Προς μετόχους (και μη) το ανάγνωσμα

Γράφει ο Ευθύλογος

Κατά τη γνώμη μου, το πιο ενδιαφέρον σημείο της ομιλίας του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γ. Προβόπουλου, στην Ετήσια Γενική Συνέλευση των Μετόχων, (εδώ) ή για περισσότερα (εδώ) είναι το εξής:

"Πρέπει πρώτα απ' όλα να απορρίψουμε το αδιέξοδο μοντέλο ανάπτυξης του παρελθόντος, αυτό της υπερκατανάλωσης, των αθρόων εισαγωγών, των αέναων ελλειμμάτων, εσωτερικών και εξωτερικών, και των χρεών"

Χιλιοειπωμένη βέβαια άποψη, ίσως κάθε φορά να διατυπώνεται με διαφορετικά λόγια αλλά το νόημα είναι πάντα το ίδιο.

Μόνο που ποτέ δεν εφαρμόστηκε.
Και δεν εφαρμόστηκε γιατί δεν μπορεί να εφαρμοστεί.

Και δεν μπορεί να εφαρμοστεί, γιατί το μοντέλο ανάπτυξης είναι συνυφασμένο με ένα οικονομικό σύστημα που βρίθει αντιφάσεων.
Οι αντιφάσεις αρχίζουν από το νόημα της λέξης «Οικονομία».

Η λέξη "Οικονομία" στα ελληνικά σημαίνει περιορισμό της κατανάλωσης. [1]
Όταν λέμε «πρέπει να κάνουμε οικονομία» αυτό δεν εννοούμε;
Και σε κάπως πιο διαφορετικό επίπεδο, εννοούμε την ορθολογική διαχείριση των πόρων ώστε με την ελάχιστη δαπάνη να έχουμε το μέγιστο ωφέλιμο α
ποτέλεσμα.
(Συνθήκες βελτιστοποίησης)

Εμείς όμως έχουμε ένα οικονομικό σύστημα που στηρίζεται στην διόγκωση της κατανάλωσης και στην αύξηση της ζήτησης - άρα και της δαπάνης, ενώ ταυτόχρονα θέλουμε να περιορίσουμε την κατανάλωση. Αν όμως περιοριστεί η κατανάλωση νοσεί το σύστημα.
Έχουμε ένα οικονομικό σύστημα που θεωρεί την οικοδομή "ατμομηχανή της οικονομίας" τη στιγμή που έχουμε παγκοσμίως τον μεγαλύτερο δείκτη ιδιοκατοίκησης. Ένα σπίτι που δεν κατοικείται και γενικότερα ένα κτήριο που δεν χρησιμοποιείται, είναι ένα νεκρό κεφάλαιο που σταδιακά απαξιώνεται. Και υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες τέτοια κτίσματα τα οποία μάλιστα χτίστηκαν με δάνεια. Σε τι ωφέλησαν την Εθνική Οικονομία αυτά τα ντουβάρια; Απλά κατέστρεψαν το περιβάλλον και δημιούργησαν έναν «καπιταλισμό της αντιπαροχής» με ότι στραβό συνεπάγεται. (Υπερτίμηση της αστικής γης, δημιουργία πάμπλουτων τεμπέληδων, διαφθορά
της πολεοδομίας και όλου του οικοδομικού κυκλώματος κλπ.)

Έχουμε ένα οικονομικό σύστημα που θεωρεί "βαριά βιομηχανία" τον τουρισμό, μια δραστηριότητα που στηρίζεται σε κατ' εξοχήν ελαστικές δαπάνες.

Προφανώς σε περιόδους οικονομικής κρίσης, ο πρώτος τομέας που πλήττεται είναι ο τουρισμός και γενικότερα οι τομείς ελαστικών δαπανών π.χ. τα είδη αργυροχρυσοχοΐας - πλην βεβαίως του χρυσού.
Και δεν φτάνει ότι η «βαριά βιομηχανία» μας πλήττεται σήμερα αλλά δεν οργανώθηκε και ποτέ σύμφωνα με τους όρους του οικονομικού συστήματος.
Και πώς να οργανωθεί, αφού κάθε αγρότης και κάθε νησιώτης που είχε ένα παραθαλάσσιο χωραφάκι η λιοτόπι δανειοδοτήθηκε για να γίνει ξενοδόχος! Και όταν δίσταζαν αυτοί (κάποιοι καταλάβαιναν ότι δεν μπορείς από τη γκλίτσα και την αξίνα να βρεθείς ξαφνικά στη reception) βρίσκονταν άλλοι αετονύχηδες που βουτούσαν τα δάνεια και έχτιζαν κυριολεκτικά «όπου λάχει».

