Έπεα πτερόεντα… 1 : Φύγαμε από το παλιό λιμάνι

 Γράφει ο Βασίλης Χασιώτης

Αυτό λοιπόν καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις: μια γιγαντιαία δικομματική χρεοκοπία. Και το μόνο στο οποίο ελπίζουν πλέον οι δύο πολιτικοί που φέρουν την ευθύνη της είναι να φανεί επιεικής μαζί τους ο μελλοντικός ποιητής και να αποφανθεί: «Δεν έφταιγαν οι ίδιοι. Τόσοι ήταν!».
Ι. Κ. ΠΡΕΤΕΝΤΕΡΗΣ -  ΤΟ ΒΗΜΑ Κυριακή 29 Ιουνίου 2008

Η ομιλία του πρωθυπουργού στη σύνοδο του Εθνικού Συμβουλίου του κόμματός του, στις 4/3, για μια ακόμα φορά, επιβεβαίωσε, σε ό,τι με αφορά, τη βαθιά μου πεποίθηση, ότι μια σοβαρή οικονομική κρίση, όταν συνοδεύεται και από μία εξίσου σοβαρή κρίση στο επίπεδο του πολιτικού συστήματος και της πολιτικής ηγεσίας, τότε, δημιουργεί ένα φαύλο κύκλο, από τον οποίο μόνο ο λαός μπορεί να δώσει διέξοδο, με τις πολιτικές του επιλογές.
Η ομιλία του πρωθυπουργού, ξεκίνησε από μια αυτοκριτική για το πολιτικό σύστημα της χώρας μας, λέγοντας : «Ξεκινήσαμε από έναν τόπο, που δεν ήταν αυτός που θέλαμε, που δεν ήταν αυτός που άξιζε στους Έλληνες… Τίποτα απ' όσα ζούσαμε τότε που....... ξεκινήσαμε, δεν ήταν δικά μας, δεν μας εκπροσωπούσαν. Δεν ήταν δικές μας αξίες, η διαφθορά, το ρουσφέτι, η αδικία, ο πλουτισμός των λίγων και ισχυρών. Ήταν ένας τόπος, όπου η δύναμή μας δεν εξαρτιόταν από τι σπουδάσαμε ή πόσο σκληρά δουλεύαμε, αλλά από το ποιον ξέραμε και τι του είχαμε υποσχεθεί.» Βεβαίως αναγνωρίζει ο πρωθυπουργός ότι : «Ναι, και εμείς φτιάξαμε αυτό τον κόσμο, αλλά αυτό τον κόσμο αποφασίσαμε εμείς, το ΠΑΣΟΚ, να τον αρνηθούμε, για να μην τον αφήσουμε στα παιδιά μας. Γιατί ήταν ένας κόσμος, που δεν μας χωρούσε.»
Πρέπει να πάρουμε τα πράγματα ένα ένα. Και ν’ αρχίσω απ’ το τελευταίο. Ο κόσμος εκείνος –που δεν είναι δα και πολύ διαφορετικός σήμερα-, το χώραγε και το παραχώραγε το πολιτικό σύστημα της Διαφθοράς και της Παρακμής. Επί 35 χρόνια ακριβώς αυτό το «κουστούμι» φόραγε το σύστημα της διαφθοράς και της παρακμής. Μετά από 35 χρόνια θυμηθήκαμε, ότι εκείνος ο κόσμος «δεν μας χωρούσε»; Και πώς επί 35 χρόνια δεν ασφυκτιούσαμε; Πολύ απλά, διότι ήταν ΕΠΙΛΟΓΗ του πολιτικού συστήματος, εκείνες οι καταστάσεις που μας έφεραν στο σημερινό σημείο της κρίσης, ΠΟΥ ΑΝ ΔΕΝ ΥΠΗΡΧΕ, ουδείς εκ του κατεστημένου πολιτικού συστήματος θα ενοχλείτο, τουλάχιστον με την ένταση που δείχνουν να ενοχλούνται σήμερα! Λυπούμαι κύριε πρωθυπουργέ να σας υπενθυμίσω, ότι όλες οι απαξίες που αναφέρετε, δεν προήλθαν από παρθενογένεση, με τη μυρουδιά ενός κρίνου! Κάποιοι τις επέβαλαν ταυτόχρονα και ως modus vivendi, και ως modus operandi. Και το ΠΑΣΟΚ, δεν υπήρξε μια παρενθετική δύναμη εξουσίας στη χώρα. Το ΠΑΣΟΚ, άλλαξε ριζικά το πολιτικό ήθος στη χώρα, αλλά και το ύφος της εξουσίας, όχι προς το καλύτερο, δυστυχώς! Ακόμα και ως κόμμα εξουσίας, ιδίως στη δεκαετία του ‘80 και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’90, ήταν αυτό που εισήγαγε στον ύπατο βαθμό τον (αρνητικό) λαϊκισμό στο επίπεδο άσκησης της εξουσίας, (θαρρώ πως τούτος ο λαϊκισμός