Το «αντικρατικό ταμπού» της Τρόϊκα και τα «νέα» οργανογράμματα των υπουργείων

Γράφει ο Βασίλης Δημ. Χασιώτης 

Σχολιανά 197


«…Υπάρχουν μερικοί δύσκολοι-και-γρήγοροι κανόνες για την οργάνωση της προσπάθειας εργασίας μ’ ένα τρόπο που να υποστηρίζει τη στρατηγική. Το οργανόγραμμα της κάθε επιχείρησης έχει την ιδιοσυγκρασία του, αντανακλώντας προηγούμενα υποδείγματα οργάνωσης, αποφάσεων των στελεχών για το πόσο καλά να διευθετήσουν τις σχέσεις αναφορών, τις πολιτικές για το ποιός εξουσιοδοτεί και για τι, και για άλλες ποικίλες εσωτερικές καταστάσεις. Περαιτέρω, η κάθε στρατηγική βασίζεται στο δικό της σύνολο των παραγόντων επιτυχίας και των δραστηριοτήτων της αλυσίδας αξίας…»

Arthur A. Thompson, Jr., and A. J. Strickland III : Strategic Management, Concepts and Cases, 10nth ed., Irwin/McGraw-Hill, σελ. 277-278

«Υπάρχουν τέσσερα πράγματα που......
καθυστερούν την ανθρώπινη πρόοδο : Η άγνοια, η βλακεία, οι επιτροπές και οι λογιστές.»

Charles J. C. Lyall (εις : http://commonquote.com)

Από πολύ νωρίς, κι όταν λέω «πολύ νωρίς» εννοώ ήδη με το που πάτησε προ τριετίας η Τρόϊκα το πόδι της στη χώρα, ακούστηκε, ότι στόχος της ήταν να «σπάσει» το «ταμπού» για τη μονιμότητα των εργαζομένων στο Κράτος. Ήταν ένα από τα «αμάσητα» τυριά που πολλοί εξ εκείνων που μετέχουν του ανοήτου εμφυλίου πολέμου ιδιωτικού – δημοσίου τομέα καταβρόχθισαν, διότι αυτό δεν ήταν το μόνο «ταμπού», μα και πολλά άλλα «ταμπού», που είχαν να κάνουν και με τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα, δεν άργησαν να κάνουν την εμφάνισή τους.

Βεβαίως αυτό είναι αληθές, σε ό,τι αφορά το Δημόσιο, διότι, προκειμένου να ιδιωτικοποιήσεις τις περισσότερες και πιο «ενδιαφέρουσες» για τον ιδιωτικό τομέα δραστηριότητες του Κράτους (π.χ. τον μηχανισμό είσπραξης φορολογικών εσόδων) ή και της τοπικής αυτοδιοίκησης (π.χ., την αποκομιδή των σκουπιδιών στους Δήμους), προηγούμενα είναι ανάγκη να απαλλαγείς από όσους εργάζονται στο Δημόσιο ΓΕΝΙΚΑ (μέσα σ’ αυτό θέτω εδώ και τη τοπική αυτοδιοίκηση). Δεν λες δηλαδή θέλω να ιδιωτικοποιήσω τούτη ή την άλλη δημόσια ή δημοτική υπηρεσία και άρα απολύστε τους εργαζόμενους εδώ, λες απλά, θέλω μικρότερο Κράτος, οπότε απολύστε, και όταν έρθει η στιγμή του ερωτήματος, και τώρα τι κάνουμε με τις υπηρεσίες που κολοβώθηκαν και πλέον υπολειτουργούν ή και δεν λειτουργούν καθόλου, «φυσιολογικά» θα απαντήσεις : δώστε τις σε ιδιώτες. Απλούστατο!

