε αυτό που ο καθένας που έχει στοιχειώδη επαφή με την καθ’ ημάς πραγματικότητα, δεν θα ανέμενε κάτι το διαφορετικό.

Έγραφα ακόμα το 1998 (ένα χρόνο μετά το παραπάνω άρθρο) : «…Ανακαλέστε στη μνήμη σας γεγονότα που παρέπεμπαν σε θεσμικά ζητήματα. Από τις πορείες των εργατών των ναυπηγείων (όταν «εναγωνίως» και με «θυμό» «απαιτούσαμε» πληροφόρηση περί υπάρξεως ή μη κλαδικών βιομηχανικών πολιτικών), ως τα πλέοντα στα νερά των .........

χειμάρρων αυτοκίνητα στην Κόρινθο (όταν πολύ μας απασχολούσε το ζήτημα των μπαζομένων ρεμάτων)… ως τις μεγάλες πυρκαγιές στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη (όταν προσπαθούσαμε να αντιληφθούμε την επάρκεια του συστήματος δασοπροστασίας της χώρας μας)… Και πάει λέγοντας… Φυσικά για τα παραπάνω ζητήματα και για άλλα πολλά σαν τα παραπάνω, ένα είναι βέβαιο. Ότι θα μας ξαναπασχολήσουν, όχι θέτοντας νέα ζητήματα στα πλαίσια των ίδιων αυτών προβλημάτων, αλλά ξαναθέτοντας παλιά ερωτήματα στο πλαίσιο των ίδιων ερωτημάτων… Και βεβαίως δεν έχω καμία αμφιβολία, ότι εύκολα οι ισχυρισμοί μου αυτοί μπορούν να διαψευσθούν, διότι «εν τω μεταξύ, έγινε τούτο και το άλλο»… Ίσως να πέφτω έξω. Όμως σ’ ένα κράτος όπου σε κάθε ευκαιρία προβάλλεται ως «γεγονός» το όντως αυτονόητο, υποπτεύομαι, ότι ακόμα δεν λύθηκαν ούτε αυτά τα αυτονόητα… Ιστορική η παρατήρηση…» (ΒΑΣΙΛΗΣ ΧΑΣΙΩΤΗΣ : ΔΕΚΟ : Τι ακριβώς επιδιώκεται να εκσυγχρονισθεί; Εις εφημερίδα Η ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ, 16/4/1998)

Δεν θα πάω άλλο πίσω, απλά για να θυμίσω και να υπογραμμίσω αυτό που συχνά σημειώνω στα άρθρα μου όταν αναφέρομαι στην ελληνική δημόσια διοίκηση και τις κυβερνήσεις που την εκπροσωπούν, ότι δηλαδή, η οποιαδήποτε πλέον σοβαρή ενασχόληση με τέτοιας σοβαρότητας ζητήματα, καταντά φαρσοκωμωδία και βεβαίως, θα πρέπει να το παραδεχτούμε ότι είχε μεγάλο δίκαιο εκείνος ο πρωθυπουργός που είχε πει ότι ««στη χώρα μας τίποτα δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε να λειτουργεί» (Κώστας Σημίτης : Προτάσεις για μια άλλη πολιτική, εκδ. Γνώση, σελ. 73), αν και ο ίδιος, όπως άλλωστε συμβαίνει συνήθως με τις πολιτικές μας ηγεσίες, ουδόλως έπεισε ότι άφησε πίσω του μια χώρα όπου τουλάχιστον «κάτι» άρχισε να λειτουργεί σωστά.

Συνεπώς οι φωτιές που το τελευταίο τριήμερο κατακαίνε την ήδη περιβαλλοντικά βάναυσα κακοποιημένη Αττική, δεν είναι παρά ένα ακόμα χρονικό ενός προαναγγελθέντος δράματος, και ήδη, μετά το σβήσιμο των πυρκαγιών, που κάποια στιγμή θα γίνει, μόνο ένας πολιτικά τυφλός δεν θα μπορέσει να διαπιστώσει, ότι με το σβήσιμο της κάθε μεγάλης πυρκαγιάς, με το τέλος της κάθε μεγάλης φυσικής καταστροφής, όπως π.χ. μια πλημμύρα, ταυτόχρονα προαναγγέλλεται η επόμενη μεγάλη καταστροφή, που σ’ ένα μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό θα οφείλεται στην έλλειψη χάραξης αποτελεσματικών πολιτικών και στρατηγικών.

