Απόψεις για τα media 2.

Γράφει ο Ευάγγελος Χριστοδούλου

Συνεχίζοντας το προηγούμενοι κείμενο (Διάβασε εδώ) που αφορά στα ΜΜΕ θα ασχοληθώ λίγο παραπάνω τώρα με τον τρόπο που οι πολιτικοί παρουσιάζονται στην τηλεόραση από τους δημοσιογράφους , στα διάφορα talk shows και γενικότερα στις πολιτικές εκπομπές , αλλά και το πώς οι ίδιοι αυτοπροβάλλονται την στιγμή της παρουσίας τους .
Άξιο συζήτησης και περιέργειας είναι το γεγονός του ότι ενώ οι βουλευτές είναι τριακόσιοι , στην τηλεόραση βγαίνουν πάντα οι ίδιοι και οι ίδιοι . Επίσης εξίσου άξιο απορίας είναι το ότι οι εκπομπές πολιτικού λόγου , παίζονται σχεδόν πάντα μετά τα μεσάνυχτα , με αποτέλεσμά η πλειονότητα των ανθρώπων που θα έπρεπε να παρακολουθήσουν , είναι αδύνατο να το πράξουν αφού ως εργαζόμενοι θα πρέπει να σηκωθούν νωρίς το πρωί .
Ξεκινώντας από το δεύτερο , θα πρέπει να πούμε πως σε μία κοινωνία που κυριαρχείται από το άγχος της διασκέδασης με ...........οποιοδήποτε τίμημα , η πολιτική είναι καταδικασμένη να εμφανίζεται ως άχαρο θέαμα το οποίο πρέπει να αποκλείεται όσο το δυνατόν περισσότερο από τις ώρες μεγάλης ακροαματικότητας . Το σκεπτικό αυτό εντάσσεται στην γενικότερη λογική απαξίωσης της πολιτικής , με απώτερο σκοπό του να ασχολούνται με αυτήν όσο το δυνατό λιγότεροι . Η πολιτική συζήτηση πρέπει να είναι ένα θέαμα ελάχιστα ελκυστικό και να μην προξενεί κανένα ενδιαφέρον . Η απαξίωση της πολιτικής δεν είναι το κομμάτι που θα μας απασχολήσει εδώ , αλλά αξίζει πιστεύω να αναφερθεί .
Αν θέλουμε να καταλάβουμε γιατί εμφανίζονται συνεχώς οι ίδιοι αλλά και τι είναι αυτά που λέγονται και πως διαμορφώνονται αυτές οι εικονικές ανταλλαγές απόψεων θα πρέπει να σταθούμε στον τρόπο επιλογής αυτών που στις ΗΠΑ αποκαλούνται panelists . Οι πανελίστες κατά το ελληνικότερον είναι πρώτα απ όλα πάντοτε διαθέσιμοι . Προσέρχονται πάντοτε πρόθυμοι να λάβουν μέρος , δεχόμενοι να απαντήσουν σε όλες τις ερωτήσεις ακόμη και στις πιο γελοίες . Είναι οι πολιτικοί του «tuttologo» που θα πει του «παντο-λόγου» αν θα μπορούσαμε ελεύθερα να το μεταφράσουμε . Έχουν άποψη και γνώμη για όλα . Μπορούν να υποχωρήσουν σε όλα και να συμβιβαστούν με όλα αρκεί να εξασφαλίσουν τα έμμεσα οφέλη της «δημοσιότητας των μέσων ενημέρωσης».
Οι τοποθετήσεις τους είναι «σαφείς(;)» με απαστράπτοντες όρους και δεν επιβαρύνουν τη συζήτηση με σύνθετες γνώσεις . “The less you know , the better off you are” !! Έτσι , δομείται η πολιτική της δημαγωγικής υπεραπλούστευσης που συνδυάζεται πάντα με την αοριστολογία , που αποτελεί το μικρονοΐκο τέχνασμα των πολιτικών . Αυτή είναι και η αιτία που όταν τελειώσει μία τέτοια εκπομπή δεν έχει βγει ποτέ κανένα συμπέρασμα . Ο πολιτικός που θα βγει στο panel πρέπει να έχει την ικανότητα της «σκέψης μιας χρήσεως» , να μπορεί να μιλήσει εκ του προχείρου χωρίς κανένα πρόβλημα . Ακόμα και στην περίπτωση που δεν είναι προετοιμασμένος , απαντά σε ερώτημα που δεν έχει τεθεί ή που τέθηκε πέντε λεπτά νωρίτερα , επικαλούμενος «ένα σχόλιο που θα ήθελε να κάνει» , ή το ότι «υπάρχει κάτι σημαντικότερο , το οποίο μας ξέφυγε!!»
Ο ρόλος του παρουσιαστή είναι ευνόητα καταλυτικός . Τα δύο σημεία στα οποία εστιάζει και «εκπαιδεύεται» , είναι η διαχείριση του λόγου και του χρόνου . Επιβάλει το θέμα και την προβληματική ή οποία πολλές φορές είναι ανούσια , όπως π.χ. η ερώτηση γνωστού παρουσιαστή για τα γεγονότα του περασμένου Δεκέμβρη «έπρεπε να καεί η Αθήνα ;» . Σε αυτή την ερώτηση η απάντηση «ναι» ή «όχι» , είναι κατά βάση άχρηστη . Το ίδιο άχρηστη αλλά και δόλια ήταν και η ερώτηση αν «καταδικάζεται τη βία απ’ όπου και αν προέρχεται ;» Η απάντηση σε μία τέτοια ερώτηση , ή ακόμα και η φράση ως δήλωση , σημαίνει ότι καταδικάζω την βαρβαρότητα του αστυνομικού , αλλά καταδικάζω και τη χρήση βίας των Παλαιστίνιων ή των Αϊτινών κατά των Αμερικάνων . Ο παρουσιαστής διανέμει το λόγο και τα σημαντικά σημεία . Τηρεί τους κανόνες που έχουν «μεταβλητό γεωμετρικό σχήμα» : άλλος κανόνας ισχύει όταν πρόκειται για έναν μαθητή ή συνδικαλιστή και άλλος όταν μιλά ο Χρυσοχοίδης , ο οποίος διατάζει τον μαθητή να ακούσει ενώ ο παρουσιαστής δεν επεμβαίνει για να ανακαλέσει στην τάξη τον υπουργό που θεωρεί πως όλοι είναι υποχρεωμένοι να τον αποδέχονται ως αυθεντία . Δεν θέλω να μείνω άλλο στην διαχείριση του λόγου , απλά θα πω πως σημαντικό ρόλο παίζει ο τόνος της φωνής του παρουσιαστή , το σώμα του , ο επιτονισμός , κ.λ.π. Θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε το «ευχαριστώ» που λένε οι παρουσιαστές κάθε φορά που τελειώνει ή προσπαθεί να τελειώσει κάποιος . Επίσης μπορείτε να δείτε και το «μάλιστα» του Αυτιά , που επιβάλει στον συνομιλητή μεγαλύτερη ταχύτητα σκέψης και εκφοράς του λόγου .
Ο τηλεοπτικός χρόνος είναι το μεγάλο όπλο του παρουσιαστή ακόμα και αν δεν είναι τόσο ικανός στο λόγο . Πρώτο και σημαντικότερο σημείο είναι το «επείγον» του χρόνου. Χρησιμοποιείται για να αφαιρέσει το λόγο , να πιέσει και κυρίως να διακόψει . Εδώ φυσικά είναι η στιγμή που ο παρουσιαστής αναγορεύει τον εαυτό του σε εκπρόσωπο του κοινού : «Σας διακόπτω γιατί οι ακροατές μας δεν καταλαβαίνουν τι θέλετε να πείτε» . Δεν αφήνει σε καμία περίπτωση να γίνει αντιληπτό πως ο ίδιος δεν καταλαβαίνει , αλλά αφήνει να εννοηθεί πως δεν καταλαβαίνει ο «μέσος θεατής» που έχει είναι κατ’ αυτούς , εξ ορισμού ανόητος . Στην πραγματικότητα αυτοαναγορεύεται σε εκπρόσωπο των ηλιθίων προκειμένου να κόψει έναν λόγο εξυπνότερο από το δικό του .
