Ανοικτή Επιστολή προς τον Υπουργό Οικονομικών

Γράφουν οι Δημήτρης Βασιλείου και Νικόλαος Ηρειώτης

Αξιότιμε κύριε Υπουργέ,

Τον τελευταίο καιρό παρατηρούμε τις προσπάθειές, που καταβάλλετε με ιδιαίτερο ζήλο για την στήριξη της ελληνικής οικονομίας και την αύξηση των δημοσίων εσόδων. Πρόσφατα μας ενημερώσατε ότι τα φορολογικά έσοδα της χώρας μας, ως ποσοστό του ΑΕΠ, μειώνονται διαχρονικά και ότι το σύνολο των εσόδων από άμεσους και έμμεσους φόρους στην Ελλάδα είναι από τα χαμηλότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Για τον λόγο αυτό, ανακοινώσατε τις κατευθύνσεις των φορολογικών, κυρίως, μέτρων που σκοπεύετε να πάρετε για την «ανάταξη» της ελληνικής οικονομίας. Οι περισσότεροι συμφωνούν ότι τα μέτρα αυτά κινούνται προς την σωστή κατεύθυνση και προσεγγίζουν τις προτάσεις που είχαμε κάνει τον Ιούλιο του 2009 (Βλέπε «Οδηγός Επιβίωσης της Ελληνικής Οικονομίας», περιοδικό Κεφάλαιο, τεύχος 231, σελ. 28-35, καθώς επίσης και στο διαδίκτυο). Οι προσπάθειες σας αυτές είναι αξιέπαινες, αλλά δεν έχουν κατορθώσει μέχρι στιγμής να .........
πείσουν τους ξένους οίκους, οι οποίοι υποβαθμίζουν την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας μας. Έχετε όμως αναρωτηθεί για ποιο λόγο δεν σας εμπιστεύονται οι ξένοι αυτοί οίκοι αξιολόγησης; Μήπως δεν είναι μόνο θέμα αξιοπιστίας ή έλλειμμα ενημέρωσης, όπως κάποιοι προσπαθούν να σας πείσουν; Εάν είναι μόνο θέμα αξιοπιστίας, τότε καλά κάνετε και έχετε αποδυθεί σε ένα αγώνα για να πείσετε τους ξένους ότι σκοπεύετε να κάνετε αυτά που λέτε. Εάν είναι μόνο θέμα έλλειψης ενημέρωσης, τότε καλά κάνετε και ενημερώνετε προσωπικά διευθυντές ξένων γνωστών εφημερίδων αλλά και ομολόγους σας υπουργούς ευρωπαϊκών χωρών. Και στις δύο περιπτώσεις το έργο σας είναι μεν δύσκολο να επιτευχθεί, αλλά δε φαίνεται να είναι ακατόρθωτο. Είναι όμως πιθανό να μην έχετε επιτύχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα μέχρι σήμερα, για το λόγο ότι, οι οίκοι αξιολόγησης θεωρούν πως τα μέτρα που ανακοινώνετε ότι θα πάρετε είναι πολύ λίγα και πως σκοπεύετε να τα πάρετε με πολύ αργό ρυθμό. Στην περίπτωση αυτή προσέξτε μήπως εφαρμόζετε λανθασμένη συνταγή για την νόσο του ασθενούς (δηλαδή της ελληνικής οικονομίας). Δυστυχώς δεν έχετε την πολυτέλεια να περιμένετε και να δείτε πως θα αντιδράσει ο ασθενής. Γιατί αν περιμένετε και τελικά αποδειχθεί ότι η διάγνωση σας δεν ήταν σωστή, ίσως τότε είναι πολύ αργά για να σωθεί ο ασθενής.

Εδώ που έχουμε φθάσει σήμερα, το μόνο μέτρο, που έχει άμεσα αποτελέσματα είναι η μείωση των δημοσίων δαπανών. Τα μέτρα για την αύξηση των εσόδων είναι ιδιαίτερα σημαντικά αλλά δυστυχώς θα χρειαστούν αρκετό χρόνο για να αποδώσουν. Κατά συνέπεια τα μέτρα αύξησης των εσόδων θα πρέπει να συνδυαστούν με μέτρα περιστολής των δαπανών. Για τον λόγο αυτό σας προτείνουμε να βάλετε μια οροφή στις πάσης φύσεως αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων (σε ετήσια ή μηνιαία βάση). Για παράδειγμα, μειώστε τις συνολικές μηνιαίες αποδοχές όλων των εργαζομένων που απασχολούνται (με οποιαδήποτε σχέση εργασίας) σε δημόσιες υπηρεσίες, ΔΕΚΟ και σε όσες επιχειρήσεις το δημόσιο έχει σημαντικό ποσοστό (όπως, για παράδειγμα, τράπεζες, ΟΠΑΠ, ΕΡΤ, κλπ) στο επίπεδο των 4.500 ευρώ τον μήνα μικτά. Αυτό σημαίνει ότι ουδείς θα εισπράττει πέραν των περίπου 3.000 ευρώ τον μήνα καθαρά. Μηνιαία καθαρά έσοδα 3.000 ευρώ είναι αρκετά για να επιβιώσουν οι υπάλληλοι του ελληνικού δημοσίου στους χαλεπούς σημερινούς καιρούς. Όποιου δεν του αρέσει το εισόδημα αυτό, να πάει στον ιδιωτικό τομέα. Άλλωστε είναι εξαιρετικά αμφίβολο εάν οι περισσότεροι από αυτούς θα εισέπρατταν ανάλογες αμοιβές στον ιδιωτικό τομέα. Δεν χρειάζεται να καταργήσετε τα διάφορα επιδόματα (όπως, για παράδειγμα, το ΔΙΒΕΕΤ και τα ΔΕΤΕ του Υπουργείου Οικονομίας, τα εξωδιδακτικά του Υπουργείου Παιδείας, τα νοσοκομειακά του Υπουργείου Υγείας, κλπ.), τις υπερωρίες, τις αμοιβές για συμμετοχή σε συμβούλια, κλπ. τα οποία δεν φαίνεται να είστε σε θέση να το κάνετε. Αρκεί να βάλετε μια οροφή στα μηνιαία (ή ετήσια) πάσης φύσεως έσοδα, που λαμβάνουν οι υπάλληλοι από το ελληνικό δημόσιο. Ειδικότερα, οι ονομαστικές αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων θα παραμείνουν ως έχουν, αλλά το ποσό πάνω από το προαναφερθέν όριο των 4.500 ευρώ θα παρακρατείται υπέρ της εξόδου από την κρίση, για όσο χρονικό διάστημα απαιτηθεί. Με τον τρόπο αυτό λύνεται, σε μεγάλο βαθμό και το θέμα που ενιαίου μισθολογίου, που σε διαφορετική περίπτωση φαίνεται σχεδόν ακατόρθωτο να επιτευχθεί. Θα ήταν καλύτερα η εξομοίωση να γίνει προς τα επάνω, αλλά δυστυχώς δεν υπάρχει η πολυτέλεια αυτή τώρα, ούτε φαίνεται ότι θα υπάρξει στο προσεχές μέλλον. Είναι φυσικά περιττό να ειπωθεί ότι οι μηνιαίες αυτές αποδοχές ισχύουν για όλους, χωρίς καμία εξαίρεση (γενικούς γραμματείς, βουλευτές, δικαστικούς, πιλότους κλπ.). Το μέτρο αυτό είναι πιο δίκαιο από την προτεινόμενη από ορισμένους μείωση των επιδομάτων κατά ένα ποσοστό (όπως, για παράδειγμα, 10%), καθότι το μέτρο που προτείνουμε επηρεάζει κυρίως τους υψηλόμισθους, δηλαδή αυτούς που κατά τεκμήριο μπορούν να σηκώσουν το μεγαλύτερο βάρος της περικοπής των δημοσίων δαπανών. Η περικοπή των επιδομάτων είναι δύσκολο να επιτευχθεί (γιατί θα αντιδράσουν έντονα οι θιγόμενοι, οι οποίοι συνήθως είναι και με την μεγαλύτερη διαπραγματευτική δύναμη), θα πάρει πολύ χρόνο για να πραγματοποιηθεί (εφόσον έχει αίσια κατάληξη) και τελικά αμφιβάλλουμε εάν θα έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Αντιθέτως το προτεινόμενο μέτρο είναι απλό και σε όλους κατανοητό. Σε όσες δε ομάδες εργαζομένων διαμαρτυρηθούν, να δώσετε την απάντηση που έδωσε ο Μένιππος στον Χάρωνα «ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος», δημοσιοποιώντας συγχρόνως τις συνολικές τους αποδοχές.

Εκτός από το παραπάνω μέτρο, έχουμε προτείνει στο παρελθόν (Βλέπε «Οδηγός Επιβίωσης της Ελληνικής Οικονομίας») και άλλα μέτρα, τα οποία μπορούν να βοηθήσουν την ελληνική οικονομία. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα εξής τρία.

1. Όλα τα εισοδήματα φυσικών προσώπων μέχρι ενός σημαντικού ύψους (όπως, για παράδειγμα, 63.000 ευρώ) να φορολογούνται στην πηγή με φορολογικό συντελεστή 25%. Πέραν του εισοδήματος αυτού, ο φορολογικός συντελεστής να είναι πολύ υψηλός. Τα bonus που δίνονται στα στελέχη επιχειρήσεων και δεν είναι σε χρήμα (δηλαδή η παροχή αυτοκινήτου με leasing ή μη, η παροχή χρήσης κατοικίας, κλπ.) και τα stock options να αποτιμώνται σε χρήμα και να φορολογούνται ανάλογα στο όνομα αυτού που τα χρησιμοποιεί (και όχι στην εταιρεία που έχει χαμηλό φορολογικό συντελεστή).

2. Όλα τα μη διανεμόμενα κέρδη των επιχειρήσεων να φορολογούνται με φορολογικό συντελεστή 25%. Τα έσοδα από μερίσματα, τόκους, τοκομερίδια κλπ. να ενσωματώνονται στο εισόδημα των φυσικών προσώπων και να φορολογούνται με τους συντελεστές φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων. Το μέτρο αυτό αποτελεί ένα κίνητρο για τις επιχειρήσεις να κάνουν επενδύσεις και να αναπτυχθούν δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας. Κατά συνέπεια, το μέτρο στοχεύει στην προώθηση της αναπτυξιακής πολιτικής της κυβέρνησης.

3. Όποιος συλλαμβάνεται να φοροδιαφεύγει τιμωρείται με εξοντωτικές ποινές (όπως, για παράδειγμα, με το δεκαπλάσιο του ποσού που φοροδιέφυγε). Για να έχει δε δικαίωμα να προσφύγει στις δικαστικές αρχές, θα πρέπει να προπληρώσει το 80% της ποινής. Με τα τρία αυτά μέτρα παύει να υπάρχει λόγος φοροδιαφυγής για τις επιχειρήσεις. Αφού δεν έχουμε καταφέρει μέχρι σήμερα να δημιουργήσουμε ένα αξιόπιστο μηχανισμό για να συλλάβουμε την φοροδιαφυγή, τουλάχιστον να την κάνουμε ασύμφορη εφαρμόζοντας τα παρακάτω τρία μέτρα.

o Το πρώτο μέτρο είναι ο μικρός φορολογικός συντελεστής που σημαίνει ότι ο φοροφυγάς εάν επιτύχει τον σκοπό του θα έχει σχετικά πολύ μικρή ωφέλεια.

o Το δεύτερο μέτρο είναι ότι εάν συλληφθεί ο φοροφυγάς θα έχει δυσβάστακτη ποινή.

o Το τρίτο μέτρο είναι ότι κάνουμε ασύμφορη την συνδιαλλαγή μεταξύ φοροφυγά και εφοριακών καθώς ουδείς θα πληρώσει ένα ποσό ίσο με 10% στους εφοριακούς εάν ο συνολικός φόρος είναι 25%.

Με αυτές τις λίγες σκέψεις και με την ευκαιρία των εορτών σας ευχόμαστε Καλή Χρονιά και Καλή Επιτυχία (για το καλό όλων μας).


Δημήτρης Βασιλείου

Καθηγητής Τραπεζικής Διοίκησης

Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου

Νικόλαος Ηρειώτης

Αναπληρωτής Καθηγητής Λογιστικής

Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών