Ερωτήματα, Απορίες και η έσχατη Ελπίδα μας

Γράφει ο Αλέξανδρος Πιστοφίδης

Τα γερμανικά ΜΜΕ έχουν κάθε λόγο να θριαμβολογούν. Σε κύριο άρθρο του με τίτλο «Γιατί η Γερμανία είναι ο μεγάλος κερδισμένος της κρίσης», το έγκριτο περιοδικό “Der Spiegel” γράφει: «Κράτος, επιχειρήσεις και καταναλωτές κερδίζουν από την πτώση του ευρώ και των επιτοκίων καταναλωτικών δανείων….ρέει άφθονο χρήμα στη Γερμανία μετά την πτώση του ευρώ. Οι γερμανικές εξαγωγές έχουν φτάσει σε επίπεδα ρεκόρ και τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων είναι πλέον τα φθηνότερα μετά τον πόλεμο. Ενώ ο γερμανός πολίτης πληρώνει 3,25% για δεκαετή δάνεια και 2,5% για πενταετή, η Ελλάδα καλείται να πληρώσει στις ίδιες γερμανικές τράπεζες πάνω από 5%.

Υπάρχει άραγε ένα ενιαίο ευρωπαϊκό μοντέλο ανάπτυξης; Όχι βέβαια. Δεν υπήρξε ποτέ ούτε θα υπάρξει ποτέ στο μέλλον. Αυτά τα δημοσιεύματα στα ελληνικά ΜΜΕ περί ελλείμματος ευρωπαϊκής πολιτικής, ελλείμματος χαρισματικών ευρωπαίων ηγετών και λαθών της κας Μέρκελ, είναι αφελή μέχρι ανόητα. Χώρες σαν τη Γερμανία και τις ΗΠΑ έχουν συμβούλους και ινστιτούτα σοφών που σχεδιάζουν πάντοτε για τα επόμενα, τουλάχιστον, πενήντα χρόνια, ανεξαρτήτως ποιες θα είναι τότε οι ..........
κυβερνήσεις τους. Οι ηγέτες τους οφείλουν να προσαρμόζουν το μοντέλο στις εκάστοτε συγκυρίες με γνώμονα το συμφέρον της χώρας τους.

Οι διασημότεροι θεωρητικοί προστατευτισμού της εθνικής οικονομίας, οι οποίοι έγιναν γνωστοί σαν εκπρόσωποι του «Οικονομικού Εθνικισμού» του 19ου αιώνα, ήταν ο Γερμανός F. List και ο Αμερικανός H.C. Carey. Όταν στις αρχές του 19ου αιώνα, η βιομηχανικά προχωρημένη Αγγλία πλημμύριζε με τα βιομηχανικά προϊόντα της τις διεθνείς αγορές, οι ως άνω δύο θεωρητικοί έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου.

Ο πρώτος, ο F. List, δημιούργησε το Εθνικό Σύστημα Πολιτικής Οικονομίας της Γερμανίας, θέτοντας περιορισμούς στην εισαγωγή βιομηχανικών προϊόντων από την Αγγλία, μέχρι την περίοδο σταθεροποίησης της γερμανικής βιομηχανίας.

Την ίδια περίοδο ο Carey, ακόμη πιο «φονταμενταλιστής», ζητούσε όχι μόνο τον προσωρινό αλλά το μόνιμο προστατευτισμό και μάλιστα σε όλα τα προϊόντα ακόμη και τα αγροτικά. «Δεν μπορεί η Αγγλία να αγοράζει φθηνά τις πρώτες ύλες και να μεταπουλάει ακριβά τα βιομηχανικά προϊόντα, κρατώντας τις ΗΠΑ σε αποικιακή κατάσταση», έγραφε τότε ο H.C. Carey. Και για τις δύο αυτές χώρες δεν έχει αλλάξει τίποτα στο θέμα της αρχής του εθνικού συμφέροντος. Στην φάση αυτή, σαν βιομηχανικές χώρες με εξαγωγικό προσανατολισμό, είναι επόμενο να θέλουν μια ενιαία παγκόσμια οικονομία δίχως δασμούς και εμπόδια στην ελεύθερη μετακίνηση κεφαλαίων και εργασίας. Είναι δυνατόν να θέλουμε κι εμείς το ίδιο ακριβώς πράγμα; Θα πρέπει να είμαστε αφελείς, εκτός κι αν ανήκουμε σε ένα μικρό ποσοστό ελλήνων που έχουν συμφέρον από μια τέτοια οικονομική πολιτική, αφού δίχως ίχνος ενοχών θα κερδοσκοπήσουν σε βάρος ολόκληρου του ελληνικού λαού. Κομπραδόροι, Κοτσαμπάσηδες, δοσίλογοι και κατσαπλιάδες, στην οικονομία, στην πολιτική και στα ΜΜΕ, θα υπάρχουν πάντα.

