Η οικονομική ανάπτυξη που ΔΕΝ μας συμφέρει και ΔΕΝ θέλουμε…

Γράφει ο Βασίλης Δημ. Χασιώτης
«Μήπως αυτός είν’ ο πραγματικός μας κόσμος;… Μήπως για τούτα μονάχα είμαστε άξιοι τώρα πια…; Ελευθερία, δόξα, δικαιοσύνη υπόσχεται ο Μιθριδάτης που πλησιάζει –ο νέος Διόνυσος που χαιρετάνε οι λαοί. Θα ξαναβρούμε στ’ αλήθεια οι Έλληνες την εθνική μας αξιοπρέπεια, θα πάψουμε να ’μαστε Γραικύλοι;…»

Ρόδης Ρούφος : Οι Γραικύλοι

Φαίνεται πως πολλά άλλαξαν στην οικονομική επιστήμη και στην οικονομική σκέψη, χωρίς να το αντιληφθώ, από την εποχή που ως πρωτοετής φοιτητής των οικονομικών προ 41-42 περίπου ετών, είχα αρχίσει να διδάσκομαι την «κορωνίδα των κοινωνικών επιστημών» όπως την αποκαλεί ο Paul Samuelson και όχι μόνο, παρότι, και λόγω προσωπικού ενδιαφέροντος μα και λόγω της φύσεως της επαγγελματικής μου εργασίας για 35 περίπου χρόνια, ήμουν υποχρεωμένος να ασχολούμαι καθημερινά με την οικονομία και τα προβλήματά της, στο μικροοικονομικό μα και στο μακροοικονομικό επίπεδο, όχι μονάχα στο επίπεδο της διαρκούς ενημέρωσης και της .....
καθημερινής ενασχόλησης μαζί της.

Αν, όπως σημείωνε στο βιβλίο του «Η Οικονομική της Αναπτύξεως», ο αείμνηστος πια καθηγητής μου Αθανάσιος Κανελλόπουλος, η οικονομική επιστήμη και πολιτική, κυρίως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ανακάλυπταν «μετ’ εκπλήξεως την πενίαν των τριών τετάρτων της ανθρωπότητος», και έσπευδαν «οιονεί εκ τύψεως» να επανορθώσουν «το σφάλμα μιας μακράς ολιγωρίας» (Τόμος 1ος, σελ. 7), σήμερα, κι εδώ βρίσκεται η δήλωσή μου ότι ως φαίνεται έχω χάσει ενδιαφέρουσες εξελίξεις σε ό,τι αφορά την πρόοδο της οικονομικής σκέψης, οι «τύψεις» εκδηλώνονται για ένα εντελώς άλλο λόγο, που ανατρέπει την ίδια την φιλοσοφία της οικονομικής ανάπτυξης, μια φιλοσοφία που αντλείται από το θεμελιώδες ερώτημα : ανάπτυξη για ποιόν ή για ποιους;

Το ερώτημα φαίνεται να είναι απλό και να οδηγεί στην αυτονόητη απάντηση : ανάπτυξη για όλους.

Αυτή όμως, στις μέρες μας, στις μέρες της νεοφιλελεύθερης λαίλαπας, αυτονόητη απάντηση, εν τούτοις, δεν είναι παρά η απάντηση της νεοφιλελεύθερης προπαγάνδας.

Διότι η πραγματική απάντηση στο ερώτημα είναι τούτη : ανάπτυξη για πολύ λίγους, παραμονή στο βασίλειο της υπανάπτυξης για τους πολλούς.

Όχι βεβαίως ότι είναι μονάχα ο νεοφιλελευθερισμός που την οικονομική ανάπτυξη δεν την κατανέμει δίκαια στη κοινωνία, όμως, είναι περιώνυμος για την αδικία του στο θέμα αυτό, σε βαθμό ίσως που να μην έχει ταίρι.