Όμως, το παραπάνω «ταμπού» του «μεγέθους του Κράτους», δεν είναι το μόνο πρόβλημα της Τρόϊκας που κατά πως φαίνεται το «λύνει» σύμφωνα με τους σχεδιασμούς της. Θα έλεγα μάλιστα ότι αυτό που ονομάζουν ως το ΜΕΓΑΛΟ στοίχημα της Τρόϊκας να σπάσει το ταμπού για το κράτος και κυρίως για τη θέμα της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων, μάλλον κακώς το θεωρούν ως το «μεγάλο στοίχημα». Θέλει να σπάσει η Τρόϊκα κάθε διάθεση προσήλωσης προς τη νομιμότητα, αφού μέσα από την παράκαμψη και τη κουρελοποίηση της νομιμότητας μπορεί να προωθήσει τη δική της περί νομιμότητας αντίληψη των πραγμάτων, που σε γενικές γραμμές θα είναι η «νομιμότητα» των αγορών και των νόμων που της διέπουν, του οποίους αγοραίους νόμους θέλουν να μετατρέψουν σε κρατικούς και κοινωνικούς νόμους. Και αν θα φαίνονταν ως ανέκδοτο και αχαλίνωτη φαντασία αν πριν είκοσι χρόνια λέγαμε ότι κάποια στιγμή στο μέλλον θα μιλάγαμε για ημι-ιδιωτικοποιήσεις υπουργείων, το πρώτο βήμα για τη πλήρη τους ιδιωτικοποίηση, όπως τώρα η ημι-ιδιωτικοποίηση της Εφορίας μπαίνει ως άτυπος «προβληματισμός», να μη θεωρηθεί καθόλου απίθανο στη πορεία να δούμε ακόμα και άλλες εξελίξεις, όπως π.χ., για λόγους που δεν είναι εύκολο να επιχειρηματολογηθούν, η δικαιοσύνη να απονέμεται από συγκροτούμενα ad hoc «δικαστήρια» με «δικαστές» δικηγόρους μεγάλων δικηγορικών οίκων, κι αυτό ας το έχουν υπόψη τους οι δικαστές όταν κρίνουν σήμερα ζητήματα συνταγματικότητας των μνημονίων.

Ο νεοφιλελευθερισμός, το Δίκαιο που διέπει συνολικά τη λειτουργία τού Κράτους αλλά ΚΑΙ της κοινωνίας, το αντιλαμβάνεται σε στενή συνάρτηση με τους «νόμους» λειτουργίας των αγορών, και βεβαίως, επίσης αναγνωρίζει την απόλυτη προτεραιότητα της προστασίας των αγορών, έναντι κάθε άλλης μέριμνας, και βεβαίως λέγοντας «αγορές», εννοούν πάντα ό,τι έχει να κάνει με τους μεγάλους παίκτες, τα μεγάλα συμφέροντα. Το νεοφιλελεύθερο «δίκαιο» είναι αγοραίο, διότι γι’ αυτή «αυτό» που λέγεται «κοινωνία» δεν υπάρχει, ή μάλλον, υπάρχει ως μια αγοραία κατάσταση. Όπου περισσότερο ή λιγότερο επικράτησε ο νεοφιλελευθερισμός, ο ήλιος του δεν έλαμψε το ίδιο για όλους, ούτε για τους ίδιους τους ιδιώτες επιχειρηματίες, και τους μικρομεσαίους παίκτες της αγοράς τους εξώθησε σε πιο ανήλιαγα τμήματα, αν δεν τους εξαφάνισε τελείως.

Κι ενώ αυτά είναι τα στρατηγικά ζητήματα του μνημονίου, ή ακριβέστερα, ορισμένα από τα στρατηγικά ζητήματα, η δική μας πολιτική ηγεσία, «παίζει» με τα οργανογράμματα των υπουργείων για να δει αν περισσεύει κόσμος και πόσος. Η οργανογραμμολαγνεία και πάλι στο φόρτε της. Κουτάκια εδώ, κουτάκια εκεί, πάρε αυτό από δω και ενοποίησέ το με το άλλο, κατήργησε τούτο, φτιάξε ένα άλλο, ένα παιχνίδι κακής ποιότητας, αντάξιο ερασιτεχνικής κατηγορίας, που δεκαετίες τώρα παίζεται στο Δημόσιο, που συνεχώς αναδιοργανώνεται.
Πολιτικοί, και κυρίως υπουργοί αποφασίζουν για τη διοικητική δομή του Κράτους, όταν πιθανότατα, στη ζωή τους να μην είχαν ασχοληθεί ποτέ ξανά με το τι εστί οργανόγραμμα και σε ποιες αρχές στηρίζεται η ανάπτυξη μιας οργανωτικής δομής που ενίοτε, ιστορικά και διαχρονικά, χρησιμοποιούνταν και ως εργαλείο προώθησης, μέσω αυτής, προσωπικών, πολιτικών και κομματικών επιλογών (θέσεις απλά για βόλεμα).