Όταν ήταν να περάσουμε από την ΕΟΚ στην ΕΕ, σωστά έγινε η εκτίμηση πως αν οι χώρες του Νότου δεν βοηθηθούν να γίνουν ανταγωνιστικές, φτάνοντας μάλιστα στο 72% του μέσου όρου του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, μόλις καταργηθούν οι δασμοί και επιτραπεί η ελεύθερη μετακίνηση κεφαλαίων, αγαθών και κερδών, οι οικονομίες τους θα καταρρεύσουν. Γι αυτόν ακριβώς το λόγο δόθηκαν τα διάφορα πακέτα ή Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης (ΚΠΣ και ΕΣΠΑ). Τι άλλαξε από τότε και μπήκαμε στην Ευρωζώνη δίχως να έχουμε καλύψει αυτές τις προϋποθέσεις (ασφαλιστικές δικλίδες); Δεν χρειαζόταν ειδικές οικονομικές γνώσεις για να προβλέψει κανείς αυτό που θα ζούσαμε σήμερα, μπαίνοντας στην Ευρωζώνη, δηλαδή στη φωλιά του Λύκου με γυμνά χέρια.

Ο πρώην καγκελάριος της Γερμανίας Χέλμουτ Σμιτ, ο πιο συντηρητικός και αμερικανόφιλος γερμανός σοσιαλδημοκράτης, σε ομιλία του στο συνέδριο του Economist στην Ελλάδα, τον Απρίλιο του 2000, δήλωνε, ότι “ το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Παγκόσμια Τράπεζα και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, όπως και το ΝΑΤΟ τελούν υπό αμιγώς αμερικανική κηδεμονία και η πολιτική τους ταυτίζεται με το συμφέρον των ΗΠΑ”. Ο Νομπελίστας της οικονομίας και πρώην αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας, καθηγητής J. Stinglitz, επίσης τον Απρίλιο του ίδιου έτους, δήλωσε περίπου τα ίδια και τόνισε, ότι το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα, σε μία συμφωνία με το Υπουργείο οικονομικών των ΗΠΑ στη λεγόμενη Συναίνεση της Ουάσιγκτον(Washington Consensus) συμφώνησαν σε μία σειρά μέτρων σε βάρος των χωρών του Τρίτου Κόσμου και υπέρ της παγκόσμιας ηγεμονίας των ΗΠΑ.

Ο Μ. Καμντεσί, έπειτα από θητεία 13 ετών στη διεύθυνση του ΔΝΤ, όταν αποχώρησε, τον αμέσως επόμενο χρόνο, το 2001, είχε πει: «Η παγκοσμιοποίηση κατά κανόνα συνοδεύεται από την αυξανόμενη ανισότητα στην κατανομή του πλούτου και μέχρι τώρα έχουμε αποδειχθεί ανίκανοι να βρούμε λύσεις στο σοβαρότατο αυτό πρόβλημα».

Το Ερώτημα είναι: Γιατί οι ως άνω κύριοι, αλλά και πολλοί άλλοι, στις αυτοβιογραφίες τους λένε τα πράγματα με το όνομά τους, όταν είναι πρώην, δηλαδή «εκτός εξουσίας» και όχι όσο συμμετέχουν στην εξουσία;

Δίχως να περιμένω απάντηση στο ερώτημά μου, η απορία μου είναι:Γιατί Κυβέρνηση, ΜΜΕ και πολιτικοί εκτός των δυο αριστερών κομμάτων προσπαθούν να μας πείσουν να καθίσουμε στ’ αυγά μας, να δεχτούμε ασυζητητί τις ηλίθιες οικονομικές και πολιτικές τους αναλύσεις-απειλές και να υποστούμε δουλικά τη λήψη των απάνθρωπων μέτρων, που θα μας οδηγήσουν σε μια σύγχρονη δουλεία εμάς και τα παιδιά μας, όχι όμως εκείνους και τα παιδιά τους;

Δεν περιμένω ούτε απάντηση στην απορία μου. Το μόνο που περιμένω είναι να ξεσπάσει αυτή η υπόκωφη, η βαθειά, η φλογερή και μυστική οργή που κυοφορείται μέσα στην διαρκώς αυξανόμενη αθλιότητά μας και την οποία είναι ανίκανα να την αφουγκραστούν τα παχύδερμα που μας εξουσιάζουν. Είναι θέμα χρόνου και αυτή είναι η μοναδική, η έσχατη ελπίδα που μας απέμεινε. Δεν ελπίζω σε τίποτα άλλο και δεν υπάρχει άλλος δρόμος για ν’ αποδείξουμε ότι υπάρχουμε, ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί.