Κρίση Ταυτότητας και Κουλτούρας;

Γράφει ο Τριαντάφυλλος Καρατράντος

Αλήθεια ποια είναι η πολιτική κουλτούρα της Ελλάδας; Πως έχει οικοδομηθεί η εθνική μας ταυτότητα; Ερωτήματα όπως αυτά μου έρχονται έντονα στο νου το τελευταίο διάστημα. Ένα διάστημα που η μία Ελλάδα συναντά την άλλη. Ο δημόσιος λόγος μοιάζει με μία φαρσοκωμωδία με τον εύλογο τίτλο «Όταν η Ψωροκώσταινα συνάντησε την Ελληνικότητα».

Τα βασικά χαρακτηριστικά της σύγχρονης Ελλάδας, καθώς και τα υλικά οικοδόμησης της πολιτικής κουλτούρας της, είναι οι πελατειακές σχέσεις, ο λαϊκισμός, η εσωστρέφεια, ο θρησκευτικός εθνικισμός, η νοοτροπία «περικύκλωσης», ο οικονομικός προστατευτισμός και ο κρατικός κορπορατισμός.

Ένας παράγοντας που επηρεάζει δομικά την Ελληνική πολιτική κουλτούρα είναι η Ορθοδοξία. Σε αντίθεση με άλλα Ευρωπαϊκά κράτη η Ελλάδα μετέτρεψε τον εθνικισμό της, από τον φυσιολογικό τύπο του αστικού εθνικισμού σε αυτόν του θρησκευτικού, σε Ορθόδοξο εθνικισμό. Παράλληλα έχουμε ένα Ελληνοκεντρικό εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο σκιαγραφεί το είδωλο μία σύγχρονης-κλασικής Ελλάδας.

Η εθνική ταυτότητα της χώρας, από την πλευρά της, οικοδομήθηκε μέσω της τοπικοποίησης και της πολιτικοποίησης των εθνικών και των πολιτιστικών παραδόσεων. Εθνικά έθιμα και συνήθειες, γλωσσικοί δεσμοί και θρησκευτικά πιστεύω μετετράπησαν σε εθνικά αισθήματα. Σύμφωνα με τον διαχωρισμό του Smith σε εθνικά και χωρικά έθνη, η Ελλάδα ανήκει αδιαμφισβήτητα στην πρώτη κατηγορία.

Αυτή η οικοδόμηση έχει ως αποτέλεσμα κάθε αμφισβήτηση της «Ελληνικότητας» να εκλαμβάνεται ως απειλή για την ίδια την ύπαρξη του έθνους, καθώς αμφισβητεί την συνέχεια της εθνικής κοινότητας μέσω της ιστορίας. Πρέπει επίσης να αναφέρουμε την κυκλική στρατηγική πολιτική χειραγώγηση αυτών των εθνικών αισθημάτων από την Ελληνική πολιτική elite. Ο ρόλος των πολιτικών και.......
πολιτιστικών μύθων, για τον εκ νέου προσδιορισμό της εθνικής ταυτότητας και για την χάραξη συνόρων, συμβολικών και γεωγραφικών, μεταξύ «Εμάς» και των «Άλλων», είναι κομβικός.

Η Ελληνική κοινή γνώμη απηχεί τα πολιτιστικά χαρακτηριστικά της στην εξωτερική πολιτική της χώρας. Για παράδειγμα, η χρήση του όρου εθνικά «θέματα» αντί εθνικά συμφέροντα, αναδεικνύει την κυριαρχία εσωστρεφών αντιλήψεων, προτεραιοτήτων και πολιτικών. Το κόστος αυτής της αντισυμβατικής συμπεριφοράς της Ελλάδας είναι μια στατική και όχι δυναμική αντίληψη στις σχέσεις μεταξύ των κρατών και στη συμπεριφορά της στα διεθνή for a.

Στην περίπτωση της Ελλάδας οι αρνητικές εικόνες του «άλλου», τα στερεότυπα και ο «διχαστικός λόγος» καλλιεργούν μία οφθαλμαπάτη ανωτερότητας. Αυτά τα σύνδρομα στην Ελληνική εξωτερική πολιτική συνδέονται με το «Μακεδονικό» ζήτημα και με την Τουρκία. Το αίσθημα ανασφάλειας της Ελλάδας και η λογική του «εξωτερικού» εχθρού, που βασάνισαν για χρόνια την παρουσία της χώρας στη διεθνή σκηνή και την λειτουργία της στους διεθνείς θεσμούς, έκαναν και πάλι την εμφάνισή τους.

Η σημερινή πραγματικότητα καλεί η ιθαγένεια να μην περιορίζεται σε ομάδες που δηλώνουν ότι είναι εθνικά και πολιτισμικά ομογενείς. Η Ελλάδα θα πρέπει να προβληματιστεί για τον περιεχόμενο αλλά και τον τύπο της εθνικής της ταυτότητας. Η κληρονομιά της κλασικής περιόδου, μπορεί να αποτελέσει ένα ερέθισμα για έναν κριτικό επαναπροσδιορισμό της παρούσας κατάστασης. Το παρελθόν πρέπει να ενσωματωθεί στο παρών με ένα παραγωγικό τρόπο. Η συλλογική λήθη είναι μία στρατηγική που βοηθά στην οικοδόμηση ενός ιδανικού παρελθόντος αλλά προσφέρει ελάχιστα στο μέλλον. Η πολιτισμική κληρονομιά και η ταυτότητα ενός έθνους μπορούν να παρουσιαστούν καλύτερα, μέσω της ειρηνικής συνύπαρξης και της αναγνώρισης του διαφορετικού, και όχι μέσα από την απόρριψη του «Άλλου».