Γιορτή Δημοκρατίας

Γράφει ο παρατηρητής

Πού το Glamour άλλων καλών εποχών με τους καλεσμένους να χαμογελούν αυτάρεσκα μπροστά στους τηλεοπτικούς φακούς.. Πάνε κι οι παραφορτωμένοι με θαλασσινά μπουφέδες. Όσο για τους ραφτάδες του Κολωνακίου είδαν τους τζίρους τους να κατακρημνίζονται, μια και το αρσενικό κοινό της Γιορτής όφειλε να προσέλθει άνευ συμβίας, γκόμενας ή ότι άλλο ήθελε επιλέξει...

Όλα, αυτή την χρονιά, έγιναν γρήγορα και λιτά. Ο Πρόεδρος με το «θυμόσοφο» ύφος του και ¨προσαρμοζόμενος¨ στις επιταγές των ημερών, δεν παρέλειψε επί τη ευκαιρία να μεταφέρει στους αδημονούντες (να φύγουν) καλεσμένους του την «αγωνία» του για τα δεινά του τόπου, προτρέποντας τους «κρεμάμενους από τα χείλη του» πολιτικούς να ενσκήψουν σ’ αυτά, ενώ δεν παρέλειψε να αναφερθεί στα προβλήματα που μας δημιουργούν στην Κύπρο και στο Αιγαίο οι εξ ανατολών γείτονες μας, ψελλίζοντας τα γνωστά τετριμμένα και ακίνδυνα περί ψηφισμάτων ΟΗΕ, διεθνούς Δικαίου κλπ. κλπ. Ήταν δε τόσο «επιτυχημένα» τα όσα είπε και όσα δεν έκανε (celebrity party) ο Πρόεδρος, που σύμπασα η ελληνική κοινωνία, εκπροσωπούμενη αυθεντικά μέσω των Μ.Μ.Ε (Μέσων Μαζικής Εξαθλίωσης), του επεφύλαξε «αποθεωτικά αφιερώματα».