Κάντε μια βόλτα το καλοκαίρι και θα δείτε «ξενοδοχεία» ακριβώς «πάνω στο κύμα».
Ποιοι αγύρτες - εκπρόσωποι της πολιτείας τους έδωσαν άδεια να καταστρέψουν τις παραλίες; Και πόσο εξαγοράστηκαν αυτά τα καθάρματα;
Αυτή ήταν η μεταπολεμική ανάπτυξη της Ελλάδας!
Ένα συνοθύλευμα τυχοδιωκτισμού, οικονομικής αγυρτείας, πολιτικού γλειψίματος, θαλασσοδανείων και καταστροφής του περιβάλλοντος. Προσθέστε και κάμποσες εκατοντάδες χιλιάδες αυθαίρετα κτίσματα και καταπατήσεις και έχετε μια αρκετά σαφή εικόνα της σύγχρονης απογοητευτικής πραγματικότητας και των αιτίων της.

Η πραγματικά υγιής οικονομία πρέπει να στηρίζεται στην πρωτογενή παραγωγή (που έχουμε εγκαταλείψει πλήρως) στην βιομηχανία (Η Ελλάδα λόγω έκτασης και γεωγραφικής θέσης θα μπορούσε να αναπτύξει μόνον βιομηχανία προϊόντων πυκνής αξίας και μικρού όγκου π.χ. ρολόγια, ηλεκτρονικά προϊόντα κλπ.) και σε συγκεκριμένους τομείς υπηρεσιών όπως Υγεία, Παιδεία και φυσικά Μεταφορές και Ναυτιλία που μάλλον είναι και ο μόνος κλάδος που δεν φυτοζωεί.
Ο τουρισμός είναι καλοδεχούμενος μόνον ως ενισχυτικός παράγοντας αλλά δεν μπορεί να αποτελεί πυλώνα της οικονομίας.
Το ίδιο ισχύει και για άλλους τομείς υπηρεσιών.
Και φυσικά με τον όρο «υπηρεσίες» δεν εννοούμε τα μπαράκια και τις χιλιάδες καφετέριες που φύτρωσαν σε κάθε γωνιά της χώρας για να απλώνουν την αρίδα τους οι Νεοέλληνες.
Με το να σερβίρουν καφέ και ουίσκι οι μισοί Έλληνες στους άλλους μισούς, δεν αυξάνει ο εθνικός πλούτος. Απλή μεταφορά χρήματος από τσέπη σε τσέπη γίνεται.
Έχουμε ένα οικονομικό σύστημα που ενθαρρύνει τις εισαγωγές και τα δάνεια. [2]
Εισάγουμε από βιομηχανικά προϊόντα μέχρι πασχαλιάτικα αρνιά και κατσίκια, ακόμη και σκόρδα Κίνας είδα. Πως διάβολο συμφέρει να έρθει από την Κίνα και όχι να φυτρώσει στην Ελλάδα αυτό το σκόρδο, ποτέ δεν το κατάλαβα. Ίσως είναι και αυτό μέρος του «ελληνικού θαύματος».
Και το χειρότερο είναι ότι δεν μας ενοχλεί που δεν παράγουμε τίποτε!
Δεν είμαστε σε κανένα είδος αυτάρκεις και το θεωρούμε φυσιολογικό, δεν ντρεπόμαστε, σχεδόν καμαρώνουμε. Δεν έχετε ακούσει ότι στην Ελλάδα «Οι κουτοί και τα ρολόγια δουλεύουν»;
Ποτέ δεν αναρωτιόμαστε όταν χρησιμοποιούμε την τεχνολογία πόσο έχουμε συμβάλει εμείς (είτε ως άτομα, είτε ως λαός) στην ανάπτυξή της.
Αλλά αυτά είναι ψιλά γράμματα, ίσως και ενοχλητικά.
Γι αυτό και προτιμούμε να φοράμε ελβετικό ρολόι, παπούτσια Timberland, να γυροφέρνουμε άσκοπα με ένα αυτοκίνητο που παράγεται στη Γερμανία, καπνίζοντας τσιγάρο με αμερικάνικο καπνό και την ίδια στιγμή να προσπαθούμε με το Nokia στο αυτί, να ρυθμίσουμε το επόμενο ψυχαγωγικό ραντεβού μας. Αν σκοτωνόμαστε σαν κατσίκια στο δρόμο μικρή σημασία έχει. [3]
Στο κάτω – κάτω δοκιμάζουμε τα όριά μας ρε αδερφέ!!!

* * * * * * * * *


[1] Βέβαια οι Αγγλοσάξονες παρά τη γλωσσική τους ένδεια, έχουν επινοήσει πολλούς όρους για την λέξη “οικονομία”.
[2] Δεν χρειάζεται να αναφέρω στοιχεία για το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου, ούτε για το δημόσιο χρέος και την υπερχρέωση νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
[3] Κάθε δέκα χρόνια σκοτώνονται περίπου 23000 Έλληνες στην άσφαλτο.
Χάνεται δηλαδή μια πόλη σαν την Άρτα! Υπερδιπλάσιοι μένουν ανάπηροι καταστρέφοντας τη ζωή τους, επιβαρύνοντας τις οικογένειές τους αλλά και τον καχεκτικό προϋπολογισμό του κράτους.

Ευθύλογος
Καλή Ανάσταση και υγεία σε όλους τους φίλους και θαμώνες.