Ιστορικά, η οργανωτική «ανασυγκρότηση» του κρατικού και δημόσιου τομέα, ήταν και τίποτα δεν με πείθει ότι δε συνεχίζει να είναι, ανάλογη π.χ. της φορολογικής μας τσαπατσουλιάς. Κάθε τέρμινο νέος φορολογικός νόμος, νέες ανατροπές, κάθε τέρμινο νέες διοικητικές δομές στα υπουργεία με καταργήσεις, συνενώσεις και δημιουργίες νέων υπουργείων, με αποτέλεσμα ένα οργανωτικό πανικό, κι όλα αυτά, κατά το πώς η κυβερνώσα κομματική δομή έχει «συλλάβει» το θέμα, ή πώς το έχει «συλλάβει» ο υπουργός που πιθανότατα για πρώτη φορά πληροφορείται σε λεπτομέρειες για το πώς λειτουργεί το υπουργείο του. Ένα συνεχές ανακάτεμα της τράπουλας, σε τέτοιο βαθμό, ώστε το ανακάτεμα καθ’ αυτό να έχει υποκαταστήσει και το ίδιο το παιχνίδι. Δεν παίζουμε πια, ανακατεύουμε.

Πώς αναπτύσσεται ένα οργανόγραμμα, πώς τίθενται οι στόχοι της δομής συνολικά και κατά διοικητικό και λειτουργικό χώρο ευθύνης, πώς καθορίζεται η αποστολή, τίποτα δεν αποδεικνύεται στη πράξη ότι έχει υπάρξει ως προβληματισμός πάνω σ’ αυτά τα θέματα. Η οργανωτική δομή δεν δομείται στον αέρα, όπως συμβαίνει στη πράξη, μα εξυπακούεται ότι υλοποιεί στρατηγικά και επιχειρησιακά προγράμματα, δηλαδή, ό,τι στερείται το ελληνικό Κράτος και Δημόσιο γενικότερα, το οποίο έχει μάθε να λειτουργεί με τη ρουτινιάρικη διαδικασία του ετήσιου προϋπολογισμού, ο οποίος μιας και είναι βέβαιο ότι δεν θα υλοποιηθεί, δεν έχει και σημασία το πώς τον καταρτίζουμε. Έτσι, οι οργανωτικές δομές του Κράτους και του Δημοσίου γενικά, αντί όπως έπρεπε να αντιστοιχούν σε πραγματικές δραστηριότητες, «πραγματικές» καθαυτές αλλά και ως προς τη διάστασή τους και ως προς το πώς διαχειρίζονται στρατηγικά και τακτικά, δηλαδή στα πλαίσια ενός στρατηγικού και επιχειρησιακού προγράμματος, ανά δημόσια υπηρεσία, ανά υπουργείο και σε επίπεδο κυβέρνησης συνολικά, αντίθετα, πλέουν με άνεμο την ελπίδα, αφού είναι πασίγνωστο, πως κανένα στρατηγικό και επιχειρησιακό πρόγραμμα δεν υπάρχει έτσι όπως το θέτουμε εδώ.  Έτσι, δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η οργανωτική δομή του Κράτους και των δημόσιου τομέα γενικότερα, αντί να ανταποκρίνεται στις τωρινές αλλά και μελλοντικές ανάγκες, να συνδέει το σήμερα με το αύριο και επομένως να είναι προσαρμοστικό και ευέλικτο και να ακολουθεί τις εξελίξεις στις οικονομικές και κοινωνικές δομές και τις δυνατότητες που προσφέρει η τεχνολογία, είναι ακριβώς τα αντίθετα, είναι αρτηριοσκληρωτικό, αναποτελεσματικό και αντιπαραγωγικό. Όμως, ακριβώς αυτό δεν θέλει η Τρόϊκα στο ελληνικό Δημόσιο : στρατηγικά προγράμματα και επιχειρησιακά πλάνα, διότι τότε θα ετίθεντο ένα σύνολο ερωτημάτων, πολύ πριν απαντηθεί το ερώτημα «πόσο μεγάλο ή μικρό πρέπει να είναι το Κράτος και ο η δημόσιος τομέας γενικά». Θάπρεπε να τεθούν αντικειμενικοί σκοποί και στόχοι για όλους τους τομείς δράσης του ελληνικού δημοσίου, στόχοι που δεν θα έδειχναν μονάχα αν η ελληνική κοινωνία θέλει να έχει επίπεδα κοινωνικών παροχών τύπου Νορβηγίας, Γερμανίας, Ελβετίας, Γαλλίας κ.λπ., που έχουν ένα συγκεκριμένο κόστος και προϋποθέτουν ένα ανάλογο Κράτος, μα κι αν ο στόχος τους ας πούμε στα επόμενα πέντε με έξη χρόνια είναι όχι απλά να βρεθούν στα προ κρίσης επίπεδα διαβίωσης και εισοδημάτων, μα και να τα υπερβούν, πράγματα δηλαδή, ΠΟΥ ΑΝΑΤΡΕΠΟΥΝ ΤΗ ΣΤΑΤΗΓΙΚΗ ΣΤΟΧΕΥΣΗ ΤΗΣ ΞΕΝΗΣ ΚΑΤΟΧΙΚΗΣ ΔΥΝΑΜΗΣ, ΠΟΥ ΘΕΛΕΙ ΓΙΑ ΜΑΣ ΜΟΝΤΕΛΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΚΑΙ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΕΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΑΣΙΑΣ, ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ ΚΑΙ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ. Το πρόβλημα για ένα στρατηγικό πρόβλημα είναι πέρα από τα άλλα : ποιος το συντάσσει και για λογαριασμό ποιών, και κυρίως, ποιος έχει την εξουσία να θέτει στόχους σ’ αυτό και να καθορίζει τις στρατηγικές και πολιτικές. Τυπικά, ακόμα, η Τρόϊκα, δεν μπορεί να υποκαταστήσει πλήρως τη Βουλή. Βεβαίως υπάρχει μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία που άδει το ίδιο τραγούδι «σωτηρίας» με τη Τρόϊκα εξωτερικού και ψηφίζει ό,τι της ζητά η τελευταία, αλλά, είναι κι αυτό ένα πρόβλημα, που πολύ απλά, η ξένη Κατοχική Δύναμη αν μπορούσε διέλυε τη Βουλή θα το έπραττε.

Αντί λοιπόν σήμερα, που τόσες ανοησίες έχουν λεχθεί για το Μνημόνιο σε υποστήριξή του, με κορυφαία ανοησία το λεχθέν να κάνουμε τη κρίση ευκαιρία, (ανοησία όχι ως στόχος, μα ανοησία διότι ξέρουμε πως πρόκειται για κενό περιεχομένου βερμπαλιστικό τσιτάτο μιας ομοίως βερμπαλίζουσας εξουσίας), ονειρευόμενοι ότι αυτό μπορούν να το κάνουν με παρούσα μια ξένη Κατοχική Δύναμη και μέσω του Μνημονίου, αντί λοιπόν να αξιώσουμε να θέσουμε σε σοβαρές βάσεις την όλη προβληματική του Κρατικού και δημόσιου τομέα, και βεβαίως και του μεγέθους του, αντί να τον οργανώσουμε στρατηγικά και βεβαίως τακτικά σύμφωνα με το αδρό περίγραμμα που αναφέρθηκε παραπάνω, συζητούμε στη βάση των προβληματισμών που θα είχε ένας λογιστής, και μάλιστα ένας κακός λογιστής, στη βάση διώξε τόσους, χωρίς κανείς να εξετάζει ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ «αυτό» που θα παραμείνει ως «Δημόσιο», τι «πράγμα» θα είναι, και τι θα μπορεί να κάνει. Προσωπικά εκτιμώ, πως «αυτό» που θα παραμείνει στο τέλος, δεν θάναι παρά ένας πολυτραυματισμένος οργανισμός, ένας σακάτης, που θα τρικλίζει, προς χαρά βεβαίως ΤΩΝ ΟΛΙΓΩΝ, που θα έχουν ιδιοποιηθεί τις «ενδιαφέρουσες» λειτουργίες του, και τότε, και ο πλέον ακραιφνής νεοφιλελεύθερος μισθωτός, συνταξιούχος ή μικρομεσαίος επιχειρηματίας που καλούσε για «μικρότερο Κράτος», θα αντιληφθεί το τι θα σημαίνει αυτή η εξέλιξη, διότι στον νεοφιλελευθερισμό, το «μικρότερο Κράτος» σημαίνει σχεδόν «καθόλου ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ Κράτος».

Παρ’ όλα αυτά, μένοντας στη καθαρά «λογιστική» προσέγγιση το ζητήματος, προτείνω κάτι που έχω επίσης προτείνει σε παλιότερα άρθρα μου, ανάμεσα βεβαίως σε αρκετά άλλα : την άμεση κατάργηση ΟΛΩΝ των αναπληρωτών υπουργών, υφυπουργών και εξωϋπηρεσιακών γενικών και ειδικών γραμματέων των υπουργείων ΚΑΙ ΟΛΩΝ των «συμβούλων» τους, και αντικατάστασή τους ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΗ ΙΕΡΑΡΧΙΑ του κάθε υπουργείου και επίσης ΑΜΕΣΗ μείωση του αριθμού των Βουλευτών από 300 σε 200, κάτι που ως δυνατότητα παρέχεται και από το Σύνταγμα.

Λοιπόν, ας ξεκινήσουμε, προτείνω, απ΄ αυτά στην επιχειρούμενη τρεχόντως «οργανωτική» αναδιάταξη του Κράτους, κι έπειτα βλέπουμε…