είχε επισημανθεί και καταδικαστεί και από τη κίνηση των πάλαι ποτέ εκσυγχρονιστών, στην οποία κι εσείς, αν δεν απατώμαι, τότε, είχατε προσχωρήσει), και είναι αυτό που οι κυβερνητικές του θητείες συνοδεύτηκαν από πρωτοφανή σκάνδαλα, μπρος στα οποία εκείνα της Νέας Δημοκρατίας ωχριούν. Μας λέτε κύριε πρωθυπουργέ, ότι το ΠΑΣΟΚ θα μας βγάλει απ΄ τη κρίση. Πόθεν αυτή η νέα θέληση, η νέα ικανότητα, κι αναφέρομαι συνολικά στο πολιτικό σύστημα, και ειδικότερα στα κόμματα εξουσίας, που επί 35 χρόνια δεν φαίνονταν; Πώς το ίσαμε χθες αναποτελεσματικό και διαφθαρμένο πολιτικό σύστημα, αίφνης έγινε και ηθικό και αποτελεσματικό;
Όμως, δεν θέλω να ξεφύγω απ’ τα δύσκολα. Είπατε, κύριε πρωθυπουργέ, το σημειώνω παραπάνω : «Ξεκινήσαμε από έναν τόπο, που δεν ήταν αυτός… που άξιζε στους Έλληνες». Εδώ θα συμφωνήσω μαζί σας, εν μέρει όμως. Ναι, ένας λαός δεν διοικεί, δεν λαμβάνει αποφάσεις καθημερινής πολιτικής, ώστε να μπορείς να του αποδίδεις διαχειριστικής και διοικητικής φύσεως ευθύνες. Ο έμπορος, ο βιοτέχνης, ο εργάτης, ο υπάλληλος που κάθε πρωί ξεκινά για τη δουλειά του, κι όταν αργά το απόγευμα ή και το βράδυ επιστρέφει στο σπίτι του, φυσικά, κατά τη διάρκεια της μέρας και της κάθε τέτοιας εργάσιμης ημέρας δεν έχει το χρόνο, ν’ ασχολείται με λεπτομέρειες της κρατικής και δημόσιας γενικότερα διοίκησης. Άλλωστε, γι αυτό στην ουσία του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος προβλέπεται τούτη τη δουλειά να την κάνουν οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι του λαού. Αν και δεν είναι του παρόντος να συζητήσουμε γιατί βάσιμα θεωρείται ότι τούτη η αντιπροσωπευτική δημοκρατία έφτασε στα όριά της, εν τούτοις, ας μην επεκτείνουμε τον προβληματισμό μας πάνω σ’ αυτό, για να μπορέσουμε να πάμε ένα βήμα παρά κάτω τον συλλογισμό μας. Από την άλλη, την ίδια στιγμή, δεν είναι νοητή και η άλλη θέση, περί ενός λαού «ανευθυνοϋπεύθυνου», που απλά από το δελτίο ειδήσεων των 8, όταν το βλέπει, πληροφορείται τι γίνεται και τι πρόκειται να γίνει, κι ακολούθως, μαζεύεται στο καβούκι του, είτε με μια έκφραση φόβου είτε με απάθεια. Αυτός λοιπόν ο τόπος είναι κάτι που δεν αξίζει στο λαό; Τώρα αυτό, ο ίδιος αυτός λαός που το ακούει, πώς το εισπράττει άραγε; Σαν τι να λέει; Ότι επί 35 χρόνια με κοροϊδεύουν και ιδού πού με έφεραν; Ή ότι, αν θεωρήσω ότι δεν είναι και πολύ τιμητικό να αποδεχτώ ότι επί τριανταπέντε χρόνια μπορούν και με κοροϊδεύουν, κάπου κι εγώ συναίνεσα με την επίπλαστη ευημερία που με πρόσφεραν, με τη διαφθορά και τη παρακμή που έβλεπα να εξελίσσονται «επί σκηνής», πλην όμως, κατ΄ ουσίαν, δεν αντιδρούσα παρά επιφανειακά μονάχα, αφού επέμενα με αξιοθαύμαστη υπομονή να αναπαράγω το ίδιο αυτό πολιτικό σύστημα που εγώ ο ίδιος κατακεραύνωνα ως διεφθαρμένο και παρακμιακό;
