Καλλωπισµός της εξουσίας

Του Θανάση Θ. Νιάρχου

«Οι λέξεις φταίνε. Αυτές / ενεθάρρυναν τα πράγµατα σιγά / σιγά να αρχίσουν να συµβαίνουν». Δεν αποκλείεται η υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιµατικής Αλλαγής κυρία Τίνα Μπιρµπίλη να έχει διαβάσει και, επιπλέον, να αγαπά και να θαυµάζει τους στίχους αυτούς της Κικής Δηµουλά. Γεγονός όµως που δεν εµπόδισε να διαβάσουµε στο «Βήµα» της περασµένης Κυριακής πως η υπουργός «είναι µια αριστερή που ψηφίζει ΠΑΣΟΚ» (ευκολοχώνευτο) και πως «δεν είναι µέσα στο σύστηµα» (δεν καταπίνεται µε τίποτα). Εστω κι αν εννοεί ως «σύστηµα» το σύµπλεγµα των συµφερόντων που η πολιτική της θέση τής υπαγορεύει να συγκρουστεί µαζί τους. Ενώ θα ‘πρεπε να µένουµε το λιγότερο εµβρόντητοι, έχουµε συνηθίσει πια όπως τραγουδιστές ενδύονται το µοναχικό σχήµα, πορνοστάρ αναµειγνύονται µε την πολιτική και βιοµήχανοι ζωγραφίζουν, να θεωρούµε πως ό,τι λέγεται µπορεί ώς έναν βαθµό να ισχύει, ενώ δεν αποκλείεται να «εκτελωνίζεται» πολύ πιο αποδοτικά...

Οπως έχουν εξελιχθεί τα πράγµατα, το µόνο όφελος είναι πως εξακολουθούν ακόµα οι λέξεις «σύστηµα» και «εξουσία» να δηµιουργούν τόσο έντονες τύψεις και ενοχές, ώστε άνθρωποι που η δραστηριότητά τους τις προϋποθέτει, να θέλουν δηµόσια να τις απεµπολούν. Δικαιούται όµως ο καλοπροαίρετος πολίτης (αν εξακολουθεί να υφίσταται το είδος) να αναρωτηθεί: Τι είναι το «σύστηµα», ένα κοστούµι ή ένα φόρεµα που αν το αντικαταστήσει κάποιος, ή µάλλον κάποια, µε στενό τζιν, αθλητικά παπούτσια και σακίδιο στον ώµο, αυτόµατα το σύστηµα τον θεωρεί εξωµότη του και τον αποβάλλει; Τόσο πενιχρή ιδέα έχουµε για την έννοια «σύστηµα», που ενώ έχει φέρει στον κόσµο τα πάνω - κάτω, να το λογαριάζουµε ως µια εικόνα που αρκεί να αντικατασταθεί για να καταρρεύσει ένας µηχανισµός σύµφυτος µε τη διάκριση, την αδικία, την απανθρωπιά.

Και κάτι ακόµα πιο απλό: αντιµέτωποι µε την Εφορία, µε το νοσοκοµείο (ο µη γένοιτο), µε ένα εστιατόριο ακόµη, θα τύχουν της ίδιας µεταχείρισης τόσο ο άνθρωπος που έχει καβαλήσει την εξουσία, όσο και ο άλλος που η αξία του παραµένει καθαρά εσωτερική του υπόθεση; Δεν χρειάζεται να παραπλανούµε ότι το σύστηµα είναι µια κατάσταση σχεδόν τόσο αθώα που µπορεί να την ανατρέψει µια προσωπική συµπεριφορά ή ακόµα και ιδεολογία. Το πολύ πολύ η συµπεριφορά αυτή να το εδραιώσει ακόµα καλύτερα, αφού κάνει το σύστηµα να φαίνεται ανατρέψιµο χάρη σε µια επιλογή που τελικά παραµένει άκρως διαφηµιστική, καθώς σε εµφανίζει να απορρίπτεις κάτι που στην πραγµατικότητα το καρπούσαι.

Θλίβεται βαθύτατα να το γράφει κανείς, αλλά αν συµβαίνει κάτι τέτοιο οφείλεται σε µεγάλο βαθµό σε έναν εξαιρετικά απλό µα και ταυτόχρονα τροµερά σύνθετο λόγο. Οταν ο σοσιαλισµός διαδέχεται τη δηµοκρατία και η δηµοκρατία έχει διαδεχτεί έναν ακόµη και ήπιο ολοκληρωτισµό, τα µέσα ελέγχου, παρακολούθησης και καταστολής των ανθρώπων παραµένουν πάντα τα ίδια. Τα ίδια κτίρια, τα ίδια γραφεία, οι ίδιες συσκευές τηλεφώνου, τα ίδια καλάθια αχρήστων, που υποβάλλουν αν δεν επιβάλλουν, µια νοοτροπία άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο δηµοκρατικά αυταρχική που έχει όµως σχέση πάντα µε την ιεραρχία.

Ρεµπελιό και βλοσυρότητα στους χαµηλούς ορόφους, ώστε να αισθάνεται κανείς όταν κατορθώσει να φτάσει στους υψηλούς, να του επιδαψιλεύεται ως χάρη το χαµόγελο και η ευγένεια της προϊσταµένης αρχής.

Θα ήταν αστείο και να φανταστεί κανείς πως είναι δυνατόν το «σύστηµα», όπως έχει δουλευτεί αιώνες τώρα, να το απειλεί ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια. Το πολύ πολύ να µεταβάλλονται αυτά σε µια επιπλέον παρασηµοφόρηση του αξιωµατούχου.