Εισαγγελέας για τη μη καταβολή δώρου στην "Ε"

Μήνυση για μη καταβολή του δώρου Χριστουγέννων υπέβαλαν στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών εργαζόμενοι της Ελευθεροτυπίας.


Οι εργαζόμενοι υποστηρίζουν πως οι νόμιμοι εκπρόσωποι της εταιρείας δεν έχουν καταβάλει το δώρο όπως προβλέπει ο νόμος.


Η Εισαγγελία διέταξε προκαταρκτική εξέταση προκειμένου να διαπιστώσει την παράβαση αφού σύμφωνα με νομικούς η προθεσμία καταβολής του δώρου εκπνέει στις 31/12 και αν αυτό δεν καταβληθεί τότε κινείται η αυτόφωρη διαδικασία για τους νομίμους εκπροσώπους των εταιρειών...




Οι συντάκτες της Ελευθεροτυπίας, με αφορμή τη χθεσινή εξέλιξη περί πρόθεσης της ιδιοκτησίας της Ελευθεροτυπίας να υποβάλλει αίτηση υπαγωγής στο άρθρο 99, με ό,τι αυτό σημαίνει για την συνέχιση της λειτουργίας της επιχείρησης και το μέλλον των εργαζομένων της, δημοσιεύουν σήμερα μια επιστολή - καταγγελία προς την διοίκηση και την ιδιοκτησία της εφημερίδας. 


Σε αυτήν παρουσιάζουν τις θέσεις τους και ένα χρονικό των όσων μεσολάβησαν μέχρι και την δυσάρεστη εξέλιξη της υπαγωγής της εταιρείας σε καθεστώς προστασίας του άρθρου 99 και αναγγέλουν την κλιμάκωση των κινητοποιήσεών τους για να διασφαλίσουν τουλάχιστον τα δεδουλευμένα μηνών που τους οφείλονται.


Η επιστολή των συντακτών έχει ως εξής:
Έκπληκτοι οι εργαζόμενοι στην «Χ.Κ. ΤΕΓΟΠΟΥΛΟΣ Α.Ε.», άκουγαν χθες, φθάνοντας στο γραφείο, το νέο: Η επιχείρηση προτίθεται να προσφύγει στο άρθρο 99. Ουσιαστικά, να κηρύξει πλήρως στάση πληρωμών, διαλύοντας και τις τελευταίες ελπίδες των εργαζομένων ότι θα στεκόταν στο ύψος των περιστάσεων και θα έκανε αυτό που όφειλε: Την καταβολή τουλάχιστον του δώρου των Χριστουγέννων και ενός μέρους των οφειλών, ενόψει των απεργιακών κινητοποιήσεων που είχαν ήδη εξαγγείλει οι εργαζόμενοι, απαιτώντας τα δεδουλευμένα τους. 


Η άλλοτε εφημερίδα των συντακτών, η εφημερίδα που πρωτοστατεί δημοσιογραφικά στην αμφισβήτηση του πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου, κρατά απλήρωτους τους εργαζόμενους της από τον περασμένο Αύγουστο. Από τότε που άρχισε ο κύκλος των πρόσφατων περιπετειών της, όταν ήδη από τα μέσα Ιουλίου η επιχείρηση, ανακοίνωνε ότι θα υπάρξει κάποιο πρόβλημα στην εξόφληση του μήνα. Και μάλιστα, με μια ανακοίνωση στην πόρτα του ασανσέρ, Παρασκευή απόγευμα και υπογραφή "εκ της διοικήσεως".


Με το μυαλό στις καλοκαιρινές διακοπές οι εργαζόμενοι πληροφορούνταν ότι δεν θα πληρωθούν, εν αναμονή της υπογραφής κάποιου τραπεζικού δανείου το οποίο θα δινόταν έναντι κάποιου "μπίζνες πλαν" εξυγίανσης.


Το δάνειο αρχικά θα "έκλεινε", υποτίθεται, στα τέλη Ιουλίου, ο Ιούλιος έγινε Αύγουστος, ο Αύγουστος έγινε Σεπτέμβριος και οι διαβεβαιώσεις ότι το δάνειο "όπου να’ναι κλείνει", συνεχίζονταν. "Έκλεισε κατά 98%" έλεγαν οι συνεχείς διαβεβαιώσεις του γενικού διευθυντή κ. Πολυκανδριώτη, με τους εργαζόμενους να βάζουν συνεχώς πλάτη, αποφεύγοντας τις απεργιακές κινητοποιήσεις, φοβούμενοι ότι οι απεργίες μπορεί να δυναμίτιζαν τη συμφωνία και να έπλητταν την εφημερίδα.


Μία συμφωνία για δάνειο για το οποίο οι εργαζόμενοι ήξεραν πολύ καλά ότι δεν επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί για να ξοφληθούν τα δεδουλευμένα τους, αλλά για να αποζημιωθούν, με «οικειοθελή» απόλυση, όσοι δεν άντεχαν την πολιτική «σοκ και δέος» που είχε αρχίσει να εφαρμόζει η διοίκηση. Το περιβόητο «μπίζνες πλαν» μιλούσε για περικοπή του κόστους κατά 50%, δηλαδή προέβλεπε μαζικές απολύσεις, θεωρώντας ως μοναδικό πρόβλημα το υψηλό εργατικό κόστος. Έστω και έτσι, οι εργαζόμενοι αποδέχονταν ότι η κατάσταση θα εξομαλυνθεί, για όσους τυχερούς απέμεναν μετά την επιλογή. Κι ας μην έφταιγαν οι εργαζόμενοι, ούτε για την ευρύτερη οικονομική κρίση που δεν θα μπορούσε να αφήσει αλώβητες τις επιχειρήσεις των ΜΜΕ, ούτε για την όποια κακοδιαχείριση στην εταιρία, ούτε για τις επιλογές της εκδότριας, που στις συνεχείς εκκλήσεις των εργαζομένων να βρει λύση άμεσα στο πρόβλημά τους, παρέπεμπε στο τραπεζικό δάνειο που δεν ερχόταν και το οποίο έθετε η ίδια ως βασική προϋπόθεση για να συνεχιστεί η έκδοση της εφημερίδας. Στις συνεχείς εκκλήσεις της εργασιακής επιτροπής ότι από την εφημερίδα ζουν πάνω από 800 εργαζόμενοι, ότι η υπομονή τους εξαντλήθηκε κλείνοντας πλέον πέντε μήνες απλήρωτοι, ότι ο κόσμος δεν έχει να φάει, χρωστά νοίκια, δάνεια, υποχρεώσεις, η εργοδοσία σήκωνε τα χέρια ψηλά, φορτώνοντας το πρόβλημα στις τράπεζες.