Πρόκειται για ένα δυισμό, που ενώ υπό «φυσιολογικές» συνθήκες, είναι ο ίδιος αναμένεται να εντοοπιστεί ως πραγματικότητα (που πάντως πρέπει να καταπολεμηθεί) εντός των αναπτυγμένων οικονομιών με τις εντός αυτών «νησίδες υπανάπτυξης», εν τούτοις, στη σημερινή νεοφιλελεύθερη πραγματικότητα, (σημερινή : δηλαδή εδώ και μερικές δεκαετίες), αυτό το φαινόμενο οικονομικής ανάπτυξης, με τις «νησίδες» φτώχειας και υπανάπτυξης εντός των αναπτυγμένων οικονομιών, το προφανώς «σπάταλο» αφού οδηγούσε σε ανώτερα βιοτικά επίπεδα όλο και περισσότερα τμήματα του πληθυσμού, παρά τις όποιες ενστάσεις που εγείρονταν και πάντα εγείρονται -και καλώς εγείρονται- από αυτά τα «περισσότερα τμήματα» του πληθυσμού, για το τι σημαίνει «αξιοπρεπές και αποδεκτό βιοτικό επίπεδο», αντιστράφηκε, ώστε στη νεοφιλελεύθερη πραγματικότητα να μεταβληθεί σε ένα ωκεανό υπανάπτυξης για τους πολλούς, με νησίδες προκλητικού πλουτισμού και συγκέντρωσης του «προϊόντος» τής (μέσω της συλλογικής προσπάθειας επιτευχθείσας) οικονομικής ανάπτυξης στα χέρια πολύ λίγων ανθρώπων και κάποιων ελίτ.

Αυτός δε είναι και ο λόγος, για τον οποίο, οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές, εστιάζουν την προσοχή τους, όχι στο τι δέχεται η κυρίαρχη σκέψη ως οικονομική ανάπτυξη, (economic development), μα στην οικονομική αύξηση (economic growth).

Και αυτό είναι πολύ φυσικό.

Διότι οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές, δεν ενδιαφέρονται καθόλου για το ζήτημα της διανομής του συνολικού προϊόντος και του συνολικού εισοδήματος στη κοινωνία, διότι, έχοντας ξεκαθαρίσει, και σ΄ αυτό υπάρχει πράγματι εντιμότητα διότι δεν το κρύβει, ότι στη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία, η «κοινωνία» είναι κάτι που δεν υπάρχει, και πώς ό,τι υπάρχει είναι η δύναμη των λίγων πανίσχυρων οικονομικών ελίτ, επομένως, η συντριπτική πλειοψηφία αυτού του συνολικού προϊόντος και εισοδήματος πρέπει να πηγαίνει στο μόνο υπαρκτό πράγμα, αυτές τις ελίτ, στους δε μεμονωμένους «συντελεστές παραγωγής», όπως τα μηχανήματα, τα εργαλεία, το έδαφος, εν οις και ένας που ονομάζεται «άτομο» (ή, κατά παραχώρηση,  και «άνθρωπος»), θα πάνε τα απολύτως αναγκαία που χρειάζονται για τη συντήρηση αυτών των «συντελεστών παραγωγής», ώστε να λειτουργούν αποτελεσματικά.