Και συνεχίζετε κύριε πρωθυπουργέ, : «Φύγαμε από το παλιό λιμάνι». Φύγαμε; Έχετε πράγματι την αίσθηση ότι φύγαμε, ότι φεύγουμε, ή, όπερ σπουδαιότερο, ότι ήδη φύγαμε; Ίσως αποδειχτεί η μεγαλύτερη πολιτική αντίφαση, (αν και εύκολα εξηγήσιμη), ότι εκεί που φαίνεται ότι πάμε, ίσως αποδειχτεί τόσο χειρότερο «λιμάνι», ώστε να νοσταλγούμε το «παλιό λιμάνι» που εγκαταλείπουμε. Διότι αυτό που λέγεται «φυγή από το παλιό», δεν σημαίνει κατ΄ ανάγκη πορεία προς ένα καλύτερο νέο. Μάλιστα εν προκειμένω, έχουμε μια επιστροφή στο ακόμα πιο παλιό. Δεν γυρίζουμε καν στο «αποδεκτό» (σε σχέση με το σήμερα) 1981, δεν γυρίζουμε ούτε στο 1975, φαίνεται να επιστρέφουμε στις αρχές του 1950 και ελπίζω στο επίπεδο της λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών, να μην πάμε και παραπίσω ακόμα. Και βέβαια, κύριε πρωθυπουργέ, φοβούμαι ότι ακόμα κι αν υπάρχει η καλή πρόθεση, και προσωπικά θέλω να πιστεύω ότι υπάρχει, για μια φυγή προς τα εμπρός, με θετικό περιεχόμενο, δεν μπορεί κανείς παρά να τρομάξει με την ομολογία σας, ότι πορεύεστε χωρίς σχέδιο και χωρίς πυξίδα. Λέτε : «Δεν ξέραμε την ακριβή διαδρομή και τι εμπόδια θα είχαμε μπροστά μας, αλλά ξέραμε ότι εκεί όπου θα πηγαίναμε και εκεί όπου θα πάμε, είναι ένας διαφορετικός, ένας άλλος κόσμος. Ξέραμε και ξέρουμε τον προορισμό μας, εκεί όπου τα παιδιά μας θα μετριούνται από τις πραγματικές τους δυνάμεις - και έχουν δυνάμεις. Θα χτίζουν τα δικά τους όνειρα. Και αυτά τα όνειρα, θα τα πραγματοποιούν.» Έξοχα! Δεν ξέρω που πηγαίνω, αλλά ξέρω ότι εκεί είναι καλύτερα! Έτσι απλά! Αλλά, αφού δεν μπορούμε να περιγράψουμε το «τελικό» όνειρο των νέων, μήπως, κύριε πρωθυπουργέ, μπορείτε να εικάσετε, την τελική έκβαση με βάση αυτό που δρομολογείται ως αρχή των πραγμάτων; Ανεργία, ανασφάλεια γενικώς, ανασφάλιστη εργασία, μισθοί περίπου πείνας αν όχι κυριολεκτικά πείνας, δουλειά περίπου έως την ημέρα του θανάτου μας… Αυτά δεν είναι κάτι που οι νέοι φοβούνται ότι θάρθουν. Είναι κάτι που τους επιβάλλεται ως πραγματικότητα από τις πολιτικές της κυβέρνησής σας κύριε πρωθυπουργέ. 
Και πάω λίγο παρακάτω κύριε πρωθυπουργέ. Στο σημείο όπου απευθύνεστε εκτός απ’ τους συντρόφους σας και στους συμπολίτες σας, άρα και σε μένα. Μας (μου) λέτε, ότι μιλάτε τη «γλώσσα της αλήθειας». Με έμφαση μάλιστα τονίσατε : «Θέλω να ξέρετε ότι, από εμένα, θα ακούτε μόνο τη γλώσσα της αλήθειας. Έτσι ξεκίνησα, έτσι θα συνεχίσω. Και η αλήθεια είναι οδηγός μας, είναι το μόνο μας απάγκιο. Και ξέρουμε ότι, πάνω στην αλήθεια, μπορούμε να χτίσουμε μια διαφορετική Ελλάδα και ότι μπορούμε και να τα καταφέρουμε.» Κύριε πρωθυπουργέ, το ζήτημα της αλήθειας είναι μια πονεμένη ιστορία, ιδίως στον πολιτικό λόγο. Να θυμηθώ το δικό σας προεκλογικό λεφτά υπάρχουν, ή το μετεκλογικό λεφτά υπήρχαν (άλλαξε μονάχα ο χρόνος του ρήματος), που από μόνη της αυτή η δήλωση μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ιδιαίτερης και εκτεταμένης αναφοράς για το τι σημαίνει αλήθεια στον πολιτικό λόγο; Ή να θυμηθώ τις κατά καιρούς δηλώσεις μελών της κυβέρνησής σας, όπου η κάθε διάψευση μετατρέπονταν σε πράξη λίγο καιρό αργότερα; Ακόμα πια και τα πιο φιλικά σας ΜΜΕ, υποχρεώθηκαν να υπογραμμίσουν τούτη τη πραγματικότητα, τη πραγματικότητα της συστημικής πολιτικής (και εν προκειμένω κυβερνητικής) ψευδολογίας.