Μ’ αυτά και μ’ αυτά πέρασαν 35 συναπτά έτη από την πτώση της Χούντας. Μια περίοδος που συνεχίζει να είναι η βάση, αν όχι, το άλλοθι για όσα επακολούθησαν. Πολλά γράφτηκαν και ειπώθηκαν για την περίοδο της Δικτατορίας αλλά κυρίως για το τι ......είχε προηγηθεί. Ο γράφων, αλλά κι όσοι έτυχε να ζήσουν τα γεγονότα από κοντά, θυμάται πολύ ανάγλυφα όσα χαρακτήριζαν την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα πριν την χούντα των συνταγματαρχών.
Η χώρα, λίγα χρόνια μετά το πέρας του εμφυλίου, θύμιζε ακυβέρνητο καράβι. Ταραχές, διαδηλώσεις, ίντριγκες του παλατιού και με διάχυτη την αίσθηση για επέμβαση του Στρατού, όχι από τους συνταγματάρχες αλλά από τους στρατηγούς.
Οι πολιτικοί της εποχής, πολλοί εκ των οποίων είναι πρόγονοι της σημερινής πολιτικής ελίτ, δεν είχαν τίποτε να ζηλέψουν από φύλαρχους αφρικανικής χώρας. Μαυρογιαλούροι κάθε χρώματος (της αριστεράς συμπεριλαμβανομένης) διέσπειραν τον ακραίο κομματισμό, έχοντας δημιουργήσει κάθε είδους παρακράτη, που δεν δίσταζαν να φθάνουν σε διωγμούς ακόμη και σε δολοφονίες των κάθε μορφής αντιπάλων τους. Οι εξορίες στα ξερονήσια (πρωτεργάτης ο παππούς του σημερινού προέδρου του ΠΑΣΟΚ) ήταν στην ημερησία διάταξη και τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων αποτελούσαν απαραίτητο αποδεικτικό στοιχείο νομιμοφροσύνης.
Κανέναν λοιπόν δεν εξέπληξε ο ήχος των ερπυστριών των τάνκς του Πατακού, όταν το ξημέρωμα της 21 Απριλίου του ’67 κατηφόριζαν την Λ. Κηφισίας, δίνοντας για 7 χρόνια τέλος, όχι βέβαια στο δημοκρατικό πολίτευμα μια κι αυτό δεν υπήρχε, αλλά στον κατ’ επίφαση κοινοβουλευτισμό της παλατιανής ορχήστρας.
Η αρχική παγωμάρα της ελληνικής κοινωνίας αντικαταστάθηκε σιγά-σιγά από μία βουβή αποδοχή μεγάλου μέρους των πολιτών. Η Χούντα, αν και συνέχιζε με αμείωτη ένταση να βάζει στο περιθώριο (εξορίες, φυλακίσεις) όσους την αμφισβητούσαν, εν τούτοις με μία έξυπνη αναπτυξιακή πολιτική, αλλά κυρίως παρουσιάζοντας ένα προσωπείο «εντιμότητας» και ανιδιοτελών προθέσεων των μελών της, κατάφερε να γείρει υπέρ της το ισοζύγιο σε σχέση με την προ αυτής περίοδο. Οι αντιδράσεις εντός και εκτός Ελλάδος δεν φαίνονταν ικανές να τους απομακρύνουν από την εξουσία κι αν δεν είχε προκύψει η τραγωδία της Κύπρου, ίσως πολλά πράγματα να είχαν εξελιχθεί διαφορετικά.
Αυτή η περίοδος χρησιμοποιήθηκε από τους πολιτικούς ως κολυμπήθρα του Σιλωάμ. Με διάφορες δηλώσεις και «αντιστασιακές» ενέργειες που προβάλλοντο από τον τύπο (Οργανισμός Λαμπράκη κλπ.), κατάφεραν να ξεχαστεί γρήγορα το θλιβερό παρελθόν τους, ώστε την δεδομένη στιγμή να επιστρέψουν στην Εξουσία συνεχίζοντας το θεάρεστο έργο τους.
Η στιγμή αυτή δεν άργησε να έλθει. Η χούντα, εξαπατημένη από τον αμερικανικό παράγοντα και πιστεύοντας ότι έφτασε η ώρα να λύσει μιά για πάντα τις διαφορές μας με τον προαιώνιο εξ ανατολών εχθρό, οδήγησε την χώρα στην κυπριακή τραγωδία.
Τα υπόλοιπα είναι λίγο πολύ γνωστά. Τα αεροδρόμια και οι πλατείες ξαναγέμισαν από τα παραληρούντα πλήθη, καθώς υποδέχονταν τους νέους (παλαιούς) σωτήρες. Ο Κ. Καραμανλής έχοντας αποστασιοποιηθεί έγκαιρα και εύστοχα από την πρό χούντας πολιτική και από την αμαρτωλή ΕΡΕ, έμοιαζε τότε ο μοναδικός που θα μπορούσε να πάρει την χώρα από το χέρι και να την οδηγήσει μακριά από τα δεινά της χούντας, έχοντας σαν όραμα αλλά και σωσίβιο για τον τόπο, την ένταξη της χώρας στην Ε.Ε.