Ειδικώς για τον «συντελεστή παραγωγής» «άτομο», (ο κατά παραχώρηση αποκαλούμενος «άνθρωπος»), αυτό το «άτομο» που δεν ανήκει βεβαίως στις ελίτ αλλά σ’ αυτό που κάποτε υπήρχε και πλέον δεν υπάρχει (ή όπου υπάρχει θα πρέπει να πάψει να υπάρχει), δηλαδή τη «κοινωνία», θα πρέπει να δίνεται τόσο «μέρισμα» από την οικονομική αύξηση, ώστε αενάως να εξασφαλίζεται όσο περισσότερο τελικό προϊόν και εισόδημα (για τις ελίτ), με όσο λιγότερο δυνατό «κόστος» παραγωγής, άρα, είναι θεμελιώδες, προκειμένου αυτή η δυνάμει Θείας Επιταγής τάξη πραγμάτων να μη διαταράσσεται, αυτοί οι συντελεστές να είναι όσο το δυνατό πιο «φτηνοί», εξ ου και η αποτιμώμενη «φτηνά» αυτού που αποκαλείται «ζωή» αυτών των «ατόμων - συντελεστών παραγωγής», μια «ζωή», που δεν έχει τίποτα το κοινό με τη «ζωή» των ελίτ, και δεν αναφέρομαι μονάχα στην αβυσσαλέα ποσοτική διαφορά μεταξύ του πλούτου και των εισοδημάτων των μεν και των δε, αλλά στην επίσης αβυσσαλέα διαφορά της αξιοπρέπειας της ζωής των μεν και των δε.

Πράγματι, για να ξαναγυρίσουμε λίγο στη θεωρία, που όμως εν προκειμένω περιγράφει την πραγματικότητα αλλά ταυτόχρονα και ορίζει το πώς η οικονομική ανάπτυξη εκλαμβάνεται στη κάθε σχολή οικονομικής πολιτικής στη πράξη πια και όχι στη θεωρία.

Και μιας και ξεκίνησα με το βιβλίο του αείμνηστου καθηγητή μου Αθανασίου Κανελλόπουλου, προ 41-42 ετών, «Η Οικονομική της Αναπτύξεως», ας συνεχίσω με το ίδιο.

Ας δούμε λοιπόν, πώς η οικονομική της ανάπτυξης, όριζε τότε και εξακολουθεί να ορίζει και σήμερα (ομιλώ επί της ουσίας), την οικονομική ανάπτυξη και τη διαφορά της με  την οικονομική αύξηση ((Τόμος 1ος, σελ. 82 και 87-88) :

Είναι λοιπόν η οικονομική ανάπτυξη, σύμφωνα με τον ορισμό της άνω πηγής :

«Μια μακροχρόνιος διαδικασία κατά την οποίαν μια οικονομία ως σύνολον πραγματοποιεί αύξησιν και διαφοροποίησιν του αποτελέσματος της παραγωγικής ικανότητός της, εν συνδυασμώ προς τας διαρθρωτικάς μεταβολάς εις την δομήν της, άγουσαν εις μόνιμον, συσσωρευτικήν και αυτοσυντηρουμένην αύξησιν του πραγματικού κατά κεφαλήν εισοδήματος επί αυξανομένου πληθυσμού».

Και ο ορισμός της «οικονομικής αύξησης» με ταυτόχρονη διάκριση από την «οικονομική ανάπτυξη» σύμφωνα με την ίδια παραπάνω πηγή :

«Αύξησις… : Ο όρος ούτος χρησιμοποιείται ενίοτε προς υποδήλωσιν της μεγεθύνσεως αριθμών, μετρούντων οικονομικόν τι φαινόμενον… Η αύξησις ερν τη εννοία ταύτη έχει απλώς αριθμητικόν νόημα και αντιτίθεται εις την σμίκρυνσιν, την φθίσιν, την μείωσιν. Υπό άλλων ο όρος χρησιμοποιείται με το αυτό ακριβώς περιεχόμενον, με το οποίον χρησιμοποιείται και η ανάπτυξις (developmenet). Εν τούτοις, μεταξύ των δύο εννοιών υπάρχει καθ’ ημάς διαφορά. Η αύξησις αναφέρεται απλώς εις την δια της διευρύνσεως της παραγωγικής ικανότητος αύξησιν του πραγματικού προϊόντος, της παραγωγής δηλ. αγαθών και υπηρεσιών. Η ανάπτυξις αντιθέτως, αναφέρεται εις την συνεχή και συσσωρευτικήν αύξησιν του κατά κεφαλήν εισοδήματος…»

Δεν θα μείνω στα σημεία εκείνα των ορισμών ανωτέρω που θα μας παραπέμψουν απλώς σε περισσότερη τεχνική προσέγγιση του ζητήματος, απλώς θα εστιάσω στο σημείο εκείνο το οποίο μας λέει ότι δεν νοείται οικονομική ανάπτυξη, με μειούμενο το κατά κεφαλήν εισόδημα ενός λαού, μιας κοινωνίας.

Η οικονομική ανάπτυξη, στην υγιή προσέγγιση αυτής της έννοιας, «υγιή» υπό την έννοια ότι μιλάς για την ανθρώπινη ευημερία και αξιοπρέπεια ΌΛΩΝ των ανθρώπων και όχι κάποιων ελίτ μονάχα, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την έννοια της δίκαιης διανομής του προϊόντος της ανάπτυξης σε ΟΛΗ τη κοινωνία, σε ΟΛΟ το λαό.

Αυτό, δηλαδή το ζήτημα της διανομής, έχει πολύ μεγάλη σημασία, διότι διαφορετικά, θα ήταν δυνατό, κι αυτό δεν είναι κάτι που δεν μπορεί να συμβεί στη πραγματικότητα, αντιθέτως, συμβαίνει, να υπάρχει αύξηση του κατά κεφαλή ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος, και ταυτόχρονα, τέτοιου μεγέθους ανισοκατανομή, ώστε τελικώς αυτή η «οικονομική ανάπτυξη» να συμπίπτει με ό,τι ορίζει ως τέτοια η Αθλιότητα, ο νεοφιλελευθερισμός εν προκειμένω, στον οποίο έχοντας ήδη αναφερθεί σ’ αυτόν, παραμένουμε και σ’ αυτόν.

Στην παραπάνω αναφερόμενη βιβλιογραφική μας πηγή, το ζήτημα της «διανομής» εξετάζεται αναλυτικότερα σε άλλο κεφάλαιο του βιβλίου του Αθ. Κανελλόπουλου, όμως, ήδη εντοπίζεται ως θεμελιώδες στοιχείο της οικονομικής ανάπτυξης στον δοθέντα ορισμό, αν και προσωπικώς, θα το ενέτασσα (στον ορισμό) με μεγαλύτερη έμφαση.

Ο Αθ. Κανελλόπουλος, αναλύοντας τον ορισμό που έδωσε, σημειώνει επί του θέματος, αφού προηγούμενα υπενθυμίσει τις διαφορετικές επί του θέματος απόψεις, δηλαδή, αν η ανισότητα και η οικονομική ανάπτυξη συμπλέκονται και κυρίως, αν η ισότητα πλέον εξυπηρετεί την υπόθεση της οικονομικής ανάπτυξης ή όχι, μια παμπάλαια αντιδικία στη θεωρία και στη πράξη, που χρονολογείται ίσως από την πρώτη κοινωνία που ο άνθρωπος συγκρότησε πάνω σε τούτο το πλανήτη.

Σημειώνει επ’ αυτού ο Αθ. Κανελλόπουλος (σελ. 85 ανωτέρω) :

«Εν τούτοις, ως θα αναπτυχθή εις άλλο τμήμα του παρόντος, ούτε αληθεύει η άποψις ότι η οικονομική ανάπτυξις των νυν προηγμένων χωρών συνετελέσθη υπό καθεστώς οξείας ανισότητος, ούτε αναγκαίον, και εάν ηλήθευεν, η ανάπτυξις να ακολουθή πάντοτε τα αυτά ιστορικά πρότυπα… Ενταύθα, περιοριζόμεθα να τονίσωμεν μόνον ότι η συνεχιζόμενη ανισότης εν τη  καυανομή του εισοδήματος είναι όχι μόνον ηθικώς αλλά και λογικώς ασυμβίβαστος προς την οικονομικήν ανάπτυξιν. Εν τη εννοία της αναπτύξεως περιέχεται η διαδικασία της εξόδου ολονέν μεγαλυτέρου τμήματος του πληθυσμού από τον κλοιόν του χαμηλού κατά κεφαλήν εισοδήματος δηλ. την πενίαν. Η υπόθεσις ότι θα ήτο δυνατόν να υπάρξη οικονομική ανάπτυξις, το προϊόν της οποίας θα συνεκεντρούτο εις χείρας περιωρισμένων κοινωνικών ομάδων, εμπεριέχει εν εαυτή οικονομικόν παραλογισμόν, καθ’ όσον απλούστατα, υπό τας συνθήκας αυτάς θα ήτο αδύνατος η οικονομική ανάπτυξις πέραν του ότι θα ήτο ηθικώς άσκοπος και λογικώς ασυμβίβαστος με την έννοιαν ταύτης…»

