Η μέρα της μαρμότας σε δύο παράλληλα σύμπαντα...


 Στην ταινία «Groundhog Day» του 1993, ο πρωταγωνιστής Μπιλ Μάρεϊ βρίσκεται παγιδευμένος σε μια χωροχρονική λούπα, ξαναζώντας την ίδια ημέρα φαινομενικά επ’ άπειρον – ή, για τις Χολιγουντιανές ανάγκες του «χαρούμενου τέλους», μέχρι να γίνει καλύτερος άνθρωπος και να βρει τον έρωτα. Μετά από έναν χρόνο Νεοδημοκρατικής αντιμετώπισης της πανδημίας, στην Ελλάδα έχουμε... νιώσει στο πετσί μας αυτήν την αίσθηση αέναης επανάληψης του ίδιου σεναρίου σε καθημερινή βάση. Μόνο που στα μέρη μας, η «μέρα της μαρμότας» διεξάγεται σε δύο συνυπάρχοντα παράλληλα σύμπαντα.

Στο ένα σύμπαν, η «μέρα της μαρμότας» είναι Σισύφεια – κουβαλάμε τον βράχο μας μέχρι την κορυφή για να τον δούμε να κατρακυλά και πάλι μέχρι τον πάτο και φτου κι απ’ την αρχή. Απορούμε πώς είναι δυνατόν ο ελεύθερος χρόνος μας να κρίνεται επικίνδυνος και να επιδέχεται ακραίων περιορισμών, αλλά ο χρόνος εργασίας και μετακίνησης προς αυτήν να μην είναι αντικείμενο ούτε περιορισμού, ούτε αποσυμφόρησης. Ζούμε σε μία κατάσταση μόνιμου άγχους για τους δικούς μας ανθρώπους, και όσο πιο μακριά τους ζούμε, τόσο περισσότερο μας απαγορεύεται να τους προσφέρουμε βοήθεια. Φωνάζουμε για ενίσχυση της δημόσιας υγείας και βλέπουμε αντ’ αυτής άνευ λογικής μπαλώματα που ξηλώνουν το πουλόβερ σε χίλια-δυο άλλα σημεία. Νιώθουμε γύρω μας το σιγοβράσιμο μιας απελπισίας που γεννάται όχι μόνο από την οικονομική διάλυση, αλλά και από την εξαφάνιση των κοινωνικών επαφών και της συνύπαρξης. Μετράμε νεκρούς, μετράμε αστυνομικούς, μετράμε κομματικά στελέχη που πηδούν τη σειρά στους εμβολιασμούς, μετράμε θέματα υγείας, σωματικής και ψυχικής, που η κυβέρνηση ξεχνά ή αρνείται να αναγνωρίσει την ύπαρξή τους.

Το άλλο σύμπαν είναι αυτό που έχει κατασκευάσει γύρω της η κυβέρνηση και ζει σε αυτό μαζί με τα συστημικά ΜΜΕ που ταΐζει, και όσους πολίτες αδυνατούν να στρέψουν το κεφάλι τους από τις οθόνες της τηλεόρασης και να κοιτάξουν γύρω τους. Σε αυτό το σύμπαν η «μέρα της μαρμότας» είναι Χολιγουντιανά φτιαγμένη. Όλα γίνονται σωστά και ιδανικά, τα μέτρα είναι έξυπνα κι επιστημονικά. Με επιστημονική βούλα λοιμωξιολόγου δεν υπάρχουν φράγκα για ενίσχυση των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς, αλλά δεν πειράζει γιατί δεν κολλάει ο ιός σε πακτωμένα μετακινούμενα κλουβιά. Όπως επίσης δεν κολλάει σε κλειστούς χώρους εργασίας, γραφεία, εργοστάσια, ούτε σε τάξεις γεμάτες παιδιά. Κολλάει όμως σε ανοιχτούς χώρους, σε πλατείες, πάρκα, άλση και παραλίες – τι κι αν οποιοδήποτε μοντέλο αερόβιας μετάδοσης λέει τα αντίθετα, σε αυτό το σύμπαν τα μοντέλα είναι άχρηστα. Η μετατροπή κοινών ΜΕΘ σε ΜΕΘ-CoViD και η μετατροπή των νοσοκομείων σε χώρους αντιμετώπισης μίας και μόνο ασθένειας είναι επιτυχία, όχι ομολογία αποτυχίας. Οι γενναιόδωροι σχεδιασμοί για τον αριθμό εμβολιαστικών κέντρων και εμβολίων δεν έγιναν ποτέ, κι ας τους ακούσαμε με τα αυτιά μας.

Για να διαβάσετε ολόκληρο το κείμενο του Ανδρέα Κοσιάρη, πατήστε ΕΔΩ...