Στην επόμενη μεγάλη καταστροφή, πάλι θα μιλάμε για έλλειψη συντονισμού της δράσης των αρμοδίων για την αντιμετώπιση του καταστροφικού φαινομένου «αρμόδιων» φορέων, πάλι θα μιλάμε για τα νομοθετικά κενά που δεν επιτρέπουν την ανάληψη αποτελεσματικών δράσεων, πάλι θα μιλάμε για τα ίδια λάθη, πάλι οι δημοσιογράφοι θα ωρύονται στα παράθυρα των καναλιών και οι νυν θεσμικοί υπεύθυνοι θα κατηγορούνται από τους πολιτικούς τους αντιπάλους με τα ίδια ακριβώς επιχειρήματα με τα οποία οι νυν πολιτικοί τους αντίπαλοι κατηγορούνταν από τους νυν θύοντες όταν ήταν εκείνοι οι θεσμικά αρμόδιοι, πάλι θ ακούσουμε «λύσεις» της στιγμής, όπου ο καθένας εκτοξεύει ενάντια στη νοημοσύνη μας, μαζί με τα φλεγόμενα κουκουνάρια και τις δικές του ανοησίες που επιπίπτουν στη σοβαρότητά μας ως βόμβες ναπάλμ.


Πάλι με λίγα λόγια, θα προσπαθούμε μέσα από (εκ των υστέρων) περισπούδαστες και λίαν υψιπετείς ακαδημαΐζουσες ανοησίες να ανακαλύψουμε τη σοφία του μέσου νου, του μέσου ανθρώπου, αλλά δυστυχώς, ούτε τον ορισμό της μεσότητας δεν είναι σε θέση να δώσουν κάποιοι πέραν του ότι αυτός ο κοινός νους αναζητείται εκεί όπου είναι σχεδόν βέβαιο ότι είναι αδύνατο να τον βρεις : δηλαδή στους ακοινώνητους και στην ουσία χωρίς την εμπειρία της πραγματικής ζωής τεχνοκράτες, που το πεζοδρόμιο το είδαν μόνο από το παράθυρο του γραφείου τους, και το τι σημαίνει «μάχη» απέναντι σ’ ένα πραγματικό γεγονός το ξέρουν μόνο εξ ακοής, αφού γι’ αυτούς οι «μάχες» δεν βρίσκονται παρά μέσα στα τεχνοκρατικά περισπούδαστα αναλυτικά και οργανωτικά τους μοντέλα, που όσο πιο τεχνοκρατικά είναι τόσο και πιο αφαιρετικά της πραγματικότητας. Τεχνοκράτες που το «περιβάλλον» αν δεν μπορεί να συλληφθεί παραμετρικά σε κάποιο μοντέλο τους ως μετρήσιμη (και κατά κανόνα έχουσα οικονομική σημασία) μεταβλητή, δεν έχει και κανένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ή σαν κάποιους ανεπάγγελτους που γεννήθηκαν όμως μέσα στη πορφύρα και μιλάνε για την ανάγκη της εργατικότητας και παραγωγικότητας, αλλά και την «ανάγκη» ο κόσμος να δουλεύει και περισσότερα χρόνια, γιατί όχι 40 ή και 50 ή και 60; –αυτοί που ο μεγαλύτερος κόπος που μπορεί να νοιώθουν είναι η –τυχόν- δυσφορία από την ακινησία. Αυτό το κακό σαράκι στο κορμί της κοινωνίας!


Εν τω μεταξύ, μέχρι να κατορθωθεί να μοιραστεί ο σανός ανάμεσα σε δυο γαϊδούρια, ένα φοβερά δύσκολο και δυσεπίλυτο πρόβλημα για την καθ’ ημάς πραγματικότητα, για το οποίο έχουν αναλωθεί εκατομμύρια επιστημονικών εργατοωρών από της ιδρύσεως του νεοελληνικού μας κράτους, (βεβαίως με το αζημίωτο!), μπορούμε τουλάχιστον να περισώσουμε όση από τη ψυχική μας ισορροπία και νοητική μας αξιοπρέπεια μπορούμε, τουλάχιστον μη μετέχοντας σοβαρά στην επίλυση αυτού του προβλήματος ή άλλων παρόμοιων. Αντί γι’ αυτό, θα πρέπει, ΑΝ ΤΟ ΜΠΟΡΟΥΜΕ, -διότι κι αυτό είναι ένα ιστορικό μας πρόβλημα, να ορίσουμε άλλους, που θα λύσουν τη μόνη σοβαρή διάσταση που υπάρχει σ’ αυτό : δηλαδή, να απομακρύνουν όλους εκείνους που ίσαμε τα σήμερα ασχολούνταν στα σοβαρά με την επίλυσή του...

Και πάντα, δεν θα ξεχνώ να αναφέρομαι σε όλους εκείνους που εξαιρούνται του κανόνος. Είναι δε όλοι αυτοί, που δεν αισθάνονται να θίγονται ακριβώς διότι ότι οι μομφές δεν τους αγγίζουν και δεν τους αφορούν…