Από την σύντομη παράθεση των ανωτέρω, νομίζω πως γίνεται κατανοητό, ότι η αναφορά σε αυξητικά μακροοικονομικά οικονομικά στοιχεία, τους αριθμούς, και μόνο σ’ αυτούς, ως δηλωτικούς του γεγονότος ότι έχει επιτευχθεί «οικονομική ανάπτυξη», είναι παραπλανητική, αν αυτό δεν συνδυασθεί με όλα εκείνα τα στοιχεία που γίνονται αποδεκτά ως προσδιοριστικοί παράγοντες της έννοιας και του φαινομένου του ίδιου της «οικονομικής ανάπτυξης», και τα οποία εμπεριέχονται σε τέτοιους ορισμούς της «οικονομικής ανάπτυξης» όπως ο ανωτέρω παρατεθείς.

Ενδέχεται δε, μια όχι τόσο «καλή» πορεία, από άποψη «αύξησης» των οικονομικών μεγεθών, εν τούτοις, να συνδέεται με πολύ καλύτερο επίπεδο «οικονομικής ανάπτυξης», αν αυτή η «όχι και τόσο καλή» επιτευχθείσα ποσοτική αύξηση, εν τούτοις, έχει πιο δίκαια διαχύσει στη κοινωνία το «προϊόν» που επιτεύχθη, και έχουν πιο αποτελεσματικά υποστηριχθεί οι λοιποί παράγοντες που προσδιορίζουν την «οικονομική ανάπτυξη».

Όπως είναι δυνατόν να δούμε, και στις χώρες εκείνες στις οποίες έχει εγκαθιδρύσει το Κράτος της ο νεοφιλελευθερισμός το βλέπουμε κατά κανόνα και όχι κατ’ εξαίρεση, να υπάρχουν «θεαματικές» αυξήσεις των μακροοικονομικών μεγεθών, οι οποίες βαπτίζονται ως «οικονομική ανάπτυξη», παρά το γεγονός, ότι η κατανομή του παραχθέντος πλούτου και εισοδήματος, στη συντριπτική του πλειοψηφία οδηγείται στα θησαυροφυλάκια και τις τσέπες λίγων ελίτ, η απόσταση αυτών των ελίτ από τα πιο φτωχά στρώματα του πληθυσμού να διευρύνεται ακόμα περισσότερο, και η φτώχεια επίσης να διευρύνεται κι αυτή.

Στη λογική των αριθμολάγνων, το αν η αύξηση π.χ. του ΑΕΠ, επιτεύχθηκε εξαθλιώνοντας μια ολόκληρη κοινωνία, ή επιτεύχθηκε επιβάλλοντας τον φασισμό και τον ολοκληρωτισμό, τυπικό ή άτυπο, καταργώντας τη δημοκρατία, το κοινωνικό κράτος και τα ανθρώπινα και κοινωνικά δικαιώματα, και μάλιστα, επιφυλάσσοντας στη κοινωνία αυτή ως αντίδωρο ψίχουλα ελεημοσύνης, αυτό δεν έχει καμία σημασία.

Δεν θα ονομάσουν αυτό τους το «επίτευγμα» μονάχα «αύξηση», θα το βαφτίσουν «οικονομική ανάπτυξη».

