Ο ΜΑΝΑΤΖΕΡ (ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΝΑΤΖΜΕΝΤ) ΚΑΙ Ο ΜΕΣΟΣ ΝΟΥΣ

Γράφει ο Βασίλης Χασιώτης

Υπάρχουν τριών ειδών ψέματα : τα ψέματα, τα αναθεματισμένα ψέματα και η στατιστική.

Benjamin Disraeli


Το μάνατζμεντ και ο μάνατζερ διέπεται από την «σύνεση» και τη λογική του «καθημερινού μέσου σκεπτόμενου ανθρώπου», καθώς συγκροτείται και πορεύεται την αλυσίδα του γίγνεσθαι προς την «τελική αποστολή» που εκεί θα ολοκληρωθεί η «οντότητά» του, θα ολοκληρωθεί το Είναι -στόχος ιδεατός που διατηρεί μάλλον στα επιθυμητά επίπεδα την προσπάθεια διαχείρισης του γίγνεσθαι, όπου μέσα α’ αυτό, το γίγνεσθαι, το μάνατζμεντ συνεχώς σχεδιάζει, προγραμματίζει, θεωρεί, στοχοθετεί, δομεί αλλά και ανασχεδιάζει, επαναπρογραμματίζει, αναθεωρεί, επαναστοχοθετεί και επαναδομεί τα πράγματα, και θεωρεί και αναθεωρεί απόψεις και εκτιμήσεις, καθώς συνεχώς νέα δεδομένα ως τώρα άγνωστα μας αποκαλύπτονται, ή διαφοροποιούνται ως τώρα αντιλήψεις μας ολοκληρωτικά ή μερικά, για πολλά ή λίγα πράγματα. Ο Αριστοτέλης ( Ηθικά Νικομάχεια, εκδ. Πάπυρος, Αθήναι, 1975, (Α,1094, a, Ι) σελ. 28-29) παρατηρεί : «Πάσα τέχνη και πάσα επιστημονική έρευνα καθώς και πάσα πράξις και περιεσκεμμένη απόφασις φαίνεται, ότι αποβλέπει εις κάποιο αγαθόν. Δια τούτο ευλόγως απεφάνθησαν, ότι αγαθόν είναι εκείνο, εις το οποίον αποβλέπουν όλα τα όντα. Φαίνεται όμως ότι υπάρχει κάποια διαφορά εις τους σκοπούς. Διότι άλλοι μεν είναι μόνον ενέργειαι, άλλοι δε, εκτός των ενεργειών και έργα. Εκεί, όπου πλην των ενεργειών υπάρχουν και ωρισμένοι σκοποί, τότε τα πράγματα είναι συμφώνως προς την φύσιν των καλύτερα παρά αι ενέργειαι. Επειδή υπάρχουν πολλαί πράξεις και τέχναι και επιστήμαι, υφίστανται επίσης και πολλοί σκοποί. Η ιατρική λόγου χάριν έχει σκοπόν την υγείαν, η ναυπηγική το πλοίον, η στρατηγική την νίκην, και η οικονομική τον πλούτον. Πολλαί δε εξ’ αυτών υπάγονται εις μιαν κυριαρχούσαν τέχνην, καθώς, επί παραδείγματι, η χαλινοποιία εις την ιππικήν, και όσαι άλλαι ασχολούνται με την κατασκευήν παντός ό,τι συνδέεται με την εξάρτυσιν των ίππων. Αυτή δε πάλιν, καθώς και πάσα άλλη ενέργεια σχετιζομένη με την διεξαγωγήν του πολέμου, υπάγεται εις την στρατηγικήν και, καθ’ όμοιον τρόπον, άλλαι τέχναι υπάγονται εις άλλας. Εις όλας λοιπόν αυτάς οι σκοποί των αρχιτεκτονικών τεχνών είναι πάντοτε προτιμότεροι, παρά οι των εις ταύτας υπαγομένων. Διότι και αυτοί επιδιώκονται χάριν εκείνων. Ασφαλώς δεν έχει σημασίαν, μεταξύ του να είναι αι ίδιαι ενέργειαι σκοπός των πράξεων και του να υπάρχη εκτός αυτών κάτι άλλο, καθώς εις τας .........