Άλλο τρικ του χρόνου είναι η τήρηση της απόλυτης ισότητας . Είναι εύλογο ότι οι συνομιλητές ενός πάνελ δεν είναι ίσοι .Υπάρχουν επαγγελματίες του πλατό και του λόγου σε αντίθεση με τους ερασιτέχνες , που είναι αυτοί που βγαίνουν σπάνια έως ποτέ , ή κατά τύχη στην τηλεόραση . Όταν βγαίνει ένας απολυμένος ενός εργοστασίου να μιλήσει , δεν μπορείς να του δίνεις τον ίδιο χρόνο με τον υπουργό εργασίας γιατί είναι βέβαιο πως δεν θα προλάβει να πει σχεδόν τίποτα . Δεδομένο βέβαια είναι και το χαμηλότερο πολιτισμικό κεφάλαιο του εργαζόμενου που σε πολλές περιπτώσεις δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο το να γίνει κατανοητός μέσα σε λίγα λεπτά ή ακόμα και δευτερόλεπτα όταν πρέπει να πει κάτι για να «κλείσει» το θέμα . Πρόκειται για εξαιρετική ανισότητα που δυστυχώς περνά απαρατήρητη από τον θεατή . Για να υπάρχει ισότητα , θα έπρεπε ο χρόνος να είναι άνισα κατανεμημένος και ο παρουσιαστής να βοηθά στο λόγο και στην έκφραση , αυτούς που υστερούν απέναντι στους επαγγελματίες του λόγου . Αφήνω στην άκρη την περίπτωση που ο παρουσιαστής απευθύνει το λόγο ξαφνικά ώστε να είναι απροετοίμαστος ο μη πανελίστας .
Στο σημείο αυτό θα κλείσω το κείμενο γιατί δεν θέλω να κουράσω . Τα κόλπα των παρουσιαστών και των πολιτικών είναι πάρα πολλά που δεν φτάνουν οι σελίδες ενός blog για να αναλυθούν . Άλλωστε δεν είναι αυτός ο σκοπός μου . Αν κάποιος θέλει να μάθει περισσότερα και να μπει πιο βαθιά , το μόνο που μπορώ να κάνω εγώ , είναι να συστήσω ανεπιφύλακτα τρία βιβλία : 1)Για την τηλεόραση – Πιερ Μπουρντιε , 2)Τα ΜΜΕ ως όργανο κοινωνικού ελέγχου και επιβολής – Νόαμ Τσόμσκι , 3)Από τη δημοκρατία των κομμάτων στη δημοκρατία των ΜΜΕ – Τόμας Μέγιερ .
Ελπίζω με αυτά τα δύο κείμενα να βοηθήσω στο να πάψουν περισσότεροι άνθρωποι να εμπιστεύονται τα ΜΜΕ και να τα κοιτάζουν με μεγαλύτερη καχυποψία και κυρίως με κριτική άποψη . Εγώ δεν είμαι μορφωμένος , ούτε έχω κανένα πιστοποιητικό γνώσης. Έχω πάρα πολλές ελλείψεις στο γραπτό λόγο γι’ αυτό δεν είμαι συγγραφέας αλλά αντιγραφέας . Δεν προσπαθώ να παραστήσω τον ακαδημαϊκό , απλώς θέλω να παροτρύνω μέσα από τα κείμενά μου , όσους ενδιαφέρονται να αλλάξουν κάτι , να διαβάσουν λίγο περισσότερο γιατί κι εμένα το διάβασμα με ξύπνησε , έστω και αργά
Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως για να αλλάξουμε κάτι πρέπει πρώτα να το καταλάβουμε . Θα τα ξαναπούμε .