Καλοί, κακοί και άσχημοι δείχνουν το δρόμο στους θεσμούς

Του Αδάμ Γιαννίκου

Με τις διαπραγματεύσεις ανάμεσα σε Ελλάδα και θεσμούς να μπαίνουν στην τελική ευθεία, ο γαλλογερμανικός άξονας εξελίσσεται σε ένα παιχνίδι του κακού και του καλού μπάτσου, ρόλους που τους παίζουν καθημερινά και με ευρωπαϊκή συνέπεια τα δίδυμα Μέρκελ-Ολάντ και Σόιμπλε-Μοσκοβισί.

Την ώρα που από το Βερολίνο ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε λέει στους βουλευτές του κόμματός του ότι για όλα φταίει η ελληνική κυβέρνηση που «δεν βλέπει τι πρέπει να κάνει για να βάλει τέλος στην ταλαιπωρία του ελληνικού λαού», από το Παρίσι ο Πιέρ Μοσκοβισί υποστηρίζει ότι έχει σημειωθεί μεγάλη πρόοδος στις διαπραγματεύσεις όπου οι διαφωνίες εστιάζονται πλέον σε εργασιακό και ασφαλιστικό.

Μιλώντας σήμερα σε επιτροπή της γαλλικης Γερουσίας, ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας και νυν επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων της Κομισιόν ζητησε επιτάχυνση των διαπραγματεύσεων ώστε να επιτευχθεί συμφωνία εντός των προσεχών εβδομάδων, προσθέτοντας ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό. Διευκρίνησε δε ότι «δεν έχουμε φτάσει ακόμα σε αυτό το σημείο».

Άλλα λόγια να αγαπιόμαστε

Τη Δευτέρα, από το Βερολίνο ο ίδιος δήλωνε ότι Ελλάδα και ευρωπαίοι εταίροι έχουν έρθει πιο κοντά όσον αφορά τη μεταξύ τους κατανόηση επί πολλών μεταρρυθμιστικών ζητημάτων. Αυτά περιλαμβάνουν, σύμφωνα πάντα με τον Γάλλο αξιωματούχο, τον ΦΠΑ, την ανεξαρτησία της Γενικής Γραμματείας Εσόδων, τα κόκκινα δάνεια και τις ιδιωτικοποιήσεις. Για τις τελευταίες δήλωσε χαρακτηριστικά ότι «η κυβέρνηση προσέρχεται με πιο εποικοδομητικές σχέσεις», ενώ δεν παρέλειψε να θίξει κι ένα ζήτημα που καίει τους Ευρωπαίους, οι οποίοι βλέπουν «ενθαρρυντικά σημάδια στη μεταρρύθμιση της αγοράς φυσικού αερίου».

Είναι ο ίδιος Μοσκοβισί που στις 8 Μαΐου, δήλωνε ότι οι μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα δεν προχωρούν αρκετά γρήγορα. Σε ραδιοφωνική του συνέντευξη στο Europe 1, εξηγούσε στο γαλλικο κοινό πως «πρόοδος σημαίνει να αποφασίσει η ελληνική κυβέρνηση την υιοθέτηση μιας σειράς μεταρρυθμίσεων που θα κάνουν ισχυρότερη την ελληνική οικονομία». Τόνιζε, παράλληλα, πως τόσο για την Αθήνα όσο και για την Ευρώπη είναι αναγκαίο να παραμείνει η Ελλάδα στο ευρώ. Τρεις μέρες μετά στο Eurogroup της 11ης Μαΐου, ο ίδιος αποτιμούσε θετικά την κατάσταση, κάνοντας λόγο για αξιοσημείωτη πρόοδο σε βασικές γραμμές διαπραγματεύσης.

Στο περιθώριο της άτυπης συνόδου, ο Σόιμπλε δήλωνε προκλητικά ότι «η πρόοδος στις διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα είναι μικρή έως μηδαμινή. Μόνο ο καιρός έχει βελτιωθεί». Ταυτόχρονα, πέταγε το μπαλάκι στην Αθήνα για το θέμα ενός δημοψηφίσματος το οποίο «θα μπορούσε να είναι χρήσιμο ώστε να αποφασίσει ο ελληνικός λαός κατά πόσο είναι έτοιμος να δεχθει αυτό που είναι αναγκαίο ή κατά πόσο επιθυμεί κάτι διαφορετικό».

Κάπως έτσι, τα ευρωπαϊκά διευθυντήρια, με γερμανικό μαστιγιο και γαλλικό καρότο, προσπαθούν να προκαταλάβουν τις εξελίξεις απέναντι στις κόκκινες γραμμές της Αθήνας. Χθες, από το Βερολίνο στο περιθώριο συνεδρίου για το κλίμα, Μέρκελ και Ολάντ ζήτησαν επιτάχυνση των συνομιλιών, προειδοποιώντας πως δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο, καθώς πλησιάζει ο Ιούνιος.

