«Υπόθεση Κική Δημουλά»: αθλιότητες ένθεν και ένθεν…

Γράφει ο Τάσος Παππάς

Όσοι έχουν δημόσιο λόγο, άρα και κάποιας μορφής εξουσία αφού ασκούν επιρροή, πρέπει να προσέχουν τι λένε. Οι λέξεις μπορεί να πληγώσουν, να δημιουργήσουν παραπλανητικές εικόνες, να εξωραϊσουν καταστάσεις, να παρασύρουν ακροατήρια σε επιπόλαιες και κατεδαφιστικές αξιολογήσεις, να εξωθήσουν σε ακρότητες και με τις κατάλληλες «ερμηνευτικές» προσαρμογές από τρίτους μπορεί να.......
γίνουν ακόμη και ισχυρό φονικό όπλο.
Η περίπτωση της Κικής Δημουλά είναι χαρακτηριστική. Από μια «μαστόρισσα» του πυκνού ποιητικού λόγου, που τον έχει υπηρετήσει με συνέπεια και επιτυχώς επί πολλά χρόνια, έχεις την απαίτηση να μετράει το τι λέει. Η φράση της «κάπως πρέπει να μοιραστούν οι χώροι» μεταξύ των ντόπιων και των ξένων, με όση καλή διάθεση και πνευματική ευρυχωρία κι αν την προσεγγίσεις, προσφέρεται για παρεξηγήσεις. Η δήλωση της σε βρετανική εφημερίδα «πιστεύω ότι τα πράγματα μπορούν να γίνουν ακόμα χειρότερα και από τη χούντα. Η χούντα έλεγχε και περιόριζε την ελευθερία των αριστερών, τώρα όλη η χώρα βρίσκεται σε διωγμό» μπορεί να αποτυπώνει την αγωνία της για τη συρρίκνωση της Δημοκρατίας, τον κολοβό Κοινοβουλευτισμό, τη μετατροπή της χώρας σε προτεκτοράτο, μπορεί όμως να διαβαστεί κι αλλιώς. Δεν θα μπούμε στον πειρασμό να δώσουμε άλλη εκδοχή, ωστόσο κάποιος μπορεί να το πράξει, αφού η συγκεκριμένη φράση είναι ανοικτή σε πολλές ερμηνείες.
Σ’ ό,τι αφορά τώρα την ποιότητα του διαλόγου που ξεκίνησε μετά τις αμφιλεγόμενες δηλώσεις Δημουλά, έχουμε να πούμε ότι αθλιότητες εκτοξεύθηκαν και από τους αντιπάλους της, αλλά και από τους αυτόκλητους υπερασπιστές της. Ασφαλώς και είναι βλακώδης η απόπειρα να ακυρωθεί το έργο της και να μηδενιστεί η προσφορά της στα ελληνικά Γράμματα, αλλά απόψεις του τύπου ότι στην Δημουλά επιτέθηκε μια σκοταδιστική Αριστερά επειδή η ποιήτρια δεν ανήκει στις τάξεις της είναι τουλάχιστον ανόητες. Και προκαλούν θλίψη όταν εκφωνούνται από ομοτέχνους της, οι οποίοι στο παρελθόν είχαν στρατευθεί με φανατισμό ιερομόναχου στη δογματική Αριστερά, ντρέπονται γι αυτό σήμερα και προσπαθούν με βιτριολικά σχόλια κατά της Αριστεράς συλλήβδην να «ξεπλύνουν» τις ενοχές τους, φτύνοντας και χλευάζοντας την προηγούμενη διαδρομή τους. Γιατί, πώς να το κάνουμε, είναι άλλο πράγμα η ουσιαστική και λυτρωτική αυτοκριτική, η εποικοδομητική και νηφάλια αναμέτρηση με το προσωπικό χτές, και άλλο πράγμα το μένος και η αυτολύπηση που φλερτάρουν με τον γενιτσαρισμό.