Εξάλλου η ίδια η ιδεολογία και φιλοσοφία του νεοφιλελευθερισμού για την οικονομική ανάπτυξη, δεν ενδιαφέρεται καθόλου για τις «αγωνίες» των πολλών αναφορικά με τη φτώχεια τους και την ανέχειά τους.

Η «φτώχεια» των πολλών για τον νεοφιλελευθερισμό, δεν είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο, είναι μια αναγκαιότητα για την οικονομία την οποία ευαγγελίζεται.

Εξασφαλίζει «υψηλές ή χαμηλές πτήσεις» ζωτικών για την οικονομική του ιδεολογία παραμέτρων και μεταβλητών του οικονομομετρικού του μοντέλου : κρατά υψηλά τη φτώχεια κρατώντας χαμηλά τα εισοδήματα, κρατά χαμηλά την κατανάλωση κρατώντας υψηλά την φτώχεια, κρατά χαμηλά τους μισθούς κρατώντας υψηλά την προσφορά της εργασίας έναντι της ζήτησής της, κρατά χαμηλά τους μισθούς κρατώντας υψηλά την ανεργία, κρατά χαμηλά τις κοινωνικές διεκδικήσεις κρατώντας υψηλά τον φόβο πάνω στη κοινωνία, κρατά χαμηλά την πολιτική αντίδραση, κρατώντας υψηλά την διαφθορά και την διάβρωση της δημοκρατίας, κρατά σε υψηλά επίπεδα την ισχύ των αρεστών στο νεοφιλελευθερισμό διαπλεκόμενων ελίτ, κρατώντας χαμηλά την ισχύ της κοινωνίας και του λαού.

Το κυρίαρχο στοιχείο που καθιστά την οικονομική ανάπτυξη υπόθεση όλων, είναι η δίκαιη ΔΙΑΝΟΜΗ της στη κοινωνία, στο λαό.

Η οικονομική ανάπτυξη για να αφορά όλους, πρέπει και να ωφελεί όλους, διαφορετικά, από την πίττα που δεν πρόκειται να φας, μπορείς άνετα να την αφήσεις να καεί.

Και λέγοντας «να ωφελεί όλους», δεν εννοούμε μια ωφέλεια στη λογική της ελεημοσύνης και το να εξακολουθούν να αναπνέουν όσοι λαμβάνουν αυτή την ελεημοσύνη.

Εννοούμε, ότι πρέπει να εξασφαλίζει ένα επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης ως ανθρώπων και όχι ως «συντελεστών της παραγωγής», ακριβώς, όχι απλά να εξασφαλίζει σε όλους τη δυνατότητα να συνεχίσουν να αναπνέουν, μα να ζουν ως άνθρωποι, άνετα, αξιοπρεπώς, έχοντας αφήσει πίσω τους την ανέχεια, την πείνα, την ανασφάλεια και την αναξιοπρέπεια, τουλάχιστον όσο εξαρτάται απ’ την ατομική και συλλογική προσπάθεια της κοινωνίας, ενός λαού.

Μία οικονομική ανάπτυξη, της οποίας το κόστος επίτευξής της και τα προκύπτοντα οφέλη της κατανέμονται άνισα και άδικα στη κοινωνία, το λαό, είναι μια ανάπτυξη της οποίας :

[1] Το κόστος επίτευξής της αφορά τους πολλούς, ως ένα κόστος και χρέος επαχθές και επονείδιστο, διότι συμβάλλουν στη δημιουργία μιας αξίας από το «μοίρασμα» όμως της οποίας θα εξαιρεθούν, και δεν πρόκειται να λάβουν τίποτα παραπάνω εξόν από ό,τι αναγκαίο να συντηρηθούν στη ζωή ώστε να επιτελέσουν τον  μόνο ρόλο που τους αναγνωρίζεται, αυτόν του «συντελεστή της παραγωγής», και

[2] Το μεγάλο μέρος της «πίττας», θα διανεμηθεί αυθαίρετα, άδικα και εν πολλοίς παράνομα, στην τρεχόντως τη κάθε φορά κυρίαρχη ολιγομελή διαπλεκόμενη ελίτ εξουσίας, τυπικής ή άτυπης αδιάφορο, και υπό την έννοια αυτή, είναι μια θεσμοθετημένη διαδικασία κλοπής του μόχθου των πολλών είτε εστιάζουμε στο «κόστος» της οικονομικής ανάπτυξης, είτε εστιάζουμε στο παραχθείσα εν τέλει αξία.

Αυτή η «ανάπτυξη» είναι μια θελκτική κατάσταση πραγμάτων για κάποιους, τα συμφέροντα των οποίων εξυπηρετούνται μ’ αυτό το τρόπο, και είναι τουλάχιστον ερμηνεύσιμο αν όχι και δικαιολογημένο, να στηρίζουν την κατάσταση αυτή.

Όμως, είναι τελείως παράλογο, έστω και από την άποψη της εξυπηρέτησης του ατομικού, ιδιοτελούς συμφέροντος, να στηρίζεις κάτι το οποίο αν και δεν σε ωφελεί τουλάχιστον δεν σε βλάπτει, μα σε βλάπτει σε κάθε περίπτωση.

Το πόσο ανάπτυξη θέλουμε, κυρίως δε, πώς πρέπει να διανέμεται αυτή η ανάπτυξη στην κοινωνία και πώς, ποια η θέση του Ανθρώπου ως Ανθρώπου στη παραγωγική διαδικασία παραγωγής και όχι ως «συντελεστή παραγωγής» (και πάντως, όχι κυρίως ή αποκλειστικά ως «συντελεστής παραγωγής»), τι είδους ανάπτυξη θέλουμε από την άποψη των κυρίων τομέων που θα δεσπόζουν στην οικονομία, όλα αυτά, πρέπει να αποτελούν αποφάσεις της κοινωνίας που θα εκφράζονται μέσα από δημοκρατικές πολιτικές διαδικασίες και θα αντανακλούν την κυρίαρχη στάση πρωτίστως απέναντι στην ίδια τη ζωή και ακολούθως απέναντι στους αριθμούς.

Είναι ακριβώς το δικαίωμα στην Αξιοπρεπή Ανθρώπινη Ζωή που είναι αδιαπραγμάτευτο και το οποίο θέτει το πλαίσιο εντός του οποίου θα έπρεπε να εκδηλώνεται η οικονομική δραστηριότητα, ακριβώς ως μια υποστηρικτική της Αξιοπρεπούς Ζωής δραστηριότητα.

Η οικονομική ανάπτυξη που αφορά τους λίγους από άποψη διανομής του προϊόντος που αυτή παράγει, πολύ δε περισσότερο, η τέτοια οικονομική ανάπτυξη, αυτή δηλαδή της οποίας το προϊόν πάει στους λίγους, αν επιπλέον συνεπάγεται για τους πολλούς την απώλεια της αξιοπρέπειάς τους, αν όχι και της ίδιας τους της ελευθερίας με το να τους καθιστά οιονεί σκλάβους χωρίς κανένα ή με ελάχιστα εργασιακά δικαιώματα, δεν είναι απλά «κάτι» που δεν αφορά τους πολλούς, άρα, δεν έχουν και συμφέρον να την στηρίξουν ως διαδικασία, (ως «ελεύθερος» επαίτης, ίσως να βγάζεις περισσότερα απ’ όσα ως μισθωτός που αμείβεσαι με μισθό πείνας), είναι, επικίνδυνη για την ίδια την κοινωνία, (αυτό το «πράγμα» που δεν υπάρχει για τους νεοφιλελεύθερους), είναι επικίνδυνη για την δημοκρατία και επομένως την ελευθερία (την Ανθρώπινη ελευθερία, και όχι αυτή των «συντελεστών παραγωγής»), και την ίδια την ειρήνη.