Οι υπόλοιποι πολιτικοί ξανα-στρογγυλοκάθισαν στα κοινοβουλευτικά έδρανα, στηριζόμενοι στην λήθη των Ελλήνων. Η Ένωση Κέντρου σύντομα έδωσε την θέση της στο ΠΑΣΟΚ του Α. Παπανδρέου, που παίρνοντας την εξουσία το ’81, κατάφερε να πάρει μαζί του μεγάλο μέρος του λαού, υποσχόμενος τα πάντα στους πάντες, ενώ ο περίγυρος (κομματικός και επιχειρηματικός) ξεκοκάλιζε με ευκολία τα πακέτα της τότε ΕΟΚ, που αντί να οδηγηθούν σε έργα ανάπτυξης, κατέληγαν στις τσέπες των συντρόφων του ΠΑΣΟΚ-κού καθεστώτος. Μπορεί μεν ο καιροσκόπος Κ. Μητσοτάκης να κατάφερε εν τέλει να πραγματοποιήσει το όνειρο του να γίνει πρωθυπουργός, οι ρίζες όμως του ΠΑΣΟΚ-κού συστήματος ήταν πολύ βαθιές. Σύντομα οι ψηφοφόροι με την βοήθεια των ΜΜΕ, ξέχασαν τα σκάνδαλα και τις μίζες, επαναφέροντας στην εξουσία τον σωματικά και πνευματικά ανήμπορο Παπανδρέου, που λίγο πριν εγκαταλείψει αυτόν τον μάταιο κόσμο είδε να τον διαδέχεται ο Κ. Σημίτης, που με την σειρά του συνέχισε με νέα σκάνδαλα και με το διεφθαρμένο σύστημα να παραδίδει ένα υπερχρεωμένο κράτος και την σκυτάλη της εξουσίας σ’ έναν ακόμη Καραμανλή, έχοντας απέναντι του έναν ακόμη Παπανδρέου, ο οποίος, παρά την εξόφθαλμη ανεπάρκεια του, είναι έτοιμος να μπεί στο κάδρο των πρωθυπουργών της οικογένειας δίπλα στον ‘Γέρο της Δημοκρατίας’ παππού του και στον bon Viveur πατέρα του, προς τέρψιν της αμερικανίδας μητέρας. Αλλά και η οικογένεια Μητσοτάκη δεν πρόκειται να μείνει παραπονεμένη. Η θυγατέρα Ντόρα εγγυάται την σταθερή συνέχεια του συστήματος όταν ο ευγενής Γιωργάκης θα έχει εκπληρώσει τα προσωπικά και οικογενειακά απωθημένα.
Βαδίζοντας σιγά-σιγά στο δια ταύτα, έχω να παρατηρήσω ότι η ψευδεπίγραφη δημοκρατική μας ταμπέλα ξεθωριάζει όλο και πιο πολύ, όλο και πιο γρήγορα. Οι ηγέτες μας δεν είναι τίποτε περισσότερο από θλιβερούς διαχειριστές, ενός από άλλους οριοθετημένου συστήματος. Με ή χωρίς επετειακές γιορτές θα βρίσκουν πάντα τον τρόπο να διαιωνίζουν την παρουσία τους. Η προπαγάνδα των ΜΜΕ και η ασθενής μνήμη των πολιτών είναι πανίσχυρα εργαλεία ποδηγέτησης. Ο κόσμος εξουθενωμένος από την καθημερινή ανασφάλεια θα αυτοπεριθωριοποιηθεί, ακολουθώντας το ΄ο σώζων εαυτόν σωθείτο’. Η εποχή των ιδεολογιών και της ενεργής συμμετοχής των πολλών, έχει δώσει την θέση της στην αποχαύνωση του τηλεοπτικού δέκτη και στην ανωνυμία της διαδικτυακής συντροφιάς.
Δεν γνωρίζω αν υπάρχει τρόπος να αλλάξει η κατάσταση. Μια αντίδραση που θα την δημιουργούσε η ανάγκη της επιβίωσης, θα είχε προσωρινά μόνο οφέλη. Το σύστημα γνωρίζει πότε πρέπει να ανοιγοκλείνει την βαλβίδα εκτόνωσης απορροφώντας τους κραδασμούς. Η γνώση και η ανάληψη της ατομικής ευθύνης, συνεπικουρούμενη από μία οραματική ηγεσία θα μπορούσε να αμβλύνει την κατάσταση. Δυστυχώς η γνώση παραπαίει μεταξύ φροντιστηρίων και συνδικαλιστικών προνομίων, η ατομική ευθύνη περιορίζεται σε κούφια λόγια που εξανεμίζονται στην καθημερινή θλιβερή συμπεριφορά μας, ενώ οι ηγεσίες έχουν σαν μόνο όραμα την εναλλαγή στην εξουσία, γιορτάζοντας την επιτυχία τους σε celebrity ή μη party.

Υ.Γ

Ευχαριστώ εκ των προτέρων για τις όποια σχόλια σας.

παρατηρητής
observer_gr@yahoo.com