επιστήμας, τας οποίας ανεφέραμεν. Εάν λοιπόν από όσα είναι ευκατόρθωτα υπάρχει σκοπός τον οποίον επιδιώκομεν χάριν αυτού…, είναι προφανές, ότι ο τελευταίος αυτός σκοπός δύναται να είναι το αγαθόν και μάλιστα το υπέρατατον αγαθόν.» (Όπως σημειώνει ο σχολιαστής της μετάφρασης Ανδρ. Δαλέζιος, σελ. 30., ο όρος Αρχιτεκτονικός στο κειμενο του Αριστοτέλη παραπάνω σημαίνει εν γένει τον ανηκοντα ή έμπειρον εις την αρχιτεκτονική, γενικώτερον δε τον ειδήμονα και δίδοντα το σχέδιον οποιουδήποτε έργου. Αλλ’ εν προκειμένω δηλοί την ιεραρχίαν των επιστημών. Είναι τεχνικός όρος (όπως ο πρωτομάστορας ο διευθύνων και εποπτεύων την ανέγερσιν κτιρίου ή μνημείου, ή, όπως ο αρχιτεχνίτης ο διευθύνων και επιβλέπων την λειτουργίαν εργοστασίου). Εκ των πρακτικών επιστημών αρχιτεκτονική είναι η πολιτική, εκ δε των θεωρητικών η μεταφυσική). Εντελώς ενδεικτικά, σημειώνουμε ακόμα την αναφορά ανωτέρω στην στρατηγική επιστήμη. Είναι η επιστήμη που στοχεύει στη νίκη. Το στρατηγικό μάνατζμεντ δεν θα το βρούμε πουθενά να ορίζεται έτσι, ούτε το μάνατζμεντ γενικότερα. Όμως, την ίδια στιγμή, όλη η λογική του μάνατζμεντ και των περαιτέρω εξειδικεύσεών του, όπως π.χ., το μάρκετινγκ, κ.λπ., είναι διαποτισμένη από την αντιμετώπιση ανταγωνιστικών καταστάσεων τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό του οργανισμού, η εστίαση όχι απλά στη νίκη, μα στην «ολοκληρωτική νίκη», αν κρίνουμε από τις πολύ προσφιλείς στοχοθεσίες του τύπου «μεγιστοποίηση κερδών», κ.λπ. Αν και δεν είναι του παρόντος, εν τούτοις επισημαίνουμε τις βαθιές ιστορικές ρίζες των κοινωνικών επιστημών, του μάνατζμεντ εν προκειμένω.



Έτσι λοιπόν ο μάνατζερ αξιοποιεί με βάση τη σύνεση του μέσου ανθρώπου, τα δεδομένα αξιοποιώντας τις γνώσεις του, τις ικανότητες και δεξιότητές του, αφού προηγηθεί ένα σχεδίασμα φιλοσοφίας αναγκαίο για τον προσδιορισμό του περιεχομένου των χρησιμοποιούμενων απ’ αυτό εννοιών, τις οποίες είτε χρησιμοποιεί στο επίπεδο των επιχειρημάτων, είτε στο επίπεδο των λειτουργιών, είτε στο επίπεδο του προγραμματισμού του. Αλλά, το μάνατζμεντ και ο μάνατζερ, ενώ διέπονται απ’ αυτόν τον τύπο, εν τούτοις δεν επιδιώκουν αναγκαία τον μέσο τύπο του καθημερινού συνετού, του «φρονίμου» ανθρώπου στο επίπεδο της δράσης ή/και των στόχων του. Μια σημείωση για τους στόχους : Πράγματι, το αίτημα του ρεαλισμού είναι «πανταχού παρόν» στο μάνατζμεντ. Όσο κι αν η συζήτηση «εκτραπεί» σε ακραίες θεωρίες, έρχεται η ώρα που λέμε : «και τώρα, τι κάνουμε στη πράξη»; Αυτή η «αναγωγή» ή η «προσγείωση» στη «πράξη», αποτελεί τη μοιραία κατάληξη κάθε απόφασης που πρέπει να παρθεί και κυρίως να εκτελεστεί. Όπως, σημειώνουν οι Arthur A. Thompson, Jr., and A. J. Strickland III : Strategic Management, Concepts and Cases, 10nth ed., Irwin/McGraw-Hill, (σελ. 33) : «Το στρατηγικό όραμα του μάνατζμεντ οφείλει να είναι ρεαλιστικό σε ό,τι αφορά την αγορά, τον ανταγωνισμό, τους ρυθμιστικούς περιορισμούς, και τις τεχνολογικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που η επιχείρηση είναι πιθανό ν’ αντιμετωπίσει, και θα πρέπει να είναι ρεαλιστικό για τους πόρους και τις δυνατότητες της επιχείρησης. Ένα στρατηγικό όραμα δεν προτείνεται για να είναι ένα άπιαστο όνειρο ή μια φαντασία για το μέλλον της επιχείρησης...». Βέβαια, το αίτημα του ρεαλισμού, όπως τίθεται παραπάνω, δεν εξαντλεί το ζήτημα, διότι δεν απαντά στο ερώτημα «ποια είναι τα όρια του ρεαλισμού;». Όμ.ως τούτο το ερώτημα ξεφεύγει από τους σκοπούς της παρούσας εισαγωγής. Μπορεί πάντως κάποιος να πάρει μια «γεύση» της συζήτησης που μπορεί να γίνει ξεκινώντας από μια τοποθέτηση του Μπρεχτ, όπως μας την δίνει ο ιδρυτής του «Μινιόν», Ι. Γεωργακάς [Ιωάννης Γεωργακάς : Γεωργακάς, η Ιστορία μίας Ζωής, ΜΙΝΙΟΝ, η Ιστορία ενός Καταστήματος, εκδ. Εξάντας, Αθήνα, 1994], (σελ.17) : «Ας είμαστε ρεαλιστές, ας επιδιώκουμε το αδύνατο». Ενδεικτικά ακόμα, πάνω στο ζήτημα της ρεαλιστικότητας των στόχων ο Larrie A. Rouillard : Goals and Goal Setting, Kogan Page-Crisp Publications Inc. 1993, θα σημειώσει : (σελ. 45-46) «Οι ΕΞΥΠΝΟΙ στόχοι είναι ρεαλιστικοί : Οι ρεαλιστικοί στόχοι είναι πρακτικοί, επιτεύξιμοι και δυνατοί. Οι στόχοι πρέπει να υποκινούν τους ανθρώπους να βελτιώσουν και να προσπαθήσουν για την επίτευξη πραγματοποιήσιμων τελικών σκοπών... Οι ρεαλιστικοί στόχοι είναι ένα ισοζύγιο μεταξύ του τι είναι δύσκολο και του τι είναι εύκολο να επιτευχθεί. Απαιτούν ένα «τέντωμα» που εκτείνεται πέραν του τι είναι εύκολα επιτεύξιμο και εγκαθιδρύει ένα περισσότερο προκλητικό στόχο... Οι προκλητικοί, ρεαλιστικοί στόχοι, υποκινούν και ενθαρρύνουν υψηλότερα επίπεδα επίδοσης». Έτσι ο μάνατζερ αφήνει πολλά παράθυρα για τα δημιουργικά ξεσπάσματα της ατομικής και συλλογικής δημιουργικότητας, καινοτομίας, εφευρετικότητας, φαντασίας, διαίσθησης και ενοραματισμού, διαφορετικά, αν τα παράθυρα αυτά είναι κλειστά τότε αυτό που εξασφαλίζεται είναι μια διαιώνιση της σημερινής κατάστασης πραγμάτων, μια ευθύγραμμη πορεία, αλλά, τούτο δεν είναι τελικά ο στόχος.



Ως προς τη δημιουργικότητα, ο Arthur Koestler : Ιανός : μία σύνοψη. Εκδ. Χατζηνικολή, θα σημειώσει πάνω στην δημιουργικότητα (σελ. 124-141) : «Η δημιουργικότητα στην επιστήμη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαν η τέχνη του να προσθέτεις δυό και δυό και να βγάζεις πέντε. Με άλλα λόγια, συνίσταται στο συνδυασμό άσχετων νοητικών δομών κατά ένα τέτοιο τρόπο, ώστε το σύνολο που προκύπτει να είναι μεγαλύτερο από τα συστατικά που πήρανε μέρος. Αυτό το φαινομενικά μαγικό αποτέλεσμα προέρχεται από το γεγονός ότι το σύνολο δεν είναι μόνο άθροισμα των μερών του, αλλά μία έκφραση των σχέσεων ανάμεσα στα μέρη του, και ότι κάθε νέα σύνθεση οδηγεί στην εμφάνιση νέων σχημάτων σχέσεων... Οι Γάλλοι έχουν μία έκφραση για την οποία δεν μπορώ να βρω το αγγλικό αντίστοιχο: reculer pour mieux sauter-συγκεντρώσου για να εκτιναχθείς... Ο συλλογισμός στη δημιουργική του έννοια είναι μία συν-ανατάραξη, το