Ο επιθετικός κ. Ταγίπ Ερντογάν

Την τακτική της «φουλ επίθεσης» χρησιμοποιεί εντός, αλλά κυρίως εκτός συνόρων, ο τούρκος πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, δείχνοντας ότι ακολουθεί σκληρή γραμμή κατά «εχθρών» αλλά και συμμάχων, αποφεύγοντας όμως να τραβήξει την ύστατη ώρα το σχοινί...
Πριν από μερικές ημέρες ο τούρκος πρωθυπουργός εξαπέλυσε δριμεία επίθεση κατά του πρέσβη των ΗΠΑ στη χώρα, ο οποίος είχε δήλωσε πως νομοθέτες, στρατιωτικοί ηγέτες και φοιτητές βρίσκονται στη φυλακή για μεγάλο χρονικό διάστημα στην Τουρκία, «με ασαφείς κατηγορίες». Οι δηλώσεις αυτές προκάλεσαν την έκρηξη του Ερντογάν ο οποίος διαμήνυσε σε υψηλούς τόνους προς τη σύμμαχο Ουάσινγκτον ότι δεν θα ανεχθεί «κανέναν να παρεμβαίνει στις εσωτερικές υποθέσεις της Τουρκίας ή να "βάζει τη μύτη του" στο νομοθετικό, το δικαστικό ή το διοικητικό της σύστημα». Παράλληλα πρόσθεσε ότι «η Τουρκία δεν είναι μία χώρα που παίρνει κατευθυντήριες στην εξωτερική της πολιτική από το εξωτερικό».

Λίγο νωρίτερα είχε προηγηθεί άλλη μία σκληρή επίθεση με βαρείς χαρακτηρισμούς προς το Ισραήλ, με αφορμή την επίθεση των ισραηλινών μαχητικών κατά στόχων στη Συρία. Έκανε λόγο για «τρομοκρατικές ενέργειες» από την πλευρά του Τελ Αβίβ κάνοντας λόγο για το «κακομαθημένο παιδί που παραβιάζει τη διεθνή νομοθεσία». Η κόντρα του Ερντογάν με το Ισραήλ έχει οξυνθεί εδώ και καιρό, μετά τον θάνατο τούρκων ακτιβιστών στο πλοίο Μάβι Μαρμαρά που είχε προορισμό τη Γάζα, έπειτα από το περιβόητο ρεσάλτο των ισραηλινών δυνάμεων, αλλά και τη συμμετοχή του Ισραήλ στις έρευνες στο Οικόπεδο 12 στην κυπριακή ΑΟΖ.

Στο κομμάτι των ελληνοτουρκικών σχέσεων, ο Ταγίπ Ερντογάν, στη συνάντησή του με τον έλληνα πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά στο Κατάρ εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για το ζήτημα των ιμάμηδων της Θράκης. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, εκφράζοντας στον έλληνα ομόλογό του τη δυσαρέσκεια της Άγκυρας για τον διορισμό των ιμάμηδων από το ελληνικό Δημόσιο, μάλλον δεν ενοχλήθηκε και ιδιαίτερα από την δική του παρέμβαση στα εσωτερικά ζητήματα μιας άλλης χώρας.

Φυσικά, κομβικό ρόλο στις επιλογές της τουρκικής κυβέρνησης στο κομμάτι των εξωτερικών σχέσεων παίζουν τα εσωτερικά μέτωπα, τα οποία έχει να αντιμετωπίσει ο τούρκος ηγέτης. Το κουρδικό ζήτημα είναι φυσικά το κορυφαίο όχι όμως και το μοναδικό. Ο ισλαμιστής πρωθυπουργός βρίσκει πάντα απέναντί του τον κεμαλισμό, είτε πρόκειται για το «βαθύ» στρατιωτικό κράτος της Άγκυρας είτε για τον ευρωπαϊκό «αλυτρωτισμό» που καλείται να διαχειριστεί.

Η επίθεση έχει όρια

Η επιθετική στρατηγική του τούρκου πρωθυπουργού, πάντως, δεν έχει αποδειχθεί ικανή για να οδηγήσει σε μία σύγκρουση με πρωταγωνίστρια την Άγκυρα, αν εξαιρεθούν οι επιδρομές κατά των ανταρτών των κούρδων ανταρτών του ΡΚΚ που εντάσσεται στα εσωτερικά ζητήματα.

Σε αυτό παίζει ρόλο και το γεγονός ότι η τουρκική κυβέρνηση έχει αυτή τη στιγμή «πολλά καρπούζια στην ίδια μασχάλη». Κουρδικό ζήτημα-ΡΚΚ, Συρία-πρόσφυγες, Ισραήλ, Κύπρος είναι μόνο μερικά από τα μέτωπα. Ο ρόλος γίνεται ακόμα πιο λεπτός από τη στιγμή που η Τουρκία του Ερντογάν έχει θέσει ως στόχο την ηγεμονία -έστω και άτυπα- στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, δεδομένης και των μηνυμάτων περί «αδιαφορίας» για την προσέγγιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ενταξιακής προοπτικής - αν φυσικά θεωρηθεί ότι οι δηλώσεις του περί ενδεχόμενης προσχώρησης στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (ΟΣΣ) δεν αποτελεί μία έκφραση δυσφορίας κατά των Βρυξελλών.

Η κυβέρνηση του Ερντογάν, παρά τους υψηλούς τόνους και τα ξεκάθαρα μηνύματα προς πάσα κατεύθυνση, είτε πρόκειται για «εχθρό» είτε για σύμμαχο, φαίνεται πως δεν έχει την βούληση να ξεπεράσει τα όρια. Αυτό έχει διαφανεί εδώ και χρόνια στο Αιγαίο όπου παρά την ύπαρξη κάποιων «θερμών» στιγμών δεν υπάρχει διάθεση πρόκλησης κάποιας κατάστασης σύγκρουσης, από τη στιγμή που υπάρχουν και οι παράγοντες Ε.Ε. και ΝΑΤΟ.

Και στην περίπτωση της συμμετοχής του Ισραήλ στις θαλάσσιες έρευνες στο Οικόπεδο 12, η Τουρκία δεν υλοποίησε τις απειλες της κατά Κύπρου και Ισραήλ. Παράλληλα, διατήρησε ψύχραιμη στάση όταν οι συριακές ένοπλες δυνάμεις, του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Άσαντ -την πτώση του οποίου επιδιώκει ο Ερντογάν- κατέρριψαν τουρκικό αεροσκάφος, ενώ δεν είναι λίγες οι ανταλλαγές πυρών στα σύνορα των δύο χωρών.

Ο Ερντογάν, δηλαδή, είχε τις αφορμές που χρειάζονταν για να μετατρέψει τη λεκτική του επιθετικότητα σε πρακτική, όμως κάτι τέτοιο δεν συνέβη, δείγμα του ότι το σύστημα «φουλ επίθεση» του τούρκου πρωθυπουργού είναι μία στρατηγική που παραμένει σε επικοινωνιακό επίπεδο.