Ο απολογισμός και η αυτοδυναμία

Γράφει ο Δημήτρης Τσιόρδας

Σε λίγους μήνες θα έχουμε εκλογές - το πιθανότερο με αφορμή την εκλογή προέδρου της δημοκρατίας.

Ο χρόνος αποτελεί, πια, αντικείμενο έντονης συζήτησης στο εσωτερικό της Ν.Δ., καθώς η θητεία της σημερινής κυβέρνησης, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, φαίνεται να λήγει εδώ. Ηδη τα «γαλάζια» στελέχη έχουν αρχίσει και γυρνούν προς τα πίσω, κάνοντας απολογισμό της κυβερνητικής πενταετίας. Και ο απολογισμός είναι πολύ φτωχός, σύμφωνα με τους περισσότερους.

ΗΝ.Δ. από τα χρόνια της αντιπολίτευσης έδειξε ότι βασικό μέλημά της ήταν να «χαϊδεύει αυτιά» και να συγκεντρώνει καλά ποσοστά στις δημοσκοπήσεις. Ηρθε στην εξουσία το 2004 με καθαρή εντολή από τον ελληνικό λαό κι ένα ΠΑΣΟΚ να προσπαθεί να ανασυγκροτηθεί από τη βαριά ήττα. Τους πρώτους μήνες (εύλογα) τους αφιέρωσε στη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων, ποντάροντας στο κλίμα ενθουσιασμού της εποχής.

Οταν τελείωσαν οι αγώνες, όμως, κι αφού είχε περάσει η περίοδος προσαρμογής, αντί να βάλει μπροστά τις αλλαγές για τις οποίες μιλούσε στο πρόγραμμά της (επανίδρυση του κράτους, «νταβατζήδες» ανασυγκρότηση του ΕΣΥ, αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος), έψαχνε να δει τι θα κάνει. Υστερα από έναν .......χρόνο περίπου κι αφού στο μεταξύ περιπλανήθηκε στα μονοπάτια του «βασικού μετόχου» και στον λαβύρινθο της δημοσιονομικής απογραφής, ανακάλυψε το νεφελώδες σύνθημα των «μεταρρυθμίσεων», το οποίο εξαντλήθηκε στο ασφαλιστικό των τραπεζών και στην κατάργηση του καθεστώτος της μονιμότητας για τους νεοπροσλαμβανόμενους στις ΔΕΚΟ.

Αφησε έξω από την ατζέντα της τα μεγάλα προβλήματα που έπρεπε να αντιμετωπίσει: αλλαγή στη λειτουργία της Διοίκησης, ανοικοδόμηση εκ βάθρων του εκπαιδευτικού συστήματος, μεταρρύθμιση του ΕΣΥ, χτύπημα της παραοικονομίας και της φοροδιαφυγής, πόλεμο κατά της διαφθοράς μέσω της επιβολής κανόνων στην καθημερινή λειτουργία του κράτους κι όχι με τη διαιώνιση της ευνοιοκρατίας. Η Ν.Δ. έδειξε να μην ξέρει ούτε τι θέλει να κάνει, ούτε πώς να το κάνει.

Κι όταν φάνηκε ότι κάτι άρχισε να «υποψιάζεται» (στη δεύτερη τετραετία) ήταν πλέον πολύ αργά. Είχε χαθεί η υπομονή του κόσμου, τα στελέχη της Ν.Δ. είχαν αρχίσει να φθείρονται και τα κρούσματα διαφθοράς άρχισαν να έρχονται στην επιφάνεια το ένα πίσω από το άλλο, εκτοπίζοντας από την επικαιρότητα οποιαδήποτε πολιτική πρωτοβουλία επιχειρούσε να αναλάβει η κυβέρνηση. Υποτάχθηκε σ' αυτό που βρήκε, και αυτό την κατάπιε. Εδειξε ότι αποτελούσε αναπόσταστο μέρος, σε κάθε επίπεδο, αυτού που υποτίθεται ότι ήθελε να αλλάξει.

Σήμερα οι όποιες πρωτοβουλίες χάνονται στη χοάνη της επιταχυνόμενης φθοράς. Οι περισσότεροι στη Ν.Δ. ομολογούν ότι το ζητούμενο πλέον είναι η «αξιοπρεπής ήττα» και συζητούν το ενδεχόμενο εκλογών τον Σεπτέμβριο ακριβώς υπό αυτό το πρίσμα. Το σενάριο, ωστόσο, δεν φαίνεται να έχει πολλές πιθανότητες, αφού η ιστορία δείχνει πως τα κόμματα δεν αποχωρούν οικειοθελώς από την εξουσία. Οσοι, λοιπόν, εισηγούνται εκλογές τον Σεπτέμβριο με πρωτοβουλία της Ν.Δ. παραγνωρίζουν μια βασική παράμετρο: την πολιτική.

Ποιος είναι ο ισχυρός λόγος τον οποίο θα επικαλεστεί το κυβερνών κόμμα για να ζητήσει από τον ελληνικό λαό να του δώσει τρίτη εντολή, έτσι ώστε τουλάχιστον να εξασφαλίσει αξιοπρεπές αποτέλεσμα; Ποιες είναι οι νέες προτάσεις που έχει να καταθέσει και τα στελέχη που θα τις υλοποιήσουν; Αν είναι να συνεχίσει στην ίδια ρότα και με τα ίδια πρόσωπα, τότε γιατί χρειάζεται νέα εντολή; Απαντήσεις σ' αυτά δεν υπάρχουν και το πιθανότερο είναι ότι δεν πρόκειται να βρεθούν. Κι όσο δεν βρίσκονται, τόσο η κουβέντα περί κάλπης και «αξιοπρεπούς ήττας» θα βρίσκεται στον αέρα.

Οι πολίτες το πιθανότερο είναι πως, όταν έρθει η ώρα, θα δώσουν καθαρή εντολή σ' αυτόν που πιστεύουν ότι πρέπει να κυβερνήσει, για να δείξει τι μπορεί να κάνει. Οπως ακριβώς έκαναν και με τον Κ. Καραμανλή το 2004. Ξέρουν ότι δεν έχει νόημα να ταλαιπωρούνται με νέες κάλπες. Αλλά ακόμη κι αυτό αν συνέβαινε, αν ξαναγίνονταν εκλογές λόγω μη αυτοδυναμίας, η διαφορά υπέρ του πρώτου κόμματος θα ήταν μεγαλύτερη από την πρώτη αναμέτρηση. Ολα τα υπόλοιπα είναι ιστορίες πολιτικής φαντασίας.
ΠΗΓΗ