ανακάτεμα αυτών που ήταν πριν χώρια, αλλά ο απόλυτα συνειδητός, ορθολογικός νους δεν είναι το καλύτερο σέϊκερ για κοκτέϊλς. Είναι ανεκτίμητος για τις καθημερινές μας ρουτίνες, αλλά οι επαναστατικές ανακαλύψεις της επιστήμης και της τέχνης πάντα αντιπροσωπεύουν κάποια παραλλαγή του reculer pour mieux sauter». (Βλέπε επίσης, παρακάτω, σχετικά με τη «συνέργια»). Επίσης ο George A. Steiner : Top Management Planning, Macmillan Company, 1969, θα σημειώσει (σελ. 353): «...Ένας απλός ορισμός της δημιουργικότητας απ’ αυτή την άποψη είναι «η ικανότητα της ανάπτυξης και εφαρμογής νέων και καλύτερων λύσεων» [Steiner, Gary A. : The Creativity Individual : His Nature and Nurture, in The McKinsey Quarterly, vol. 2, Winter 1966]. Αυτός ο ορισμός περιλαμβάνει την ικανότητα να προχωρείς πέρα από τα συμβατικά πρότυπα που περιλαμβάνονται σ’ ένα πρόγραμμα δράσης. Σημειώστε δύο στοιχεία σ’ αυτόν τον ορισμό : την ιδέα, και την εφαρμογή της. Οι ιδέες από μόνες τους δεν είναι παραγωγικά δημιουργικές στην επιχείρηση αν δεν περιέχονται σε μία προγραμματισμένη σειρά ενεργειών... Ο δρόμος από μία αξιόλογη ιδέα στη πλήρη μεταβολή της σε μία εφαρμοσμένη επικερδή επιχειρησιακή και επιχειρηματική επιλογή είναι μακρύς και δύσκολος...».



Ως προς την καινοτομία σημειώνουν οι John R. Schermerhorn, Jr., James G. Hunt, Richard N. Osborn : Organizational Behavior, John Wiley & Sons, Inc.,1997, (σελ. 409-410) : « Οι άριστοι οργανισμοί είναι σε θέση να «καινοτομούν» σε μια διαρκή βάση, οι άριστοι μάνατζερ και ηγέτες ομάδων είναι σε θέση να βοηθούν τα μέλη του οργανισμού να αξιοποιούν τα «καινοτομικά» τους ταλέντα στο έπακρο. Τυπικά διατυπωμένη, η καινοτομία είναι η διαδικασία δημιουργίας νέων ιδεών και η πρακτική τους εφαρμογή [Edward B. Roberts : Managing Invention and Innovation, εις Research Technology Management (January/February 1988), John Clark : Managing Innovation and Change (Thousand Oaks, CA: Sage Publications, 1995)]. Είναι το μέσον μέσω του οποίου οι δημιουργικές ιδέες βρίσκουν το τρόπο τους στις καθημερινές πρακτικές, ιδανικά εκείνες που συνεισφέρουν στη βελτιωμένη εξυπηρέτηση του πελάτη και/ή τη παραγωγικότητα του οργανισμού. Οι καινοτομίες στα προϊόντα καταλήγουν στην εισαγωγή νέων βελτιωμένων προϊόντων ή υπηρεσιών για να ικανοποιήσουν καλύτερα τις ανάγκες του πελάτη. Οι καινοτομίες στη διαδικασία καταλήγουν στην εισαγωγή μιας λειτουργίας που θα εκτελεί τα πράγματα με καλύτερους τρόπους». Σύμφωνα με τον George A. Steiner : Top Management Planning, ό.π., σελ. 354 : «Η καινοτομία και η εφεύρεση είναι δύο άλλες λέξεις που συνδέονται στενά με την δημιουργικότητα. Πράγματι, είναι λέξεις οι οποίες περιγράφουν μέρος της διαδικασίας δημιουργικότητας. Η εφεύρεση συχνά εκλαμβάνεται ως η σύλληψη μίας ιδέας, η επινόηση, ή η δημιουργία κάποιου πράγματος. Η καινοτομία θεωρείται περισσότερο ως η διαδικασία με την οποία μία εφεύρεση ή ιδέα μεταφράζεται σ’ ένα πρόγραμμα δράσης...».



Ως προς την φαντασία, όπως θα υπογραμμίσει ο Thomas Teal : The Human Side of Management, Harvard Business Review, November-December 1996, σελ. 37 : «Το μεγάλο μάνατζμεντ απαιτεί φαντασία. Αν το όραμα και η στρατηγική μιας επιχείρησης είναι να διαφοροποιήσει τη προσφορά της και να δημιουργήσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, αυτά πρέπει να είναι αυθεντικά. Αυθεντικό πρέπει να σημαίνει μη συμβατικό, κι αυτό συχνά σημαίνει αντιδιαισθητικό. Περαιτέρω χρειάζεται εξυπνάδα και μυαλό να φέρεις κοντά ανόμοιους ανθρώπους και στοιχεία σε σ’ ένα ενοποιημένο αλλά μοναδικά πρωτότυπο σύνολο. Υπάρχει ακόμα ένα όνομα γι’ αυτή την ικανότητα. Ονομάζεται φαντασία ενοποίησης των ανόμοιων (esemplastic imagination)...».



Ως προς τη διαίσθηση, σημειώνει ο George A. Steiner : Top Management Planning, ό.π., σελ. 353 : «…το προαίσθημα ή η διαίσθηση [το ένστικτο] δεν είναι το ίδιο όπως η δημιουργικότητα, αν και μπορούν να διεγείρουν και είναι συχνά τμήμα της δημιουργικής διαδικασίας. Το προαίσθημα είναι μία ισχυρή, ενστικτώδης εντύπωση ότι κάτι θα συμβεί ή μπορεί να συμβεί. Είναι ένας κοινός τύπος προβλεψιμότητας. Η διαίσθηση είναι η δύναμη του να γνωρίζεις, ή η αποκτηθείσα γνώση, χωρίς να πηγαίνεις μέσα από μία διαδικασία τυπικού συλλογισμού ή προσφυγής σε συνειδητή εξαγωγή συμπεράσματος... Η διαίσθηση δεν είναι εντελώς το ίδιο πράγμα με την ώριμη κρίση ή την διορατικότητα [την οξυδέρκεια]. Η ώριμη κρίση διαφέρει από την διορατικότητα στο ότι η λογική πίσω από την άποψη ή το αποτέλεσμα είναι σαφής. Η διορατικότητα είναι μία ικανότητα να δεις τον εσωτερικό χαρακτήρα ενός φαινομένου, ή να συλλάβεις την πραγματική φύση ενός πράγματος, ή να διακρίνεις την υπογραμμιζόμενη αλήθεια, μ’ ένα διεισδυτικό διανοητικό όραμα..».



Ως προς δε τον ενοραματισμό, θα σημειώσει ο Peter M. Senge : The Leader’s New Work : Building Learning Organizations, εις Henry Mintzberg and James Brian Quinn : The Strategy Process, Concepts, Contexts, Cases, 3nd edition, Prentice Hall International, 1996, εστιάζοντας στη σημασία του οράματος σα μια πολύ πρακτική πτυχή του μάνατζμεντ, θα σημειώσει ο οραματισμός είναι μια συνεχιζόμενη διαδικασία και ότι (σελ. 419) : «…Το κτίσιμο του κοινού οράματος είναι μία διαδικασία χωρίς τέλος. Στο κάθε σημείο θα υπάρχει μία ιδιαίτερη εικόνα του μέλλοντος που επικρατεί, αλλά αυτή η εικόνα θα εξελίσσεται. Σήμερα, πολλοί μάνατζερ θέλουν να προσφέρουν στο «όραμα της επιχείρησης» συντάσσοντας την Επίσημη Δήλωση του Οράματος. Σε τέτοιες έγγραφες δηλώσεις σχεδόν πάντα λείπει η ζωτικότητα, η φρεσκάδα, και ο ενθουσιασμός ενός γνήσιου οράματος το οποίο προέρχεται από ανθρώπους που ρωτούν, «Τι πράγματι θέλουμε να πετύχουμε;»…».



Έτσι λοιπόν, ο στόχος εμπεριέχει την κάθε φορά το αίτημα της αύξησης και της ανάπτυξης, διαφορετικά θα ήταν σαν να επιδιώκαμε την στασιμότητα! Ο στόχος τούτος δεν μπορεί να βασιστεί σ’ ένα τύπο ορθολογικού ανθρώπου, μα ούτε καν ενός ανθρώπου με μια «τυποποιημένη λογική». Ποιοι είναι οι «ιδιαίτεροι» άνθρωποι που συγκροτούν τον «μέσο συνετό άνθρωπο»; Ο Victor Hugo, θα πει ότι «Υπάρχουν άνθρωποι πραγματικά ωκεανοί. Αυτά τα κύματα, αυτή η άμπωτη και παλίρροια, αυτός ο φοβερός πηγαινοερχομός, αυτή η βουή όλων των ανέμων, αυτά τα συννεφιάσματα κι αυτά τα ξαστερώματα, αυτές οι βλαστήσεις που φυτρώνουν στους γκρεμούς, αυτή η δημιουργία των σύννεφων μέσ’ τη λαίλαπα, αυτοί οι αητοί μέσ’ τον αφρό, αυτές οι θαυμαστές ανταύγειες των στεριών που αντικαθρεφτίζονται, δεν ξέρουμε μέσ’ σε ποια μυστηριώδη οχλοβοή, από εκατομμύρια φωτεινές κορυφές, ακαθόριστες κεφαλές του αναρίθμητου, αυτοί οι μεγάλοι περιπλανώμενοι κεραυνοί που φαίνονται να παραμονεύουν, αυτοί οι τεράστιοι λυγμοί, αυτά τα τέρατα που μόλις διακρίνονται, αυτές οι νύχτες με τα σκοτάδια που τα διακόβουν οι μυκηθμοί, αυτές οι μανίες, αυτές οι φρενίτιδες, αυτές οι οδύνες, αυτά τα βράχια, αυτά τα ναυάγια, αυτά τα κύματα που αλληλοχτυπιούνται, αυτοί οι ανθρώπινοι κεραυνοί που ανακατεύονται με τους θείους κεραυνούς αυτό το αίμα μέσα στην άβυσσο, ύστερα αυτές οι χαρές, αυτές οι γαλήνες, αυτές οι γιορτές, αυτά τα χαρούμενα άσπρα πανιά, αυτές οι ψαρόβαρκες, αυτά τα τραγούδια μέσ’ τον θόρυβο, αυτά τα πολύφωτα λιμάνια, αυτοί οι καπνοί της στεριάς, αυτές οι πολιτείες στον ορίζοντα, αυτό το βαθύ γαλάζιο του νερού και του ουρανού, αυτή η χρήσιμη στιφάδα, αυτή η πίκρα που αποτελεί την εξυγίανση του σύμπαντος, αυτό το δριμύ αλάτι που δίχως αυτό όλα θα σάπιζαν, αυτές οι οργές κι αυτά τα γαληνέματα, αυτό το όλο μέσα στο ένα, αυτό το απροσδόκητο μέσ’ το αναλλοίωτο, αυτό το απέραντο θαύμα της μονοτονίας με την ανεξάντλητη ποικιλία, αυτή η ισιάδα ύστερα απ’ την ανατροπή, αυτές οι κόλασες κι αυτοί οι παράδεισοι της αιώνιας ασίγαστης απεραντοσύνης, αυτό το άπειρο, αυτό το αβυθομέτρητο, όλα αυτά μπορούν να υπάρχουν μέσα σ’ ένα πνεύμα και τότε το πνεύμα αυτό ονομάζεται μεγαλοφυΐα και έχετε τον Αισχύλο, έχετε τον Ησαΐα, έχετε τον Γιουβενάλη, έχετε τον Δάντη, έχετε τον Μιχαήλ Άγγελο, έχετε τον Σαίξπηρ κι είναι το ίδιο πράγμα να κοιτάζει κανείς αυτές τις ψυχές όπως και να κοιτάζει τον ωκεανό» (Victor Hugo: Φιλολογία και Φιλοσοφία, εκδ. Μαρή, Αθήνα, σελ. 9). Τούτον τον Άνθρωπο τον πολύμορφο, ήδη τον περιέγραψε θαυμάσια ο Σοφοκλής : Αντιγόνη, εκδ. Επικαιρότητα, Αθήνα, 1992 (Μετάφραση : Κώστας Τοπούζης), 332-374, (σελ. 74-77)) : «Πολλά στον κόσμο τα θαύματα, κανένα πιο θαύμα απ’ τον άνθρωπο άλλο. Πέρα απ’ τον πόντο τον βράζοντα χώνεται, Μες στις φουρτούνες, κάτω απ’ τα κύματα τα πελώρια πλέοντας με τον άγριο ρόχθο, Και των θεών την Υπέρτατη πρώτη και άφθιτη Γη την ακάματη, την παλεύει, αλέτρια σέρνοντας πάνω της χρόνο το χρόνο! Στήνει παγίδες και πιάνει πουλιά και άγρια είδη θηρίων, και άλλα και της θάλασσας θρέμματα με δίχτυα πλεχτά ο πολύτροπος άντρας, και με τρόπους νικά των βουνών τα αγρίμια και στα άτια τα ατίθασα βάζει ζυγό και στο βουνίσιο τον άγριο ταύρο. Και Γλώσσα και Νόηση άνεμο, και τρόπο να ζει με τους άλλους, κι απ’ τον καιρό τον δυσβάστακτο και τις βροχές και τα κρύα να φυλάγεται έμαθε. Σοφός και πολύξερος και έτοιμος είναι για όλα τα μέλλοντα. Και τ’ αγιάτρευτα βρήκε τρόπο να φεύγει. Μόνο απ’ τον Άδη δεν θα βρει λυτρωμό. Τα σοφά και τα πάντα τεχνάσματα έχει, Και μέχρι τ’ ανέλπιστα, αλλά τη μια στο καλό, και τη μια στο κακό σέρνεται πάντα. Όποιος τους νόμους της χώρας του σέβεται και την Ένορκη Δίκη, τη δοξάζει τη χώρα του. Δεν έχει χώρα όταν ενάντιά της το θράσος του φέρνει. Να μην κατοικώ με τέτοιον μαζί μήτε τη γνώμη του να έχω» Τον καθένα απ’ αυτούς τους τύπους, δεν θα τον καταργήσουμε, ούτε θα ζητήσουμε να αυτοκαταργηθεί κι αυτοαντικατασταθεί από έναν «τύπο μέσου ανθρώπου», αλλά, αντίθετα, θα προσπαθήσουμε να «εξορύξουμε» όλα τα θετικά που υπάρχουν στον κάθε ιδιαίτερο τύπο ανθρώπου, και να διαχειριστούμε αποτελεσματικά τα αρνητικά στοιχεία που βρίσκονται επίσης στον κάθε τύπο ανθρώπου. Δεν θα αποφύγουμε εντελώς τους «ανεπιθύμητους τύπους», ούτε μπορούμε να υποθέσουμε ότι η τύχη θα είναι τόσο καλή μαζί μας ώστε να συνεργαστούμε με ό,τι πιο κορυφαίο έχει να επιδείξει η ανθρώπινη ευφυΐα. Θα συνυπάρξουμε μ’ όλες τις μορφές. Κατ’ ουσίαν, αυτός ο «μέσος συνετός άνθρωπος» είναι μάλλον ένα ιδεολόγημα, παρά μια πραγματικότητα. Πραγματικότητα είναι ότι το «προϊόν» ή η «υπηρεσία» που λαμβάνουμε απ’ όλους μαζί τους τύπους ανθρώπων που συμμετείχαν στην «παραγωγή», αποτελεί «προϊόν» ή «υπηρεσία» που αντανακλά τον «μέσο όρο» της καταβληθείσης προσπάθειας, αλλά, με μια κατά κανόνα μεγάλη τιμή διακύμανσης γύρω απ’ αυτόν τον μέσο όρο.



Τούτο το σημείο του «μέσου» θα πρέπει να προσεχτεί ιδιαίτερα. Το μέσον δεν θα πρέπει να εκληφθεί σαν η περιοχή όπου τα πάντα είναι καταδικασμένα να πορεύονται μια μακάρια, περίπου ευθύγραμμη πορεία, όπου τίποτα δεν θα μπορεί να απειλήσει τούτη την αίσθηση «βεβαιότητας» από την οποία κατέχεται ο «μέσος νους», μια παγίδα της προόδου και της εξέλιξης, όπου η πλέον θετική απόληξη ίσως να μην είναι παρά ο αγώνας ν’ αποφύγουμε την μετριότητα, ήτοι, την περιοχή του μη δυναμικού μέσου. Το ίδιο το Σύμπαν, ο Φυσικός Κόσμος, ο Υλικός Κόσμος, είναι δημιουργήματα μάλλον ακραίων επεισοδίων και ενίοτε εξαιρετικά βίαιων, παρά αποτελέσματα μιας μέσης πορείας των πραγμάτων. Η «μοιραία» άλλωστε πορεία του Σύμπαντος, που όπως λέγεται, κάποια στιγμή αφού φτάσει στο ένα άκρο του –της έσχατης διαστολής του- θα αναστρέψει πρύμνα για να επανέλθει στο αρχικό του έσχατο άκρο –τη «στιγμή» της Μεγάλης Έκρηξης-, ίσως να αποκαλύπτει κάποια άλλη διάσταση του