Βουτιά 4,5% του ΑΕΠ στο τρίτο τρίμηνο

Η ελληνική οικονομία βυθίζεται όλο και πιο βαθιά στην ύφεση. Η υποχώρηση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος έφτασε το 4,5% το τρίτο τρίμηνο του 2010, ενώ, σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), η ύφεση ήταν μεγαλύτερη τόσο κατά το πρώτο τρίμηνο (2,7% αντί για 2,5%) όσο και κατά το δεύτερο τρίμηνο της εφετινής χρονιάς (4% αντί για 3,7%). Παράγοντες του οικονομικού επιτελείου εκτιμούν ότι το 2010 θα κλείσει με ύφεση 4%, ωστόσο για να συμβεί αυτό η δυναμική της ύφεσης θα πρέπει να ανακοπεί κατά το τέταρτο τρίμηνο του έτους, να παραμείνει δηλαδή στα επίπεδα του 4,5% του ΑΕΠ και να μην ξεπεράσει το 5%. Οι δύο κύριοι παράγοντες που συνέτειναν στη σημαντική μείωση του ΑΕΠ είναι η υποχώρηση που καταγράφεται στην τελική καταναλωτική δαπάνη και αυτή στις επενδύσεις παγίου κεφαλαίου. Η χώρα μας βρίσκεται επισήμως σε............ ύφεση τα δύο τελευταία χρόνια (από το τέταρτο τρίμηνο του 2008), ενώ σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του πρωθυπουργού κ. Γ. Παπανδρέου και του υπουργού Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου  και το 2011 θα είναι χρονιά ύφεσης, η οποία εκτιμάται πλέον στο 3% του ΑΕΠ, από 2,6% που ήταν η πρόβλεψη του αναθεωρημένου μνημονίου (Αύγουστος 2010).

Οι αρχικές ελπίδες για ανάκαμψη κατά το β΄ εξάμηνο του 2011 έχουν εξανεμισθεί και πλέον οι αρμόδιοι κυβερνητικοί παράγοντες τοποθετούν την έναρξη της ανάκαμψης στις αρχές του 2012.

Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται και τα τελευταία στοιχεία που επεξεργάζεται ο ΟΟΣΑ. Στελέχη του οργανισμού εκτιμούν, μιλώντας στο «Βήμα», ότι η ύφεση το 2011 θα είναι βαθύτερη από 2,6% και ότι θα έχει μεγάλες επιπτώσεις στην αγορά εργασίας.

Υποστηρίζουν μάλιστα ότι η ανεργία των νέων θα ξεπεράσει αισθητά το 30%. Οσον αφορά τον γενικό πληθυσμό, η τελευταία πρόβλεψη του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ είναι ότι οι άνεργοι το 2011 θα φθάσουν το 1 εκατομμύριο πολίτες, ήτοι ποσοστό 20% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού. Το μείγμα της ανεργίας και της κατάρρευσης του τζίρου σε όλους ανεξαιρέτως τους τομείς της οικονομίας καθίσταται πλέον εκρηκτικό.

Στο επίπεδο των δημοσιονομικών εξελίξεων, το οικονομικό επιτελείο εξετάζει με αλλεπάλληλες συσκέψεις ακόμη και το δυσμενέστερο σενάριο εκτροχιασμού μετά την αναθε ώρηση της Εurostat για το έλλειμμα και το χρέος του 2009. Θεωρείται βέβαιο ότι η πρόβλεψη για έλλειμμα 7,8% που αναφέρεται στο προσχέδιο του προϋπολογισμού θα αναθεωρηθεί επί τα χείρω στο σχέδιο που θα κατατεθεί στη Βουλή στις 18 Νοεμβρίου.

Στελέχη της κυβέρνησης εκτιμούν ότι η Εurostat θα αναθεωρήσει στο 15,5% το έλλειμμα του 2009 και υποστηρίζουν ότι το 2010 θα κλείσει με έλλειμμα 10%. Τη Δευτέρα φθάνουν στην Αθήνα οι επικεφαλής της τρόικας, οι οποίο θα συζητήσουν με τον υπουργό Οικονομικών τα νέα μέτρα του 2011, που θα περιλαμβάνουν κυρίως περικοπές δαπανών στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.

Το ανησυχητικό στη χθεσινή ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ είναι η επισήμανση ότι «ο ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ μεταξύ των τριμήνων των ετών 2009 και 2010 πρέπει να χρησιμοποιείται με επιφύλαξη, λόγω της ασυνέχειας που καταγράφεται στα στοιχεία της γενικής κυβέρνησης». Αυτό σημαίνει ότι τα στοιχεία ενδέχεται να είναι ακόμη χειρότερα μόλις ολοκληρωθεί η διαδικασία της αναθεώρησης των στοιχείων της γενικής κυβέρνησης για το έτος 2009. Επιβράδυνση και στην ευρωζώνη
Τα σκληρά μέτρα λιτότητας για τη μείωση των ελλειμμάτων οδήγησαν σε επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης στην ευρωζώνη. Συγκεκριμένα, όπως ανακοίνωσε η Εurostat, το ΑΕΠ των χωρών της νομισματικής ένωσης αυξήθηκε κατά 0,4% σε τριμηνιαία βάση (και κατά 1,9% σε ετήσια), από 1% που ήταν στο δεύτερο τρίμηνο του 2010.

Παράλληλα, σε ξεχωριστή ανακοίνωσή της η Εurostat αναφέρει ότι η βιομηχανική παραγωγή τον Σεπτέμβριο σημείωσε τη χειρότερη επίδοση των 18 τελευταίων μηνών, καθώς υποχώρησε κατά 0,9% σε μηνιαία βάση. Η απρόσμενη πτώση ανέτρεψε τις προβλέψεις των αναλυτών, οι οποίοι ανέμεναν αύξηση κατά 0,3% στην παραγωγή. Συγκριτικά με τον Σεπτέμβριο του προηγούμενου έτους η βιομηχανική παραγωγή των «16» ενισχύθηκε κατά 5,2%, ποσοστό που αντιπροσωπεύει τη χαμηλότερη ετήσια άνοδο από τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους και ήταν μικρότερη των εκτιμήσεων, καθώς οι αναλυτές έκαναν λόγο για αύξηση της τάξεως του 7,3%.