Συνεχίζετε κύριε πρωθυπουργέ, με τοποθετήσεις που δείχνουν πόσο προσηλωμένος είσθε στην περί μονοδρόμου θεωρία σας. « Θα ακούσουμε καλέσματα, να εγκαταλείψουμε τη μεγάλη μας αυτή προσπάθεια, που βρίσκεται στα μισά του δρόμου. Θα ακούσουμε πολλούς, να λένε ότι δεν θα τα καταφέρουμε». Και θέτετε τα ερωτήματα της κοινωνίας : «Ξέρω και τις απορίες και τις ανησυχίες και το φόβο των συμπολιτών μας, τα ακούω, τα γνωρίζω: το φως στο τούνελ, πιάνουν τόπο οι θυσίες; Μήπως μας περιμένουν και χειρότερα νέα μέτρα από την Ευρωπαϊκή Ένωση; Θα φύγουμε από το ευρώ; Θα κηρύξουμε πτώχευση; Υπάρχει ελπίδα; Ποιο το σχέδιο; Πότε η ανάπτυξη; Θα πληρώσουν κάποιοι τα κλεμμένα; Τι γίνεται με τη Δικαιοσύνη; Γιατί δεν αλλάζει πιο γρήγορα η Ελλάδα; Είναι θέμα συντονισμού; Θα πάμε σε εκλογές; Η ανέχεια, η εγκληματικότητα, η ανομία, οι εξελίξεις στην περιοχή και η προσφυγιά, η ανάγκη να δούμε με ανθρωπιά τα προβλήματα των πιο αδύναμων - ανέργων, συνταξιούχων, γυναικών, ατόμων με αναπηρία ή μεταναστών. Όλα αυτά και πολλά ακόμα είναι στην καθημερινή κουβέντα των συμπολιτών μας. Όλα αυτά είναι κατανοητά και εύλογα ερωτήματα, σε μια περίοδο δύσκολη, μια πρωτοφανή περίοδο για τα δεδομένα εντός και εκτός Ελλάδας. Γι' αυτά θέλω σήμερα να μιλήσω. Και θα σας μιλήσω, πρώτα απ' όλα, για τον αγώνα που κάναμε, τι βρήκαμε και τι έχουμε πετύχει μέχρι σήμερα. Θα μιλήσω, επίσης, για τις δύσκολες μάχες που έχουμε μπροστά μας. Γιατί οι μάχες δεν τελείωσαν».
Για την προσήλωσή σας στο Μονόδρομο της Τρόϊκας, φυσικά, δεν μπορώ να πω τίποτα. Ο καθείς αντιλαμβάνεται τα πράγματα όπως μπορεί και όπως ξέρει. Το ότι τώρα τα 2/3 και άνω του λαού πιστεύει, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, ότι βρίσκεστε σε λάθος δρόμο, τούτη τη διάσταση της συλλογικής αντίληψης και γνώμης με την δική σας αντίληψη των πραγμάτων, κάπως κάποιος πρέπει να την αναλύσει λίγο παραπέρα. Και τούτο διότι, το πολιτικό ζήτημα που τίθεται εδώ, είναι κάτι περισσότερο από τις προσωπικές αντιλήψεις του καθένα για ζητήματα εφαρμοσμένης πολιτικής. Το πολιτικό ζήτημα βρίσκεται στο ότι δεν ακολουθείτε κύριε πρωθυπουργέ, μια αντιλαϊκή πολιτική, είναι ότι αναδεικνύεται πως στερείται η κυβέρνησή σας κοινωνικής νομιμοποίησης, και κατά τη γνώμη μου και συνταγματικής, διότι κυβερνάτε βάσει ενός προγράμματος που ουδέποτε έτυχε της εγκρίσεως του ελληνικού λαού, ούτε προεκλογικά (αυτό είναι αυταπόδεικτο), μα ούτε και μετεκλογικά, βάσει των δημοσκοπήσεων. Επομένως, για μένα, η εμμονή σας να κυβερνάτε ανομιμοποίητα, κατά τα ανωτέρω, αποτελεί μέγα πολιτικό μα και πολιτειακό ζήτημα, όσο ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, ανέχεται τούτη τη κοινωνική και κατά την άποψή μου συνταγματική εκτροπή.