όλου ζητήματος που εδώ μας απασχολεί. Το ίδιο και η κοινωνική εξέλιξη. Η απαγκίστρωση από μακροχρόνιες «μέσες συνθήκες και καταστάσεις», δεν υπήρξε πάντα -θα λέγαμε : σχεδόν ποτέ- απόρροια κάποιων ομαλών εκδηλώσεων περί ένα μέσο όρο. Η «θετική» εκτροπή απ' το μέσο, για παράδειγμα στο μάνατζμεντ, είναι όχι μονάχα επιθυμητή όταν δεν διακυβεύεται η αποστολή και ο στόχος, μα και επιδιώκεται, αν τούτο θεωρηθεί ότι θα ωθήσει τα πράγματα γρηγορότερα σε μια κατάσταση που ούτως ή άλλως θεωρείται στόχος, τούτη δε η γρηγορότερη εξώθηση με την χρήση καταστάσεων ή πραγμάτων που δεν ανήκουν στο μέσον, είναι λοιπόν πολύ «λογική». Ας μείνουμε στο επίπεδο της απλής επισήμανσης, διότι το θέμα δεν μπορεί να εξαντληθεί εδώ. Ίσως θα μπορούσασαμε να υπενθυμίσουμε μονάχα, χάρη του προβληματισμού και μόνο, ότι ο Αριστοτέλης : Ηθικά Νικομάχεια, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα, 1975, θα σημειώσει (σελ. 102 , 1007a, 29-30) : «…όλως γαρ ούθ’ υπερβολής και ελλείψεως μεσότης έστιν, ούτε μεσότητος υπερβολή και έλλειψις». [Εν συντόμω, ούτε η υπερβολή ούτε η έλλειψις επιδέχονται μεσότητα, ούτε η μεσότης υπερβολήν ή έλλειψιν]. Όμως, στη συνέχεια, υπογραμμίζει, ότι πράγματι το μέσον δεν ισαπέχει από τα άκρα, και συνεπώς κάποια άκρα βρίσκονται κοντύτερα στο μέσον με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει (σελ. 110, 1108b, σελ. 110) «Την μεγαλυτέραν αντίθεσιν προς την μεσότητα αποτελεί άλλοτε μεν η έλλειψις άλλοτε δε η υπερβολή… Τούτο οφείλεται εις δυο αιτίας. Η μια έγκειται εις αυτό τούτο το πράγμα, δεδομένου ότι μια ακρότης είναι πλησιεστέρα και ομοιοτέρα προς την μεσότητα. Τοιουτοτρόπως φέρομεν εις αντίθεσιν προς αυτήν όχι την ακρότητα αυτήν καθ’ εαυτήν, αλλά μάλλον το αντίθετόν της… Αυτή είναι λοιπόν η μια [αιτία]…, η [δε] άλλη έγκειται εις ημάς τους ιδίους. Διότι εκείνα, προς τα οποία κατατείνομεν κατά τινα τρόπον εκ φύσεως, φαίνονται αντιτιθέμενα προς την μεσότητα… Όθεν η πλευρά εκείνη, προς την οποίαν έχομεν περισσοτέραν κλίσιν, θεωρείται ως η σφοδροτέρα αντίθεσις…»



Έτσι το «θράσος» του να τολμήσεις να ενεργήσεις με τρόπο που το «μέσο θάρρος» δεν θα επιχειρούσε ποτέ, μπορεί να επικληθεί πράγματι, το δε «θράσος» εν τέλει, θα φορτιστεί αξιακά από την προσδιδόμενη αξία του στόχου χάρη του οποίου υιοθετήθηκε. Το μέσον ως περι-εχόμενο δεν είναι στατικό αλλά δια-μορφώνεται διαρκώς στο χρόνο. Νέο περι-εχόμενο ενδέχεται να προκύψει για το περι-έχον, που θα το διαφοροποιήσει και πιθανώς να το μεταφέρει σ’ ένα νέο επίπεδο «μεσότητος», ανώτερο ή κατώτερο του προηγουμένου που κατ-είχε και το προσδιόριζε. Τούτο το νέο μέσο δεν αποκλείεται καθόλου, αντίθετα η ιστορία το επιβεβαιώνει, να εμπεριέχει πολλές «υπερβολές» και εν γένει στοιχεία που φλέρταραν με τα άκρα του παρελθόντος, ως στοιχεία πλέον του νέου μέσου, ανεξάρτητα αν θεωρείται θετική ή όχι αυτή η κατάσταση -τούτο είναι ένα άλλο ζήτημα.