Η Ευρωλάγνοι, το ευρό και οι ....Έλληνες.

 Γράφει ο Βαγγέλης Κωνσταντίνου

Ποια είναι η συνήθης, η καθημερινή μας συμπεριφορά και πόσο πολύ έχουμε εμβαθύνει μέσα σε αυτή, κατά τρόπο που να μας δώσει πληροφορίες ή και συμπεράσματα για τον τρόπο που ζούμε ή που μιμούμαστε τον  «Έλληνα» ή τον «Ευρωπαίο»; 
Μια παρέα, σε ένα μπαρ που έχει καταναλώσει μια μερίδα ποτών φωνάζει το γκαρσόν να πληρώσει.
Οι Έλληνες  σκοτώνονται ..........
ποιος θα πληρώσει πρώτος όλα τα ποτά.
Οι Ευρωπαίοι, ήρεμα πληρώνει ο καθένας τα δικά του.
Μετά από κάποια χρόνια, «μοντέρνος» Έλληνας, μαθαίνει στους άλλους, τους παραδοσιακούς ή  «βλάχους» πως ο σωστός τρόπος , ο Δυτικός τρόπος πολιτισμού συμπεριφορών είναι να πληρώσει ο καθένας τα δικά του.

Αυτό το παράδειγμα το θέτω προς συζήτηση.
Θέτω δηλαδή, πως από το υπαρξιακό Είναι των Ελλήνων που από τα βάθη των αιώνων μέχρι σήμερα ο πολιτισμός τον οποίο ενέπνευσαν στην ανθρωπότητα, είχε  αφετηρία του το συλλογικό Εγώ, δηλαδή την συγκρότηση της «κοινωνία του όλου», στην οποία ως υπαρκτή διάσταση, συναντιέται ο άνθρωπος με όλα τα πράγματα, τα ζώα και την φύση που τον περιβάλλουν, στο πέρασμα σε ένα πολιτισμό, όπου στην θέση του συλλογικού Είναι κυριαρχεί ως να υπήρχε από πάντα, το Είναι του Εγώ που ορίζει το άτομο.  Όπου το Είναι αποτελεί μοναδιαία  κατάσταση του Εγώ αναδεικνύοντας την υπεροχή του πάνω στα πράγματα που το περιβάλλουν.  Αυτό που μπορεί και να  ορίζεται ως ανάδελφος ατομισμός και ο οποίος  επί-κοινωνεί το Είναι του Εγώ του στο Εγώ του άλλου, ως πρόταση και ως ρήξη. Ως υπεροχή και σε ένα ανώτερο επίπεδο, ως δύναμη.  
Αλλά τότε θα μου πει κάποιος, και αυτό γιατί να μην συμβαίνει και την άλλη περίπτωση. Εκείνη δηλαδή , κατά την οποία ο «πλούσιος» ή ο «κομπάζων» της ευκαταστασίας του προτάσσει τα στήθη του σαν φουσκωμένη γαλοπούλα, και με μια άνεση εκτοπισμού και αυταρέσκειας, πληρώνει το λογαριασμό όλων;
Πράγματι, η κίνηση αυτή συνηθίζεται σε όλα τα οικονομικά στρώματα, και προβάλλει τον ανταγωνισμό, όπως ακριβώς μας έμαθαν να προβάλλουμε το Εγώ υποκαθιστώντας το Είναι που ορίζει την ζώσα πραγματικότητα, διότι αυτό μας κάνει πιο πολιτισμένους και βεβαίως Δυτικότατους.
Γιατί ενώ η συλλογικότητα προβάλλεται μέσα από την ανθρωπιστική διάσταση της αλληλεγγύης, η στρέβλωση που έχει υποστεί το «κοινωνικό όλον» που στην Δύση δεν συγκροτεί κοινωνία αλλά Κράτος, δηλαδή δύναμη, αυτή η στρέβλωση προβάλλει την δύναμη, και δια της επιδείξεώς της, της υπεροχή του Εγώ πάνω στο Είναι κατά τρόπο μάλιστα που να μην διακρίνεται ως τέτοια ενέργεια αλλά ως κάτι αρκούντως φυσιολογικό. 
Κατά την περίοδο της Οθωμανοκρατίας  ο φόρος δεν πρόβαλε  την ατομικότητα του Είναι αλλά το Είναι στην συλλογική του πραγματική διάσταση. Οι Έλληνες, ως είχαν διδαχθεί και μεγαλώσει μέσα σε αυτές τις αξίες, συγκροτούσαν όχι κοινότητες ατομικιστικών συμφερόντων, και επομένως ο καθένας μοναδικά και μονοδιάστατα χρωστούσε τον δικό του φόρο, αλλά Κοινωνία ως συλλογικότητα του όλου και ο φόρος ήταν ο φόρος του όλου. Της Κοινωνίας.  
Εδώ λοιπόν η Συλλογικότητα αναδείκνυε την υπεροχή του Είναι, που απουσιάζει από την Δύση, πάνω στο Εγώ το οποίο υποχωρούσε υποκλινόμενο στο Είναι.
Αυτήν την ιδιαιτερότητα των Ελλήνων πολλοί φοβήθηκαν και αυτή είναι που οδήγησε σε ήττα την Οθωμανική αυτοκρατορία στο τέλος της χειμαζόμενης ζωής της. Και πάνω σε αυτήν και εναντίον αυτής η Δύση συνεισέφερε την «αρωγή» της στην συγκρότηση του Κράτους, που αποτελούσε το αίτημα των Ελληνικών Κοινοτήτων, Των Ελληνικών κοινωνιών.
Αυτό έλειπε από τους Έλληνες  και αυτό τους προσφέρθηκε ως αντάλλαγμα να χάσουν αυτό που ήταν, αυτό πάνω και μέσα από το οποίο γεννήθηκε ο αρχαίος Ελληνικό Πολιτισμός.  Δηλαδή να απαρνηθούν την ταυτότητα τους ως ανωτερότητα του κοινωνικού όλου σε αντιδιαστολή με το Είναι του Εγώ, μέσα από το οποίο συγκροτήθηκε τόσο ο Φεουδαλισμός όσο και η κατάργησή του.
Αλλά και αυτό που γεννήθηκε αμέσως μετά και στην ωρίμανση του ως Καπιταλισμός, πάνω στις ίδιες αξιακές βάσεις , δηλαδή της υπεροχής του Εγώ πάνω στο Είναι, αποτέλεσε την μήτρα του Δυτικού πολιτισμού που τόσο εθελόδουλα πολλοί «Ευρωπαϊστές» ή «Ευρωλάγνοι» προσπαθούν να μας προσαρμόσουν δια τις βίας αφού αρνούμαστε  να χάσουμε την παραδοσιακότητα  των σχέσεων μας ακόμα και αυτής της «ικανότητας» να εξελληνίζουμε τα δυτικά σύμβολα, παρ’ όλο που σιγά – σιγά μας απαλλοτριώνουν. 
Όσο και να μας πείθουν εκβιάζοντας μας για τα ευεργετικά οφέλη να είμαστε Ευρωπαίοι ή να μην χάσουμε τον Ευρωπαϊκό μας προσανατολισμό, του «ανήκομεν εις την Δύση», για τους Ευρωπαίους οι Έλληνες είμαστε μια κατώτερη φυλή που στην ωρίμανσή της αποτελούμε ένα Έθνος που καταναλώνεται στις ταβέρνες , στο αραλίκι και στο ξόδεμα περισσοτέρων από όσα παράγουμε.
Έτσι θα πρέπει να απαντήσουμε στον εαυτό μας όταν βρεθούμε στην κάλπη, πόσες αλήθεια μπανάνες πρέπει να καταναλώσουμε ακόμα για να γίνουμε ευρωπαϊκές μαϊμούδες.
Γιατί αν δεν μας είχαν έτσι εκπαιδεύσει, στην πρώτη προσβολή θα ΄πρεπε να είχαμε ξεσηκωθεί τόσο εναντίων των τοπικών φυλάρχων όσο και των ταγών του Δυτικού Πολιτισμού του χρήματος και να είχαμε αποφασιστικά αποχωρήσει ήδη από την Ευρωζώνη ( την κοζα νοστρα των Τραπεζιτών και των Πολυεθνικών) και όχι να δηλώνουμε την ιδιότητα της μαϊμούς σε κάθε δημοσκόπηση,  λέγοντας πόσο πολύ θέλουμε να είμαστε πρώτα Ευρωπαίοι και μετά, και αν δεν μας στοιχίζει, Έλληνες.
Αυτά τα μυαλά που έχουμε σήμερα, αν τα είχε ο Κολοκοτρώνης και ο Καραϊσκάκης ακόμα τους Τούρκους θα είχαμε στο κεφάλι μας.
Τώρα έχουμε την Μέρκελ, το ευρό, την Ευρωζώνη, τον Σαμαρά, τον Βενιζέλος και άλλα πολλά μπουμπούκια.

Βαγγέλης Κωνσταντίνου