Αλλά, ας μείνω, στα όσα ΣΥΓΚΕΡΚΡΙΜΕΝΑ θα ανέμενα ως απαντήσεις στα ερωτήματα που ο ίδιος θέσατε. Υπενθυμίζω τα ερωτήματα :
Υπάρχει φως στο τούνελ; Πιάνουν τόπο οι θυσίες; Μήπως μας περιμένουν και χειρότερα νέα μέτρα από την Ευρωπαϊκή Ένωση; Θα φύγουμε από το ευρώ; Θα κηρύξουμε πτώχευση; Υπάρχει ελπίδα; Ποιο το σχέδιο; Πότε η ανάπτυξη; Θα πληρώσουν κάποιοι τα κλεμμένα; Τι γίνεται με τη Δικαιοσύνη; Γιατί δεν αλλάζει πιο γρήγορα η Ελλάδα; Είναι θέμα συντονισμού; Θα πάμε σε εκλογές; Η ανέχεια, η εγκληματικότητα, η ανομία, οι εξελίξεις στην περιοχή και η προσφυγιά, η ανάγκη να δούμε με ανθρωπιά τα προβλήματα των πιο αδύναμων - ανέργων, συνταξιούχων, γυναικών, ατόμων με αναπηρία ή μεταναστών.
Μόλις θέσατε τα ερωτήματα κύριε πρωθυπουργέ, είπα : «Εδώ είμαστε! Επιτέλους ν’ ακούσουμε κάτι το συγκεκριμένο, και όχι άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε!»
Αναμένοντας τις ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ, διάβασα με όση προσοχή διαθέτω το κείμενο της ομιλίας του πρωθυπουργού. Πλην της μάλλον ρητής σας θέσης ότι δεν θα βγούμε από το ευρώ, και ότι δεν θα πάμε σε εκλογές, στα υπόλοιπα ερωτήματα που θέτει ο πρωθυπουργός, προσωπικά διαπίστωσα δηλώσεις καλών προθέσεων και επιλεγμένες αναφορές σε πτυχές του κυβερνητικού έργου, που δίνουν απαντήσεις που θα θέλαμε ν’ ακούσουμε στα παραπάνω ερωτήματα, αλλά, ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟ ΜΑΚΡΟΠΡΟΘΕΣΜΟ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΟ ΣΧΕΔΙΟ αντιμετώπισης και εξόδου απ’ τη κρίση, δεν διαπίστωσα να υπάρχει. Διότι ει είναι «σχέδιο»; Είναι κάτι που ξεκινά από ένα ΚΟΙΝΟ ΚΑΙ ΑΠΟΔΕΚΤΟ ΟΡΑΜΑ που προέκυψε από ζυμώσεις, αντιθέσεις, συνενώσεις και συναινέσεις, που καταλήγει ομοίως σε ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΙ ΑΠΟΔΕΚΤΟΥΣ ΣΤΟΧΟΥΣ, και προσδιορίζει ΟΣΟ ΤΟ ΔΥΝΑΤΟ ΠΙΟ ΕΥΡΕΙΑΣ ΑΠΟΔΟΧΗΣ ΣΤΡΑΗΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ, και σε κάθε περίπτωση, τούτο το όραμα, τούτοι οι στόχοι, τούτες οι στρατηγικές, είναι ΔΙΚΟΙ ΜΑΣ, έχουμε πειστεί ότι υπηρετούν ΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΜΑΣ, και βεβαίως, υπάρχει ένα επίσης ΕΥΡΥΤΑΤΑ ΑΠΟΔΕΚΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΞΙΩΝ, ΚΟΥΛΤΟΥΡΑΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΟΣ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ. Αυτό είναι για μένα ένα ΑΞΙΟ ΛΟΓΟΥ ΣΧΕΔΙΟ! Αυτά όμως τα στοιχεία, δεν τα είδα πουθενά. Πουθενά, ούτε μια στιγμή ο πρωθυπουργός δεν μου έπεισε ότι μιλούσε για κάτι που ήταν αν όχι κοινό, εν τούτοις ήταν ευρύτερα αποδεκτά από τη πλειοψηφία του ελληνικού λαού. 
(συνεχίζεται)