Οι υπηρέτες του ΔΝΤ

Την ίδια στιγμή, η Ουάσιγκτον παρατηρεί από ψηλά το ευρωπαϊκό δράμα, ξεκαθαρίζοντας τους δικούς της κανόνες. Σε χθεσινή της ομιλία στην Παγκόσμια Τράπεζα, η επικεφαλής του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, εκανε λόγο για «κάποια πρόοδο» στις διαπραγματεύσεις αλλά και για «δύσκολη θέση» της Ελλάδας, καθώς το ΔΝΤ θα πρέπει να λαμβάνει κάθε φορα υπόψη τις απόψεις της ευρύτερης διεθνούς κοινότητας.

Υπενθυμίζοντας πως η Ελλάδα έχει αναλάβει δεσμεύσεις ασχέτως του ποιος είναι στην κυβέρνηση, η Λαγκάρντ ερμήνευσε τον ρόλο του Ταμείου με τρόπο που δεν αφήνει περιθώρια παρεξηγήσεων για το ρόλο του: «δεν είμαστε υπηρέτες μιας πολιτικής ιδεολογίας, είμαστε υπηρέτες της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και της οικονομικής ανάπτυξης». Απάντησε τέλος στους επικριτές του Ταμείου για την ανοχή που επιδεικνύει απέναντι στις πλουσιότερες χώρες-μέλη του, διευκρινίζοντας ότι μπορεί το ΔΝΤ να δείχνει ευελιξία στα προγράμματα διάσωσης, «αλλά στο τελος της ημέρας, θα πρέπει να υπαρξει αποτέλεσμα».

Ως προς αυτό το αποτέλεσμα, η Κριστίν Λαγκάρντ δέχθηκε μεν πως θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η νέα πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα, τόνισε δε: «Εάν ένα πακέτο μέτρων δεν ταιριάζει με το νέο πολιτικό παράδειγμα, καλώς. Θα πρέπει, όμως, να αντικατασταθεί με ένα άλλο».

ΕΚΤ σε ρόλο Πόντιου Πιλάτου

Τα μάτια στρέφονται τώρα στην Φρανκφούρτη όπου συνεδριάζουν σήμερα τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας με τις σχετικές αποφάσεις να ανακοινώνονται αύριο. Οι αναλυτές εκτιμούν πως η πλευρά Ντράγκι δεν θέλει όσο συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις να είναι η ΕΚΤ που θα πάρει την κρίσιμη απόφαση για την Ελλάδα.

Όπως έχει διαμηνύσει ο πρόεδρος της ΕΚΤ, για το μέλλον της χώρας θα πρέπει να αποφασίσουν οι εκλεγμένοι πολιτικοί και όχι οι κεντρικοί τραπεζίτες. Οι πολιτικοι θα έχουν την τιμητική τους αύριο στην σύνοδο κορυφής της ΕΕ στη Ρίγα της Λετονιας, όπου η ελληνική πλευρά αναμένεται να προσέλθει ζητώντας «ενιαία συμφωνία» χρέος και μεταρρυθμίσεις. Οι μεταρρυθμίσεις θα βρεθούν στο επίκεντρο των επαφών των τεχνικών κλιμακίων που ξεκινούν εκ νέου σήμερα στο Brussels Group, όπου παίζεται άσχημο παιχνίδι εις βάρος της Αθήνας με την παρελκυστική τακτική που ακολουθεί η πλευρά των δανειστών.

Την ίδια στιγμή συνεχίζονται οι διαρροές σε μεγάλα διεθνή Μέσα, απ' όπου προκύπτει ότι τα γεράκια εντός της ΕΚΤ σκληραίνουν τη στάση τους, ζητώντας να δοθεί ένα προειδοποιητικό χτύπημα στην Αθήνα με μεγαλύτερους περιορισμούς στην παροχή ρευστότητας προς τις ελληνικές τράπεζες.

Αυτό θα αφορά τόσο τη χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από τον έκτακτο μηχανισμό (ELA) μέσω της Τραπέζης της Ελλάδος, όπου η Bundesbank ζητά τις τελευταίες εβδομάδες να μπει τέλος, όσο και για τα ενέχυρα που καταθέτουν οι ελληνικές τράπεζες στο ευρωσύστημα, όπου οι κεντρικοί τραπεζίτες ζητούν από την ΕΚΤ να επανεξετάσει το ποσοστό έκπτωσης της ονομαστικής τους αξίας («κούρεμα»). Τυχόν μεγαλύτερο κούρεμα θα εξαντλούσε γρηγορότερα το περιθώριο χρηματοδότησής των ελληνικών τραπεζών από τον ELA. Μέχρι σήμερα έχουν διατεθεί 80 δισ. ευρώ με βάση τα ενέχυρα ύψους 137 δισ. που διαθέτουν οι ελληνικές τράπεζες και των οποιων η ονομαστική αξία «κουρεύεται» κατά 30%, δίνοντας ταβάνι 95 δισ ευρώ στις τράπεζες, αφήνοντας δηλαδή περιθώριο για άντληση άλλων 15 δισ. στα 95 δισ. και χρονικό ορίζοντα τον Ιούνιο με βάση τους σημερινούς ρυθμούς εκροών καταθέσεων. Αν κι εφόσον δεν υπάρξει νέο κούρεμα.